Του Θόδωρου Σούμα
Η τελευταία, πέμπτη, ευφυής ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς, εξιστορεί τον παράνομο, καταδικασμένο έρωτα ενός πρώην λαϊκού τραγουδιστή (Βασίλη Μπισμπίκη) με την αισθησιακή και μοιραία γυναίκα (Βίκυ Παπαδοπούλου) ενός χολερικού εργοστασιάρχη (Γιάννη Τσορτέκη), κάπου στη Θεσσαλία. Η Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς έχει ορισμένα ενδιαφέροντα γνωρίσματα, που πιθανά ενυπήρχαν και σε προηγούμενες ταινίες του Οικονομίδη, μα εδώ συνυπάρχουν όλα μαζί:
α) Είναι ουσιαστικά λαϊκό σινεμά, ή αν προτιμάτε, εθνικολαϊκό. Αυτό προκύπτει από τον σχετικά ρεαλιστικό και συνάμα κωμικό τρόπο απεικόνισης των συμπεριφορών, της ομιλίας, των χώρων (μελετημένα σκηνικά της Ι. Σταυρίδου) και των μουσικών που ακούγονται σε αυτούς.
β) Η ταινία έχει λεπτοδουλεμένη αφήγηση και πλοκή (κάποιες στιγμές παραφορτωμένη), με αναπάντεχες στροφές και αιφνιδιασμούς του θεατή.
γ) Είναι σινεμά χιουμοριστικό, πολύ περισσότερο κωμικό και σαρκαστικό από οποιαδήποτε παλαιότερη ταινία του Οικονομίδη και καταφέρνει να σε κάνει να γελάς ή να χαμογελάς ειρωνικά. Επιδιώκει να φτιάξει μια σκεπτόμενη και σατιρική, αστυνομική, μαύρη κωμωδία. Μας δείχνει τη γκροτέσκα φάρσα της νεοελληνικής κοινωνίας και ζωής, την τραγωδία και τη γελοιότητά τους...
Ο σκηνοθέτης θέλει να σκιαγραφήσει τον σύγχρονο νεοέλληνα, διαψευσμένο ή απελπισμένο, την εποχή της κρίσης, και την στρεβλωμένη κοινωνία που τον έχει αδράξει και τον αλλοιώνει προς το χειρότερο.
δ) Είναι σινεμά ερωτικό, δηλαδή φορτισμένο ερωτικά: η σχέση του πρώην τραγουδιστή και νυν ιδιοκτήτη σκυλάδικου με την σέξυ παντρεμένη αποδίδεται έντονα σωματικά και αισθαντικά. Τα ασυγκράτητα πάθη των χαρακτήρων δίνουν και παίρνουν.
ε) Είναι σινεμά νουάρ, αστυνομικό-γκανγκστερικό, με πετυχημένο τρόπο. Η φονική κορύφωση επωάζεται επί μακρόν και κλιμακώνεται απότομα κι εντυπωσιακά. Ο Οικονομίδης μας δίνει μια βρώμικη, γελοία κι αιματηρή εικόνα, ένα ιλαρό ουέστερν των επαρχιωτών, λούμπεν κακοποιών.
στ) Είναι σινεμά κοινωνικό. Αυτό διαπιστώνεται στη σε χοντρές γραμμές ρεαλιστική απεικόνιση της ελληνικής, της θεσσαλικής επαρχίας, στην αναπαράσταση των διαφόρων κοινωνικών ομάδων της επαρχιακής κοινωνίας, σε ένα κιτς και καθυστερημένο περιβάλλον. Ο σκηνοθέτης θέλει να σκιαγραφήσει τον σύγχρονο νεοέλληνα, διαψευσμένο ή απελπισμένο, την εποχή της κρίσης, και την στρεβλωμένη κοινωνία που τον έχει αδράξει και τον αλλοιώνει προς το χειρότερο. O Κύπριος σκηνοθέτης έχει μια ματιά πιο αποστασιοποιημένη από αυτή ενός αυτόχθονα. Μαγκιά, καφρίλα, τυχοδιωκτισμοί, παληκαρισμοί, οικογενειακές φάρσες, βαρείς κι ασήκωτοι νταήδες ή απατεώνες, μελοδραματικοί ερωτικοί νταλκάδες σκυλάδικου είδους... Ζωγραφίζει οικογένειες μητριαρχικές, με σαλταρισμένους γιους κακοποιούς, που παίρνουν μαζί τους τα τάπερ της μαμάς...
Και ζ) Είναι το σινεμά ενός ουσιαστικά «μοραλιστή» σκηνοθέτη. Κάπου στο βάθος του φιλμ, κρύβεται και παρατηρεί, με οξύνοια, κριτικό πνεύμα και δηκτικότητα, ένας μοραλιστής σκηνοθέτης ο οποίος διατυπώνει, συγκαλυμμένα, έναν λόγο περί ηθικής, περί κακού και καλού στη νεοελληνική, σύγχρονη κοινωνία των λαϊκών ανθρώπων, που άλλοτε παραμένουν φτωχοί και άλλοτε τα έχουν τσεπώσει με διάφορες αρπαχτές και λαμογιές. Ο σκηνοθέτης εντοπίζει και στηλιτεύει δηκτικά την αχαλίνωτη ματαιοδοξία, την απληστία, τα κάλπικα συναισθήματα και το λυσσαλέο κυνήγι του εύκολου κέρδους και της κυριαρχίας.
Η Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς μου άρεσε εξαιτίας των συνδυασμών όλων των παραπάνω ιδιοτήτων της, που γίνονται με σύνθετο, έξυπνο, διακριτικό και δημιουργικό τρόπο. Μπορείς να δεις το τελευταίο φιλμ του Γιάννη Οικονομίδη σαν ένα δραματικό γκανγκστερικό και ταυτόχρονα σαν μια σκληρή κοινωνική σάτιρα, ιδιαίτερα καυστική. Το σινεμά του Οικονομίδη παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον γιατί συνδυάζει το προσωπικό στυλ, τις δικές του χαρακτηρολογικές και κοινωνικές θεματικές, τα κινηματογραφικά είδη που αγαπά, όπως το ερωτικό θρίλερ ή το κοινωνικό νουάρ, την εξτρεμιστική χρήση της λαϊκής, ελληνικής γλώσσας, και υπηρετεί τα θεματικά μοτίβα που επανέρχονται επίμονα στις ταινίες του και φανερώνουν τη διαβρωτική, υπονομευτική και σκωπτική ματιά του...
* Ο ΘΟΔΩΡΟΣ ΣΟΥΜΑΣ είναι συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή» (εκδ. Βακχικόν)
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή» (εκδ. Βακχικόν)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου