Η Βερονίκη Δαλακούρα γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και Ανθρωπογεωγραφία στο Μονπελιέ (Γαλλία). Έχει εκδώσει επτά βιβλία με ποίηση και τρία με πεζογραφήματα. Μετέφρασε Γάλλους, Ισπανούς και Άγγλους συγγραφείς και ποιητές. Εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Η τελευταία της ποιητική συλλογή, Καππαδόκες (Εκδόσεις Κουκκίδα 2020), μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Η νέα σας ποιητική συλλογή τιτλοφορείται Καππαδόκες. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;
Οι Καππαδόκες θα ήθελα να διαβαστούν με μία εμβάθυνση όχι μόνο στον τίτλο, αλλά και στο κρυφό περιεχόμενο της κάθε λέξης. Δεν είναι μόνο ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, όπως άλλωστε και όλα όσα προηγήθηκαν, αλλά και μία κατάθεση μνήμης. Οι Καππαδόκες, η άλλη Καππαδοκία, αναφέρονται στην ιερότητα του χώρου, του κάθε χώρου. Από τη μεριά της μητέρας μου κατάγομαι από τη Σμύρνη· εκατοντάδες χρόνια πριν εγκατασταθούν στην Κωνσταντινούπολη, οι πρόγονοί μου ζούσαν στα παράλια της Ιωνίας.
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο; Υπάρχουν προηγούμενα βιβλία σας με τίτλους Πόντιοι και Μικρασιάτες...
Πέρα από την ταύτιση στη συλλογική συνείδηση της έννοιας Μικρασιάτης-Πόντιος-χριστιανός κάτοικος εκείνων των περιοχών μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό, η Καππαδοκία του τότε και του τώρα αποτελεί το σύμβολο μιας ανεξάρτητης θα ’λεγα γης-πατρίδας, όπου η φύση προσδίδει στα πάντα έναν χαρακτήρα μεταφυσικό. Και μ’ αυτό εννοώ μια αίσθηση δύσκολα ερμηνευόμενη με την τρέχουσα λογική. Εξάλλου, η Καππαδοκία διατηρεί ακόμη πολλά στοιχεία ανέγγιχτα από τον χρόνο, και όχι μόνο χάρη στην παρουσία των ζωντανών μνημείων. Όμως σ’ αυτά τα ποιήματα υπάρχουν και άλλα στοιχεία, ίσως κρυπτικά, τα οποία ο αναγνώστης μόνος του θα ανακαλύψει.
Γιατί γράφετε ποίηση; Τι σημαίνει για εσάς η ποίηση;
Γιατί γράφω ποίηση; Γιατί δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά.
Ποιοι ήταν οι ποιητές των οποίων τη γραφή θαυμάζατε και σας ώθησαν να γράψετε κι εσείς;
Στα νιάτα μου με επηρέασε πολύ ο Ανδρέας Εμπειρίκος και ο Νίκος Εγγονόπουλος. Θαυμάζω και αγαπώ τον Γιώργο Σεφέρη. Όμως μεγάλη επίδραση άσκησαν στις ποιητικές μου προσπάθειες οι Γάλλοι συμβολιστές, με πρώτον απ’ όλους τον Ρεμπώ. Σήμερα εξακολουθώ να διαβάζω και να μεταφράζω Γάλλους ποιητές του 20ού αιώνα, όπως ο Ανρί Μισώ. Δύσκολο να μιλήσω, εγώ τουλάχιστον, για επιδράσεις. Ίσως ό,τι κάνω –για την ακρίβεια, προσπαθώ να κάνω– είναι ένας συγκερασμός υπερρεαλισμού και συμβολισμού.
Εκδίδετε τα βιβλία σας από τη δεκαετία του 1970. Ποια είναι η αίσθησή σας για τον χώρο στη διάρκεια των δεκαετιών που μεσολάβησαν; Έχει ανεβεί το επίπεδο σε πεζογραφία και ποίηση στη χώρα μας;
Δημοσιεύοντας ποιήματα από το 1970 και εκδίδοντας το πρώτο βιβλίο το 1972, αρκετά νέα, αν λάβουμε υπόψη τη χρονολογία της γέννησής μου, βρίσκομαι σε αμηχανία: δε θα ήθελα να εκφράσω την άποψή μου για τη σύγχρονη, με την ευρεία έννοια, ελληνική λογοτεχνία. Ναι, ανήκω σ’ αυτήν, αλλά μόνο φύσει. Δεν είμαι κριτικός, διαβάζω πολύ και πολλή λογοτεχνία, αλλά επιτρέψτε μου να μην πω τίποτα περισσότερο.
Άλλωστε, υπάρχουν και Ποιητές που δεν έγραψαν ποτέ ούτε έναν στίχο – και βρίσκονται ανάμεσά μας.
Από τη δική σας εμπειρία από τη Μέση Εκπαίδευση, πώς κρίνετε το γεγονός ότι οι μαθητές, παρόλο που διδάσκονται, δε διαβάζουν ποίηση;
Η εμπειρία μου από τη Μέση Εκπαίδευση με σημάδεψε. Ως μη φιλόλογος, δίδασκα στο Γυμνάσιο της Αγίας Βαρβάρας το μάθημα της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής· πάντα προσπαθούσα, και τύχη αγαθή τα κατάφερνα, να εντάξω στα μαθήματά μου τη λογοτεχνία. Πεζά, ποιήματα, εργαστήρια γραφής, προτροπή των παιδιών να γράψουν και να εκφράσουν με τον δικό τους τρόπο τα κοινωνικά προβλήματα. Το αποτέλεσμα ήταν πάνω από κάθε προσδοκία, ακόμη και σε μαθητές της Α’ Γυμνασίου που δίδασκα Ιστορία. Αρκούσε μια απλή φωτογραφία από το σχολικό βιβλίο ή ένας πίνακας του Γύζη για να αρχίσουν να «μιλούν». Και για πράγματα, πιστέψτε με, πολύ προσωπικά: αυτός δεν πρέπει να είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης ειδικά σ’ αυτή την τρυφερή ηλικία; Επιπλέον, η επαφή των παιδιών με λογοτέχνες που με προθυμία έρχονταν στο 3ο Γυμνάσιο της Αγίας Βαρβάρας άνοιξε ορίζοντες, βοήθησε στην επαφή με το βιβλίο, έκανε τα παιδιά να γνωρίσουν το πρόσωπο της λογοτεχνίας. Θυμάμαι με συγκίνηση την παρουσία του Αντώνη Σαμαράκη, την επαφή του με τους μικρούς και μεγαλύτερους μαθητές, τις συζητήσεις του μαζί τους. Επίσης, και πώς να το λησμονήσω, τον Νίκο Μοσχοβάκο, την παρουσίαση ποιημάτων του από τα παιδιά και τα εύστοχα σχόλιά τους, αλλά και τους αδελφούς Μιχάλη και Παντελή Καλογεράκη, που ποτέ δεν έλειψαν από το πλευρό μας. Η πορεία μου ολοκληρώθηκε στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας. Περισσότερο από 10 χρόνια δούλεψα σ’ ένα σχολικό περιβάλλον που, παρ’ όλες τις δυσκολίες που πολύ συχνά αντιμετωπίσαμε –και όχι εκ μέρους των μαθητών μας, σας διαβεβαιώ!– αναγνωρίζει την προσφορά του Δάσκαλου. Οι εκπαιδευόμενοι, οι άνθρωποί μας, γιατί τους νιώθουμε όλους σαν δικούς μας ανθρώπους, οι οποίοι αποφάσισαν σε μεγάλη ηλικία να συνεχίσουν τις σπουδές τους εργαζόμενοι, παλεύοντας για και με την καθημερινότητα, πλησίασαν στα σχέδια δράσης, στα εργαστήρια λογοτεχνικής γραφής αλλά και στο μάθημα του Κοινωνικού Γραμματισμού τα λογοτεχνικά κείμενα στην αρχή με δέος. Κατόπιν, ακόμη και η «δύσκολη», «ακατανόητη» γι’ αυτούς ποίηση έγινε προσιτή, αγαπητή, πηγή πνοής· τα κείμενά τους, όσα έγραψαν οι ίδιοι, τα κρατώ σεβαστικά. Τα μικρά βιβλία που εκδόθηκαν από τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας Καλλιθέας και Περιστερίου επιβεβαιώνουν ότι αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος προσέγγισης του κειμένου. Μόνο έτσι θα αγαπήσει τη λογοτεχνία ο μαθητής, οποιασδήποτε ηλικίας και προέλευσης, και θα εμπνευστεί με την κυριολεκτική σημασία της λέξης.
Γιατί η ποίηση έχει τόσο λίγους αναγνώστες;
Η Ποίηση που γράφεται, έχει τους αναγνώστες που είχε πάντα, σε όλες τις εποχές. Υπάρχει όμως και μια άλλη ποίηση: αυτή τη βιώνουμε, τη ζούμε. Άλλωστε, υπάρχουν και Ποιητές που δεν έγραψαν ποτέ ούτε έναν στίχο – και βρίσκονται ανάμεσά μας.
Διακειμενικότητα, εκλεκτικές συγγένειες και λογοκλοπή είναι έννοιες που ακούγονται συχνότατα τον τελευταίο καιρό. Πόσο προσεκτικός οφείλει να είναι κάθε συγγραφέας, ώστε το έργο του να μην κινδυνεύει να κριθεί ως προϊόν λογοκλοπής;
Δημιουργήθηκε μια δυσάρεστη κατάσταση τον τελευταίο καιρό. Κάνω έκκληση από εδώ, στους τιμητές και στους ολισθήσαντες, να μη δοθεί συνέχεια, να σταματήσει η οποιαδήποτε υπέρ ή κατά επιχειρηματολογία. Τόσα χρόνια προσπαθώ να κατανοήσω τον μεταμοντερνισμό στη λογοτεχνία και δεν τα καταφέρνω! Άρα και η «διακειμενικότητα» μου είναι ξένη. Όπως και να ’χει, στο κάτω κάτω της γραφής (και κυριολεκτώ!) είναι δυνατόν ένα σφάλμα ή μία ξένη με τα πιστεύω μας θέση, να δημιουργεί τόση εχθρότητα παραβλέποντας το στοιχείο Άνθρωπος;
Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Υπέρτατη αρετή; Αν υπάρχει κάτι τέτοιο, θεωρώ την ταπεινότητα.
Έχετε γράψει διηγήματα, αλλά και βιβλία με ερευνητικό και ιστορικό χαρακτήρα. Γράφετε κάτι καινούργιο αυτό το διάστημα; Έχετε στα προσεχή συγγραφικά σας σχέδια κάποιο βιβλίο άλλης φόρμας πλην της ποιητικής;
Ανεξάρτητα από τη λογοτεχνία, είχα την ευκαιρία πριν από κάποια χρόνια να παρουσιάσω συμπυκνωμένο το περιεχόμενο της διατριβής μου. Η διαρκής έρευνα είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση των βιβλίων Πόντιοι και Μικρασιάτες, καθώς και αρκετές δημοσιεύσεις σχετικά με τους Θάσιους καπνεργάτες, τον Μακεδονικό αγώνα και την Καβάλα. Τα διηγήματά μου είναι ποιήματα εκφρασμένα με άλλο τρόπο. Δεν αποκλείεται να κάνω κάτι καινούργιο, αρκετά διαφορετικό, είναι όμως πολύ νωρίς να μιλήσω γι’ αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου