|
|
ΚΟΡΙΤΣΙ, προτοῦ ὁ πατέρας σου σέ φυτέψει
στήν μήτρα τῆς μητέρας σου, προτοῦ ἐγγραφοῦν τά δικά σου χρωμοσώματα
Χ καί ὄχι τά ὑγιῆ σου Υ ἤσουν στό νερό, στόν ἀέρα, στά στοιχεῖα: ἕνα
τριάτομο πού δέν ἀνῆκε οὔτε σέ φυλή, οὔτε σέ πατριά, οὔτε σέ καμιά
νομαδική Kabilah.
Στήν πρώτη σου μετενσάρκωση:
Σοῦ δόθηκε τό ὄνομα Μαρία. Τσαλαβουτοῦσες στή λάσπη καί ἔπαιζες μέ τόν Ἀμπτουλάχ καί τόν Ἄμπελ. Κολυμποῦσες στόν ποταμό Μέρεμπ τῆς Κεντρικῆς Ἐρυθραίας κοντά στήν ἐκκλησιά σου, ἡ περιέργειά σου πάντα νά αἰωρεῖται ὅπως ἡ σπάνια γαλαζόφτερη λιμπελούλα πρόθυμη νά ἵπταται ψηλά μέσα στή βροχή. Γνώριζες πώς ἤσουν διαφορετική ἀπό τίς ἀδελφές σου, τίς θειές μέ τά θλιμένα μάτια, καί ὅλους τούς συγγενεῖς σου. Ἤσουν ὁλόκληρη, ἄτμητη, κάθε ἴντσα τῆς σάρκας σου ἀκόμη ὁλόδική σου. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα κι ἕνα ἀπό τ' ἀγόρια ἦταν νά σέ νυμφευθεῖ, ἔδειξαν ἐκεῖνον τόν τόπο ἀνάμεσα στά πόδια σου.