του Άντη Ροδίτη
Καλά,
κύριε πρύτανη, είπε σχεδόν αγανακτισμένη, η ωραία τηλεπαρουσιάστρια, στο
δημοψήφισμα για το τι είδους σχολεία θέλουμε, θα ψηφίσουν και… γριούλες;
Ο
πρύτανης, που συμβουλεύει τον Πρόεδρο για το τι είδους σχολείο θέλουμε, δεν
είχε την απάντηση σ’ αυτό το «καίριο» ερώτημα και συνέχισε τα ίδια με τη Μέση
παιδεία από την οποία εξαρτάται, λέει, αν θα πάει καλά ή όχι η οικονομία μιας
χώρας, δηλαδή αν μια χώρα θα έχει μέλλον ή όχι!
Θα
σας φανεί περίεργο, υποθέτω, αν πω ότι μια μέρα, αργά ή γρήγορα, μια άλλη
ωραία, μεσημεριανή τηλεπαρουσιάστρια, ίσως και η ίδια ή ένας άλλος πρύτανης,
ίσως και ο ίδιος, θα θέσουν το ερώτημα-εισήγηση «και γιατί να γράφουν τους
εθνικούς μας ύμνους ποιητές και όχι οικονομολόγοι;»
Παίζουν
κανένα ρόλο οι ποιητές ή γενικότερα η τέχνη στην καθημερινή μας ζωή; Ουσιαστικά
κανένα. Όλα όσα ανακοινώνονται και επιτελούνται υπό την αιγίδα του κράτους ή
όχι, στον τομέα «τέχνη», γίνονται από κεκτημένη ταχύτητα, από ένα συνήθειο και
μια νεκρή τακτική, που πολύ δύσκολα κόβεται και όχι επειδή πιστεύει κανείς
στην… τέχνη! Αντίθετα, έτσι και κατά τύχη αναδυθεί κάτι πραγματικά ωφέλιμο στα
πεδία της τέχνης, θα κριθεί άσχετο και «επικίνδυνο» και σιωπηλά θα αποσιωπηθεί,
πρωτίστως από τους «ιθύνοντες» της τέχνης, κυβερνητικούς ή καλλιτέχνες.
Πριν
επανέλθω στην ωραία τηλεπαρουσιάστρια που διερωτάται τι στο διάολο ξέρουν οι
γριούλες για να ψηφίζουν τι τύπου σχολεία θα έχουμε, ας θυμίσω το πρότυπο όλων
των δημοκρατιών, εκείνο της αρχαίας ελληνικής πόλεως και ειδικά της Αθήνας.
Εκεί, λοιπόν, δεν μπορούσαν καν να λειτουργήσουν οι θεσμοί, η κοινωνική ζωή,
η δημοκρατία, χωρίς το Θέατρο.
Λοιπόν,
αν στην ζωή ή την «κουλτούρα» της ωραίας τηλεπαρουσιάστριας έπαιζε κανένα ρόλο
η τέχνη (και θα πρέπει να παίζει για τη δουλειά που κάνει), θα ήξερε ας πούμε
τον σημαντικότερο κριτικό της λογοτεχνίας του νεότερου ελληνισμού, τον Ζήσιμο
Λορεντζάτο. Κι αν τον ήξερε δεν θα έκανε την επιπόλαιη ερώτηση που έκανε.
Στη
μεγαλύτερη και κεντρική στο έργο του μελέτη ο Λορεντζάτος, το «Χαμένο Κέντρο»,
μιλά ξεκάθαρα για την αξία των γριούλων. Μάλιστα, για την αξία τους σε σχέση με
τις «μεγάλες» «αξίες» που αντλεί από το εξωτερικό ο πρύτανης κι επιθυμεί να μας
τις εμφυτεύσει (φυτευτά, που λέγαμε παλιά).
Αλλά,
για να μην παρεξηγούμαστε, από τους δυο αυτούς μεγαλύτερη ευθύνη βαρύνει την
τηλεπαρουσιάστρια. Διότι ο πρύτανης είναι σε κάποιο μέτρο
δικαιολογημένος. Εν όψει του γεγονότος ότι ως Έλληνες είμαστε πλέον, εδώ και
μερικούς αιώνες, υποταγμένοι σε ξένο πολιτισμό, επειδή δηλαδή «εκόψαμεν μέσα»,
έχουμε υποχρέωση για να εξαφανιστούμε σιγά-σιγά και όσο γίνεται ανώδυνα, αντί
επώδυνα και ακαριαία, να ακολουθούμε τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Μια
καλή ελπίδα να μην εξαφανιστούμε καθόλου μέσα στις επόμενες δεκαετίες, είναι να ακολουθούμε την
Ευρώπη, καλλιεργώντας ταυτόχρονα μέσω της παιδείας μας τη γνώση και τη
συνείδηση του ποιος και τι είναι ο δικός μας πολιτισμός, χωρίς πάθος και μεγάλα
λόγια. Αργά και ήρεμα, απλώς για να μη ξεχνούμε.
Η
τηλεπαρουσιάστρια, λοιπόν, έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη κι έρχεται δεύτερος ο
πρύτανης, ο οποίος δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στο δίκιο της αν ερωτούσε τη
γνώμη του για τον Λορεντζάτο και τις γριούλες ψηφοφόρους. Αλλιώς ας πετάξουν
και τον Διονύσιο Σολωμό από τα σχολεία κι ας αναθέσουν στον Γιούγκερ να μας
γράψει έναν νέο «εθνικό» ύμνο.
Οι
τηλεπαρουσιάστριες και τηλεπαρουσιαστές, που εκφράζουν καθημερινά την «κοινή
λογική» και καλλιεργούν τον τρόπο της σκέψης όλων των άλλων, χωρίς να το
συνειδητοποιούν ούτε οι ίδιοι, είναι καιρός να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της
ευθύνης τους. Ας μη μιλούν τόσο πολλά, κι ας στηρίζεται ο κάθε λόγος
τους στη γνώση της ιδιαιτερότητας του πολιτισμού μας, όσο και στην αναγκαιότητα
αποδοχής των ευρωπαϊκών προτύπων μέχρι ν’ ανατείλουν καλύτερες μέρες.
Όσο
για τους «εκπαιδευτικούς», που η δουλειά τους είναι πρώτα-πρώτα να παράγουν υπεύθυνους
πολίτες, ας αρχίσουν από τους εαυτούς τους.
Άντης Ροδίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου