|
|
ΜΑΚΡΙΑ σὲ ἕνα μικρὸ νησί, ἕνα νησὶ σχεδὸν ξεχασμένο, συνέβη αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς διηγηθῶ. Ἕνα πλοῖο ἐρχόταν μιὰ φορὰ τὴν βδομάδα, γιὰ νὰ ξεφορτώσει προμήθειες καὶ ἴσως λίγα φάρμακα καὶ κάθε φορὰ τὸ ἴδιο. Οἱ ναῦτες ξεφόρτωναν βιαστικά, χωρὶς νὰ ἀποβιβαστοῦν οἱ ἴδιοι καὶ τὸ πλοῖο πάλι σάλπαρε, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου ἦρθε. Αὐτὸ συνέβαινε μόνο τὶς περιόδους τῆς καλοκαιρίας.
Ὅταν
ὁ καιρὸς δὲν τὸ ἐπέτρεπε, στὴν μισο-κατεστραμμένη προβλήτα του, ἔφταναν
μόνο ἀφρισμένα κύματα.
Ἐδῶ
ἔζησε ὁλόκληρη τὴν ζωή του ὁ γερο-Τόμ, μαζὶ μὲ τὴν νευρικὴ γυναίκα
του, μιὰ ἀδύνατη γριὰ μὲ γουρλωτὰ μάτια, ποὺ βλαστήμαγε ἀπὸ τὸν πρωινὸ
καφὲ μέχρι τὴν βραδινή τους σούπα, γιὰ τὴν ἀτυχία ποὺ εἶχαν νὰ ζοῦν σὲ
αὐτὴ τὴν ἀπομόνωση, μιὰ ἐπιλογή, ἂν διανοηθεῖ κανείς, ἐπειδὴ δὲν
μποροῦσαν αὐτοὶ οἱ δύο ἄνθρωποι, νὰ συνυπάρξουν μὲ ἄλλους.
Πολλὲς φορὲς τὴν ἀπομόνωση τὴν κερδίζεις, δὲν στὴν προσφέρουν οἱ
ἄλλοι, ἔτσι εἶχε συμβεῖ καὶ σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση.
Ὁ
γερο-Τὸμ γιὰ ἕνα περίεργο λόγο ἀγαποῦσε τὴν γυναίκα του, παρὰ τὸν
δύστροπο χαρακτήρα της, τόσο πολύ, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ φανταστεῖ τὸν
ἑαυτό του χωρὶς τὶς προσβολές της καὶ τὴν ἀσταμάτητη γκρίνια, τῶν ὁποίων
ἡ ἔλλειψη, ἐδῶ καὶ λίγες βδομάδες, τὸν εἶχε ἀναγκάσει νὰ παραγγείλει
ἀπὸ τοὺς ναυτικοὺς ἕνα γερὸ σκοινί. Τοὺς ζήτησε κιόλας νὰ τοῦ δείξουν
πῶς θὰ μποροῦσε μόνος του νὰ φτιάξει ἕνα ναυτικὸ κόμπο. Ἤθελε νὰ πάρει
ἐξ ὁλοκλήρου τὴν εὐθύνη τῆς πράξης του. Ἀνέβηκε πάνω σὲ μιὰ καρέκλα,
πέρασε τὸν κόμπο στὸ λαιμό του καὶ μετὰ τὴν κλώτσησε. Ἦταν πολὺ περίεργο,
τὰ αὐτιά του ἄρχισαν νὰ βουλώνουν καὶ λίγο πρὶν τελειώσουν ὅλα, ἡ ἴσως
λίγο μετά, τοῦ φάνηκε νὰ ἀκούει τὴ γυναίκα του, νὰ τὸν βρίζει, γιὰ αὐτὸ
ποὺ ἔκανε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου