Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

«DERSU UZALA», το αριστούργημα του Ακίρα Κουροσάβα




Ένα οικολογικό δράμα, μια ταινία- ύμνος στη φύση δοσμένη με απαράμιλλο λυρισμό


·       Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας (1976)

·       2 βραβεία στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών της Μόσχας (1975)

·       Βραβείο καλύτερης ταινίας καλλιτεχνικού και πειραματικού κινηματογράφου (CEC, Ισπανία, 1977)
* NEW STAR, από τις 3/9/15 στους κινηματοράφους

  
Σκηνοθεσία: Akira Kurosawa
ΣενάριοAkira Kurosawa, Yurily Nagibin
(βασισμένο σε βιβλία του τοπογράφου- εξερευνητή Vladimir Arsenyev)
Πρωταγωνιστούν: Yurily Solomin, Maksim Munzuk, Mikhail Bycklov
Μουσική: Isaak Shvarts

ΣΥΝΟΨΗ
Πρόκειται για ένα οικολογικό δράμα, έναν ύμνο στη φύση, που για κεντρικό πρόσωπο έχει τον ομώνυμο ήρωα. Το σενάριο βασίστηκε στα δύο βιβλία του τοπογράφου/εξερευνητή Βλαντιμίρ Αρσένιεφ, ο οποίος το 1902 μαζί με την ομάδα του στάλθηκε να χαρτογραφήσει την περιοχή Ουσούρι της Σιβηρίας. Εκεί γνωρίζεται με τον μικρόσωμο ηλικιωμένο κυνηγό Ντερσού Ουζαλά (που ζει για χρόνια στη φύση και έχει γίνει ένα με αυτήν) και αποφασίζουν να γίνει ο οδηγός τους. Στην αρχή τον παρεξηγούν επειδή μιλάει με το νερό, τη φωτιά και τον άνεμο. Αλλά οι γνώσεις του γύρω από τα μυστικά της φύσης εντυπωσιάζουν τον Αρσένιεφ και σύντομα αναπτύσσεται μεταξύ τους μια βαθειά φιλία. Με ένα λυρικό τρόπο, σχεδόν σε στυλ ντοκιμαντέρ, ο Κουροσάουα δείχνει τον εκπρόσωπο του πολιτισμού και των επιστημών ως έναν ανίδεο (όπως κι εμείς οι θεατές) μπροστά στο μεγαλείο της φύσης, που κοιτάμε αλλά δεν βλέπουμε. Γυρισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου στη φύση, η ταινία έχει εκπληκτικά πλάνα, γνήσια συγκίνηση και πολλά πράματα που μπορεί να μάθει ένας άνθρωπος της πόλης.





Ανάλυση Ταινίας

Ντερσού Ουζαλά: Ένα οπτικό ποίημα, βασισμένο σε δύο βιβλία του Ρώσου συγγραφέα Βλαδιμίρ Αρσένιεφ,  γυρίστηκε το 1975 και απέσπασε το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Αφορά την ζωή ενός σοφού ανθρώπου στα βουνά.
Ένας λοχαγός με τους στρατιώτες του πηγαίνουν να εξερευνήσουν τους δρόμους για τοπογραφική φωτογράφηση το 1902 στην Ουσουρριανή περιφέρεια, στην περιοχή Σικότοφ. "Κάποτε", λέει ο λοχαγός, "τα βουνά έχουν ελκυστική μορφή και κάποτε άγρια. Το αίσθημα αυτό δεν μπορεί να είναι προσωπικό. Είναι γενικό για όλα τα μέλη της ομάδας". Διανυκτερεύουν στο μέρος αυτό που τους προκαλεί φόβο και εκεί τους βρίσκει ο Ντερσού Ουζαλά. Ένας άνθρωπος που ζει στο βουνό ως κυνηγός. Έχει χάσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του από ευλογιά. Η μοναχική του παραμονή στο βουνό, η διορατικότητα, η παρατηρητικότητα και η καλή του ψυχή τον οδήγησαν να έχει μια απόλυτα αρμονική σχέση με την φύση.
Ο λοχαγός του προτείνει να πάει οδηγός της ομάδας του κι εκείνος δέχεται. Μέρα με την ημέρα αναπτύσσεται μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αγάπης. Οι στρατιώτες δεν καταλαβαίνουν τη σοφία του Ντερσού και συχνά τον κοροϊδεύουν και τον περιγελούν. Αυτός δεν παρεξηγείται. Έχει μια βαθιά κατανόηση του κόσμου. Του κόσμου του έμψυχου, αλλά και το άψυχου. Δικαίως χαρακτηρίζεται από τυς κριτικούς αυτή η ταινία ως οικολογικό δράμα.
Αυτά που περνούν απαρατήρητα για τους άλλους ο Ντερσού τα παρατηρεί. Η παραμονή του στο Δάσος του έχει διδάξει πως τίποτα δεν πρέπει να περνά αδιάφορο. Όλα έχουν ένα νόημα κι έναν λόγο ύπαρξης. ΄Ολα αξίζουν τον σεβασμό του ανθρώπου και αν τα σεβαστεί θα τον σεβαστούν κι αυτά. Έτσι μαθαίνει να ερμηνεύει τα χνάρια και να προετοιμάζεται γι' αυτό που θα συναντήσει. Έτσι διαβάζει τον καιρό. Έτσι φροντίζει γι' αυτό που θα ακολουθήσει πριν δει το πρόσωπό του, όπως και γι' αυτό που θα έρθει ξωπίσω του. Η ενότητα του κόσμου συνιστά την ίδια του την ζωή. Η αποστολή τελειώνει το έργο της, αλλά την άνοιξη του 1907 πηγαίνει πάλι στο ίδιο μέρος για νέες φωτογραφήσεις. Ο λοχαγός με τον Ντερσού ξανασμίγουν και μετά από τον χωρισμό τους, η φιλία τους τώρα είναι ακόμα πιο βαθιά. Ο Ντερσού σώζει δυο τρεις φορές την ζωή του λοχαγού, αλλά αυτό γι' αυτόν είναι φυσικό και αυτονόητο. Κανένα αίσθημα ηρωισμού δεν τον διακατέχει. Κατά ανάλογο τρόπο χαλάει και τις παγίδες που έχουν στήσει Κινέζοι μόνο για να παγιδέψουν ζώα, χωρίς να έχουν σκοπό να τα φάνε, παρά μόνο να τα εξαφανίσουν. Κάποια στιγμή διαπιστώνει με τρόμο πως έχει μειωθεί η όρασή

του. Δεν μπορεί πια να ζει στο δάσος. Δεν μπορεί να είναι κυνηγός. Ο λοχαγός τον καλεί να μείνει μαζί του στη Μόσχα και δέχεται.
Η ασφυκτική ζωή στο διαμέρισμα της πόλης δεν είναι όμως για τον Ντερσού. Γρήγορα καταλαβαίνει πως αυτός ο τρόπος ζωής δεν του ταιριάζει κι ας τον περιβάλλει με πολλή αγάπη η οικογένεια του λοχαγού, η γυναίκα του κι ο μικρός του γιος που τον θαυμάζει απερίγρατπα. Αποφασίζει να γυρίσει στο βουνό. Ο φίλος του πηγαίνει στο δωμάτιο και του φέρνει ένα ολοκαίνουριο ντουφέκι, το τελευαίο μοντέλο που μόλις έχει κυκλοφορήσει και δεν απαιτεί τέλεια όραση για να σημαδέψεις. Ο Ντερσού φεύγει και σε λίγο ειδοποιούν τον λοχαγό πως τον βρήκαν σκοτωμένο σ' ένα χωριό στις παρυφές του βουνού. Μάλλον τον έχει σκοτώσει κάποιος άνθρωπος για να του πάρει το ντουφέκι. Ο λοχαγός τον θάβει εκεί. Όταν αργότερα πάει στο μνήμα, μνήμα δεν υπάρχει. Το χωριό χτιζόνταν εκείνο το διάστημα και τα δύο δέντρα ανάμεσα στα οποία ήταν θαμμένος ο Ντερσού έχουν κοπεί. Τα απομεινάρια όμως των δύο κομμένων δέντρων είναι εκεί π. Σαν εστία μιας φιλίας που δεν τερμάτισε [1].
Επιπλέον Πληροφορίες
Η ταινία αυτή, είναι η πρώτη ταινία που ο Κουροσάουα γυρίζει εκτός ιαπωνικού εδάφους. Είχε προηγηθεί μια πολύ δύσκολη περίοδος για τον σκηνοθέτη. Παρά τις μεγάλες επιτυχίες που ακολουθούν η μια την άλλη μεταξύ των ετών 1950-1965, η δεκαετία  1965- 1975 είναι πολύ δύσκολη. Η εισπρακτική αποτυχία της τελευταίας του ταινίας Dodesukaden, για την ολοκλήρωση της οποίας χρειάστηκαν πέντε χρόνια του στοίχησε πολύ. Στο εξής οι πόρτες των ιαπωνικών κινηματογραφικών στούντιο είναι κλειστές γι’ αυτόν, μιας και το κοινό ζητά πλέον ταινίες δράσης και πολεμικών τεχνών. Ο Κουροσάουα είναι απελπισμένος, φτάνει ως το σημείο να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας.
Κατορθώνει, ωστόσο να ανακάμψει και στρέφεται στο εξωτερικό για χρηματοδότηση. Η «χείρα βοηθείας» που θα τον βγάλει από το αδιέξοδό του θα έρθει από τη Ρωσία. Δέχεται να μεταβεί στη Σοβιετική Ένωση για τα γυρίσματα μιας ταινίας βασισμένης σε δύο βιβλία του Βλαντιμίρ Αρσένιεφ. Το αποτέλεσμα θα είναι η αριστουργηματική ταινία Ντερσού Ουζαλά, ένα οικολογικό μανιφέστο, μια ταινία – ύμνος στο μεγαλείο της φύσης, που θα κερδίσει το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας (1975).
Στην ταινία αυτή, ο ουμανισμός του Κουροσάουα, που είναι άλλωστε ο κύριος ιδεολογικός άξονας που διαπερνά ολόκληρο το έργο του, βρίσκει εδώ μια εντελώς ελεύθερη διέξοδο.

Γενικά για την ταινία:
·         Λέγεται ότι ο χαρακτήρας του Yoda από τον Πόλεμο των Άστρων είναι βασισμένος στον Ντερζού Ουζάλα. Πέρα από τη φυσιογνωμική ομοιότητα μεταξύ των δύο χαρακτήρων, και οι δύο τους βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό τους περιβάλλον, το οποίο μοιάζει πολλές φορές απειλητικό και αφιλόξενο για την πλειονότητα των ανθρώπων. 

·         Ο Κουροσάουα ήθελε ήδη από το 1950 να γυρίσει αυτή την ταινία, δυσκολευόταν ωστόσο να προσαρμόσει την ταινία σε ένα ιαπωνικό σκηνικό. Δεν του περνούσε καν σαν σκέψη από το μυαλό τότε, ότι μια μέρα θα γύριζε την ταινία επί τόπου στη Ρωσία, και μάλιστα με Ρώσους ηθοποιούς.

·         Χρειάστηκαν 3 χρόνια για την ολοκλήρωση της ταινίας.





Κριτικές
«Το Βήμα», 2-3-1975
Το Ντερσού Ουζαλά είναι η πρώτη ευρωπαϊκή ταινία του Κουροσάβα και η επιτυχία του δείχνει πως ο Κουροσάβα ήταν πάντα ο «Ευρωπαίος Ιάπωνας».
Ο ίδιος διάλεξε το θέμα της ρωσικής ταινίας του και ο ίδιος έγραψε το σενάριο με τη βοήθεια του Γιούρι Ναγκίμπιν. Το βιβλίο του Βλαντιμίρ Αρσένιεφ, ενός από τους πιο συνεπείς μαθητές του Γκόρκι, πάνω στο οποίο βασίζεται το σενάριο, το γνώριζε από χρόνια και όπως λέει ο ίδιος πάντα είχε την ελπίδα ότι κάποτε θα το «μεταφράσει» στην παγκόσμια γλώσσα των εικόνων.
Και το μετέφρασε τέλεια, παρά το γεγονός πως οι βιαστικοί θαυμαστές του δε θα αναγνωρίσουν εδώ έναν απ’ τους δύο πόλους της πάγιας θεματικής του, δηλαδή τη μεσαιωνική ιστορία της χώρας του και τα κοινωνικά προβλήματα της Ιαπωνίας στις δύο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Στην πραγματικότητα, όμως, το Ντερσού Ουζάλα είναι ο  πιο γνήσιος Κουροσάβα που γνωρίζουμε. Διότι, απλούστατα, η φανατική του προσήλωση στον ουμανισμό που είναι ο κύριος ιδεολογικός άξονας που διαπερνά ολόκληρο το έργο του, βρίσκει εδώ μια εντελώς ελεύθερη διέξοδο, καθώς δεν κρύβεται πίσω από μια λιγότερο ή περισσότερο πολύπλοκη ίντριγκα: η απλούστατη ιστορία του Γόλδου κυνηγού Ντερσού Ουζάλα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένας «ανθρωπισμός σε φυσική κατάσταση», όπως ακριβώς θα τον ονειρευόταν ο παθιασμένος ανθρωπιστής Κουροσάβα. Επί σχεδόν τρεις ώρες, και χωρίς τη βοήθεια άλλων βασικών χαρακτήρων, ο Κουροσάβα ιχνηλατεί την «ουσία» της συγκλονιστικής ανθρωπιάς αυτού του πανέξυπνου κυνηγού που μιλάει με τη φωτιά, το νερό και τον άνεμο, που αισθάνεται φίλος μ’ όλα τα έμψυχα και άψυχα, που μαραζώνει και σχεδόν αυτοκτονεί στην απάνθρωπη γι’ αυτόν πόλη.
Αν αντιμετωπίζαμε το φιλμ ως ένα αφελές ρουσωικό κήρυγμα «επιστροφής στη φύση» θα κάναμε λάθος. Γιατί ο Ουζαλά είναι βαθύτατα κοινωνικό ον, και αυτό που μοιάζει με αναχωρητισμό δεν είναι παρά ένας επιβεβλημένος από την ανάγκη της επιβίωσης επαγγελματισμός: ο Ουζαλά είναι μαχητής και όχι ερημίτης.
Ποια είναι, λοιπόν, η «ουσία» της ανθρωπιάς του, που τόσο συγκίνησε τον Κουροσάβα; Είναι, νομίζουμε, ο παθιασμένος αγώνας του Ουζαλά με όλα τα «στοιχεία της φύσης» - ένας αγώνας που γίνεται, ωστόσο, πάντα μ’ αγάπη και ποτέ με μίσος. Ο Ουζαλά ανήκει στο σπάνιο είδος μαχητή που σκοτώνει πάντα ως θύτης και ποτέ σαν χασάπης. Επιτέλους, ο Κουροσάβα βρήκε το σωστό ορισμό για τον ανθρωπισμό του, που βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την παπαδίστικη ηθικολογία: ανθρωπισμός είναι η μαχόμενη αγιότητα, αυτή ακριβώς που μπορεί να σε οδηγήσει στο απόσπασμα γιατί πολύ αγάπησες τον Άνθρωπο και την Ιστορία του, γιατί εσύ, οι άλλοι και η φύση δεν είστε παρά μια αξεδιάλυτη ενότητα – όπως ακριβώς αυτός ο κυνηγός που θα τον θυμάστε για πάντα.
Η φύση μέσα στην οποία κινείται ο Ουζαλά (τον παίζει ο θαυμάσιος Μαξίμ Μουζούκ), είναι ο βασικός πρωταγωνιστής της ταινίας, απ’ τη στιγμή φυσικά που θ’ αντιμετωπίσουμε τον κυνηγό ως προέκταση της φύσης στην περιοχή του ανθρώπινου. Η άγρια κεντρική ασιατική Σοβιετική Ένωση «διυλίζεται» απ’ το φακό με μια εκπλήσσουσα επιδεξιότητα και γράφεται στη ζελατίνα με μια συνταρακτική δύναμη. Ποτέ, εκτός απ’ τον Νανούκ του Φλάερτι, η κάμερα δεν αντιμετώπισε τόσο σοφά τη φύση και ποτέ αυτή δεν αποτέλεσε μια τόσο συναρπαστική έτοιμη πρώτη ύλη για το σινεμά. Οι τρεις φωτογράφοι του Κουροσάβα (που δουλεύει πάντα με τρεις κάμερες που τραβούν το ίδιο θέμα από τρεις γωνίες) πρέπει να του προσέφεραν πάρα πολλά. Σημειώνουμε τα ονόματά τους, μια δεν έχουμε άλλον τρόπο να δείξουμε το θαυμασμό μας για τη δουλειά τους: Ασακάτζου Νακάι – Γιούρι Γκάντμαν – Φιοντόρ Ντομπορονράνοφ.




Το Βήμα
Δημήτρης Δανίκας
13/09/1998

Ο πρώτος μεγάλος κινηματογραφικός θρίαμβος της οικολογίας πάνω στην... επιστήμη!

Ο Κουροσάουα υπογράφει εδώ ένα αριστούργημα σοφίας…

[…]
Το 1973 έρχεται η... σοβιετική βοήθεια! Στα αζήτητα ένας Κουροσάβα; Απίστευτο! Σαν να μην άλλαξε τίποτε από την εποχή του Μότσαρτ! Ο Κουροσάβα μετακομίζει στη Σιβηρία με τον... Αρσένιεφ και υπογράφει ένα αριστούργημα σοφίας, το «Ντερσού Ουζάλα»! Ο πρώτος μεγάλος κινηματογραφικός θρίαμβος της οικολογίας πάνω στην... επιστήμη! Ενας υπέργηρος οδηγός, που ούτε την πρώτη τάξη του δημοτικού έχει τελειώσει, βάζει τα γυαλιά σε έναν... τοπογράφο. Η σκηνή με τον Ντερσού (το όνομα του γέρου κυνηγού) να κατασκευάζει καλύβα από άχυρα για να γλιτώσει ο τοπογράφος από τον επερχόμενο τυφώνα, είναι μνημείο ποίησης και εφευρετικότητας!...

Ριζοσπάστης
18-07-1997

Υμνος στη φύση και στον άνθρωπο
Η βραδιά απόψε ανήκει στον Ντερσού Ουζαλά. Στο κεντρικό πρόσωπο της ταινίας του Ακίρα Κουροσάβα Ντερζού Ουζαλά.Μια ταινία, που όπως όλες του οι ταινίες διαπνέονται από τον ουμανισμό, που είναι ο κεντρικός άξονας, που διαπερνά όλο το έργο του.
Το σενάριο της ταινίας Ντερσού Ουζαλά γράφτηκε από τον ίδιο τον σκηνοθέτη και είναι βασισμένο σε βιβλίο του Βλαντιμίρ Αρσένιεφ. Το 1902 ο Αρσένιεφ, που είναι τοπογράφος, εξερευνά την περιοχή Ουσούρι, στην Τάιγκα της Σιβηρίας. Εκεί θα γνωριστεί με τον μικρόσωμο γερο - κυνηγό Ντερσού Ουζαλά, που θα γίνει ο οδηγός του. Ο Ουζαλά, σέβεται και αγαπά τη φύση, αλλά και τον άνθρωπο. Ο Ουζαλά είναι ο πανέξυπνος οδηγός, που μπορεί να μιλάει με το νερό, τη φωτιά και τον άνεμο. Ο Κουροσάβα υμνεί τη σοφία του ανθρώπου που ζει στη φύση. Γύρισε αυτή την ταινία σχεδόν σαν ντοκιμαντέρ, στην απέραντη σιβηρική τάιγκα. Ο Αρσένιεφ της ταινίας είναι ο εκρόσωπός του: ένας διανοούμενος που μαθητεύει με ταπείνωση, κοντά στον Ουζαλά, τον λαϊκό σοφό άνθρωπο και μετά στο μεγαλείο της φύσης. Έξοχη είναι η ερμηνεία του Μαξίμ Μουνζούκ. Παίζουν, επίσης, οι Γιούρι Σολόμιν και Μ. Μπίτσκοφ. Διευθυντής της υπέροχης φωτογραφίας είναι ο Ασακάτζου Νακάι 




CameraStylo
Κουροσάβα και Ντοστογιέφσκι
21-03-2008

Μόνο όταν βρέθηκα μπροστά σε μια φράση του Michail Bakhtine, στη μελέτη του που είναι αφιερωμένη στην Ποιητική του Ντοστογιέφσκι, αντιλήφθηκα ξαφνικά την παράξενη, εκπληκτική ομοιότητα, όχι μόνο θεματική (αυτό έχει ήδη σχολιαστεί), αλλά κυρίως αισθητική, ανάμεσα στο έργο του Κουροσάβα και το έργο του Ρώσου μυθιστοριογράφου. «Αυτή η επίμονη τάση να τα βλέπει όλα μέσα από τη συνύπαρξη, να τα αντιλαμβάνεται και να τα περιγράφει όλα σαν να συμβαίνουν διαδοχικά και ταυτόχρονα, τον οδηγεί στο να δραματοποιεί μέσα στο χώρο, ακόμα και τις αντιθέσεις και τις φάσεις της εσωτερικής εξέλιξης ενός ανθρώπου, βάζοντας τους ήρωες του να μιλούν με το διπλό εαυτό τους, με το διάβολο, με το alter ego τους, με την καρικατούρα τους», έγραψε ο Bakhtine. Μ’ άλλα λόγια, επειδή ακριβώς η μυθιστορηματική δομή του Ντοστογιέφσκι πηγάζει εξ’ ολοκλήρου από μια τοποθέτηση των αντιθέσεων στο χώρο, θα μπορούσε η δομή αυτή να βρει στον κινηματογράφο το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη της. Η γνώριμη συζήτηση περί κινηματογραφικών διασκευών (που πάντα είναι ύποπτες απιστίας, πάντα θεωρούνται φτωχότερες σε σχέση με τα διάσημα κι «αξεπέραστα» πρωτότυπα τους!) αναστατώθηκε: ως σκηνοθέτης, άρα περιορισμένος σε μια αντιμετώπιση των προσώπων του κυρίως μέσα στο χώρο, ο Κουροσάβα μπορούσε να είναι ντοστογιεφσκικός, χωρίς να ανατρέχει στα κείμενα του Ντοστογιέφσκι!
[…]Το βλέμμα του Ηλίθιου στο έργο του Κουροσάβα, έχει ένα πιστό αντίγραφο, απόλυτα καλό αυτή τη φορά, αφού έχει αποποιηθεί κάθε δυνατότητα καταστροφής: είναι το βλέμμα του Ντέρσου Ουζάλα. Και αυτός επικοινωνεί με τους νεκρούς, αλλά μέσα σ’ένα κόσμο όπου οι νεκροί και οι ζωντανοί δεν έχουν χωριστεί ακόμα, ένα κόσμο όπου όλα μιλάνε. Αυτός που ξέρει να διαβάζει πάνω σε μια φρεσκοκομμένη φλούδα ή σε ένα φρέσκο αχνάρι στην λάσπη την παρουσία ενός ανθρώπου ή μιας τίγρης, απευθύνεται στον “άνθρωπο ήλιο”, στον “άνθρωπο σελήνη” ή στον “άνθρωπο φωτιά” σαν να επρόκειτο για φωνές που θα μπορούσαν να απαντήσουν. Η ντοστογιεφσκική πολυφωνία γίνεται εδώ ιδιότητα της φύσης. Η τύφλωσή που, μια μέρα, χτυπά τον ανθρωπάκο της τάιγκα είναι σημάδι ενός επερχόμενου θανάτου. Εκτός αν αυτή η τύφλωση είναι τελικά η ιστορική αδυναμία του βλέμματός του, που είναι ανίκανο να διαβάσει τα σημάδια του «καινούριου» κόσμου – αυτού των ξεχερσωμένων δασών και του κέρδους – όπου οι άνθρωποι σκοτώνουν για να πάρουν ένα τουφέκι. Γιατί το βλέμμα του Ντέρσου, όχι περισσότερο απ’ αυτό του Ηλιθίου, ούτε περισσότερο απ’ αυτό του Βατανάμπε, του ήρωα του «Ο καταδικασμένος» (βγήκε το 1952, αμέσως μετά τον «Ηλίθιο»), δεν μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο. Ο Βατανάμπε, ο μικρός γραφειοκράτης, που η είδηση του επικείμενου θανάτου του τον καθιστά «οπτασιαστή», μπορεί να μεταμορφώσει ένα βορβορότοπο σε χώρο παιχνιδιών η δράση του, συνδεδεμένη με τη μόνη εσωτερική στροφή του βλέμματος του, είναι «απαράδεκτη, αμίμητη, άχρηστη». Βέβαια, το αίνιγμα της χειρονομίας του αναγκάζει τους συναδέλφους του να γυρίσουν προς τα πίσω, να προσπαθήσουν να καταλάβουν, «ξαναβλέποντας» (σε μια σειρά από φλας μπακ) τις τελευταίες μέρες του υποδειγματικού υπαλλήλου, τι ήταν αυτό που μπορεί να τον έκανε να αναστατώσει μια διοίκηση που είχε αποφασίσει πεισματικά να αδρανήσει. Την επομένη, όμως, όταν μια κατάσταση ανάλογη μ’ αυτήν που έζησε ο Βατανάμπε παρουσιάζεται και σ’ αυτούς (μια γυναίκα, που αναφέρει μια διαρροή στους σωλήνες, διώχνεται γιατί «αυτό δεν ανήκει στη δικαιοδοσία του γραφείου»!), οι ίδιοι συνάδελφοι κοιτάζουν σαν ξένο αυτόν που επαναστατεί στο όνομα της μνήμης του Βατανάμπε. Το ανοιχτό τέλος των ταινιών του Κουροσάβα, όπως κι αυτό των μυθιστορημάτων του Ντοστογιέφσκι, απαγορεύει, συνεπώς, οποιαδήποτε μονομερή ανάγνωση, δηλαδή κάθε αριστοτελική κάθαρση. «Τίποτα το οριστικό δεν έχει συμβεί στον κόσμο, η τελευταία λέξη του κόσμου και για τον κόσμο δεν έχει ειπωθεί ακόμα- ο κόσμος μένει ανοιχτός κι ελεύθερος, όλα είναι ακόμα μπροστά μας κι εκεί θα παραμείνουν».

Sylvie Rollet (αναδημοσιευμένο στο περιοδικό “CameraStylo”, τ.3)




Derzu Uzala
16/10/2010

Η ωραιότερη ίσως ταινία του Κουροσάβα μιλάει για την ανθρωπιά και την αγάπη για το περιβάλλον. Ένα ποίημα με γνήσιο λυρισμό που προκαλεί τον θεατή να σκεφτεί πάνω στην καταστροφή που προκαλεί ο άνθρωπος στη φύση. 



The New York Times
Παρασκευή, 28/08/2015
Derzu Uzala (1975)

Η ταινία Ντερζού Ουζαλά, είναι μια τολστοϊκή παραβολή για τη συνάντηση της τυφλής και κωφής δύναμης του πολιτισμού με την αντιληπτική και μαγική αδυναμία της φύσης. Γυρισμένη στα ασιατικά δάση της Ηγεμονικής Ρωσίας στα τέλη του αιώνα, εξιστορεί τη σχέση μεταξύ μιας στρατιωτικής αποστολής χαρτογράφησης και ενός κυνηγού της τούνδρας που ασκεί χρέη οδηγού.
Τα χειμωνιάτικα βράδια, οι στρατιώτες νοιώθουν άβολα, είναι ξένοι και φοβισμένοι μέσα στο δάσος… Ο Ντερζού, κάθεται δίπλα τους στη φωτιά και μιλάει μαζί της. «Η φωτιά είναι μια ύπαρξη», τους λέει. «Το ίδιο και το νερό».  Είναι ο αρχηγός της αποστολής, ένας ευαίσθητος άνθρωπος που λειτουργεί ως διάμεσος μεταξύ των ορθολογιστών στρατιωτών και του μυστικιστή κυνηγού, που προσλαμβάνει τον Ντερζού ως οδηγό. Μέσα από μια αλληλουχία περιστατικών, βλέπουμε, μέσα από τα μάτια του λοχαγού, να αποκαλύπτεται η απόλυτη επικοινωνία του Ντερζού με το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει.
[…] Ο Ντερζού, τον οποίο υποδύεται εξαιρετικά ο Μαξίμ Μουνζούκ, Σοβιετικοασιατικής καταγωγής, οφείλει τη σοφία του στο απόλυτο δόσιμό του στη φύση. ..


Derzu Uzala (1975)
… Με αυτή την ταινία ο Κουροσάουα αποδεικνύει ότι η ομορφιά έγκειται στην  απλότητα
Ο Ντερζού Ουζάλα δεν είναι μια ακόμη ταινία, είναι μια εμπειρία που σου αλλάζει τη ζωή..
Η ταινία θεωρείται ευρέως ως το πλέον λυρικό αριστουργήματα του Κουροσάουα. Είναι μια ιστορία που εξυμνεί τη συμπόνια, την εμπιστοσύνη, τη φιλία και το σεβασμό μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών μεταξύ τους ατόμων: ενός νομάδα κυνηγού από τη μια και του στρατιωτικού εξερευνητή από την άλλη.

Ντερζού Ουζάλα
Εξαιρετικές οι ερμηνείες τόσο του Γιούρι Σόλομιν στο ρόλο του Βλαντιμίρ, όσο και του Μάξιμ Μούνζουκ στο ρόλο του Ντερζού.





[1] Χρησιμοποιήσαμε υλικό από την ιστοσελίδα: www. http://animusanimus.blogspot.gr/


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου