του Μάνου Κάπα
Η αθηναϊκή γη κρύβει μέσα της πολλά θαμμένα ρέματα. Είναι αυτά που
σταμάτησαν να κυλούν όταν «ανθρώπινες ανάγκες» το επέβαλλαν! Το νερό τους
χάθηκε, έσβησε κάπου στην πορεία. Πού και πού όμως, κάμει εμφάνιση δυναμική,
τρομοκρατώντας τον «ανεύθυνο» άνθρωπο, που τρέχει απελπισμένος να σωθεί. Το
νερό αυτό, το ευλογημένο σε άλλες περιπτώσεις, τώρα γίνεται καταραμένο, για τον
μικρό και φοβισμένο αστό. Οι πλημμύρες που μαστίζουν τη χώρα, είναι η χαμένη
ψυχή των ρεμάτων που θάφτηκαν κάτω από χώμα βαρύ και ασήκωτο, για να στηθούν
πάνω του ανθρώπινοι επιτύμβιοι…
Θα προσπαθήσω να δώσω διάσταση διαφορετική, ανακαλύπτοντας στο βάθος της ύπαρξής τους ορισμένα από τα χαμένα ρέματα της Αθήνας.
Για να τα γνωρίσουμε
έτσι, αλλά και για ν’ αποκαλύψουμε το μέγεθος της ανθρώπινης αστοχίας. Απέναντι
στη φύση, απέναντι στην κοινωνία… Τα αποτελέσματα αυτής της βαρβαρότητας
βιώνονται συχνά σήμερα, με τις πλημμύρες που δημιουργούνται μετά από κάθε
νεροποντή. Στο τέλος, δηλαδή, ο θύτης μεταπίπτει σε μοιραίο θύμα. Θύμα των
παράλογων ενεργειών του, θύμα της φυσιολογικής αντίδρασης της φύσης.Θα προσπαθήσω να δώσω διάσταση διαφορετική, ανακαλύπτοντας στο βάθος της ύπαρξής τους ορισμένα από τα χαμένα ρέματα της Αθήνας.
Στην Αθήνα κάποτε υπήρχαν τρία κύρια ποτάμια που τη διέσχιζαν («ρυάκια» τα έλεγαν οι Αθηναίοι) και χάριζαν σε αυτήν το κάλλος της ποτάμιας πρωτεύουσας (έκφραση υπερβολής για την «ξερή» Αθήνα). Αυτά ήταν ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός (Η έννοια του ποταμού, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι σχετική. Διότι, αν δεχθούμε την ύπαρξη σταθερών πηγών ως βάση για τον ορισμό του, τότε ο Κηφισός και ο Ιλισός προσεγγίζουν την έννοια αυτή, κάτι που δεν ισχύει για τον Ηριδανό). Σήμερα κάπου βρίσκονται θαμμένα. Ο Κηφισός και ο Ιλισός άρχισαν να καλύπτονται από το 1850, για την εξυπηρέτηση «αναγκαίων» πρακτικών σκοπών. Συστηματική κάλυψή τους όμως γίνεται από το 1960 και εντεύθεν, με τελευταία αυτήν του 2001, της κάλυψης μεγάλου τμήματος του Κηφισού (προς την οδό Πειραιώς), ο οποίος μετατράπηκε τελικά, κατά το μεγαλύτερο τμήμα του, σε κλειστό αγωγό. Ο Ηριδανός, ποταμός λιγότερο πλούσιος σε νερά, σε σχέση με τους δυο προηγούμενους και μικρότερος σε μήκος, φαίνεται πως καλύφθηκε το έτος 487 π.Χ., με την ανοικοδόμηση της πόλης.
Ο Εμμανουήλ Ροίδης το έτος 1896, στο χρονογράφημά του «Αι εξοχαί των Αθηνών», δίνει την εξής μαρτυρία για τον Hριδανό και τον Κηφισό: «… Μάτην εζήτησα παρά των ημετέρων αρχαιολόγων να μοι υποδείξωσι πού έρρεε το προσφιλές εις τας Αθηναίας παρθένους πολύ και καλόν ύδωρ του Ηριδανού… Κατ’ ουδεμίαν τότε ώραν του έτους έλειπε το ύδωρ εκ του Κηφισσού. Δεν έτυχε μεν να προβώ εις καταμετρήσεις, προς εξακρίβωσιν του βάθους αυτού, κάλλιστα όμως ενθυμούμαι ότι, όταν μεν ήτο ολίγον έβρεχε μέχρι μέσης κνήμης τους πόδας του ίππου μου και όταν ήτο πολύ έφθανε μέχρι των ιδικών μου και πολλάκις έτυχε διερχόμενος τα Σεπόλια να περιπλεχθώ εις αδιέξοδον λαβύρινθον διασταυρουμένων ρυακίων…» Το πρόβλημα των πηγών των Αθηνών εντοπίζεται για πρώτη φορά το έτος 1878. Ο τότε δήμαρχος Αθηναίων Παν. Κυριακός κατέθεσε σχετικό υπόμνημα στον νομάρχη Παπαηλιόπουλο, όπου ανέφερε: «… Θέσεις ή πηγαί, εκ των οποίων προ ολίγων ετών ανέβρυζεν ύδωρ, ως φερ΄ ειπείν ο Ιλισός, και άλλαι πηγαί, ένεκα της γυμνότητος του τόπου δια της καταστροφής των δασών, εστείρευσαν, άλλαι δε τοιαύται μόλις αναβλύζουσι».
Στους τωρινούς καιρούς, η υδατική κατάσταση της πόλης των Αθηνών είναι απογοητευτική. Η πόλη είναι ξερή και άνυδρη. Τα ρέματά της χάθηκαν κάτω από τόνους μπετόν και ασφάλτου, ενώ οι πολλές αναβλύζουσες πηγές του παρελθόντος έπαψαν να ρέουν.
Ας κάνουμε, όμως, μια απόπειρα χαρτογράφησης των χαμένων υδάτινων δρόμων της πόλης των Αθηνών, για να δούμε τι υπήρξε και πως χάθηκε.
Ο Κηφισός, λοιπόν, ως σήμερα τουλάχιστον, παραμένει ανοιχτός από το ρέμα της Χελιδονούς έως το ύψος των Αγίων Αναργύρων και της Ν. Φιλαδέλφειας. Στα σημεία αυτά οι καταπατήσεις των ενεργών παραποταμίων εκτάσεων είναι φαινόμενο σύνηθες. Επιχειρήσεις, εργαστήρια, βιοτεχνίες έχουν εγκατασταθεί εκεί και παροχετεύουν τα λύματά τους στην κοίτη του ιστορικού ποταμού. Από εκεί και πέρα, ο Κηφισός αποτελεί κλειστό αγωγό.
Η κοίτη του θαμμένου Ιλισού, βρίσκεται κάτω από τις οδούς Μιχαλακοπούλου - Β. Κωνσταντίνου - Καλλιρρόης. Το δέλτα του Φαλήρου αποτελούσε το σημείο εκβολής του στη θάλασσα. Η περιοχή του ξενοδοχείου «Κάραβελ» ήταν βάλτος του Ιλισού που ανήκε στην ΕΥΔΑΠ και πωλήθηκε επί δικτατορίας σε ιδιώτη. Ρέματα που συνέβαλλαν στον Ιλισό, βρίσκονται κάτω από κεντρικούς δρόμους της Πολυτεχνειούπολης και της Πανεπιστημιούπολης στου Ζωγράφου.
Η κοίτη του Ηριδανού εντοπίζεται σε βάθος έξι μέτρων, στο υπέδαφος των οδών Φιλελλήνων, Όθωνος και Μητροπόλεως. Η κοίτη του είχε την εξής πορεία: από τις υπώρειες του Λυκαβηττού περνούσε το Σύνταγμα και τη Βουλή (με τα νερά του ενίσχυε την πηγή «Μπουμπουνίστρα» στον Εθνικό Κήπο), διέσχιζε εγκαρσίως την οδό Αμαλίας, έστριβε στην Όθωνος και κατηφόριζε τη Μητροπόλεως. Από την πλατεία Μοναστηρακίου, έμπαινε στο Δημοπρατήριο, συνέχιζε στην Αδριανού, στη συνέχεια έρρεε επί της Ερμού, για να εμφανισθεί στον Κεραμικό. Κατόπιν κυλούσε προς την Πειραιώς και στρεφόμενος νότια, ενωνόταν με τον Ιλισό.
Όμως, τα πολλά μικρά ρέματα της Αθήνας, που τα νερά τους έπεφταν στα τρία κύρια ανωτέρω ποτάμια, συνέθεταν ένα νευρώδες υδάτινο πλέγμα, που σήμερα δεν υφίσταται, και το οποίο ήταν αυτό που κρατούσε στέρεα την πόλη, δίνοντάς της ζωή, αφού απελευθέρωνε ομαλά, διά των υδάτινων διαύλων, τη δύναμη του νερού, σε μία τάξη ροής. Αυτά τα ρέματα, είναι χαμένα σήμερα κάτω από οδούς, κτίρια, πλατείες κ.λπ. Υπολογίζεται πως περίπου το 30% αυτών των ρεμάτων είναι καταπατημένα, ενώ το υπόλοιπο είναι σκεπασμένα και ελεύθερα (ακόμη).
Αναφέρω σχετικά την οδό Ρήγα Φεραίου στη Νέα Φιλαδέλφεια, η οποία είναι χτισμένη πάνω στις όχθες του Κηφισού. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η περιοχή της Φιλαδέλφειας, πριν εγκατασταθεί εκεί ο προσφυγικός συνοικισμός, ονομαζόταν Ποδονίφτης, από το ομώνυμο ρέμα. Πάνω σε προσχώσεις, ανάμεσα στα ρέματα Χαλανδρίου και Ποδονίφτη, ήταν χτισμένο το τμήμα του εργοστασίου της Ρικομέξ, που έπεσε σαν χάρτινο στο σεισμό της Αθήνας, το Σεπτέμβρη του 1999. Η οδός Αιγαίου στο δήμο Βάρης, βρίσκεται πάνω στην κοίτη του ρέματος Κόρμπη. Στο Μενίδι, στις όχθες των ρεμάτων προφήτης Ηλίας και Εσχατιά, βρίσκεται ολόκληρος συνοικισμός. Η οδός Μάρνη και τμήμα της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, βρίσκονται πάνω στο ρέμα Κυγκλόβορος. Τείχος της Χαλυβουργικής, που είχε χτιστεί επί της κοίτης του Ελευσίνιου Κηφισού και τον κρατούσε κλειστόν, είχε ως αποτέλεσμα το 1996 να πλημμυρίσει το Θριάσιο Πεδίο. Τμήμα του ρέματος της Πικροδάφνης τσιμεντοποιήθηκε το έτος 1999, στο ύψος του δήμου Αγίου Δημητρίου.
Στη Γλυφάδα και στη Βούλα, 11 κύρια ρέματα, που ξεκινούν από τον Υμηττό, έχουν θαφτεί και από πάνω τους περνούν πια κεντρικοί δρόμοι. Συγκεκριμένα στη Γλυφάδα ο χείμαρρος Μυστρά αποτελεί την οδό Αθανάτου, οι χείμαρροι Άνω Γλυφάδας, Γλυφάδας και Παπαδόπουλου, συγκλινόμενοι, αποτελούν την οδό Ανθέων και στην προέκταση τις οδούς Περικλέους και Β. Φρειδερίκης, ο χείμαρρος Ανώνυμος αποτελεί την οδό Κρίτωνος, ο χείμαρρος Ίλιδος αποτελεί την οδό Πατριάρχου Γρηγορίου και ο χείμαρρος Ρήγα Φεραίου την οδό Σοφοκλέους και Στράβωνος. Στη Βούλα ο χείμαρρος Λυκορέματος αποτελεί τις οδούς Αγαμέμνονος και Πρίγκιπος Πέτρου, ο χείμαρρος Σμόλικα τις οδούς Σμόλικα και Υμηττού, ο χείμαρρος Χλόης τις οδούς Χλόης και Πειραιώς, ο χείμαρρος Ζαλόγγου τις οδούς Ζαλόγγου και Κεφαλληνίας.
Αν λάβουμε δε υπόψη ότι όλοι αυτοί οι χείμαρροι συγκλίνουν σε μια κλειστή πυκνοδομημένη σήμερα λεκάνη, τότε εύκολα συνειδητοποιούμε γιατί με την πρώτη νεροποντή πλημμυρίζουν αυτές οι περιοχές…
Ο υπόγειος κόσμος των χαμένων ρεμάτων της Αθήνας είναι ιστορικά και οικολογικά σημαντικός. Διότι με την ανακάλυψή του, αφενός γνωρίζεται ένας υδάτινος χώρος μεγάλης ιστορικής αξίας (αφού η πορεία κάθε πολιτισμού είναι συνδεδεμένη με το νερό), αφετέρου, με τη χαρτογράφησή του, καταδεικνύεται μια πόλη εύθραυστη και χειμαρρόπληκτη. Η οποία σήμερα έχει απωλέσει τις υδάτινες οδούς της κι έμεινε απροστάτευτη και γυμνή μπρος στα στοιχεία της φύσης.
Ο μύθος αναφέρει ότι ο Ποσειδώνας και η Αθηνά αγωνίστηκαν για το ποιος θα δώσει το όνομά του στην πόλη που ίδρυσε ο Θησέας στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Ο Ποσειδώνας πρόσφερε ως δώρο στην πόλη το νερό, ενώ η Αθηνά το ελαιόδενδρο. Νίκησε η Αθηνά και έκτοτε η πόλη αυτή διψά…
(από το βιβλίο μου “ΤΗ ΧΩΡΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΠΗΡΑΝΕ ΓΥΡΕΥΩ. Φθορές κι
αυθαιρεσίες στη χώρα που προίκησε ο θεός και αδίκησε ο άνθρωπος!”, εκδόσεις
Ηλιοτρόπιο, Αθήνα 2003)
(φωτογραφία: Frédéric Boissonnas, 1910 - Η κατάφυτη Παριλίσια
περιοχή, που εγίνη λεωφόρος!, με το Ολυμπιείο και την Ακρόπολη στο βάθος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου