Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

Η «γλώσσα» του σεξ με ενδιαφέρει πολύ ως συγγραφέα

της Μικέλας  Χαρτουλάρη


Το θηρίο και το θήραμα σπαράσσονται μέσα μας, λέει η Ελενα Μαρούτσου, και από αυτή την παρατήρηση ξεκινά χωρίς ταμπού να σκαλίζει τη γυναικεία σεξουαλικότητα στο καινούργιο μυθιστόρημά της «Θηριόμορφοι» (εκδ. Πόλις), ακολουθώντας τον δρόμο που έχει διαλέξει από το 2008, μιας γυναικείας λογοτεχνίας που συνομιλεί με τις εικαστικές τέχνες.
Είναι μια διανοούμενη ερωτογράφος με λογοτεχνική φλέβα και τόλμη. Μια συγγραφέας ενδιαφέρουσα, ταλαντούχα, που διερευνά συστηματικά τη γυναικεία φύση στα μυθιστορήματα και στα διηγήματά της, με κλειδιά τη σεξουαλικότητα και την τέχνη. Η Ελενα Μαρούτσου επιστρέφει στο προσκήνιο με το πιο φιλόδοξο και σαγηνευτικό μυθιστόρημά της, τους «Θηριόμορφους» (εκδ. Πόλις), κτισμένο γύρω από ανθρώπους-θηρία και ανθρώπους-θηράματα, αλλά και γύρω από το θηρίο και το θήραμα που σπαράσσονται μέσα μας.
Οι ιστορίες τους διαπνέονται από έντονο ερωτισμό και διαπλέκονται μεταξύ τους, βρίσκοντας τη συμβολική αντανάκλασή τους σε ένα σύνολο από καθηλωτικές φωτογραφίες της Λάουρα Μακαμπρέσκου (Laura Makabresku), σκηνοθετημένες σαν να επιτελούν ένα τρομακτικό ερωτικό παραμύθι.

Είναι η ιστορία του Σπύρου, καθηγητή Λογοτεχνίας, και του έρωτά του για την πρόσφατα χαμένη γυναίκα του, τη Βέρα, στη Χίο: μια ιστορία απώλειας και εκδίκησης, οικογενειακών μυστικών και ομοερωτικής αφύπνισης. Είναι η ιστορία της αινιγματικής Μαριάννας, της Ιταλίδας ηθοποιού με το μαύρο πουλί κεντημένο με μελάνι στην πλάτη της, που συναντά τον Σπύρο στην Κρακοβία, στο περιθώριο ενός συνεδρίου για τον Ρομαντισμό: μια ιστορία επανόρθωσης που εξερευνά τη σχέση τραύματος και τέχνης.
Είναι παράλληλα η ιστορία της τρυφερής γιαγιάς Λουτσίας, που μεγάλωσε μουγκή σε ένα καθολικό μοναστήρι στη Συρακούσα και βρήκε τη φωνή της μέσα από το θέατρο: μια ιστορία για βασανισμένα και απροστάτευτα πλάσματα. Είναι και η πικάντικη και νοσηρή ιστορία της Μαριάννας με τον καλλιτέχνη Ματέο, μια ιστορία σαρκοβόρου πάθους και απόγνωσης, με φόντο το τραύμα της ανεπίδοτης αγάπης και της μητρικής εγκατάλειψης. Αλλά είναι και όλες αυτές οι ιστορίες στη σχέση τους με τη δυναμική της γλώσσας και της γραφής, με τις παρεκβάσεις και τους αντικατοπτρισμούς τους, με τους υπαινιγμούς και τις κραυγές τους.
Η Ελενα Μαρούτσου παρακολουθεί τις διαδρομές των ηρωίδων της από τις αρχές του ’50 μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στην Πολωνία, και εξερευνά την αφύπνιση της γυναικείας επιθυμίας, τη λαγνεία, την ηδονή, τη ζήλια, την υποταγή, την τύφλωση, τον μαζοχισμό, την κακοποίηση, την αγάπη, το μίσος, την εξαπάτηση, την προδοσία, την απώλεια, την ενοχή, το πένθος. Και σε ένα δεύτερο επίπεδο, συμβολικό, προβάλλει τις συμπεριφορές τους, τα συναισθήματά τους και τη μοίρα τους σε εμβληματικά ζώα: τον λύκο, το ελάφι, το κοράκι, το σπουργίτι, το φίδι, την πεταλούδα…
Ετσι, οι θηριόμορφοι άνθρωποι, στο λογοτεχνικό κείμενο και στις καλλιτεχνικές φωτογραφίες, γίνονται το πρίσμα μέσα από το οποίο φανερώνονται τα τοπία του υποσυνείδητου, τα τοπία της ψυχής, τα τραύματα και τα απωθημένα των χαρακτήρων, με φόντο μια κληρονομιά από θηριωδίες και καθημερινές αγριότητες, καταχωνιασμένες κάτω από το χαλί της συμβίωσης στις σύγχρονες οικογένειες και κάτω από το έδαφος της σύγχρονης Ευρώπης.
Ο διάλογος λόγου-εικόνας λειτουργεί, εδώ, ολιστικά χάρη και στην υψηλή αισθητική της έκδοσης (σχεδιασμός Μαρία Τσουμαχίδου), που αναδεικνύει τον ερωτισμό αλλά δεν τον εμπορεύεται.
• Στους «Θηριόμορφους» εξερευνάς τη μυστική ζωή του θηρίου, όπως και του απροστάτευτου ζώου μέσα στον άνθρωπο. Τι σε συγκινεί σε αυτό το θέμα;
Είναι πολλοί οι συγγραφείς που έχουν γράψει για το ζώο που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος. Φαίνεται πως το ζώο προσφέρεται ως alter ego για να μιλήσει κανείς για ένα κομμάτι του βαθύτερου εαυτού του, ακατανόητο ίσως, ενδεχομένως επικίνδυνο, πρωτόγονο ή παράξενο.
Ενα διήγημα του Κάφκα αρχίζει ως εξής: «Εχω ένα περίεργο ζώο, μισό πρόβατο-μισό γάτα»… Κι εγώ ταυτίζομαι με αυτόν τον εσωτερικό διχασμό ανάμεσα στο ήμερο και το άγριο. Αλλωστε πιστεύω πως ακόμη και ο πιο καλλιεργημένος και καλοπροαίρετος άνθρωπος μπορεί κάτω από αυτή την επιφάνεια να κρύβει ένα «θηρίο», κάποιον δηλαδή ικανό, υπό κάποιες συνθήκες, να πράξει κάτι θηριώδες. Φυσικά, εδώ το «θηριώδες» νοείται με τη συμβολική του έννοια, αυτή των σκοτεινών ενστίκτων, της βίας, της εκδίκησης…
• «Ανοιξα τη βρύση για να πλύνω τα χέρια μου προτού επιστρέψω στο σαλόνι με τους άλλους, και τότε δίπλα μου σαν να ανασκαλεύτηκε το σκοτάδι.(…) Ενα κοράκι που κοιμόταν στην μπανιέρα ξεδίπλωσε με θόρυβο τα μακριά του φτερά, έδωσε μια και πέταξε προς το μέρος μου, κι εγώ με φόβο αλλά και ψυχραιμία άπλωσα τα χέρια να υποδεχτώ το τρομερό φάντασμα από το παρελθόν». Ρεαλισμός και ποίηση, συνειδητό και υποσυνείδητο, ένα πυκνό στιγμιότυπο, και το κοράκι στο εξώφυλλο του βιβλίου σου…
Ναι… Στο Α’ Μέρος του μυθιστορήματός μου, το ζωώδες βρίσκει τη μεταφορική του έκφραση στο σύμβολο του λύκου ως βίαιου θηρευτή και του πρόβατου ή του ελαφιού ως αθώου θηράματος. Ομως είναι κυρίαρχο και το κοράκι, με τις λογοτεχνικές, ρομαντικές του συνδηλώσεις, ως σύμβολο της οριστικής απώλειας, αλλά και η πεταλούδα ως μετωνυμία του εύθραυστου και του εφήμερου. Στο Β’ Μέρος -πιο σύνθετο και πολυεπίπεδο- η γκάμα των συμβολισμών ανοίγει περισσότερο.
Εισάγεται στην πλοκή το ζώο ως πλάσμα που χρειάζεται προστασία -όπως η αλεπουδίτσα για την πλημμυροπαθή μικρή Λουτσία, στο μοναστήρι-οικοτροφείο στη Συρακούσα το ‘50- αφυπνίζοντας πρόωρα το αίσθημα ευθύνης του κοριτσιού. Μαζί με τις φίλες της περιποιούνται τραυματισμένα μικρά πουλιά, σύμβολο της ψυχής. Πουλιά περιποιείται σήμερα στην Κρακοβία και η Ντορότα, η φωτογράφος -η σκηνή από τους «Θηριόμορφους» που κατέγραψες, συμβαίνει στο σπίτι της. Λέει μάλιστα ότι θα έρθει ο καιρός που θα διαβάζουν οι επόμενες γενιές για όσα κάποτε κάναμε στα ζώα και θα νιώθουν αποτροπιασμό, όπως νιώθουμε εμείς μπροστά στις φρικαλεότητες του Αουσβιτς.
• Ο ρόλος του Αουσβιτς είναι σύντομος στο μυθιστόρημά σου, αλλά κρίσιμος σε δύο επίπεδα…
Το Αουσβιτς είναι τοποθετημένο μέσα στην πλοκή ως σκηνικό της υπέρτατης ανθρώπινης «θηριωδίας». Οι δύο πρωταγωνιστές, ο Σπύρος και η Μαριάννα, που βρίσκονται στην Κρακοβία για ξεχωριστό λόγο, το επισκέπτονται μαζί. Μπροστά στη λίμνη όπου πετούσαν τις στάχτες των Εβραίων, τους ακούμε να μιλούν και για την εμφύλια θηριωδία της πολωνικής πόλης Γιεντβάμπνε όπου το 1941 οι καθολικοί κάτοικοι έκαψαν ζωντανούς τους Εβραίους συμπολίτες τους. Το στοιχείο του εμφύλιου σπαραγμού, της συλλογικής ευθύνης και της δημόσιας συγχώρεσης διαπλέκεται σε ένα δεύτερο επίπεδο με την προσωπική ιστορία των δύο ηρώων.
• Από το μυθιστόρημά σου «Μεταξύ συρμού και αποβάθρας» του 2008, η σεξουαλικότητα, το ερωτικό παιχνίδι και το ερωτικό τραύμα βρίσκονται στο επίκεντρο των βιβλίων σου. Ομως η ελληνική κοινωνία μονάχα πρόσφατα άρχισε να συζητά στη δημόσια σφαίρα ζητήματα όπως ο σεξουαλικός προσανατολισμός, και πάντως στα ελληνικά γράμματα είναι μικρή η παράδοση της ερωτογραφίας. Γιατί έχεις κάνει αυτήν την επιλογή;
Είναι μια συνειδητή επιλογή μου και την έχω ήδη πληρώσει. Με ενδιαφέρει η γυναικεία σεξουαλικότητα, καθώς και η ρευστότητα του σεξουαλικού προσανατολισμού, ο οποίος κτίζεται σταδιακά, κι όλα αυτά σε διάλογο με τη λογοτεχνία και με τον δικό μου προβληματισμό για τη γραφή. Είναι ένας προβληματισμός που άνθισε, θα έλεγα, στη συλλογή με τα διηγήματά μου «Χυδαίες ορχιδέες», η οποία, ενώ είχε αποδοχή και στην Ακαδημία, προκάλεσε ταυτόχρονα μεγάλη πολεμική που έφτασε στα όρια της λασπολογίας.
Ο λόγος νομίζω ήταν ότι τα πράγματα λέγονταν ανοιχτά και, ειδικότερα, ότι γι’ αυτά μιλούσε μια γυναίκα συγγραφέας. Θεωρώ πράγματι σημαντικό να κυκλοφορούν λογοτεχνικά έργα που περιστρέφονται γύρω από τη γυναικεία οπτική στα πράγματα. Μια ιστορία στο Β’ Μέρος των «Θηριόμορφων» αφορά το ζωώδες στη σεξουαλικότητα, την αποχαλίνωση των ενστίκτων που μπορεί να απελευθερώσει ο έρωτας, τα παιχνίδια εξουσίας και υποταγής που μπορεί να οδηγήσουν τα πρόσωπα σε ακραίες, βίαιες ή αυτοκαταστροφικές πράξεις. Με ενδιαφέρουν επίσης οι ρόλοι στη ζωή των ηρώων που σχετίζονται με το φύλο, καθώς και η σχέση της σεξουαλικότητας με την ψυχαναλυτική έννοια του τραύματος. Ναι, λοιπόν, συγγραφικά η «γλώσσα» του σεξ με ενδιαφέρει πολύ.
• Πάντως ο πρωταγωνιστής σου αναρωτιέται κάποια στιγμή εάν το να κάνεις το τραύμα σου τέχνη είναι ένα είδος θεραπείας ή ένας τρόπος να κρατάς την πληγή ανοιχτή ή μήπως είναι απλά μια μορφή εκδίκησης. Εσύ τι λες;
Η τέχνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν όπλο προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Ας μην ηρωοποιούμε τους καλλιτέχνες. Το ζήτημα είναι τι θέλει να κάνει ο καλλιτέχνης με αυτό το όπλο, διότι μπορεί να γίνει αυτοκαταστροφικό και να τον καταβυθίσει στο τραύμα, ή να γίνει μίσος ή και αυτιστική συνήθεια. Εγώ ως συγγραφέας βλέπω τη γραφή σαν έξοδο προς τον Αλλο. Είμαστε όλοι/ες κλειδωμένοι/ες μέσα στο σώμα μας και ο τρόπος να ανοίξουμε προς τον άλλον είναι είτε ο έρωτας είτε η τέχνη. Η δουλειά μου περιστρέφεται λοιπόν γύρω από αυτές τις δύο «εξόδους».
• Πώς «βγαίνει» στην αφήγηση ο προβληματισμός σου για την τέχνη ως «γλώσσα», ως έκφραση;
Σ’ όλη τη διάρκεια της πλοκής, οι ήρωες προσπαθούν να «μιλήσουν» για κάτι, και ο καθένας το κάνει με τον τρόπο του: με τα λόγια, με τη σιωπή, με το θέατρο, με τη φωτογραφία, με την ψυχανάλυση, με τη λογοτεχνία. Οταν οι άνθρωποι καθιστούν τα ζώα «συνομιλητές» τους ή όταν τα ζώα κάνουν μια συμβολική εμφάνιση, η στέρηση της γλώσσας, με την έννοια της ανθρώπινης ομιλίας, είναι αυτό που επιτρέπει στον άνθρωπο και το ζώο να επικοινωνήσουν, να καθρεφτιστούν, να εκφραστούν. Με άλλα λόγια, στους «Θηριόμορφους» η «έκφραση» παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και οδηγεί στη «μεταμόρφωση» – γι’ αυτό κι οι πεταλούδες που διαστίζουν την αφήγηση έχουν πολλαπλό συμβολικό φορτίο.
• Η αφήγησή σου σ’ αυτό το σύντομο μυθιστόρημα συνομιλεί με 50 φωτογραφίες της Λάουρα Μακαμπρέσκου, όπου πρωταγωνιστούν ζώα και άνθρωποι, χωρίς τίποτα σ’ αυτόν τον «διάλογο» να είναι ανάλαφρο. Ποια ενέπνευσε ποιαν, μεταξύ σας;
Κούρδισα την ατμόσφαιρα του βιβλίου στο κλειδί των φωτογραφιών. Δεν συνάντησα ποτέ τη φωτογράφο αλλά όταν είδα τη δουλειά της επικοινώνησα μαζί της και της είπα το σχέδιό μου. Στο μυθιστόρημά μου οι φωτογραφίες δεν είναι σχόλια αλλά καθρεφτίζουν αυτά που συμβαίνουν με τρόπο συμβολικό. Οπως είναι σκηνοθετημένες, δημιουργούν έναν κόσμο παράλληλο, ανοίκειο, με μακάβρια στοιχεία, που τον διατρέχει ένας ερωτισμός. Υπάρχει κάτι το δυσοίωνο γύρω τους.
Οι τρόποι με τους οποίους συνομιλούν μεταξύ τους η λογοτεχνία και οι εικαστικές τέχνες, με ενδιαφέρουν πολύ. Αυτό ακριβώς σπούδασα στην Αγγλία κι ας είχα σπουδάσει Ιστορία στην Ελλάδα. Στις «Χυδαίες ορχιδέες» υπήρχαν σχέδια της Εύης Τσακνιά. Στους «Θηριόμορφους», ας διαλέξουμε το παράδειγμα των φωτογραφιών με τα τραυματισμένα πουλιά. Εάν επρόκειτο για ένα θεατρικό έργο, αυτές οι εικόνες θα ήταν μέρος της σκηνογραφίας, ένα από τα «εργαλεία» της παράξενης αίσθησης που ο σκηνοθέτης θα ήθελε να πάρει μαζί του το κοινό. Η τέχνη, με άλλα λόγια, λειτουργεί εδώ ως κήπος αισθήσεων και ψευδαισθήσεων!
»Προσθέτω κάτι που λέει η Μάργκαρετ Ατγουντ και μ’ αρέσει πολύ: «Δεν γράφεις για να εκφράσεις τα συναισθήματά σου. Γράφεις για να προκαλέσεις συναισθήματα στον αναγνώστη. Αν θέλεις να εκφράσεις τα δικά σου συναισθήματα, ούρλιαξε!»

Πόσο μακριά θα πάει το όριο στη σωματική επαφή;

Το καινούργιο μυθιστόρημα της Ελενας Μαρούτσου κυκλοφορεί αμέσως μετά την άρση του lock down εξαιτίας του Covid-19, σε μια παράξενη συγκυρία όπου όλοι καλούμαστε να κρατούμε ικανή σωματική απόσταση από όλους. Και, χωρίς να είναι προγραμματισμένο, οι «Θηριόμορφοι» διασταυρώνονται με τη βίαιη αναπροσαρμογή των διαπροσωπικών και κοινωνικών μας σχέσεων. Αλλά ίσως ακριβώς γι’ αυτό αποκτούν ένα πρόσθετο ενδιαφέρον. Διότι καταξιώνοντας την ερωτική και σαρκική πλευρά της ζωής, ανοίγουν λοξούς δρόμους για να εκφραστούν καταχωνιασμένες ευαισθησίες, λυτρωτικά συναισθήματα και σκέψεις χειραφέτησης.
Φωτογραφία της Πολωνής Laura Makabresku από το βιβλίο «Θηριόμορφοι» της Ελενας Μαρούτσου

Η ίδια η συγγραφέας καταγράφει τα ανάμεικτα συναισθήματά της:

«Ο εγκλεισμός στο σπίτι, και ιδιαίτερα η αβεβαιότητα για τη διάρκειά του, ήδη μου είχε προκαλέσει άγχος, κι ας έκρινα αναγκαία τα μέτρα. Εκτός από τη βιβλιοκρισία που συνέχισα απρόσκοπτα, οι υπόλοιπες εργασιακές μου δραστηριότητες διακόπηκαν: τα μαθήματα δημιουργικής γραφής, οι λέσχες ανάγνωσης, η διδασκαλία της Λογοτεχνίας στη Δραματική Σχολή Γ. Θεοδοσιάδη. Με άλλα λόγια, ο εγκλεισμός δεν μου στέρησε μόνο μεγάλο μέρος των εσόδων μου, καθώς εργάζομαι ως ωρομίσθια, αλλά μου αποστέρησε και την κοινωνική μου πλευρά. Κι ας είχα αρχίσει να κάνω το μάθημα της Λογοτεχνίας στους φοιτητές της Δραματικής Σχολής μέσω Skype. Επίσης, ο συγγραφέας έχει συνήθως τη δυνατότητα να μοιραστεί τις σκέψεις του για κάθε νέο βιβλίο μέσα από παρουσιάσεις ή άλλες εκδηλώσεις. Πολύ φοβάμαι ότι όλα αυτά θα ανασταλούν για μεγάλο διάστημα. Ακόμη όμως κι όταν αρθούν οι έκτακτοι περιορισμοί στην καθημερινότητά μας, άραγε η αναγνωστική κίνηση θα επανέλθει;
»Δεν ξέρω και αν θα γίνουμε τελικά πιο «Βορειοευρωπαίοι» λόγω του κορονοϊού, μήπως δηλαδή θα μεταθέσουμε λίγο πιο μακριά το «όριο» στη σωματική επαφή. Σκέφτομαι λ.χ. ότι σε άλλα κράτη δεν επιτρέπεται στον δάσκαλο να αγγίζει τον μαθητή, ενώ στην Ελλάδα η ζεστασιά στην επικοινωνία τους είναι ζητούμενο. Με προβληματίζει γενικότερα το αν θα αντικατασταθούν όλες μας οι δραστηριότητες από διαδικτυακές συναλλαγές, ανέπαφες και άνευ προσωπικής παρουσίας. Τέτοιες αλλαγές είναι πιθανόν να τηρηθούν και μετά τη λήξη του συναγερμού...
»Φυσικά, μετά από έναν σεισμό, πάντα το έδαφος ξανασταθεροποιείται κάτω απ’ τα πόδια μας, επανέρχεται η καθημερινότητα. Πόσο, όμως, μετατοπισμένη; Αυτό εξαρτάται, πιστεύω, από τα θεμέλια κι από την ελαστικότητα των δομικών «υλικών», κατά πόσο θα μπορέσουν, δηλαδή, να απορροφήσουν τους κραδασμούς. Μιλάω τόσο για τις εξωτερικές δομές όσο και γι’ αυτές μέσα μας
ΠΗΓΗ  EFSYN

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου