|
|
ΕΙΤΕ ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΙ ἀπορημένα εἴτε μᾶς
ρωτοῦν εὐθέως: Γιατί
τή λέτε ἔτσι; Τί ἐννοεῖτε; Τούς ἐξηγοῦμε, καί μᾶλλον μᾶς
περνᾶνε γιά μισότρελλους, ἐκτός κι ἄν ἀνήκουν σ' αὐτούς πού ἔχουν παρόμοια
σχέση μέ τίς ἀναγνώσεις, τούς ἥρωες τῶν βιβλίων ἤ κάποια ἀπό τά περιγραφόμενα
ἐκεῖ πράγματα.
Ἀναφέρομαι σέ μιάν ἐρώτηση πού κατ' ἐπανάληψη μᾶς ἔχουν κάμει
γνωστοί ἤ φίλοι, ἄν ἡ περίσταση ἤ ὁ λόγος τό ἔχει φέρει στίς λάμπες θυέλλης
ὁπότε μᾶς ἀκοῦνε νά λέμε π.χ. Ποῦ εἶναι ἡ Νόμιμη; Νά κρεμάσουμε μιά Νόμιμη!, Μήν ξεχάσουμε
νά βάλουμε στή βάρκα τή
Νόμιμη... Ἡ ὀνομασία σχετίζεται μέ τό σχετικό διήγημα
γνωστοῦ συγγραφέως, ὅπου πρωταγωνιστεῖ μιά λάμπα θυέλλης, τήν ὁποία
τόσο ἔχουμε οἰκειωθεῖ ὡς Νόμιμη,
ὥστε νά ὀνομάζουμε ἔτσι κάθε ἄλλο παρόμοιο φανό !
Ὑποθέτω πώς ἕνα δάνειο, ὅπως τό παραπάνω γιά τόν κόσμο τῆς καθημερινότητας
ἀπό τόν κόσμο τῆς ἀνάγνωσης λογοτεχνικῶν βιβλίων, δέν εἶναι κάτι
καινοφανές οὔτε συμβαίνει μόνο στήν οἰκογένειά
μας. Ὅπως ἐπίσης ὑποθέτω πώς ἡ ὀνοματοδοσία αὐτοῦ τοῦ
εἴδους σηματοδοτεῖ (ἄν δέν συνιστᾶ) τήν ὕπαρξη γνωριμίας καί φιλίας,
σέ ἀμφίδρομη λειτουργία, ἀνάμεσα στούς δυό κόσμους.
Ἐκεῖνο πού δέν φανταζόμουνα ὥς πολύ πρόσφατα, εἶναι ὅτι ἡ ἀναγνωστική γνωριμία μπορεῖ νά λειτουργεῖ κατά τρόπο ἀκαριαῖο σέ μιά πολύ συγκεκριμένη στιγμή. Ἐξηγοῦμαι ἀμέσως:
Στό σπίτι τῆς ποιήτριας Α.Σ. δέν εἶχε τύχει νά μπῶ σέ δωμάτιο ὅπου βρίσκεται
μιά ἐξαιρετική τρίπτυχη φωτογραφία. Πρόκειται γιά μιά πόζα ἐπαναλαμβανόμενη
ἡ ἴδια, σέ τρεῖς διαφορετικές ἡλικιακά ἐποχές, πέντε φιληνάδων.
Στήν πρώτη οἱ εἰκονιζόμενες εἶναι κοπελοῦδες, στή δεύτερη ἔχουν
φτάσει περίπου στή μέση ἡλικία καί στήν τρίτη βρίσκονται πιά στό γῆρας.
Μόλις τήν ἀντίκρυσα, ἡ φωτογραφία κυριολεκτικά μέ μαγνήτισε καί
γιά ἀρκετή ὥρα προσπαθοῦσα νά ἐντοπίσω ποιά νά εἶναι ἡ μητέρα τῆς φίλης
μου πού εἶχε ἤδη ἀπέλθει τοῦ κόσμου, ὅταν ἐμεῖς γνωριστήκαμε. Ἡ Α.Σ.
στό μεταξύ γύρισε στό δωμάτιο καί ξαφνικά μέ ρώτησε ἄν ἀναγνωρίζω
ὄχι τή μητέρα της, ἀλλά τή θεία της Περσεφόνη.
– Αὐτή, ἀπάντησα
χωρίς τόν παραμικρό δισταγμό καί ἔδειξα μιάν ἀπό τίς εἰκονιζόμενες.
Ἡ φίλη μου μέ κοίταξε ἐμβρόντητη:
– Καλά πῶς τή βρῆκες ἀμέσως; μέ ρώτησε.
– Ἀπό τό ποίημά σου καί ὅσα ἔχεις γράψει γι αὐτήν, ἀπάντησα αὐθόρμητα,
μέ μιά φυσικότητα πού τήν ξάφνιασε ἀκόμα περισσότερο καί μᾶλλον τήν
ἔκανε νά προσθέσει ὅτι αἰσθάνεται συγκλονισμένη.
– Δέν θά μποροῦσε νά εἶναι καμιά ἄλλη ! – αὐτό ἔνιωσα, εἶπα ἐξακολουθώντας
νά τά βρίσκω ὅλα φυσικά καί ἐξαιρετικά οἰκεῖα.
Μόνον ὅταν ἔφυγα ἄρχισα νά σκέπτομαι τό περίεργο τοῦ πράγματος: πῶς
ἀνάμεσα σέ δεκαπέντε παντελῶς ἄγνωστές μου μορφές μόνο μία ξεχώρισε
ἀμέσως στά μάτια μου ὡς ἡ θεία
Περσεφόνη – πού βέβαια οὔτε δική μου συγγενής ἦταν οὔτε
τή συνάντησα ποτέ. Ἀνέτρεξα λοιπόν στά γραφόμενα τῆς Α.Σ. τά ὁποῖα
εἶχα ἀναγνώσει πρίν ἀρκετό καιρό, καί γιά νά εἶμαι εἰλικρινής τά εἶχα
μισοξεχασμένα, γιά νά ἀνακαλύψω πρός δική μου, αὐτή τή φορά, κατάπληξη
πώς πουθενά δέν περιγράφεται οὔτε ἡ κορμοστασιά οὔτε τά χαρακτηριστικά
τοῦ προσώπου τῆς Περσεφόνης! Στή φωτογραφία εἶναι μεγαλόσχημη, ἐπιβλητική
καί ἡ μορφή της ξεχειλίζει ζωή.
Τώρα αἰσθάνομαι πώς νομιμοποιοῦμαι νά διαμεσολαβήσω, κατά τό ρόλο
πού ἀναλαμβάνουν εἴτε τό θέλουν εἴτε ὄχι οἱ ἀναγνώσεις, τά κείμενα
καί τά βιβλία, ἀνάμεσα στήν φωτογραφία της καί στήν Α.Σ. γιά νά σᾶς τήν
γνωρίσω:
Ἡ πολυαγαπημένη θεία Φώνη, τόσο θαλερή, δραστήρια, ἀεικίνητη –
τή θυμᾶμαι νά διδάσκει μέ τίς ὧρες πιάνο δίχως ἀμοιβή σ' ὅλα τά γειτονόπουλα,
στά παιδιά ἀκόμα καί τῶν πιό μακρινῶν συγγενῶν, στά κατηχητόπουλα,
καί τουλάχιστον μιά φορά τήν ἑβδομάδα νά πηγαίνει στό γηροκομεῖο
καί μέ τίς νοσταλγικές νότες της νά ξεσηκώνει τούς γέρους μέ ξεχασμένα
βάλς.
Ἦταν τόσο δημοφιλής καί γνωστή στό Ἄστρο τῆς Κυνουρίας (ἀπ' ὅπου ἡ
καταγωγή μας) πού ὅταν κάποιος ἤθελε νά συστηθεῖ, πλάι στ' ὄνομά
του σάν ἀξίωμα προσέθετε: Τάδε...τάδε..,
συγγενής Φώνη .
Καί λίγο παρακάτω:
Σάν τ' ὄνομά της
μισό στόν Ἅδη
καί τ' ἄλλο στέρεο στή γῆ
χωρίστηκε στά δύο
Ἡ μιά πλευρά παραδομένη
κιόλας στή λησμονιά,
ἡ ἄλλη μισή τήν διαψεύδει....
..............................................................
Ἐλάχιστες παράγραφοι καί ἕνα ποίημα στάθηκαν ἀρκετά γιά νά μοῦ τή
φανερώσουν σέ μιά στιγμή καί, θά τολμοῦσα πιά νά πῶ, ἀρκετά γιά νά μοῦ τή
συστήσουν ὡς μιά μεταθανάτια φίλη μου .
Ἡ ἀνάγνωση εἶναι τόπος προβλεπτῶν ἀλλά πρωτίστως ἀπρόβλεπτων συναντήσεων
καί γνωριμιῶν μέσα στό γνωστό χρόνο καί πέρα... στόν ἄγνωστο.
Παρεμπιπτόντως, ἡ Α.Σ. λέει πώς ἡ Περσεφόνη ἦταν ὁ μόνος ἄνθρωπος πού
γνώρισε χωρίς κανένα φόβο θανάτου. Κι ἀκόμα πώς ὥς τό τέλος της περίμενε
μέ μεγάλη χαρά τό βράδυ, γιατί τότε ἐρχόταν ἡ ὁρισμένη της ὥρα γιά
νά προσευχηθεῖ.
Τήν παρακαλῶ τώρα νά εὔχεται
καί γιά μᾶς. Πρέπει νά μέ ἀκούσει, ἡ φίλη μου. Κι ἐγώ θά ἀνάψω στό ὄνομά
της, νά λάμπει, τή Νόμιμη.
6/3/2003
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ
Νατάσα Κεσμέτη (Ἀθήνα, 1947): Πεζογράφος. Σπούδασε Νομικὰ
καὶ Ἀγγλικὴ Λογοτεχνία. Πρωτοεμφανίστηκε μὲ τὴν συλλογὴ διηγημάτων: Τὰ 7 τῆς Ἄρκτου (1972).
Τελευταία της βιβλία: Ἐξόριστες
φωνές. Στοχασμοὶ καὶ ἱστορίες 2006-2012 καὶ IVA. Ἔσοπτρο μυστηριώδους ὀθόνης,
Ἁρμός, 2017.
Εἰκόνα: Ματαιότης.
Νεκρὴ φύση μὲ Βιβλία, Χειρόγραφα καὶ Κρανίο (1663). Ἔργο τοῦ Ὀλλανδοῦ
ζωγράφου Evert Collier per. 1640-1708).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου