ΣΥΝΕΒΗ ἐκεῖνες τὶς μέρες τοῦ ἐγκλεισμοῦ
λόγῳ κορωνοϊοῦ, ὁ ἑβδομηντάχρονος συνταξιοῦχος φιλόλογος Μιχάλης
Σκατζοπούρνης νὰ κάνῃ τὴν βόλτα του στὶς 5 μ.μ. στὴν συνοικία τοῦ Αἰγάλεω.
Ἕνα κλιμάκιο τῆς ἀστυνομίας τὸν σταμάτησε ἔξω ἀπὸ
τὴν Ἐθνικὴ Τράπεζα, στὴν Ἱερὰ Ὁδό, καὶ τὸν ρώτησε: «Ἔχετε SMS;»
«Τί πάει νὰ πῇ αὐτό;» ἔκανε τὸν ἀνήξερο ὁ φιλόλογος. Ὁ ἀστυνομικὸς
τὸν κύτταξε μὲ οἶκτο: «Ἔχετε στείλει γραπτὸ μήνυμα στὴν Ὑπηρεσία
Πολιτικῆς Προστασίας ὅτι θὰ βγῆτε ἔξω; Χρειάζεται, ξέρετε, κάτι
τέτοιο γιὰ ὅσους βγαίνουν, ἀκόμα καὶ γιὰ τὴ βόλτα τους...»
«Δὲν μπορῶ νὰ στείλω αὐτὸ τὸ SMS, ξέρετε...»
«Τί, δὲν ἔχετε κινητό;» εἶπε ὁ ἀστυνομικός, σίγουρος γιὰ τὴν ἀρνητικὴ
ἀπάντηση.
«Ὄχι, ἔχω...»
«Ἄ, δὲν θὰ ξέρετε νὰ τὸ στείλετε...»
«Ὄχι, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ στείλω αὐτὸ τὸ SMS ποὺ μοῦ ζητᾶτε...»
«Καὶ γιατί παρακαλῶ;»
Ὁ ἑβδομηντάχρονος πέρασε στὴν ἀντεπίθεση: «Ξέρετε τί πάει νὰ πῇ
SMS;»
Ὁ ἀστυνόμος χαμογέλασε εἰρωνικά: «Ἔ βέβαια καὶ ξέρω… μήνυμα...»
«Εἴδατε ποὺ δὲν ξέρετε; SMS σημαίνει στὰ ἀγγλικὰ Short Message
Service...»
«Μά, καλά, μάθημα θὰ κάνουμε τώρα;» τοῦ ᾿ριξε μιὰ λοξὴ ματιὰ τὸ ὄργανο.
«Ξέρετε τί θὰ πῇ Short Message Service;»
Ὁ ἀστυνόμος κάτεχε κάτι κουτσοαγγλικούλια: «Ὑπηρεσία Σύντομων
Μηνυμάτων...»
«Εἴδατε πού ᾿ρχεστε στὰ λόγια μου; Μπορῶ νὰ στείλω γκοτζάμ Ὑπηρεσία ὁλόκληρη;»
«Καὶ τί θὰ γίνῃ δηλαδή;» αἰφνιδιάστηκε ὁ ἀστυνόμος.
«Ἂν θέλετε νὰ σᾶς στείλω ἕνα Short Message, τουτέστι Σύντομο Μήνυμα,
κάτι μπορεῖ νὰ γίνῃ. Ἀλλὰ ὑπηρεσία ἐγὼ δὲν στέλνω, νά ᾿μαστε ᾿ξηγημένοι...»
«Ἔ, καλά, γράψε SM», συμβιβάστηκε τὸ ὄργανο, κι ἀπὸ μέσα του σκεφτόταν:
«Ἒ ρὲ ποῦ μπλέξαμε μὲ τὸ γερο-παρατατικό…»
«Καὶ γιατί παρακαλῶ νὰ γράψω SM καὶ νὰ μὴ γράψω σοὺ μού, σύντομο μήνυμα
δηλαδή; Ἔχετε πάρει φόρα καὶ τὰ λέτε ὅλα στ᾿ ἀγγλικά, στὴν Ἑλλάδα δὲν
εἴμαστε;»
«Γράψε “σοὺ μού”, γράψε “ΣΜ”, γράψε “Σ-Μ”, γράψε “σύν. μήν.”, γράψε καὶ
σκέτο “μήν.” ἅμα θές, ἀλλὰ παράτα με!», ἀγανάχτησε τὸ ὄργανο τῆς τάξεως.
«Θὰ γράψω “σοὺ μού”», κατέληξε ὁ φιλόλογος, «μοῦ θυμίζει κι ἕνα κέντρο,
ἐδῶ λίγο πιὸ πάνω, στὴν Ἱερὰ Ὁδό, ἐπὶ ἑπταετίας, ὅπου σκοτώσανε
καὶ τὴ Βασίλω... Τὴν ἔχεις ἀκουστὰ τὴ Βασίλω;»
«Ρὲ δὲν πά᾿ νὰ γράψῃς καὶ σούξου – μούξου – τού, κουβέντα θ᾿ ἀνοίξουμε
τώρα;»
Καθὼς ὁ Μιχάλης Σκατζοπούρνης, ἑβδομηντάχρονος συνταξιοῦχος φιλόλογος,
ἀπομακρυνόταν, ὁ διπλανὸς ἀστυνομικὸς ρώτησε τὸν δικό μας: «Τί ἔγινε
ρέ, τί σοῦ ᾿λεγε;»
«Τίποτα, μωρέ, ἕνας μαλακοπίτουρας...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου