του Χρίστου Ελευθεριάδη
Το κείμενο αυτό γράφεται με την θλιβερή ευκαιρία της καταθέσεως του νέου νομοσχεδίου για το περιβάλλον και την ανάπτυξη. Όλοι οι αριθμοί είναι κατά προσέγγισιν, δεν έψαξα να βρω και να παραθέσω ακριβή νούμερα. Θα περιοριστώ στο θέμα των ΑΠΕ μόνον, αλλά δεν θα αποφύγω τον πειρασμό να θυμίσω πως στην πρώτη μορφή του το νομοσχέδιο προέβλεπε μεταλλευτικές εξορύξεις ως και στις περιοχές ΑΠΟΛΥΤΗΣ προστασίας! Το απέσυραν, αλλά και μόνο που το έβαλαν αρχικά, πραγματικά με τρομάζει για το πως σκέφτονται αυτοί που μας κυβερνούν... Οι εκπρόσωποι των μεταλλευτικών εταιρειών πάντως, πίεσαν ώστε να μην αποκλείονται οι εξορύξεις ΑΚΟΜΗ και στις περιοχές αυτές!!!
Αρχίζω με τα θετικά, άλλωστε ο γράφων σαφώς είναι υπέρ της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, στον μεγαλύτερο εφικτό βαθμό. Επειδή πολλά γράφονται σε βάρος των αιολικών, που καμιά φορά προέρχονται είτε από άγνοια, είτε από φανατικούς του λιγνιτικού λόμπυ, ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα από όλα ότι τα αιολικά παράγουν ενέργεια, πραγματική ενέργεια. Χωρίς να ψάξουμε λεπτομερή στοιχεία, που τα βρίσκει κανείς και στο διαδίκτυο, μπορούμε μόνο με βάση το ότι έχουμε εγκατεστημένα σχεδόν 3 GW αιολικών να εκτιμήσουμε, πολύ προσεγγιστικά, ότι κάθε χρόνο παράγουν περί τις 6000 GWh. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι μια ανεμογεννήτρια του 1 MW, παράγει περίπου 2000 MWh το χρόνο. Άρα η συνολικά παραγόμενη ενέργεια από ανεμογεννήτριες λογικά θα είναι γύρω ή λίγο πιο πάνω από το 10% της ετήσιας καταναλώσεως ηλεκτρικής ενεργείας στην Ελλάδα, μια που η χώρα καταναλώνει περίπου 50-60 ΤWh το χρόνο (1 TWh = 1000 GWh = 1000000 MWh, 1 MWh = 1000 kWh).
Εκτός από τα αιολικά, η Ελλάδα έχει ήδη περίπου 3GW φωτοβολταϊκών, τα οποία παράγουν κάτι λιγότερο από 5000 GWh το χρόνο. Δηλαδή ένα 20% περίπου της ετήσιας καταναλώσεως ενέργειας προέρχεται από αιολικά και φωτοβολταϊκά.
Ακολουθούν τα αρνητικά τώρα, οι δυσκολίες... Είναι προφανές ότι η συμβολή αυτή στο ενεργειακό μείγμα δεν είναι ομαλή, αλλά χρονικά μεταβαλλόμενη και φυσικά εξαρτάται ισχυρότατα από τους ανέμους στις περιοχές όπου είναι εγκατεστημένα τα αιολικά και βέβαια από την ηλιοφάνεια για τα φωτοβολταϊκά. Οι πηγές αυτές ενέργειας, που δεν είναι ελεγχόμενες, λέγονται στοχαστικές, διότι παράγουν ανάλογα με τις συνθήκες, μετεωρολογικές εν προκειμένω. Υπάρχουν λοιπόν στιγμές που η συμβολή τους γίνεται σχεδόν μηδενική και άλλες στιγμές στις οποίες γίνεται πολύ μεγάλη, ξεπερνώντας και το ήμισυ της συνολικής ζητήσεως ενέργειας. Εν παρόδω εδώ, σημειώστε πως τα φωτοβολταϊκά έχουν ένα πλεονέκτημα έναντι των αιολικών, αφού η παραγωγή τους είναι σαφώς πιο προβλέψιμη από όσο των αιολικών, τόσο ποσοτικά, όσο και χρονικά.
Υπάρχει μια βασική και πολύ απλή συνθήκη σε ένα σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Κάθε στιγμή θα πρέπει η παραγωγή να καλύπτει ακριβώς τη ζήτηση. Για να το πούμε με ένα απλό παράδειγμα, όλοι ξέρουμε ότι η λεγόμενη χαμηλή τάση του δικτύου, που βλέπουμε στα σπίτια μας είναι 230 Volt. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή πρέπει να καλύπτει ακριβώς την ζήτηση, ώστε να έχουμε σταθερή τάση στα 230 Volt στα σπίτια μας. Αν η ζήτηση είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη από την παραγωγή, αντιστοίχως η τάση θα γίνεται μικρότερη ή μεγαλύτερη από τα 230 Volt.
Εν γένει λοιπόν, δουλειά του διαχειριστή του δικτύου είναι να παρακολουθεί και να φροντίζει ώστε να μεταβάλλει την παραγωγή για να αντισταθμίζει κάθε στιγμή τις μεταβολές στην ζήτηση. Σημειώστε ότι δεν πρόκειται για κάτι τετριμμένο, δεδομένου ότι οι θερμικές μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής, δεν ανταποκρίνονται ακαριαία στις μεταβολές της ζητήσεως. Π.χ. μια θερμική μονάδα με λιγνίτη απαιτεί χρόνο περί τα 20 λεπτά για να ανεβάσει την παραγωγή της π.χ. από το 70% στο 80% ώστε να συνεισφέρει επιπλέον στο σύστημα. Αυτή η υστέρηση στην απόκριση είναι μια ακόμη παράμετρος που δυσκολεύει τη λειτουργία του συστήματος. Χώρια που η θερμική μονάδα θα πρέπει να λειτουργεί ήδη στο 60% τουλάχιστον της μέγιστης ισχύος της. Δεν είναι δυνατόν δηλαδή να λειτουργεί μια μεγάλη θερμική μονάδα σε ισχύ μικρότερη από το 60%, γεγονός που θέτει ακόμη πιο σφικτά όρια στον έλεγχο του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας.
Αφού πεισθήκαμε για τα ανωτέρω, ας δούμε και την επιπλέον δυσκολία που εισάγουν οι στοχαστικές πηγές. Δεδομένου ότι πρέπει η παραγωγή να καλύπτει πάντα τη ζήτηση, ας δούμε τι δυνατότητες υπάρχουν ως προς το σημείο αυτό και ας γράψουμε μια εξίσωση. Μην τρομάξετε, είναι πολύ απλή και λογική. Ας συμβολίσουμε με Ζ τη ζήτηση, με Πελ την ελεγχόμενη παραγωγή και με Πστ την στοχαστική (μη ελεγχόμενη) παραγωγή των αιολικών και φωτοβολταϊκών. H εξίσωσή μας λοιπόν είναι η πολύ απλή:
Ζ = Πελ + Πστ
Ήτοι, η ζήτηση έχει μια μεταβαλλόμενη τιμή με το χρόνο, μέρος αυτής καλύπτεται από την στοχαστικά μεταβαλλόμενη παραγωγή των ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταϊκά) και την υπόλοιπη ζήτηση θα πρέπει να καλύψουν οι ελεγχόμενες πηγές. Αυτές είναι οι θερμικές μονάδες (με λιγνίτη και φυσικό αέριο) και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά.
Ζ = Πελ + Πστ
Ήτοι, η ζήτηση έχει μια μεταβαλλόμενη τιμή με το χρόνο, μέρος αυτής καλύπτεται από την στοχαστικά μεταβαλλόμενη παραγωγή των ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταϊκά) και την υπόλοιπη ζήτηση θα πρέπει να καλύψουν οι ελεγχόμενες πηγές. Αυτές είναι οι θερμικές μονάδες (με λιγνίτη και φυσικό αέριο) και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά.
Και μη φαντάζεστε πως αυτή είναι μια απλή υπόθεση. Όπως σημειώθηκε παραπάνω, μια μονάδα με λιγνίτη δεν μπορεί να αυξομειώσει την παραγωγή της από το 0% στο 100%. Θα πρέπει να λειτουργεί τουλάχιστον στο 60% για να είναι σε αναμονή ώστε να αντισταθμίσει αύξηση ζητήσεως! Τα θερμικά με φυσικό αέριο είναι απλώς λίγο πιο ευέλικτα. Τα υδροηλεκτρικά έχουν την ταχύτερη απόκριση, σχεδόν άμεση θα λέγαμε, φυσικά όμως με τους περιορισμούς που συνεπάγεται το αποθηκευμένο στον ταμιευτήρα υδατικό δυναμικό.
Αντιλαμβάνεται κανείς πως όταν η στοχαστική παραγωγή είναι μεγάλο ποσοστό της ζητήσεως, τότε γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αντισταθμίσει η μικρή ελεγχόμενη παραγωγή τις μεγάλες μεταβολές στη ζήτηση. Για το λόγο αυτό, η στοχαστική παραγωγή δεν πρέπει να καλύπτει πάνω από ένα 30% ή το πολύ 40% της ζητήσεως. Το ποσοστό αυτό μπορεί να ανεβεί, αλλά υπό προϋποθέσεις σαν π.χ. τη δυνατότητα αποθηκεύσεως μεγάλης κλίμακος. Αυτό θέτει όρια στις στοχαστικές πηγές, ιδίως αιολικά, τα οποία μπορεί να παραλάβει το σύστημα. Στην Ελλάδα, η ζήτηση κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 5-6 GW και ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι η στοχαστική παραγωγή καλό είναι να μην ξεφύγει από την περιοχή των 2GW το πολύ. Σήμερα, με 3 περίπου GW εγκατεστημένη ισχύ αιολικών και άλλο τόσο φωτοβολταϊκών, ήδη πολλές φορές ξεπερνάμε το επίπεδο των 2GW στη συνεισφορά στοχαστικών πηγών στο ενεργειακό μείγμα. Θυμίζουμε εδώ ότι η πραγματική ισχύς που συνεισφέρουν οι ΑΠΕ είναι σχεδόν πάντα μικρότερη από την ονομαστική τους ισχύ.
Ανακύπτει το ερώτημα, αφού είμαστε ήδη τόσο κοντά στο όριο που μπορεί να σηκώσει τεχνικά το σύστημα, τότε γιατί συνεχώς ακούμε για νέες αιτήσεις για αιολικά και νέες εγκρίσεις σε κάθε κορυφογραμμή της πατρίδος μας. Η απάντηση βρίσκεται στην πίεση που ασκούν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι που έχουν βρει έτσι ένα τρόπο να κερδίζουν χωρίς ρίσκο και βέβαια στο πολιτικό σύστημα που αντί να εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο, εξυπηρετεί την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Ήδη έχουν άδεια παραγωγής αιολικά έργα ισχύος σχεδόν 25 GW (!!!) και άλλα 4,5 GW φωτοβολταϊκών! Οι αιτήσεις που εκκρεμούν ακόμη προς αδειοδότηση είναι πολύ περισσότερες. Τα νούμερα είναι κυριολεκτικά τρελλά! Δεν τα γνωρίζουν αυτά στα υπουργεία; Δεν τα γνωρίζει ο κος Χατζηδάκης; Τι να υποθέσουμε; Δεν ξέρει ότι, πολύ απλά, ΔΕΝ τα σηκώνει το σύστημα, για καθαρά τεχνικούς λόγους; Με λύπη θα συμπεράνουμε πως απλά ο επιστημονικός σχεδιασμός έχει πάει περίπατο και το σύστημα είναι «όποιος προλάβει».
Το χειρότερο είναι πως τα περισσότερα από τα έργα αυτά (τα αιολικά) έχουν αδειοδοτηθεί σε παρθένες περιοχές, συνήθως κορυφογραμμές. Τα έργα προσβάσεως, μαζί με τις ίδιες τις ανεμογεννήτριες, συνιστούν μια τεράστια καταστροφική επέμβαση στο φυσικό περιβάλλον, που τροφοδοτείται δυστυχώς από την απληστία των κρατικοδίαιτων.
Υπάρχει ένα μικρό τεχνικό περιθώριο για να κατασκευαστούν ίσως λίγα ακόμη αιολικά στη χώρα. Θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο, από τεχνικής πλευράς, αν προχωρούσαν π.χ. έργα αποθηκεύσεως ενέργειας σε μεγάλη κλίμακα, ήτοι αντλησιοταμιεύσεις. Εν πάση περιπτώσει, όσα και να είναι αυτά που θα κατασκευαστούν, θα πρέπει να περιοριστούν αποκλειστικά και μόνον σε περιοχές όπου ήδη υπάρχει μια κάποια ανθρώπινη δραστηριότητα. Οι θέσεις αυτές βέβαια δεν έχουν το αιολικό δυναμικό των κορυφογραμμών, αλλά δεν απαιτούν τουλάχιστον τα έξοδα για τα έργα προσβάσεως (κατασκευή νέων δρόμων με μεγάλο πλάτος σε βουνά). Η απόδοση όμως, παρά το μικρότερο κόστος εγκαταστάσεως, προκύπτει λίγο μικρότερη, οπότε οι «επενδυτές» επιμένουν να κυνηγούν τις κορυφογραμμές για να μεγαλώσουν λίγο ακόμη τα κέρδη τους, αδιαφορώντας για την καταστροφή που επιφέρουν στο περιβάλλον και βέβαια σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες που συνδέονται με την αειφορία και την προστασία των παρθένων ορεινών περιοχών. Δυστυχώς τους δίνει το περιθώριο το θεσμικό πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει ανεπαρκείς (το λιγότερο) πολιτικοί.
Θα μπορούσαν ακόμη να γίνουν υπεράκτια αιολικά σε κάποιες θέσεις. Αν θέλει απλοποίηση ο κος Χατζηδάκης, ιδού ένας ξεκάθαρος και έντιμος τρόπος: Αδειοδοτεί το κράτος μια θέση που επιλέγει το ίδιο ως κατάλληλη για δεδομένη ισχύ και καλεί τους ενδιαφερομένους ομίλους σε μειοδοτικό διαγωνισμό για την τιμή της μεγαβατώρας! Ο επενδυτής δεν εμπλέκεται καθόλου στην σισύφειο και χρονοβόρο προσπάθεια αδειοδοτήσεως! Ιδού η Ρόδος για όσους θέλουν πραγματική και σωστή απλοποίηση!
Στην Ελλάδα, δυστυχώς κάνουν δρόμους που καταστρέφουν το ορεινό περιβάλλον, ακόμη και για να εξυπηρετήσουν απλώς μια στάνη! Οι νεοέλληνες κατέστρεψαν ως και το σίγουρα σημαντικότερο ιστορικό μονοπάτι στον κόσμο, την Ανοπαία Ατραπό στο όρος Καλλίδρομο από την οποία οι Πέρσες πέρασαν στα νώτα των Σπαρτιατών στις Θερμοπύλες. Πιστέψτε το η όχι, το έχουν κόψει οι μπουλντόζες σε διάφορα σημεία, για να κάνουν ορεινό χωματόδρομο που οδηγεί μόνο σε μια-δυο στάνες... Την ΑΝΟΠΑΙΑ Ατραπό! Παράνοια! Πως ξεφτιλίζουμε έτσι τη χώρα μας;
Με βάση όλα τα ανωτέρω, όλες αυτές οι άδειες για αιολικά σε κορυφογραμμές και βουνοκορφές, που είναι βέβαια δημόσια γη, θα πρέπει να ανακληθούν. Και αν θέλει ο κος Χατζηδάκης να δημιουργήσει ένα έντιμο, σαφές και καθαρό θερμικό πλαίσιο, για το καλό της κοινωνίας (της κοινωνίας!), ευχαρίστως να προτείνουμε καλές πρακτικές!
Αντ’αυτού, το νέο νομοσχέδιο απλοποιεί, λέει, την διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως, προφανώς και άλλων αιολικών «επενδύσεων» αυτού του τύπου! Πάνω από τα 23,5 GW που έχουν ήδη άδεια παραγωγής!
Κάγκελο μένει κανείς, με τις ανοησίες που γίνονται σε αυτή τη χώρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου