Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Δευτέρα 4 Μαΐου 2020

Μπαίνοντας στο "Τούνελ" του Ερνέστο Σαμπάτο - BOOK PRESS

Του Ιγνάτη Χουβαρδά
Στο Τούνελ, σύντομο μυθιστόρημα του Ερνέστο Σάμπατο, έχουμε ένα έγκλημα ερωτικού πάθους. Ένας ζωγράφος σκοτώνει τη γυναίκα που ερωτεύτηκε. Μαθαίνουμε πρώτα το συμβάν του φόνου μέσα από την αφηγηματική φωνή του θύτη. Ύστερα και αναδρομικά, από την ίδια αφηγηματική φωνή, μαθαίνουμε όλες εκείνες τις ζωτικές λεπτομέρειες που πύρωσαν τον πόθο του ήρωα και τον οδήγησαν στο έγκλημα.
Ο ζωγράφος, λοιπόν, γίνεται συμπαθής. Κι εδώ είναι το παράδοξο: συμπαθούμε κάποιον και την ίδια στιγμή αναιρούμε αυτή τη συμπάθεια, συνειδητοποιώντας ότι αυτός ο άνθρωπος σκότωσε τη γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε. Όλο αυτό το υλικό ενός γνήσιου έρωτα είναι παράλληλα το σκοτεινό υπόστρωμα ενός φόνου.
Η πλοκή εξελίσσεται με τη μορφή χρονικού: πώς γνώρισε την κοπέλα, η έλξη που ένιωσε γι’ αυτήν, το ζωηρό του ενδιαφέρον να την ψάχνει, η εμμονή του σε ό,τι έχει σχέση με την ύπαρξή της. Ο ήρωας συγκινείται, αναστατώνεται, βρίσκεται σε εγρήγορση, αναζητά τρόπους προσέγγισης. Ως χαρακτήρας είναι αρκετά μοναχικός, απόλυτος στις απόψεις του, ίσως και λίγο ιδιόρρυθμος – στα όρια του επιτρεπτού. Η κοπέλα ανατρέπει την καθημερινότητά του. Όσα νιώθει κι όσα σκέφτεται γι’ αυτήν έχουν μια απόχρωση εφηβική, μια ανόθευτη πρωτογενή πνοή. Δεν υπάρχει κάτι ασυνήθιστο στις επιδιώξεις του. Είναι το γνώριμο άγχος του ερωτευμένου. Ο ζωγράφος, λοιπόν, γίνεται συμπαθής. Κι εδώ είναι το παράδοξο: συμπαθούμε κάποιον και την ίδια στιγμή αναιρούμε αυτή τη συμπάθεια, συνειδητοποιώντας ότι αυτός ο άνθρωπος σκότωσε τη γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε. Όλο αυτό το υλικό ενός γνήσιου έρωτα είναι παράλληλα το σκοτεινό υπόστρωμα ενός φόνου.

Ο τίτλος του μυθιστορήματος συνδέεται με το περιεχόμενο ως εξής: ο ζωγράφος ψιθυρίζει πως η ζωή του είναι ένα τούνελ μοναχικό, όπου κυλάνε τα παιδικά του χρόνια κι όλη η υπόλοιπη ζωή του. Είχε την ελπίδα σε κάποια χρονική φάση, το δικό του τούνελ να διασταυρωθεί με το τούνελ μιας γυναίκας. Το σημείο συνάντησης θα είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό, το οποίο έχει ήδη εντοπίσει ο ζωγράφος από την πρώτη στιγμή που είδε μπροστά του την κοπέλα. Αυτό το σημείο δεν σχετίζεται με τη μορφή της αλλά με τη συμπεριφορά της. Συγκεκριμένα η κοπέλα προσέχει μια λεπτομέρεια σε έναν πίνακά του, την οποία κανείς άλλος δεν πρόσεξε. Ο ζωγράφος θεωρεί πως βρήκε επιτέλους έναν άνθρωπο που μπορεί να τον καταλάβει, αυτόν τον άνθρωπο που, όπως ομολογεί, τελικά σκότωσε.
Αποδεικνύεται, λοιπόν, πως η ελπίδα του ζωγράφου είναι μια ψευδαίσθηση, η κοπέλα υπάρχει αλλά μάλλον δεν βρίσκεται σε άλλο τούνελ, είναι σε έναν ανοιχτό ορίζοντα όπου οι άνθρωποι ζουν, κινούνται, διασκεδάζουν – με τρόπο απερίσκεπτο, χωρίς κάποιο σκοπό, αυθαίρετα. Το αποτέλεσμα αυτής της πικρής διαπίστωσης είναι η μοναξιά, τίποτε άλλο.
Κάθε κεφάλαιο είναι η ανάπτυξη ενός ποιητικού σχήματος, που δεν προσβλέπει στη μεταφορά ή στα σύμβολα αλλά στη μεγέθυνση των αδιόρατων κλωστών του ψυχισμού, όπως δονούνται από τα κύματα του κεραυνοβόλου έρωτα. Αυτές οι κλωστές θα μπορούσαν να αποκτήσουν μια απτή λειτουργική σημασία, αν τις συνδέσουμε με τον αρχαιοελληνικό μύθο για τον Μίτο της Αριάδνης, με τον σπάγκο που ξετυλίγεται από το κουβάρι κι οδηγεί στο βάθος του λαβύρινθου. Ο σπάγκος στο μυθιστόρημα του Σάμπατο είναι η ίδια η φωνή του δράστη, αυτή μας καθοδηγεί, μας σέρνει στο βάθος του σκοταδιού. Εκεί κυριαρχεί το παιχνίδι των αντικατοπτρισμών, των διαθλάσεων μέσα από καθρέφτες. Συμβαίνουν διάφορες αλληλουχίες, παρόν και παρελθόν, άτομο και ολότητα, ορατό και αόρατο, δεδομένο και αμφιλεγόμενο. Είναι μια λογοτεχνία διπολικών σχημάτων, που ρέει και βρίσκει τις καταβολές της σε αρχαιοελληνικούς μύθους και σε μάσκες αρχαίων ελληνικών τραγωδιών. Η φωνή, που έχει το όνομα Χουάν Πάμπλο Καστέλ, μας προσκαλεί σε ένα σκοτάδι αμφίσημο, εξομολογητικό και απρόβλεπτο.
Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στον Μινώταυρο, γιατί ο Μινώταυρος είναι μπροστά μας, στο βάθος του τούνελ, είναι θηλυκός, ένα υβρίδιο γυναίκας και ζώου, μια θηλυκότητα που από τη μια ελκύει κι από την άλλη εξαπατά και προδίδει.
Ο Θησέας, στον ελληνικό μύθο, σκοτώνει τον Μινώταυρο, απαλλάσσει τους Αθηναίους από τον φόρο αίματος κι ο ίδιος ενώνεται ερωτικά με την Αριάδνη. Στο Τούνελ του Σάμπατο, η κοπέλα λέγεται Μαρία κι έχει μια διπλή υπόσταση, είναι εκείνη που δίνει το κουβάρι στον ζωγράφο για να μη χάσει τον προσανατολισμό του κι είναι η ίδια που βρίσκεται παράλληλα στο βάθος του τούνελ κι αιφνιδιάζεται από την έλευση του Καστέλ. Η Μαρία είναι πρώτα εκείνη η γοητευτική κοπέλα που αντιπροσωπεύει τον ιδανικό έρωτα και ύστερα είναι η ίδια που μεταμορφώνεται, γίνεται αποκρουστική. Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στον Μινώταυρο, γιατί ο Μινώταυρος είναι μπροστά μας, στο βάθος του τούνελ, είναι θηλυκός, ένα υβρίδιο γυναίκας και ζώου, μια θηλυκότητα που από τη μια ελκύει κι από την άλλη εξαπατά και προδίδει. Η πράξη του φόνου λύνει με λανθασμένο τρόπο το αδιέξοδο, ο φόνος δεν είναι θυσία, είναι μάλλον η αδυναμία αποδοχής μιας διπλής υπόστασης. Στο βάθος του τούνελ ο Καστέλ πήγε για να ξορκίσει τους φόβους του, για να αποδείξει ότι το τούνελ είναι μια ωραία ερωτική φωλιά που μπορεί να στεγάσει δύο ανθρώπους μαζί. Όλα ήρθαν ανάποδα. Η διάψευση των προσδοκιών συνέβη στο βάθος του σκοτεινού περάσματος, αντίθετα η πρώτη εικόνα που είχε δει, αυτή που εμπιστεύτηκε, υπήρξε μια απάτη. Το κουβάρι με τον σπάγκο δόθηκε από λάθος χέρια κι όλη η διαδρομή αντί να εξαγνιστεί, εκφυλίστηκε. Την ώρα που ο Χουάν Πάμπλο Καστέλ σκοτώνει τη Μαρία, τελεί την εξιδανίκευση μιας ψευδαίσθησης, γιατί είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει.
alt
Από τις συναντήσεις του Ernesto Sabato και του Jorge
Luis Borges, με τον Orlando Barone να καταγράφει το
λογοτεχνικό σύμπαν των δύο Αργεντίνων συγγραφέων,
προέκυψε το βιβλίο Διάλογοι (μτφρ. Δήμητρα
Παπαβασιλείου, εκδ. Printa).
alt
Σε πολλούς λατινοαμερικανούς συγγραφείς ελλοχεύει ο αρχαιοελληνικός μύθος του λαβύρινθου με τον εγκλωβισμένο Μινώταυρο. Η ατμόσφαιρα αλλά και η τεχνική του λαβύρινθου. Όλα, φυσικά ξεκινούν από τον Μπόρχες. Από εκεί διακλαδίζονται οι επίγονοι. Αναφέρω ενδεικτικά το Κουτσό του Κορτάσαρ που χτίζεται στα θεμέλια ενός δαιδαλώδους λαβύρινθου, επίσης το 2666 του Μπολάνιο όπου αναζητούμε ένα χαμένο κέντρο μέσα σε μια πολλαπλή ιστορία φόνων διαφόρων γυναικών. Ο Σάμπατο, τόλμησε κι αυτός να ανοιχθεί στον ευρύτερο χωροχρόνο του λαβύρινθου με ένα μωσαϊκό προσώπων. Εννοώ τα δύο μυθιστορήματα που ακολούθησαν το Τούνελ, το Περί ηρώων και τάφων και το Αβαδδών ο εξολοθρευτής. Πριν επιχειρήσει αυτό το άνοιγμα, δοκιμάστηκε στην πιο σύντομη κλίμακα ενός σκοτεινού περάσματος. Το τούνελ είναι μια παραλλαγή του λαβύρινθου, σε μικρότερες διαστάσεις, ένα απόσπασμα.
Είναι αδύνατον να μην κάνω τον συνειρμό με όσα αναφέρει ο Χούλιο Κορτάσαρ, σε ένα απόσπασμα συνέντευξης που αλίευσα από παλιό τεύχος του περιοδικού Χάρτης. Η συνέντευξη είχε δοθεί στον Δημήτρη Τ. Άναλι, λίγο διάστημα πριν από τον θάνατο του Κορτάσαρ. Έλεγε λοιπόν ο Κορτάσαρ: «Πιο πολύ απ’ τον δρόμο ή το μονοπάτι, με μαγεύει το μετρό… Το μετρό περνά κάτω απ’ την πόλη. Η πόλη ξετυλίγεται μαγική, υπόγεια, με ορισμένα αναγνωρίσιμα σημεία. Αλλά πιο πολύ απ’ το μετρό με μαγεύει η στοά. Ο εαυτός σου μπαίνει μέσα σ’ ένα τούνελ ή κάτω από μια γέφυρα και βγαίνεις σε μια άλλη περιοχή, σ’ έναν άλλο τόπο… Το πέρασμα σε περνά από μια κατάσταση σε μια άλλη».
Η ένταση και η διακύμανση αυτής της έντασης οδηγούν κατευθείαν στα πρόσωπα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, κυρίως στη Μήδεια, σύμφωνα με υπόδειξη του Φίλιππου Δρακονταειδή, στην εισαγωγή που έγραψε σε μια παλιότερη έκδοση του ίδιου βιβλίου.
Με βοηθούν αυτά τα λόγια για να μιλήσω για τον ήρωα του Σάμπατο που μεταβαίνει από μια ψυχική κατάσταση σε μιαν άλλη. Ο ζωγράφος αφηγείται την περιπέτειά του σε έναν μονόλογο στον οποίο κυριαρχούν τα έντονα συναισθήματα. Αν και ο λόγος είναι πεζός, λιτός, στεγνός, μια απλή αναφορά – όμως η ένταση και η διακύμανση αυτής της έντασης οδηγούν κατευθείαν στα πρόσωπα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, κυρίως στη Μήδεια, σύμφωνα με υπόδειξη του Φίλιππου Δρακονταειδή, στην εισαγωγή που έγραψε σε μια παλιότερη έκδοση του ίδιου βιβλίου. Γιατί και η Μήδεια τελεί έναν φόνο, ακόμα πιο αποτρόπαιο, τον φόνο των παιδιών της. Και στη Μήδεια υπάρχει το ερωτικό κίνητρο, ο φόνος γίνεται για να εκδικηθεί τον εραστή της. Υπάρχουν άφθονες καταβολές από την αρχαία ελληνική μυθολογία και τραγωδία σε αυτούς τους συγγραφείς. Ζωντανεύουν οι μύθοι, ξαναπαίρνουν φωνή μέσα από σύγχρονους ήρωες. Πώς να μη σκεφτώ την περίπτωση του Ρομπέρτο Μπολάνιο, που αφιερώνει αρκετές σελίδες στο βιβλίο του Το φυλαχτό, για τον μύθο του Ορέστη και της Ηριγόνης; Τον αφηγείται επίπεδα κι απλά κι όμως μας καθηλώνει, γιατί κρύβεται μια ενέργεια απροσδιόριστη. Από την άλλη, η τεχνική του μονολόγου φέρνει στη μνήμη μου και την περίπτωση ενός πολύ σύγχρονου συγγραφέα από την Αργεντινή, του Αντρές Νέουμαν και το βιβλίο του Κατά μόνας. Εκεί έχουμε τρεις παράλληλους μονολόγους που διαπλέκονται μεταξύ τους δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μείγμα.
Αλλά, ας γυρίσουμε στον Ερνέστο Σάμπατο. Η φιλοσοφία του προσιδιάζει στον χώρο που χάραξε ο Μπόρχες, η γραφή του όμως είναι πολύ ευρωπαϊκή. Μου θύμισε το ύφος του Ντίνο Μπουτζάτι στο βιβλίο Ένας έρωτας, όπως επίσης και τη νουβέλα του Πιερ Λουί Η γυναίκα και το νευρόσπαστο. Στη διαπίστωση αυτή συναινεί και η κοινή θεματολογία των βιβλίων αυτών, ο άντρας που πολιορκεί μια γυναίκα και τα βάσανα που αναβλύζουν. Είναι διάχυτη στον Ερνέστο Σάμπατο η αντίληψη ότι πίσω από το φαινομενικά απλό κρύβεται το περίπλοκο, το απρόβλεπτο, το σκοτεινό και ερεβώδες. Το μυστήριο δεν είναι προϊόν φαντασίας, πηγάζει από την ίδια την πραγματικότητα. Δεν το επινοεί ο συγγραφέας το μυστήριο, το αναδεικνύει μέσα από τα ίδια τα πράγματα, αυτά που υπάρχουν γύρω μας. Ένας μεγεθυντικός φακός πάνω στο φαινομενικά ασήμαντο. Μια κρυμμένη πραγματικότητα που ολοένα γίνεται πιο ορατή με την εξέλιξη της αφήγησης. Αναφέρω ένα παράδειγμα από το βιβλίο: ο ζωγράφος προσπαθώντας να συγκεντρώσει το μυαλό του ύστερα από τις πολλές δοκιμασίες που υφίσταται, παρατηρεί από το παράθυρο του τρένου μια γυναίκα σε έναν σταθμό κι απλά σκέφτεται πως αυτή τη γυναίκα που τη βλέπει τώρα, δεν πρόκειται να την ξαναδεί, ήδη σε λίγο θα έχει συντελεστεί ένας θάνατος, όπως τόσοι άλλοι παρόμοιοι αποχωρισμοί που δεν συνειδητοποιούμε. Αυτή η τόσο απλοϊκή παρατήρηση έφερε στον νου μου ένα αντίστοιχο απόσπασμα από το Περί ηρώων και τάφων, με πρωταγωνίστρια την Αλεξάνδρα, μια κοπέλα εξίσου μυστηριώδης όπως η Μαρία:
«Μείνανε για λίγο ακουμπισμένοι στο στηθαίο, κοιτάζοντας την κοιμισμένη πόλη.
– Κοίτα εκείνο το φως στο παράθυρο, σ’ εκείνο το σπιτάκι, είπε η Αλεξάνδρα, δείχνοντας με το χέρι της. Πάντα με μαγεύουν αυτά τα φώτα τη νύχτα: να είναι άραγε μια γυναίκα που γεννά; Κάποιος που πεθαίνει; Ή κάποιος φτωχός σπουδαστής που μελετά Μαρξ; Τι μυστήριος που είναι ο κόσμος! Μόνο οι επιπόλαιοι άνθρωποι δεν το βλέπουν. Συζητάς με το θυρωρό της γωνιακής πολυκατοικίας, κερδίζεις την εμπιστοσύνη του και από τη μια στιγμή στην άλλη ανακαλύπτεις ότι κι αυτός επίσης είναι ένα μυστήριο».
alt
Ο Ερνέστο Σάμπατο ήταν το προτελευταίο από τα
έντεκα παιδιά της οικογένειάς του. Τελείωσε το δημοτικό
σχολείο στο χωριό του και κατόπιν φοίτησε στο Εθνικό
Κολέγιο της πόλης Λα Πλάτα. Το 1934 ως αντιπρόσωπος
του Κομμουνιστικού Κόμματος στις Βρυξέλλες συμμετείχε
σε συνέδριο κατά του φασισμού και του πολέμου. Εκεί
πληροφορήθηκε για τους διωγμούς που γίνονταν από
τον Στάλιν στη Σοβιετική Ένωση. Το Κομμουνιστικό
Κόμμα της Αργεντινής αποφάσισε να τον στείλει για
δύο χρόνια στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Λένιν της Μόσχας,
ώστε να επανέλθει στην κομματική γραμμή. Ο Σάμπατο
όμως πήγε στο Παρίσι και έγραψε το μυθιστόρημα
Η βουβή πηγή, το οποίο ποτέ δεν εκδόθηκε. Έκτοτε
έλαβε πλήθος βραβεύσεων και τιμών. Απεβίωσε λίγους
μήνες πριν κλείσει τα 100 χρόνια ζωής, στις 30 Απριλίου
2011.
Αυτό κάνει ο Σάμπατο στα βιβλία του. Παίρνει την καθημερινότητα και με έναν μεγεθυντικό φακό τη σκάβει, αναδεικνύοντας τις κρυφές κι ανομολόγητες πλευρές της. Η ανάδειξη αυτή έρχεται σε αντιστάθμισμα με το άλλο μεγάλο θέμα που απασχολεί τον Σάμπατο, αυτό της τυφλότητας. Στο Τούνελ η ερωτική ιστορία είναι πολύ συνηθισμένη. Αν δεν υπήρχε ο φόνος, θα ήταν μια ιστορία της διπλανής πόρτας. Είναι η προσπάθεια άμβλυνσης της απόστασης με το αντικείμενο του πόθου κι έπειτα η ψευδαίσθηση ότι μπορείς να βρεις έναν άνθρωπο που θα είναι προέκταση του εαυτού σου. «Αυτός που γύρευα, είμαι» λέει ο Ελύτης. «Εγώ είναι ένας άλλος» ανταπαντάει ο Ρεμπό. Οπότε εισβάλουν όλα τα θέματα – της κτητικότητας, της ζήλιας, της μεταμόρφωσης της καθημερινότητας, του διεσταλμένου χρόνου. Ο ερωτευμένος τελικά, λέει ο Σάμπατο, είναι ένας άνθρωπος που θέλει όχι απλά να ζευγαρώσει αλλά να μεταφέρει τον εαυτό του σε ένα άλλο υποκείμενο, μια προσπάθεια που τελικά είναι μάταιη. Ο ζωγράφος σταδιακά αντιλαμβάνεται ότι η Μαρία δεν ανήκει μόνο σε αυτόν, ανήκει και σε άλλους άντρες. Αυτό τον συντρίβει. Η μοναξιά παραμονεύει. Ο ήρωας μήπως τελικά διακατέχεται από έναν τυφλό εγωισμό κι από μια αρρωστημένη ζήλια; Μήπως τελικά δεν είναι τόσο φυσιολογικός όσο φαινόταν μέχρι κάποιο σημείο του μυθιστορήματος; Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να χωνέψει πως έπεσε λάθος στις εκτιμήσεις του. Δεν μπορεί όμως να αντέξει το βάρος αυτής της διάψευσης. Συντελείται ένα αφόρητο υπαρξιακό κενό. Ο φόνος έρχεται σαν μια φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, σαν μια αναπόφευκτη αντίδραση στην αναστολή μιας έκρηξης που ήδη έχει συντελεστεί.
Θα μπορούσε εύκολα ο Ερνέστο Σάμπατο να εκτροχιαστεί σε ψυχαναλυτικές εξηγήσεις. Δεν το κάνει. Κρατάει τα γκέμια από την αρχή μέχρι το τέλος γερά. Η διακύμανση της φωνής του ζωγράφου είναι έντονη αλλά σταθερά προσανατολισμένη στον ίδιο στόχο, με βαρίδιο την ίδια τη ζωή, το βίωμα, αυτό που θα μπορούσαμε να νιώσουμε όλοι. Σε πολλές διακυμάνσεις του ψυχισμού του ήρωα αναγνωρίζουμε κομμάτια του εαυτού μας και η κατάληξη του φόνου μάς γεμίζει αμηχανία. Για να ξεπεράσουμε αυτή την αμηχανία, πρέπει να αποδεχθούμε έναν βαθμό ενηλικίωσης δικό μας, μια απότομη μετάβαση σε ένα στάδιο ωριμότητας όπου επικρατεί η λογική κι όπου το νεανικό πάθος, εκείνο που παλιότερα μπορεί και να μας οδήγησε στην άκρη του γκρεμού, καταφέραμε τελικά να το τιθασεύσουμε, έστω και επώδυνα.
* Ο ΙΓΝΑΤΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ είναι συγγραφέας. 
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Καλοκαιρινός χάρτης της πόλης» (εκδ. Οδός Πανός).
 Στην κεντρική εικόνα: Illustratuion © Dani Diez.

altΤο τούνελ
Ερνέστο Σάμπατο
Μτφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου
Μεταίχμιο 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου