Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Σωτήρη Ραπτόπουλου : Το τρίτο Βατερλώ

 




Σημείωση του ΟΙΚΟΛΟΓΕΙΝ :  Μέσα από ένα αστυνομικό και αρχαιολογικό (!) αφήγημα, ο Σωτήρης Ραυτόπουλος κάνει μνεία των σχέσεων που υπάρχουν στο χώρο της αρχαιολογίας και της υψηλής διανόησης. Ο τρόπος του είναι μοναδικός, τέτοιος ώστε να καταξιώνει την προσπάθεια κατανόησης των ηρώων του και τη διάθεση χρόνου για την προσέγγιση του κειμένου. Πρόκειται για μια αριστοτεχνική σύλληψη του ακαδημαϊκού και του περί αυτόν στοιχείου, που αξίζει κάθε προσοχή 

 

 

Σωτήρης Ραπτόπουλος, Γρεβενά 05.07.2020 – 30.08.2020 

 Αυτή είναι η 2η ιστορία του Ντετέκτιβ Γιάννη Τζέλου.

Αφιερώνεται στην σκιά του †Ερυθροτερμινθέα, που -ζωντανός- μού την ενέπνευσε...

.....έγραφα στο Γρεβενό, τον Ιούλιο του 2020. 

Κάθε ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα ή καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική. 

Copyright 2020 @ Σωτήρης Γ. Ραπτόπουλος

 

 

1. “Δεν τολμάμε ούτε καν

να μελετήσουμε τις τέχνες των Ελλήνων (...)

διδάσκουμε τους άλλους και

διδασκόμαστε και οι ίδιοι

ό,τι είναι λανθασμένο”

(Πετρώνιος, “Σατυρικόν”)

 

“Έχω κάτι να πώ στην θάλασσα/

Πάρτε με κοντά της το πρωΐ πούναι μονάχη”

(Κώστας Μόντης, “Ποίηση”, 1962)

 

Ο Κορινθιακός το Καλοκαίρι είναι το μεγαλύτερο θαλάσσιο μυστήριο του πλανήτη. Τρεις φορές βαθύτερος από το Αιγαίο, με τα μικρά αλλά σεισμογενή του νησιά, δίνει τροφή στο σώμα και την ψυχή των περιοίκων του από την εποχή του Λίθου. Υπήρξε το επίκεντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας. Υπήρξε το λίκνο της Θηβαϊκής Ηγεμονίας. Ήταν το ορμητήριο του Γιού της Καλογριάς. Καθώς τον κυττάζω από το μπαλκόνι της έπαυλης του Άλκη Πιτιφά, στην Δομβραίνα, καθώς βλέπω μπροστά την πεφκόφυτη παραλία με τους λίγους τουρίστες και ακούω τα ιλιγγιώδη τζιτζίκια, είμαι έτοιμος να του αποδώσω -σε πείσμα της αιγαιακής μου κουλτούρας- και έναν επιπλέον τίτλο: Εκείνον του επίκεντρου του Ελληνικού Καλοκαιριού.

   Ο Άλκης κάθεται στην “καρέκλα του σκηνοθέτη”, ενώ μου νεύει να καθήσω στην διπλανή “σαίζ-λόνγκ”. Τα μυώδη, μαυρισμένα -και σκελετώδη, παρά ταύτα- πόδια του, που προβάλλουν από την κοντή χακί βερμούδα, όπως και ο σκούρος, λεπτός του κορμός, τρόπαια του πρώϊμου θέρους που έχει προλάβει να απολαύσει, δεν προδίδουν ότι έχει μόλις κλείσει την έκτη δεκαετία της ζωής του.  Σκέφτομαι, όπως ατενίζω το τοπίο του σκληρού του προσώπου, ότι αυτά τα δεκαπέντε χρόνια που βρίσκεται εκτός Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, του έχουν κάνει πολύ καλό. Η γυναίκα του είναι ακόμα στο πλευρό του και  αυτός απολαμβάνει την φροντίδα της. Ούτε τεντωμένοι αυχενικοί μύες, ούτε παγωμένα χαμόγελα, ούτε στυλιζαρισμένες εκφράσεις, ούτε ίχνος “τικ”....

   Σχεδόν δεν θα πίστευες, στην πρώτη σας γνωριμία, ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν κάποτε αρχαιολόγος.....

       Στην πλατιά πλακώστρωτη βεράντα, την δίχως κανένα σκιάδι, λουσμένη στο άσπρο φως, ο πεντάχρονος και ο τρίχρονος γιός του παίζουν ένα «ρετρό» επιτραπέζιο παιχνίδι με κάρτες, πούλια και ζάρια. Ο κόσμος των μεγάλων τους φαίνεται τόσο μακρυνός και ακατανόητος, που σχεδόν δεν μπαίνουν στον κόπο να μας παρατηρούν. Επικοινωνούν στην δική τους, χαμηλή συχνότητα, με μία άφατη σοβαρότητα. Πάντοτε αντιμετώπιζα το παιχνίδι των παιδιών ως μία σοβαρή υπόθεση.

     Αντί για την “σαιζ-λόνγκ”, τραβάω την ξύλινη καρέκλα καφενείου, από την άλλη άκρη της βεράντας, και την στήνω απέναντί του, με την ράχη της να τον κυττάζει. Την καβαλάω, και στήνω τα μάτια μου στα δικά του:

           _”Λοιπόν, λέγε. Τί συμβαίνει ;”

Πριν από δεκαπέντε χρόνια που παραιτήθηκε από την Υπηρεσία, ενώ βρισκόταν στο απόγειο της δημιουργικότητάς του, ανασκαφέας μιας σημαντικής μυκηναϊκής θέσης στη Βοιωτία, κανείς μας δεν προέβλεπε ένα ανθηρό μέλλον γι' αυτόν τον επιστήμονα που “κιότεψε” μπροστά στις δυσκολίες... Διαφώνησε με την ηγεσία του Υπουργείου για την Ζώνη Προστασίας του οικισμού που ανέσκαπτε, δημοσίευσε έναν λίβελλο στον ημερήσιο τύπο, και.... φόρεσε λοξά το καπελάκι του και απήλθε!

“Απίστευτο”, είχα πει τότε στην Νάπια, την Αρχαιολόγο -και σύντροφό μου εκείνων των χρόνων.... Δυο χρόνια μετά, είχα κι' εγώ παραιτηθεί από την Υπηρεσία. Και μάλιστα, για παρόμοιο λόγο. Άνοιξα το γραφείο ερευνών, καμμία σχέση δεν ήθελα νάχω “μ' αυτούς”....  Δεν ήμουν εγώ που έψαξα για τον -οκτώ χρόνια μεγαλύτερό μου- Πιτιφά _εκείνος με βρήκε, με εμψύχωσε, μού 'πε πως με καταλάβαινε (εμένα, τον αγώνα μου, αλλά και την διάψευση που βίωνα, την νέα αρχή που επιχειρούσα...). Θέλησε να μου προσφέρει ένα βήμα για να συνεχίσω την έρευνά μου.

     Βλέπεις, ο Άλκης Πιτιφάς είχε κάνει την έξοδό του από την Υπηρεσία, αλλά όχι και “από το Σπόρ” (όπως αποκαλούσε την Αρχαιολογία): Είχε, στο μεταξύ, προωθήσει τα σχέδιά του για την έρευνα. Είχε ιδρύσει τον δικό του εκδοτικό οίκο, την “Νέα Σκαπάνη”, γύρω από τον οποίο εσύστησε έναν δικό του “όμιλο σπουδών”: Επρόκειτο για ένα είδος φροντιστηρίου, “κριτικής επιμόρφωσης και συζήτησης νέων απόψεων” (όπως έλεγε ο ίδιος) για εκείνους που ήθελαν να προχωρήσουν στην διατύπωση των δικών τους απόψεων, οι οποίες, αν και σημαντικές, έρχονταν σε ρήξη με τις κρατούσες απόψεις της ερευνητικής κοινότητας.

   Φυσικά, εγώ δεν δέχτηκα. Είπαμε, δεν ήθελα καμμία σχέση “μ' αυτούς”. Ούτε την δουλειά “τους”. Ούτε “το καλό τους”. Άς πήγαιναν  “στην ευχή”... Όμως, η φιλία μας με τον Άλκη “έδεσε” · η φιλία ανθεί σε δύσκολα εδάφη.

 

Εν τω μεταξύ, και σε πείσμα των προβλέψεων, ο Πιτιφάς κατόρθωσε να είναι δημιουργικός. Ίσως και περισσότερο απ' όσο ήταν στην Υπηρεσία. Είχε ήδη, από τις έρευνες και τις ανασκαφές όπου είχε λάβει μέρος, έναν μεγάλο όγκο αρχαιολογικού υλικού. Άρχισε να εκδίδει σχετικές μονογραφίες, αρχικά μόνον τις δικές του · σιγά – σιγά και άλλων, όχι των γνωστών “ψώνιων” που λυμαίνονταν τον χώρο αυτόν, ζητώντας αναγνώριση, αλλά σημαντικών ερευνητών, εντός και εκτός Υπηρεσίας, που είχαν πέσει σε αφάνεια...

   Να δεις πώς το είχε γράψει εκείνος ο δημοσιογράφος του αρχαιολογικού ρεπορτάζ... “ένας έκκεντρος πόλος εντός του συστήματος της ελληνικής αρχαιολογίας”.... Νομίζω ότι του Πιτιφά του κακοφάνηκε... Εγώ, αντιθέτως, το θεώρησα εύστοχο... Η ταμπέλα του “έκκεντρου πόλου” προστάτεψε τον φίλο μου (κι' ας μην το καταλάβαινε ο ίδιος) από την μομφή του “τρελλού επιστήμονα”, που δεν είναι και πολύ δύσκολο να σου “κολλήσουν” οι “συνάδελφοι”...  Ακόμη, του απένειμε και το “εύσημο” ότι είχε ισορροπήσει μέσα στη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε. Πώς θα το έλεγε ο Χουάν Βιγιόρο ; Ά, ναι!.. “Ένας ηττημένος από την κοινότητα που απαξίωνε, τους κανόνες της οποίας, ωστώσο, κατέληξε να αποδεχθεί”...

    Ο άνθρωπος που κύτταζα μεσ' τα μάτια, ένας άνθρωπος που είχε κατακτήσει δύσκολα την αποδοχή, είχε κάποιον λόγο ν' ανησυχεί. Κι' από εκεί έπρεπε ν' αρχίσω, ώστε να μην καταλήξει η συνάντησή μας σε μια ανούσια κουβέντα “ψυχαναλυτικού” χαρακτήρα...

_ “Εμπρός λοιπόν, λέγε”...

Το πρόσωπο παραμένει σκληρό κι' ανέκφραστο. Ο Πιτιφάς αρχίζει να αφηγείται. Είναι καλός συνομιλητής, και γνωρίζει ότι, κοινοποιώντας μου την υπόθεση που τον απασχολεί, δεν την ανοίγει, απλώς, στην καλόπιστη κριτική ενός αγαπητού συναδέλφου, αλλά και στην ερευνητική πρακτική ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ: Γιάννης Τζέλος, γραφείο ερευνών. Το πάλαι ποτέ στέλεχος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού. Η συνηθισμένη αμοιβή συν τα έξοδα. Δεν πληρώνετε για να λαμβάνετε εκθέσεις ιδεών ή απόψεις. Δεν πληρώνετε για να ακούτε δικαιολογίες. Δεν πληρώνετε για να σας αποδείξουμε τί είναι αυτό που δεν μπορείτε να πληροφορηθείτε. Δεν παραθέτουμε βιβλιογραφία χωρίς συμπεράσματα. 

_”Σε κάλεσα εδώ, γιατί είμαι πολύ μεγάλος, πια, για να κοροϊδεύω τον εαυτό μου για δύο πράγματα: Πρώτον, να του λέω ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Και δεύτερον, να του λέω ότι μπορώ να αντιμετωπίσω το πρόβλημα αυτό μόνος μου”.

Τον αφήνω να συνεχίσει.

_”Πολλά μικρά πράγματα άρχισαν να συσσωρεύονται: Στην αρχή ήταν απλώς διασκεδαστικό. Κάποιος θυμήθηκε την άστοχη εκείνη δημοσίευσή μου για τα βυζαντινά λουτρά της Κωνσταντινούπολης. Μετά από έναν μήνα, κάποιος δημοσιογράφος εκλαϊκεύει αυτό το ανούσιο λιβελλογράφημα στο ένθετο μιας κυριακάτικης εφημερίδας.  Άρχσα να σκέφτομαι: “Τα αρχαιολογικά δράματα ξαναρχίζουν και πουλάνε. Μάλλον θα πάρει μπρος η ιστορία της Αμφίπολης ξανά...”. Δεν ήμουν τόσο κολακευμένος για να πιστέψω ότι η “Σκαπάνη”, που εκδίδει στις μέρες μας γύρω στους δέκα τίτλους κάθε χρόνο, είχε μπει στο στόχαστρο, την στιγμή που η καταξίωσή της είχε αρχίσει να θλίβει και εμένα τον ίδιο... “Γίναμε καθεστώς”, έλεγα από μέσα μου” “.

Έστρεψε τα χέρια του στον ουρανό, με μια κωμική μανιέρα: “Δώστε μου την μάχη! Δώστε μου την κλαγγή των όπλων”!

Συνεχίζω να τον κυττώ στα μάτια. Επιστρέφει στο θέμα του χωρίς χρονοτριβή:

_”Το τρίτο σύμπτωμα ήταν η επιστροφή του κειμένου που συνυπέγραψα με τον ανασκαφέα της νεολιθικής “αγροικίας Β”, τον Λάζαρο Χαλεύγη, από την επιτροπή του Συνεδρίου “Κωπαϊδα και Προϊστορικές εγκαταστάσεις”,  “για διορθώσεις”, όπως μου είπαν... Κατ' ουσίαν, μας “έτριψαν στη μούρη” το άρθρο μας, ως “μη επιστημονικό”... Γνωρίζω τα μέλη της επιτροπής και την μικρονοϊκή τους νοοτροπία: Αυτό το συμβάν, η απόπειρα ευθείας προσβολής στους συγγραφείς του κειμένου, ήταν η “πληρωμή” κάποιου “γραμμάτιου”, η απόσβεση κάποιας οφειλόμενης υποχρέωσης... Έκαναν κάποια εξυπηρέτηση σε κάποιον που ήθελε να με βλάψει σε παραπάνω από ένα επίπεδα. Ο στόχος ήταν διπλός... Να με μειώσουν, και να στρέψουν απέναντί μου τον συνάδελφό μου, αποτρέποντας μελλοντικές συνεργασίες μου μαζί του...

Μπορούσα να δω ότι το πρόσωπό του σκοτείνιαζε. Αλλά κι' ότι δεν είχε φτάσει στην ουσία της αφήγησης ακόμη...

_”Η επίθεση ξέσπασε με την ευκαιρία της “στρογγυλής τράπεζας” ενός συνεδρίου, του συνεδρίου “Αποικίες στον Βόσπορο”... Ξέρεις, έχει εδραιωθεί η πρακτική, να απομαγνητοφωνείται η σχετική συζήτηση και να δημοσιεύεται ως τελευταίο κεφάλαιο του τόμου των Πρακτικών... Εκεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, τρεις νέοι αρχαιολόγοι στράφηκαν κατά της θεωρίας μου ότι η αρχαία Αλίφειρα ήταν ένα πόλισμα  με τον χαρακτήρα του προκεχωρημένου φυλακείου της Βασιλεύουσας, από την πλευρά της Ευρώπης... Ακόμη και στο κείμενο των Πρακτικών, φαίνεται η ειρωνία”...

Σηκώνει τον τόμο από το διπλανό τραπεζάκι. Διαβάζει από μέσα: “Χρειαζόμαστε πιο καθαρές φωνές, που να αντιμετωπίζουν την ιστορία ως πεδίο έρευνας και όχι εφεύρεσης ανύπαρκτων πόλεων, όπως είναι η Αλίφειρα του Άλκη Πιτιφά...”

_Τί ξέρουμε για τους τρεις αυτούς, Άλκη ; Έχουν καμμία σχέση με την Επιτροπή του Συνεδρίου της Κωπαΐδας ; Πληρώνουν κάποια “γραμμάτια” κι' αυτοί ;

Το βλέμμα του σκοτεινιάζει περισσότερο: “Εδώ να δεις... Αυτοί είναι νέοι άνθρωποι, απ' αυτούς που θάπρεπε νά έχουν καθαρό βλέμμα και κρίση.... Σαραντάρηδες ανερχόμενοι, ο Γιώργος Ανέστιος με την νέα έδρα της Κεραμικής της Εποχής του Χαλκού στα Γιάννενα, κληρονόμησε πολύ “υλικό” από ανασκαφές στην Στερεά, αλλά φοβάται να δημοσιεύσει και “την παλεύει” με αρθράκια και πρόδρομες ανακοινώσεις · ο Γιαβής Μαλέ με την “Πολεοδομική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης”, αξιόλογο έργο αν δεν είχε την μανία να αποδείξει ντε και καλά ότι οι “εθνοτικές ομάδες” είχαν συγκεκριμένη θέση στον πολεοδομικό ιστό · ο Ωγάς Ρημέγας με την θεωρία του για την άμυνα της Βασιλεύουσας και τον ειδικό ρόλο των στρατιωτικών σωμάτων και των πόλεων στην οργάνωσή της. Δεν έχω ικανό κανέναν τους να προχωρήσει σε τέτοια επίθεση από δική του προαίρεση -πόσο μάλλον από στοιχεία της δικής του έρευνας! Αυτοί στρατεύθηκαν εναντίον μου. Από ποιόν ; Τους έταξαν κάτι ; Τους κούρδισαν με κάποια επιχειρήματα ;  Τους έδωσαν ένα ερευνητικό παιχνίδι να παίξουν ; Ποιός ξέρει... Νοιώθω σαν να βρίσκομαι στην αρχή αυτού του αγώνα της καταξίωσης, σαν να μην προηγήθηκε όλη αυτή η ερευνητική και εκδοτική πορεία τα τελευταία χρόνια.... Ναι, το ξέρω, δεν ήμουν ποτέ το “καλό παιδί”... Αλλά αυτό δεν ερμηνεύει αυτή την συντονισμένη επίθεση σ' αυτό το χρονικό σημείο.... Πρέπει να μάθω τί συμβαίνει, τί κρύβεται πίσω από την ιλαρότητα αυτής της επίθεσης...”

Ήξερα πολύ καλά τί εννοούσε ο Πιτιφάς. Είχε μεγαλώσει χωρίς οικογένεια, χωρίς σύντροφο και παιδιά. Ναι, είχε πολλά άλλα ενδιαφέροντα πέρα από την Αρχαιολογία, αλλά είχε ζήσει στο πετσί του τις επιθέσεις στις απόψεις του από πολύ νωρίς, δίχως την ασπίδα κάποιου “δια βίου” συμμάχου...

  Πίσω από το αγέρωχο και σκληρό βλέμμα, ο Άλκης Πιτιφάς ήταν αυτό που είμαστε όλοι μας: Ένας πολεμιστής που θάθελε να ξέρει πότε θα μπορούσε να κρεμάσει τα όπλα του και να αισθανθεί ασφαλής στο καθιστικό του. Το ότι η στιγμή αυτή δεν είχε φθάσει ακόμη τον έκανε ανήσυχο. Δεν ήθελε να το κρύψει. Δεν έπρεπε να το κρύψει...

Κάνω δύο διαδοχικά νεύματα με το κεφάλι: Το ένα προς τα μέσα, προς την κουζίνα, όπου η Ελένη Πιτιφά ετοιμάζει το μεσημεριανό μας. Το δεύτερο προς τα παιδιά, που διαισθάνονται ότι μιλάμε για κάτι σοβαρό, και έχουν στρέψει -για λίγο, μόνον- το βλέμμα προς το μέρος μας.

_”Θα πίστευα ότι αυτή η ευτυχία, που σού ήρθε ανέλπιστα και σε ανέλπιστη στιγμή, θα σε έκανε να βλέπεις όλες αυτές τις επιθέσεις αφ' υψηλού”....

Μού αντιγυρίζει το επιχείρημα:

_”Όπως τις είδες κι' εσύ, μετά από την επίθεση των συναδέλφων σου, που έστρεψαν εναντίον σου την χήρα του πρώην συνεργάτη σου ;”

 

Καταλάβαινα τί ήθελε να πει. Είχα αιώνες ολόκληρους να δεχτώ ένα πραγματικά επαινετικό σχόλιο και να νοιώσω την έξαψη της δημιουργικότητας που αυτό γεννά... Όλοι όσοι έχουμε περάσει από αυτόν τον χώρο έχουμε ντοπάρει τους εαυτούς μας να μην περιμένουμε τέτοιες ανταμοιβές.  Να διαγράψουμε την λέξη “αναγνώριση” από το λεξικό μας... Κι' όμως... Να που έχουν πάλι (ακόμη και στην εποχή του Κορωνωϊού, με τα μισά συνέδρια αναβεβλημένα για του χρόνου - πράγμα που σημαίνει με τις μισές αρένες παρκεταρισμένες ώστε να μην μυρίζουν από το αίμα των αντιπάλων) -να που έχουν πάλι εξαπολύσει τις περιπόλους τους...

Αυτός όμως πάλεψε, έλαβε αναγνώριση, κέρδισε ένα μέρος από το παιχνίδι που φαινόταν χαμένο... Και τώρα αναρωτιόταν τί ακριβώς ήταν αυτό που είχε κερδίσει.

Ο αγώνας συνεχιζόταν. Ο Άλκης δεν ήταν ηττοπαθής.

Από την άλλη μεριά, γι' αυτό ακριβώς με είχε καλέσει. Για να οργανώσει την άμυνά του. Δεν μπορούσα να μην το καταλάβω.

 

_”Δεν το συζητάω ποτέ, ούτε με την Ελένη, ούτε με κανέναν, αλλά έχω δυό αταβιστικά αγκάθια στα πλευρά μου. Δυό τραύματα της Παιδείας μου. Δυο διασυρμούς. Δυό Βατερλώ. Το πρώτο συνέβη στο Λύκειο, στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα. Ο γέρων Αρχαιοελληνιστής μας είχε υποφέρει από εμένα. Δεν μπορούσε να με “πιάσει” από πουθενά. Να μού βρεί το παραμικρό λάθος, μέχρι και “χτενίζοντας” τις οξείες και τις βαρείες.... Δεν μπορούσε να βρει μία περίπτωση να μου κοκκινίσει το γραπτό...  Και κάποια μέρα, λίγο πριν το τέλος της χρονιάς, τσουπ! Κοτσάρω μια περισπωμένη ναααα στο “ανδράσι”, την δοτική πληθυντικού του “ανήρ”... Με διέσυρε σ' όλο το σχολείο και ακόμα παραπέρα, βγάζοντας το άχτι του... Μέχρι και οι κοπέλες στα καλοκαιρινά πάρτι μου το κοπανούσανε, κι άς μη  ξέρανε, μέχρι τότε, ότι η λέξη οξύνεται...  Και αργότερα, πτυχιούχος Αρχαιολόγος πια, όταν συναντούσα παλιό συμμαθητή, το πρώτο πράγμα που του ερχότανε στον νού ήταν το “ανδράσι”...

  Το δεύτερο, ήταν στις εξετάσεις επί πτυχίω στην Σχολή. Στην Νομισματική μάς “έπεσε” το θέμα “Νομισματικές Κοπές του Αλεξάνδρου του Γ'”... Δεν γνώριζα ότι ο Αλέξανδρος ο Γ' ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος, και έτσι έδωσα απάντηση μισής παραγράφου ενώ θα μπορούσα να γράψω δυόμιση σελίδες... Θυμάμαι ακομη το μπλαζέ ύφος του καθηγητή, όταν παρέδωσα το γραπτό με σκυφτό κεφάλι... Δεν ξέρω πως διαδόθηκε -από τον ίδιο τον καθηγητή ; Από τους βοηθούς του ; - αλλά το γραπτό μου απέδωσε το καλύτερο “δίδαγμα” της τρίτης εξεταστικής εκείνης της χρονιάς: “Τί να την κάνετε την εμβριθή γνώση της Μακεδονικής Νομισματικής , όταν αγνοείτε βασικά πράγματα -όπως το επίσημο όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου ; “

  Τα αφηγείτο με το πιο άνετο ύφος της αγοράς... Ήταν ένας ευγενής των γραμμάτων, ένας μπον βιβέρ της γνώσης -αλλά, στον πυρήνα του, ένα λαϊκό παιδί που βίωνε την ήττα ως ένα κοινωνικό στίγμα. Αλλά τουλάχιστον έπρεπε να του αναγνωρίσω ότι δεν θα παραδινόταν δίχως έναν αξιοπρεπή αγώνα :

_”Γιάννη, αυτό που θέλω να σου πω είναι ότι συλλαμβάνω την οσμή  ενός ακόμη άτσαλου πλήγματος, ενός ακόμη τραύματος, ενός Τρίτου Βατερλώ. Ναι, είμαι ερευνητής, θάπρεπε να ξέρω τους εχθρούς μου το ίδιο καλά με το ερευνητικό μου αντικείμενο -ή, ορθότερα, θάπρεπε να τους έχω ήδη κατανείμει σε μια ακολουθία επικινδυνότητας, ως ένα ειδικό αντικείμενο της έρευνάς μου... Αλλά υπάρχει μια ομίχλη που δεν μου επιτρέπει να δώ τίποτε, δεν μου επιτρέπει να δώ τα πράγματα με διαυγή νου....”

 “...γι' αυτό σε κάλεσα. Θέλω να αναλάβεις αυτή την έρευνα. Να βρεις ποιος κρύβεται από πίσω από την επίθεση αυτήν. Θα σου δώσω όλα τα στοιχεία που έχω μαζέψει”...

Χάνεται για λίγο μέσα στο σπίτι και επιστρέφει μ' έναν φάκελλο στο χέρι. Το πρόσωπό του έχει, μέσα σε δευτερόλεπτα, ηρεμήσει ξανά...  Δεν κάνει καν τον κόπο να με ρωτήσει αν δέχομαι να αναλάβω την υπόθεση, παρ' όλο που βλέπει, είμαι σίγουρος, το διστακτικό μου βλέμμα.

_”Η Ελένη λέει ότι τα γεμιστά είναι έτοιμα... Να φάμε καλύτερα στην πίσω βεράντα, που έχει δροσιά. Τί λές ; Δεν είναι το ιδανικό πιάτο για ένα παραθαλάσσιο γεύμα ;”

 

2. “Γαμώτο, η ζωή είχε

πιο ενδιαφέροντα πράγματα

από τις τραγωδίες των

υποσημειώσεων”

 

“Εδώ, τα πάντα είναι

αποτέλεσμα συνομωσίας.

Οι απλές αλήθειες

δεν είχαν ποτέ  καμμιά τύχη”

 

(Χουάν Βιγιόρο, “Ο Μάρτυρας')

 

Οδήγησα πίσω στην Αθήνα αργά το απόγευμα, προτιμώντας τον δρόμο μέσα από τις Ελευθερές και τα Δερβένια. Μια αθέατη, υποπροαστιακή επαρχία, ανύποπτη για το κοντινό μεγαθήριο της πρωτεύουσας, μια συνοριακή χώρα μεταξύ Αττικής, Βοιωτίας και Μεγαρίδας, με τα κάστρα της και τους Ιερούς Όρους. Κάποτε είχα βάλει ένα στοίχημα με τον Άλκη, ότι σε μια πενθήμερη επιφανειακή έρευνα σ' αυτή την περιοχή θα ανακάλυπτα τουλάχιστον έναν αρχαίο “όρον”, μια ενεπίγραφη δήλωση των ορίων ενός τεμένους ή μιας επικράτειας -και έχασα το στοίχημα για μία μόλις μέρα -ανακάλυψα τον “όρον” την έκτη μέρα της έρευνας ! Και ο -τσαντισμένος- Άλκης επέμενε να κεράσω τις μπύρες του στοιχήματος !

Ο Άλκης Πιτιφάς ήταν το είδωλό μου για καιρό. Ή μάλλον όχι: Ήταν το ευρισκόμενο σε μέση απόσταση ουράνιο σώμα μεταξύ της σφαίρας της φιλίας και της σφαίρας του θαυμασμού. Ένας επιστήμονας που δεν προλάβαινες να μπεις στη διαδικασία να τον ζηλέψεις, γιατί εν τω μεταξύ απορροφούσες την γνώση που παρείχε. Ένας φίλος που δεν θα σού παραχωρούσε εύκολα το δικαίωμα να συμμετέχεις στους αστεϊσμούς, αλλά θα το έκανε, κάποια στιγμή, με αυτοκρατορική μεγαλοπρέπεια, εάν έκρινε ότι δικαιούσουν αυτό το τρόπαιο.

Ακριβώς γι' αυτό τον λόγο με ενοχλούσε τόσο πολύ αυτό το νέο “ορόσημο απόρριψης” που είχε αναδυθεί στον ορίζοντά του... “Για στάσου”, σκέφθηκα, όπως ατένιζα τους χαμηλούς ελαιώνες της ακτογραμμής του Κορινθιακού, “αν αυτός έχει ένα θέμα τέτοιου μεγέθους με τα ανάξια λόγου κωλόπαιδα που τον κριτικάρουν, τότε εμείς, τόσο λιγότερο άξιοι απ' αυτόν, θα πρέπει να παραδοθούμε αμαχητί στα νέα ήθη ;”

Θά πρεπε, όμως, να παρατήσω σύντομα αυτήν την αφ' υψηλού ματιά, αν ήθελα πραγματικά να βοηθήσω τον φίλο μου, και να μην μετατρέψω την έρευνά μου σε καναπέ ψυχαναλυτή.  Ναι, ίσως τελικά το πρόβλημα να μην ήταν τόσο σημαντικό όσο το έβλεπε αυτός, αλλά η διαίσθησή του τον είχε βοηθήσει να λύσει ένα σωρό επιστημονικά προβλήματα, κι' ήταν αυτή που επιστράτευε τώρα: Το πρόβλημα “θα γινόταν” μεγαλύτερο στο εγγύς μέλλον.

“Στο κάτω-κάτω”, σκεφτόμουν, “η απόρριψη στο επαγγελματικό πεδίο είναι συγκρίσιμη με την απόρριψη στον κοινωνικό στίβο. Η απόρριψη από μία γυναίκα σε έναν δεσμό δεν είναι ανάλογη με την απόρριψη από την επιστημονική κοινότητα ; Υπάρχει κάποιο κριτήριο που να καθιστά ηθικά αποδεκτή, ή έστω αισθητικά αποδεκτή, την μία ή την άλλη περίπτωση ; Ποτέ και πουθενά!” Θυμήθηκα ότι η συνήθειά μου να απαντώ αμέσως στις κριτικές που διατυπώνονταν στις θεωρίες μου, δημιουργούσε πάντοτε αποστροφή και έκπληξη στους επιστημονικούς μου αντιπάλους: Το να σηκώνεσαι όρθιος και να απαντάς αποδεικνύεται αδιανόητο για τους ναρκισσιστές, που θεωρούν την κριτική τους ως πεμπτουσία της επιστημονικής πρακτικής...

'Ομως ο Άλκης δεν είχε αρχίσει να οργανώνει την αντεπίθεσή του · όχι πριν αρχίσει να την καταλαβαίνει, πριν γνωρίσει την παθογένειά τους.

Αυτή ήταν η λέξη – κλειδί: Η παθογένεια. Να από που έπρεπε να ξεκινήσω: Να χωρίσω τους επιστημονικούς αντιπάλους τους Άλκη σε κατηγορίες. Να τους ταξινομίσω. Να φτιάξω τους πίνακες των τυπολογικών τους χαρακτηριστικών!

Αλλά η σκέψη δεν με ενθουσίαζε καθόλου. Ούτε η τιμωρία μου για τα κρίματά μου του παρελθόντος δεν ήταν επαρκής εξήγηση για την νέα μου “επιστροφή”, μετά την υπόθεση της δολοφονίας Συνερκά, σε μια αρχαιολογικού ενδιαφέροντος υπόθεση.... Ο αφιλότιμος ο Πιτιφάς με έσυρε στην αποδοχή του δικού του ερευνητικού μοντέλου, και να δεις που κάπου θα το διασκέδαζε κιόλας...

_ “Τί τα θέλω κάθε φορά και μπλέκω μ' αυτούς”, είπα φωναχτά μέσα στο σούρουπο. Σε λίγο έφθανα στον Σκαραμαγκά. Το κόκκινο του δειλινού έσμιγε με το κόκκινο του πετρελαίου των διυλιστηρίων. Σε λίγο θα πρόβαλε το Ιερό της Αφροδίτης και το Μοναστήρι του Δαφνίου. Η πόλη με αγκάλιαζε ήδη σαν τις στοίβες μιας θεόρατης αμοιβάδας...

 

Το φεγγάρι ήταν στη χάση του, αλλά γέμιζε με φώς τον παλιό λιθόστρωτο πεζόδρομο της γειτονιάς μου. Στο γραφείο της Αχαρνών, κάτω από την μπακλαβαδωτή τζαμαρία που κυττούσε στον ακάλυπτο, πήρα τα καθιερωμένα δύο ντεπόν με μισό ποτήρι νερό, και άπλωσα πάνω στην φθαρμένη μοκέτα τους φακέλους. Τους άνοιξα, και διαίρεσα το περιεχόμενο του κάθε ενός απ' αυτούς σε τρεις ή τέσσερεις ενότητες. Δημιουργήθηκαν δεκάξι υποσύνολα, οργανωμένα γύρω από πέντε χαλαρές ενότητες-φακέλους, απλωμένα σε μια επιφάνεια δέκα τετραγωνικών μέτρων: “Ο αστερισμός της έρευνας”... Ήμουν για γέλια και για κλάμματα. “Γιατί το κάνεις αυτό ;” έλεγε μια φωνή μέσα μου. “Κάτσε μια ωρίτσα, σκανάρισε τα ντοκουμέντα, και κάνε το ίδιο πράγμα στην επιφάνεια εργασίας του υπολογιστή σου”. Ήταν μάταιο. Το ήξερα πολύ καλά ότι θα πορευόμουν με τον ίδιο τρόπο που έμαθα από τα φοιτητικά μου χρόνια. Ήταν το δικό μου “σπέϊς”, ο μόνος χώρος που αντιλαμβανόμουν, η μόνη Γεωγραφία της έρευνας που μού έκανε αίσθηση.

  Ήδη, μετά τις δέκα το βράδυ, είχα καταλήξει, στον μεγάλο υαλοπίνακα του τοίχου απέναντι από την τζαμαρία, στον εξορθολογισμό των κινήσεων που θα ακολουθούσα...  Στο κέντρο του πίνακα είχα γράψει με χοντρό, μαύρο μαρκαδόρο:

 

ΠΙΘΑΝΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΑΛΚΗ ΠΙΤΙΦΑ

Στο αριστερό άκρο οδηγούσε το πρώτο βέλος:

1.ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΑΝ

   ΜΕ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΠΙΤΙΦΑ

Λίγο δεξιότερα, οδηγούσε το δεύτερο βέλος:

                                                          2.ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ ΜΕ ΚΟΙΝΟΥΣ

                                                             ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ

                                                             ΜΕ ΤΟΝ ΠΙΤΙΦΑ    

Και τέρμα δεξιά, οδηγούσε το τρίτο βέλος:

                                                                          3.ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ ΜΕ

                                                                             ΒΑΘΥΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ

                                                                             ΑΝΤΙΖΗΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΝ

                                                                             ΠΙΤΙΦΑ

Τί πιθανότητες υπήρχαν να είναι το σχήμα αυτό λειτουργικό ; Ένας θεός ήξερε. Έπρεπε να αποκλείσω όλες τις αντιπαλότητες που κινούνταν στο όριο του γραφικού και του γελοίου. Αυτό θα  γινόταν όχι γιατί ένας φαιδρός αντίπαλος είναι λιγότερο επικίνδυνος, αλλά διότι η συνομοταξία του είχε ήδη “καεί”, είχε εκτεθεί σε κύματα ολόκληρα απόρριψης και λοιδωρίας, καθώς η αρχαιολογική πιάτσα περιμένει τις γραφικότητές της στην πρώτη μετά το Πανεπιστήμιο γωνία, για να δοκιμάσει επάνω τους την καυστικότερη χολή της. Ακόμη, έπρεπε να αποκλείσω από την δική μου έρευνα τα τρία μέλη της Επιτροπής του συνεδρίου “Αποικίες στον Βόσπορο” που στράφηκαν κατά του Πιτιφά: Αυτοί είχαν ήδη πάρει ανοιχτά θέση απέναντί του -άν υπήρχε κάποιο μυστήριο, αυτό ήταν το κίνητρό τους. Γι' αυτούς είχε ήδη ερευνήσει ο Άλκης, ό, τι στοιχείο είχε συλλέξει αυτός “έδειχνε” σε άλλες κατευθύνσεις, και ήδη είχε εξαντληθεί σε ασαφείς υποψίες για κάποιες επαφές που διατηρούσαν με “αυτούς που τους στράτευσαν”, όπως υποστήριζε...

Ποιοί λοιπόν “στρατολογούσαν” αρχαιολόγους κατά συναδέλφου τους -αν όντως έτσι είχε το πράγμα ; Σύντομα κατέληξα σε τρεις “ενδιαφέροντες για την έρευνά μου” τύπους, όπως τους περιέγραψα,  έναν για κάθε μία από τις παραπάνω κατηγορίες:

Πρώτα-πρώτα, ο Χάρης Επιμενίδης: Ο Αρχαιολόγος αυτός είχε ένα “χούϊ”, για το οποίο είχε σχολιασθεί (χαμηλόφωνα, είναι η αλήθεια) στον “χώρο”: Το “χούϊ” ήταν η έκδοση βιβλιοκριτικών, στην οποία είχε επιδοθεί με υπερβάλλοντα ζήλο, από την πρώτη στιγμή που συνειδητοποίησε ότι ο λόγος του “μετρούσε” στην πιάτσα (και όντως μετρούσε, χάρις στην σπουδαία μονογραφία του για τις αρχαίες κώμες των νήσων του Αιγαίου). Μπορεί να κινούσε τα μειδιάματα, αλλά όλοι ήταν προσεχτικοί να μην το παρακάνουν, διότι άμα σε έπιανε η γλώσσα του (ή η γραφίδα του) την είχες άσχημα.

Μια βιβλιοκριτική του Επιμενίδη σε κάποιον άλλο αρχαιολόγο για ζητήματα αρχαίας τοπογραφίας του Βόσπορου είχε κινήσει την προσοχή του Πιτιφά: Δεν στρεφόταν κατά του ίδιου του Άλκη, αλλά η θεματολογία ήταν παρόμοια, και οπωσδήποτε η κυρίαρχη τάση ήταν να απορρίπτει τα συμπεράσματα για τοπογραφικά ζητήματα που “δεν του φαινόταν τεκμηριωμένα”. Αυτό θύμιζε στον Άλκη (αλλά και σ' εμένα) το modus της πρόσφατης επίθεσης, που αφορούσε την πόλη Αλίφειρα...

  Μετά, ήταν η Ελένη Μελαχροινίδου, η πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής του Συνεδρίου για την Αρχαιολογία των Αιολίδων νήσων. Αυτό το Συνέδριο το είχε ιδρύσει ο Πιτιφάς, είχε “εκχωρηθεί” στο νεοσυσταθέν Πανεπιστήμιο Πύλου από την Υπηρεσία μόλις ο Άλκης παραιτήθηκε, και οπωσδήποτε η πρόεδρος δάγκωνε τα χείλη της κάθε φορά που της υπενθύμιζαν την οφειλή της στον ιδρυτή του... Πόσο μάλλον που ο Πιτιφάς είχε αποφύγει να “σηκώσει το γάντι” όταν εκείνη τον εγκάλεσε με επιστολή της ότι “σφετερίζεται τον μόχθο του έργου του Πανεπιστημίου της”. Είναι αλήθεια ότι θυμόμουν ότι ο Άλκης την απεκάλεσε “η αρχαιολόγος των δύο υποσημειώσεων”, αλλά, προς τιμήν του, αυτός ο χαρακτηρισμός δεν διαδόθηκε πέραν της προσωπικής μας επαφής.

    Τρίτος, ο Λεωχάρης Δημητρούδης, ο οποίος είχε υποστεί ένα μεγάλο προσωπικό “κάζο”, το οποίο απέδιδε στον Πιτιφά. Είχε σηκωθεί να τον αντικρούσει, μέσα σε μια κατάμεστη αίθουσα συνεδρίου, επιχειρώντας να απορρίψει το επιχείρημα του Άλκη περί της μετατροπής ενός χώρου μοναστηριακού συγκροτήματος σε λουτρώνα, ισχυριζόμενος ότι κάτι τέτοιο δεν μαρτυρείται πουθενά αλλού. Ο Πιτιφάς τον αντέκρουσε αυτομάτως, δίνοντας όχι ένα, αλλά τρία παραδείγματα παρόμοιων μετατροπών, αφήνοντάς τον άπνου... Το ίδιο βράδυ, τσακώθηκε τόσο άσχημα με την σύζυγό του για “την κακή του ιδέα να τα βάλει με τον συνάδελφό του”, που δεν τα ξαναβρήκανε ποτέ ξανά... Δεν είναι πολύ πιθανόν να χρέωνε στον φίλο μου το διαζύγιό του ;

   Και οι τρεις περιπτώσεις έχρηζαν διερεύνησης. Και με τους τρεις συναδέλφους του Πιτιφά έπρεπε να συναντηθώ. Με ποιό πρόσχημα ; Με ποια τακτική ; Με ποια μέθοδο προσέγγισης ; Πάλι καλά που είχα «κατεβάσει» το σάϊτ του ντετέκτιβ, ήδη από τις ημέρες που ήρθαν οι πρώτες μου επιτυχίες στον χώρο της ιδιωτικής αστυνομικής έρευνας… Έτσι, δεν κινδύνευα και πολύ να «καρφωθώ» ως μέλος του τωρινού μου συναφιού. Θα ενεργούσα με την παλιά μου επαγγελματική ιδιότητα… Έκλεισα τα φώτα και άνοιξα τον ανεμιστήρα που έβλεπε στον καναπέ. Θα κοιμόμουν εκεί, και το πρωϊ θάρχιζα τα τηλεφωνήματα. “Ανάθεμά σας αρχαιολόγοι. Θα με αρρωστήσετε πάλι”, σκέφθηκα.

 

Στην Βραυρώνα το Καλοκαίρι δεν ξηραίνει ποτέ τους βάλτους που περιβάλλουν τον αρχαιολογικό χώρο του ναού της Αρτέμιδος. Οι μυρωδιές της γης είναι έντονες, αλλά, τουλάχιστον, καμμιά απ' αυτές δεν προδίδει χημικά λιπάσματα και επιβάρυνση του υδροφόρου ορίζοντα με φυτοφάρμακα. Η σήψη είναι ελεγχόμενη. Η μετατροπή των οικισμών σε τουριστικούς θύλακες δεν έχει προχωρήσει -τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα ήθελαν οι κτηματομεσίτες, οι εργολάβοι και οι ενοικιαστές καταλυμάτων. Δεν πάνε δυο χρόνια από την στιγμή που, γεμάτοι συγκίνηση οι ανασκαφείς, έβγαλαν μέσα από το νερό τα -άριστα διατηρημένα- ξύλινα αναθήματα της θεάς...

   _“ Όχι, κύριε Τζέλο, δεν κατάγομαι από την Βραυρώνα. Ούτε κι' από κάποιο άλλο μέρος της Αττικής. Είμαι Μακεδόνας, πάππου προς πάππου. Αλλά, βλέπετε, είμαι ένας επαγγελματίας “μέϊν-στρημ” ”...

  Ο Επιμενίδης, που είχε δεχθεί να με δει μια μέρα μετά, στο σπίτι του στην Βραυρώνα -ένα παλιό μονόροφο σπίτι με παλιά κεράμωση, το οποίο ήταν διαμορφωμένο στο εσωτερικό του σε “έξυπνο” ενεργειακό μειωμένης εντροπίας- καθόταν στο κλιματισμένο σαλόνι με το μάλλον υπερβολικό λευκό φως και το σπορ λευκό κουστούμι -δυο μεγέθη μεγαλύτερο από το “γεμάτο” σκαρί του...  Λιγο μετά τα σαράντα του, ήταν η ομιλούσα εικόνα του επιτυχημένου αρχαιολόγου νέας γενιάς.

  _ “...Διάλεξα να σταδιοδρομήσω στην Αττική. Επέλεξα να εξειδικευθώ στην αττική κεραμεική. Διάλεξα να εργασθώ, παράλληλα με την Υπηρεσία και πληρώνοντας όλους τους φόρους που μου αναλογούν, σε ιδιωτικά πρότζεκτ. Επέλεξα να “κρυφθώ” σ' ένα ακριβό ενδιαίτημα, μασκαρεμένο σε παραδοσιακή αγροικία -δεν μου βγήκε σε κακό στην περίοδο του εγκλεισμού λόγω Κορωνοϊού... Αλλά παραμένω λάτρης του αυθεντικού: Τα ζαρζαβατικά που καταναλώνω καλλιεργούνται στο διπλανό αγρόκτημα, τα πεπόνια μου προέρχονται από το κτήμα δίπλα στο Αρτεμίσιο, δεν έχω κανέναν λόγο να σας κρύψω ότι είμαι περήφανος που είμαι μέσα σ' όλους τους στόχους που έχω θέσει στον εαυτό μου”.

   Με κύτταξε μ' ένα πονηρό χαμόγελο: “Μην νομίσετε, όμως, ότι όλα αυτά κερδήθηκαν χάρις σε υποχωρήσεις που δέχθηκα να κάνω: Αντιθέτως, όλ' αυτά κερδήθηκαν όταν έγινε κατανοητό ότι  δ ε ν  είμαι διατεθειμένος να κάνω “εκπτώσεις” στις θεωρίες μου”.

  Το γεγονός ότι είχε δίκιο, δεν τον έκανε συμπαθή στα μάτια μου... Δεν πίστευα ότι λέει κάτι που δεν 'ισχυε, αλλά, από την άλλη πλευρά, εάν είχα παραμείνει σ' αυτόν τον χώρο, θα προειδοποιούσα τους νεώτερους συναδέλφους μου για τον Επιμενίδη : “Προσοχή – χρήσις εργαλειακή!”

  _ “Ομολογώ, κύριε Τζέλο, ότι με εντυπωσίασε η πρόταση εργασίας σας. Δεν έχω ξανακούσει κάποια παρόμοια πρόταση: “Μοτίβα στην θεωρία της Μνημειακής Τοπογραφίας και εξέλιξη της έρευνας”... Θάθελα να ήμουν εγώ ο πρώτος που θα τόχε σκεφθεί... Θα θέλατε να μου αναφέρετε κάποια στοιχεία, κάποια ονόματα στην βιβλιογραφία, από που τέλος πάντων συλλάβατε την ιδέα γι' αυτήν την έρευνα” ;

   Εδώ ήταν το σημείο που ο Επιμενίδης θα με ξεσκέπαζε, και θα αντιλαμβανόταν τον αληθινό στόχο της έρευνάς μου ; Σίγουρα θα είχε καταλάβει -τόξερα πριν καν εμφανισθώ στο ραντεβού μας- ότι η έρευνά μου στόχευε σε κάτι διαφορετικό από την απλή “διεπιστημονική” προσέγγιση ενός αρχαιολογικού θέματος. Ήλπισα ότι η προετοιμασία μου ήταν καλή.

     Έβγαλα από τον χαρτοφύλακά μου το δακτυλόγραφο δεκασέλιδο, σε κόλλες Α4, σηκώθηκα από την καρέκλα μου, και του το έδωσα:

      _”Εδώ θα δείτε την πρώτη μορφή του “ντραφτ”, μαζί με υποσέλιδες σημειώσεις, αλλά και συγκεντρωτικό βιβλιογραφικό πίνακα στο τέλος... Ξεκινώ από την πρώτη μεταπολεμική γενιά των ερευνητών, τον Ρόστοβτσεφ, την Γκρέϊς, την Γουϊλ -και περνώ στα τέλη του εικοστού αιώνα: Στον Ρέγκερ, στον Γουόρντ, στον Εράρντ... Νομίζω ότι ο παράγοντας της γραπτής μαρτυρίας σταδιακά υποχωρεί μπροστά σ' εκείνον της οργανωμένης επιφανειακής έρευνας, και πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρξει ένας νέος τυποποιημένος τρόπος αναφοράς στα καινούρια κριτήρια, που θα προτάσσεται κάθε νέας εργασίας”.

   Ο Επιμενίδης φυλλομέτρησε για λίγα λεπτά το πόνημά μου, και εγώ δεν είχα παρά να ελπίζω ότι -εν μέρει, τουλάχιστον- “το έχαψε”... Αν, βέβαια, ήθελα να βγάλω κάποια άκρη από αυτόν τον επαγγελματία λιβελλογράφο...

   _”Θα το δω με μεγαλύτερη προσοχή αργότερα” είπε, δίχως ν' αλλάξει το παιγνιώδες του ύφος... “Εντούτοις θάθελα να μου λύσετε μία ακόμη απορία: Εσείς έχετε χρόνια να ασχοληθείτε με την αρχαιολογική έρευνα -ναι, θυμούμαι την εργασία σας για την νήσο Υπήκενο- γιατί επανέρχεσθε τώρα με κάτι τόσο φιλόδοξο ;”

  Ήμουν έτοιμος και γι' αυτό. Άνοιξα την δεύτερη τσέπη του χαρτοφύλακα, και του έδειξα την ανακοίνωση του επιδοτούμενου “πρότζεκτ” / “σάμμερ σκουλ” στην Κρήτη για το επόμενο Καλοκαίρι: Ένα “καμπ” με ελεύθερο θέμα, αλλά με παραμέτρους μέσα στις οποίες βρισκόταν και το αντικείμενο της Μνημειακής Τοπογραφίας.

    _ “Ήρθα σ' εσάς γιατί μου λείπει το κομμάτι το σχετικό με την τελευταία βιβλιογραφία -ακριβώς γιατί έχω χάσει τις τελευταίες εξελίξεις στον χώρο. Άν είχατε κάποιες ιδέες προς τα που να στέψω την προσοχή μου, αυτό θάταν ευπρόσδεκτο. Εάν, πάλι, θα θέλατε να συμμετάσχετε κι' εσείς ο ίδιος στο “σάμερ σκουλ”, καμμία αντίρρηση: Υπάρχει χώρος για πολλούς, το πρότζεκτ έχει καλά λεφτά... Γιατί να το κρύψω ; Στόχος μου είναι να κάνω εγώ την καλύτερη δουλειά που μπορώ, κι' όχι να αποκλείσω άλλους από αυτήν...”

          Ήδη  το βλέμμα του άλλαζε, μπορούσα να το διακρίνω: Αντιμετώπιζε την ιδέα ως πειστική. Πρόβαλα το ζήτημα “χρήματα”, μαζί με την εικόνα του σοβαρού ερευνητή. Θα συνέχιζε να είναι καχύποπτός, αλλά, τώρα, ίσως να μιλούσε λίγο. Κι' εγώ ήμουν έτοιμος να συνάγω “εξ όνυχος τον λέοντα”...

       _“Ωραία λοιπόν”, είπε τελικά... “Ας πούμε μερικά πράγματα, αφού κι' εσείς μου ανοιχτήκατε αρκετά... Να πως έχει το σκηνικό της έρευνας κατά την άποψή μου: Η παραδοσιακή σχολή της Ζέεστ, του Ρόστοβτσεφ και του Αμπράμοφ επικαλείται έναν συνδυασμό γραπτών πηγών και έρευνας πεδίου... Κατά την άποψή μου, δίνουν πάρα πολύ μεγάλη σημασία στις γραπτές πηγές, αλλά και στις ανασκαφές, πράγμα που είναι λογικό αφού η έννοια της επιφανειακής έρευνας εξελίσσεται συνεχώς -και μόλις τελευταία έφθασε να παίξει κάποιον σημαντικότερο ρόλο”.

   Είχε φθάσει στο σημείο που με ενδιέφερε περισσότερο:

“Εάν δεν υπήρχε το θέμα της πανδημίας, θα είχαμε ήδη ξεκινήσει: Μία διεθνής ομάδα επιστημόνων, ένα διαπανεπιστημιακό πρότζεκτ, με χώρο έρευνας την ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου, θα απλώναμε τον κάναβό μας σε χιλιάδες εκτάρια. Μιλώ για παράλληλη χρήση “ντρόουνς” και ομάδας πεδίου από εκατοντάδες φοιτητές, που θα μας βοηθούσαν μέσω ενός συστήματος εθελοντισμού... Δεν ξέρω πια είναι η δική σας γνώμη, αλλά νομίζω ότι ήρθε η ώρα να απαλλαγεί η έρευνα από τα τοπικά δεσμά, αλλά και από την ανεπάρκεια της ατομικής πρωτοβουλίας...”

   Να, λοιπόν, το τοπίο που αντιμαχόταν τον Άλκη, έπρεπε να τον είχα εδώ τώρα, και θα τον έκανα να ξεχάσει αμέσως τις θεωρίες συνωμωσίας του: Δεν τον κυνηγούσε κανένας, εκείνο που συνέβαινε ήταν ότι τα τυπάκια αυτά, όπως ο Χάρης Επιμενίδης, εξάπλωναν, μαζί με την “έρευνά” τους, μια διαφημιστική / δυσφημιστική εκστρατεία, για να προωθήσουν το υπό κατασκευή κονσόρτσιουμ και να  επιτεθούν στην “παραδοσιακή αρχαιολογία”... Έπαιζαν το χαρτί τους στον άξονα “προσοχή - σκύλος” , αδιαφορώντας για τις τοπικές πολιτικές που εξυπηρετούσαν... Ποιός ξέρει ποια παρα-Πανεπιστήμια κολλεγιακού επιπέδου θα ελάμβαναν τα εύσημα για μια χλιαρή ερευνητική “σούπα”, ακόμη πιο ανούσια από το “σάμερ σκουλ” που είχα “ψαρέψει” στο διαδίκτυο... Επιστήμονες όπως ο Πιτιφάς ήταν οι, απαραίτητες, “παράπλευρες απώλειες”...

 _ “Εσείς, όμως, χρειαζόσαστε ονόματα για να τα εντάξετε στο “ντραφτ” σας”, συνέχισε... Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να σας δώσω έναν κατάλογο της σχετικής ελληνικής βιβλιογραφίας... Θα τον βρείτε στην δημοσίευσή μου “Νέα από τον Αρχαίο Βόσπορο”, στην σελίδα μου, στο “academia.edu”... Για περισσότερα, θα πρέπει να περιμένετε την αρχική δημοσίευση... Μέσα στο 2021, όπως προβλέπω...”

  Είχα την εικόνα του ιδιαίτερα προσεκτικού αρχαιολόγου-”μπίζνεσμαν”, που δεν θα ανοίξει τα χαρτιά του πριν αντιληφθεί ότι έχει την στήριξη ενός μέρους της επιστημονικής κοινότητας -ό,τι κι' αν σήμαινε ο όρος “επιστημονική κοινότητα” στις μέρες μας.

 

Παρ΄ολ' αυτά, όπως οδηγούσα μέσα απ' τα θαμπά φώτα της Παλλήνης για να ξαναμπώ στο Λεκανοπέδιο, συνειδητοποιώντας ότι το άρθρο με τον εξυπνακίστικο τίτλο για τον Βόσπορο δεν είχε καμμία μνεία της δουλειάς του Άλκη, κατάλαβα ότι η επίσκεψή μου δεν ήταν άσκοπη. Ο Επιμενίδης ήταν τόσο προσεκτικός που, άθελά του ίσως, μου είχε δώσει την απάντηση: Δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος που ψάχναμε -δεν θα έκανε το λάθος να ξεκινήσει ολομέτωπους αγώνες αυτού του τύπου, χάριν ενός ανθρώπινου στόχου... Αυτός έχτιζε ένα προφίλ μέσα στον “νέο, θαυμαστό κόσμο” της “Νέας Αρχαιολογίας”... Τί κρίμα που δεν ήταν ακόμη η ώρα να συνειδητοποιήσει ότι δημιουργούσε τα θεωρητικά σκουπίδια ενός ασυμμάζευτου μέλλοντος, τα οποία θα καταντούσαν ανέκδοτο στις επερχόμενες γενιές...

 

   

Το Πανεπιστήμιο της Πύλου είχε στεγασθεί σ' έναν από τους χώρους του Νιόκαστρου της Πύλου, στον χώρο που προοριζόταν αρχικά για το Κέντρο Εναλίων Ερευνών της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Η θέα στον Κόλπο της Σφακτηρίας σου έκοβε την ανάσα – το Πέλαγος, σπαρμένο με θεόρατα βράχια, εσήμαινε , κι όχι άδικα, το finis Graeciae από τον δέκατο αιώνα και εξής, τουλάχιστον...                                                          Χρόνια έριδας μεταξύ Υπηρεσιών είχαν απομακρύνει το πλάνο της στελέχωσης του Κέντρου από τους εφικτούς στόχους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας... Ο χώρος αποδόθηκε με μία υπουργική απόφαση στο νεοπαγές Πανεπιστήμιο Πύλου, όπως και το συνέδριο για τις Αιολίδες νήσους, με μια θαυμαστά συγχρονισμένη -ταυτόχρονη- απόφαση της Επιστημονικής του Επιτροπής...

  Πώς θα “αλίευα” πληροφορίες από την Ελένη Μελαχροινίδου ; Ένας τρόπος υπήρχε: Θα παρουσιαζόμουν ως εκπρόσωπος ενός συνεδρίου που θα ζητούσε την “στέγη” του Πανεπιστημίου. Και μόνο ένας τρόπος υπήρχε να παρουσιασθώ ως εκπρόσωπος του συνεδρίου αυτού:

Να το δημιουργήσω εγώ!

Δεν μπορώ να ισχυρισθώ ότι δεν διασκέδασα φτιάχνοντας την ιδρυτική πράξη του Συνεδρίου, το “call for papers”... Βέβαια, δεν μου έφταιγαν εκείνοι που θα “τσίμπαγαν” στέλνοντας περιλήψεις εργασιών στην επιτροπή του -ανύπαρκτου- συνεδρίου (αποτελούμενη από εμένα, τον συνάδελφο τον Ερμή Γιαννουσάκη του Πανεπιστημίου Αθηνών, που με είχε βοηθήσει και στην υπόθεση της δολοφονίας Συνερκά, και την παλιά μου σχέση, την αρχαιολόγο Νάπια Ροεινού, που βρήκε πολύ διασκεδαστική την ιδέα)... Αλλά, τουλάχιστον, και αυτά τα αθέλητα “αλιεύματά“ μου θα γνώριζαν ότι τα νέα συνέδρια που ανακοινώνονταν ήταν θνησιγενή σε ποσοστά άνω του πενήντα τοις εκατό...

Ο τίτλος του συνεδρίου ήταν σχετικός με την Μνημειακή Τοπογραφία του Βοσπόρου, και εντός του “πιασάρικου” στυλ του Επιμενίδη: “Νέος οίνος σε παλαιούς ασκούς – Νέα πορίσματα από επιφανειακές έρευνες στην Πριγκηπόννησο”. Στείλαμε το ηλεκτρονικό μήνυμα από τον “σέρβερ” του Πανεπιστημίου, και περιμέναμε πέντε ημέρες πριν τηλεφωνήσουμε στην κυρία Μελαχροινίδου: Θα ήθελε, άραγε, να συζητήσει μαζί μας το ζήτημα του χώρου διεξαγωγής του συνεδρίου ; Να συμμετάσχει οργανωτικά σε αυτό ; Θα ήταν τιμή μας... Πότε θα μπορούσε να μας δεί ;

Η προοπτική του πατροναρίσματος μιας -φαινομενικά- “έτοιμης” δουλειάς τράβηξε την προσοχή της Μελαχροινίδου, όπως είχε κάνει παλιότερα το συνέδριο του Πιτιφά... Οι δοκιμασμένες συνταγές είναι οι καλύτερες. Εφτά μέρες μετά από το πρώτο μας ηλεκτρονικό μήνυμα βρισκόμουν στο γραφείο της στην Πύλο:

_”Και πότε υπολογίζετε ότι θα βγεί η δεύτερη εγκύκλιος του συνεδρίου” ;  μου είπε η Καθηγήτρια, καθώς μου σέρβιρε τον καφέ μου στο λιτό καθιστικό. Βρισκόταν κοντά στην ηλικία μου, αλλά η τάση της να νεανίζει ήταν έντονη. Τα ρούχα της ήταν αυτό που θα καλούσαμε «ρετρό με άποψη» ή «νέο-80’s”. Η μάσκαρα είχε μια έντονη γυαλάδα, θύμιζε υπερβολικά κέλυφος αυγού.

_”Θα περιμένουμε λίγες εβδομάδες, μέχρι να διαπιστώσουμε την ανταπόκριση της επιστημονικής κοινότητας”.

Ακολούθησαν πολλές ερωτήσεις, αλλά η ουσία τους βρισκόταν σε ένα και μόνο ερώτημα: Είχαμε κατοχυρώσει τα δικαιώματα του συνεδρίου ;

Με πολύ κόπο συγκράτησα το μειδίαμά μου.

Ήταν η ώρα να περάσω στην επίθεσή μου:

_ “Θα θέλαμε να εκμεταλλευθούμε την πείρα σας από το δικό σας, πολύ επιτυχημένο συνέδριο για την αρχαιολογία των Αιολίδων Νήσων. Θα θέλαμε να μας υποδείξετε τις “κακοτοπιές”, τους τομείς εκείνους όπου θα έπρεπε να αποφύγουμε τα λάθη. Ακόμη, αν σας είναι δυνατόν, τους ανθρώπους στους οποίους θα έπρεπε να στραφούμε, και τους κύκλους που θάπρεπε να αποφύγουμε, για να διατηρήσουμε το υψηλό επιστημονικό επίπεδο...”

Δεν φάνηκε να διστάζει:

  _”Κύριε Τζέλο, ζούμε σ' έναν ανταγωνιστικό κόσμο. Δεν είναι μυστικό ότι, με κάποιους συναδέλφους μου, έχω έρθει σε ρήξη. Όχι για κάποιο επιστημονικό ζήτημα, αλλά μάλλον για το ζήτημα της προβολής. Θεωρούν ότι χρησιμοποιούμε τις δομές μας, όπως τα συνέδρια, για την προσωπική μας προβολή... Τότε, κατά την άποψη αυτή, δεν θάπρεπε να δημιουργήσουμε τίποτε, καμμιά υποδομή...”

“Τέλος πάντων, δύο άνθρωποι που έχουν προσπαθήσει να πλήξουν το κύρος μου είναι ο Άλκης Πιτιφάς (ο εκδότης, αφού έχει παραιτηθεί από την Αρχαιολογική Υπηρεσία) και ο Πανεπιστημιακός στο Ρέθυμνο, ο Γιώργος Γεωργίνης. Ο ένας διέδωσε ότι δημιούργησε το συνέδριό μας. Κανείς δεν δημιουργεί κάτι μόνος του, αυτός εκπροσωπούσε μόνον τον εαυτό του, ενώ εγώ το Πανεπιστήμιο... Δεν ασχολούμαι με τον δικό του χώρο έρευνας, κι' έτσι δεν μπορώ να τον κριτικάρω παρά μόνον στο ζήτημα του ήθους της επίθεσης που υπέστην”.

Είχε πάρει ένα γεροντοκορίστικο ύφος...

_”Ο Γεωργίνης, όμως, με μειώνει συνεχώς γιατί διαφέρουν οι απόψεις μας στα ζητήματα μνημειακής τοπογραφίας... Δηλητηριάζει τους φοιτητές του εναντίον μου, και, παρ' όλο που προσπαθώ να επιδείξω ήθος, αυτός δεν με διευκολύνει καθόλου με την στάση του. Σας το δηλώνω απερίφραστα, πως δεν θα συμμετάσχω σε κάποια συνεργασία όπου θα ενέχεται αυτός”.

     Όπως κι' ο Επιμενίδης, έτσι κι' η Μελαχροινίδου ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί στις επιθέσεις τους: Ήθελαν να περιφρουρήσουν τον χώρο τους, την “πιάτσα” τους, πολύ περισσότερο απ' όσο ήθελαν να πλήξουν έναν ανθρώπινο στόχο... Ιδού η κυρία καθηγήτρια, που το μόνο που ήθελε ήταν να μην συγχρωτισθεί με τον υβριστή της, και καταπέσει το προκάλυμμα  της “επιδειξης ήθους”... “Εις της ζωής την τράπεζαν” θα έβαζε, κι' αυτή, τόσα μόνον ανταλλάγματα όσα είχε προϋπολογίσει με ακρίβεια... Προσεκτικές, καλές κινήσεις, καλές συμμαχίες, καλές επενδύσεις...

Θάπρεπε να διαγράψω και αυτή την υπόθεση από τον κατάλογό μου.

Καθώς έφευγα από το Νιόκαστρο, σκεφτόμουν ότι καθόλου δεν λυπόμουν που η κυρία Ελένη θα περίμενε ματαίως τα νέα από το “φανταιζί” μου συνέδριο....

 

Έμενε, τώρα ο τρίτος ύποπτος, η πιο δύσκολη περίπτωση απ' όλες... Εκείνη του Λεωχάρη Δημητρούδη.

Πώς προσεγγίζεις έναν άνθρωπο με ένα πρόβλημα τέτοιου μεγέθους ; Την απώλεια ενός έρωτα μετά από μια σύγκρουση με επαγγελματικό αντίπαλο ;

Όσο κι' αν δεν μου άρεσε, υπήρχε μία και μόνη μέθοδος: Η αιφνιδιαστική, κατά μέτωπον επίθεση.

 

Την είχα “στήσει” στον Δημητρούδη έξω από τον ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, στον Ταύρο, εκεί όπου εργαζόταν ως επιστημονικός σύμβουλος. Το σκούρο, εφαρμοστό μου κουστούμι με έκανε να ιδρώνω, μέσα στον μουντό αθηναϊκό καύσωνα, το πιο αταίριαστο στοιχείο ντεκόρ μέσα στο τοπίο των εγκαταλελειμμένων βιοτεχνιών του Μεσοπολέμου και την κίνηση των αυτοκινήτων στην Πειραιώς... Έπρεπε, όμως, να έχω μια ανησυχητική, “κακή” εμφάνιση.

Το σχέδιό μου ήταν να “ρίξω” αμέσως στον Δημητρούδη την ανάμνηση της σύγκρουσής του με τον Πιτιφά μέσα στο γεμάτο Αμφιθέατρο, επικαλούμενος κάποια φθορά ηλεκτρονικών αρχείων των εκδόσεων “Νέα Σκαπάνη”, την οποία θα έπρεπε να διερευνήσω. Πόνταρα στην εξωτερίκευση του προβλήματός του και στην αποκάλυψη του ρόλου του μέσα από την χολή που θα ήταν έτοιμος να χύσει...

    Νάτος, λοιπόν, που έβγαινε από το κτίριο, με ένα λινό κουστούμι και ένα ασσορτί, νεανικό “τζόκεϋ” στο κεφάλι...

_”Κύριε Δημητρούδη, έχετε ένα λεπτό, παρακαλώ ;”

Γύρισε ξαφνιασμένος.

_”Τζέλος, ιδιωτικός ερευνητής. Εργάζομαι για τις εκδόσεις “Νέα Σκαπάνη”. Διερευνώ μια υπόθεση φθοράς ηλεκτρονικών αρχείων τους, και ήθελα να σας απασχολήσω για λίγο”...

Τώρα ήταν η σειρά μου να εκπλαγώ: Ένα όμορφο, άκακο χαμόγελο, δίχως ειρωνεία ή νευρικότητα, με αντιμετώπιζε με ετοιμότητα.

_”Κύριε Τζέλο, προχωρείστε στην πρώτη στοά. Το μπιστρό εκεί είναι το στέκι μου σ' αυτή τη γειτονιά. Εδώ καταφεύγω  για να σκεφθώ τα επαγγελματικά μου... Βλέπετε, στο σπίτι με περιμένουν η γυναίκα και η κόρη μου, και εκεί η Αρχαιολογία έρχεται όχι απλώς δεύτερη, αλλά μάλλον τρίτη ή τέταρτη...

 Φυτά εσωτερικού χώρου, πέργκολες χωνευτές στο ταβάνι, κρυφός κλιματισμός... Μια νότα ελιτισμού στην λαϊκή γειτονιά του Ταύρου. Ο συνομιλητής μου γλυστρούσε ηδονικά το άνω χείλος στην κούπα του καφέ, και έπινε με μεγάλες, άηχες γουλιές.

_ “Αφήστε με καλύτερα να σας τα πω εγώ: Με έχουν υποπτευθεί γι' αυτή την φθορά αρχείων, που μού λέτε, λόγω εκείνου του επεισοδίου στο συνέδριο για τις αρχαίες Θέρμες, με τον Πιτιφά... Ακούστε με, όμως: Εκείνο το επεισόδιο άλλαξε την ζωή μου προς το καλύτερο”...

Άρχισα να “χαζεύω” αυτόν τον έφηβο εξηντάρη, που μου ανέπτυσσε τις συνέπειες της σύγκρουσης εκείνης όπως δεν τις είχα φανταστεί:

_ “Πρώτ' απ' όλα, η ήττα σε επιστημονικό επίπεδο με ώθησε να γίνω καλύτερος. Δεν είναι τυχαίο ότι, δυο χρόνια μετά, ολοκλήρωνα την μονογραφία μου για τους λουτρώνες στην Αχαΐα. Ακόμη, η σχέση μου με την πρώτη μου σύζυγο, στηριγμένη σε καθωσπρεπισμούς και συμβάσεις, κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος ακριβώς γιατί δεν είχε καμμία βάση... και έδωσε τη θέση της σ' ένα νέο γάμο, ζωντανό, με ένα παιδί που έχει αλλάξει τη ζωή και των δύο γονιών του, προσανατολίζοντάς την σ' ένα νέο νόημα... Κύριε Τζέλο, μάλλον πρέπει να είμαι ευγνώμων στον Άλκη Πιτιφά, που έγινε αφορμή ν'αλλάξει η ζωή μου προς το καλύτερο”.

“Βέβαια, με θλίβει η είδηση για την φθορά των εκδόσεων. Δεν θα μπορούσα, όμως, να σκεφθώ ποιός θα μπορούσε να κρύβεται πίσω απ' αυτήν. Βλέπετε πως, ναι, έμεινα σ' αυτόν τον χώρο, επένδυσα στην ιδιωτική πρωτοβουλία και έγινα καλύτερος στην δουλειά μου. Έγινα καλύτερος, όμως, διότι αντιλήφθηκα ότι στη ζωή η επιστήμη δεν είναι το παν... Ξέρετε τί είναι στη ζωή ανίκητο ; Το αγαπημένο ανδρόγυνο!”

   Να, λοιπόν, ένας φιλόσοφος της Επιστήμης... Θα μπορούσα να του αναθέσω να γράψει τον οδηγό της “Κοινωνιολογίας της Αρχαιολογίας”... Όχι, δεν θα μπορούσε να είναι αυτός ο άνθρωπός μας...

Κι' όπως χαιρόμουν για τον Λεωχάρη Δημητρούδη, που βρήκε τον δρόμο του μέσ' από κεί που άλλοι θα συναντούσαν τον όλεθρό τους, με έζωναν, μαζί, κι' οι μαύρες σκέψεις: Καμμία “άκρη”, ακόμη, για την πηγή της ενορχηστρωμένης επίθεσης κατά του Άλκη... Κατάπια δυό ντεπόν με την επόμενη γουλιά από τον καφέ “ψυχρής απόσταξης” που παρήγγειλα...

 

Να, λοιπόν, το Ερευνητικό Αδιέξοδο! Καλώς το! Πόσο μοιάζεις, καλό μου, με το αδερφάκι σου, το Προσωπικό Αδιέξοδο! Να δώ τώρα πώς θα σε αντιμετωπίσω!.. Και αυτό που φοβάμαι, κατά βάθος, είναι ότι ξ έ ρ ω  πώς να σε αντιμετωπίσω!

 

                                                          3. “Ζητάτε την τάξη, όχι την αλήθεια. 

                                                           Άν υποθέσουμε όμως πως η αλήθεια

                                                           αψηφάει την τάξη, θα την δεχτείτε ;”

                                                      (Ρόμπερτ Χενλάϊν, “Ζωή και Θάνατος”)

 

                                                 “Η τάξη του κόσμου έχει ήδη διασαλευθεί.

                                                                                  Εγώ την διεσάλευσα!”

                                                   (Στέφεν Κίνγκ, “Ο αγρός του Άκκερμαν”)

 

Λες κι' ήταν χθες, ήρθε μπροστά στα μάτια μου η εικόνα του Ζάου Συνερκά, όταν, στα τέλη της δεκαετίας του '80,  μια ομάδα τελειόφοιτων τον επισκεφθήκαμε για να ζητήσουμε την γνώμη του: Είχαμε πέσει επάνω σ' ένα ερευνητικό αδιέξοδο: Είχαμε βαλτώσει · οι πηγές δεν μας βοηθούσαν · οι θεωρίες μας δεν “έβγαιναν”. Μας κύτταξε με το μισοϋπερφίαλο – μισοσυγκαταβατικό του ύφος, και απεφάνθη:

_ “Όταν όλα έχουν αποτύχει στο επιστημονικό εγχείρημα, μένει μόνον ένα πράγμα να δοκιμάσετε: Την α λ η θ ι ν ή  έρευνα” !

    Ο Ζάος είχε δίκιο. Το ήξερα, το καταλάβαινα, ότι μέχρι σήμερα, μισόν μήνα μετά την έναρξή της, η έρευνά μου είχε εξαντλήσει μόνον την εξωτερική της στοιβάδα, την “φαινομενολογία” της. Έπρεπε να περάσω στην ουσιαστική έρευνα.

   Έπρεπε να σκεφθώ σαν αρχαιολόγος για να επιτύχω ως ντετέκτιβ.

   Άτιμε Άλκη, τί μου είχες σκαρώσει!

Έπρεπε να υποκαταστήσω τον Άλκη στην έρευνά του για την μισοϋπαρκτή – μισοανύπαρκτη πόλη, την Αλίφειρα. Αυτό, λοιπόν, ήθελε ; Ναι, συνειδητοποίησα, αυτός ήταν από την αρχή ο σκοπός του : Να με επαναφέρει στο αρχαιολογικό παιχνίδι, να με “στοιχειώσει” δηλαδή, ώστε να ξεφύγει αυτός από τους δικούς του δαίμονες,..

Αυτό, θα τού το φύλαγα...

  Μιλώντας, όμως, για “στοιχειώματα”, κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να αποφύγω τους χώρους που με στοίχειωσαν στα χρόνια μου της πανεπιστημιακής έρευνας και της υπηρεσιακής μου σταδιοδρομίας.

   Δεν θα μπορούσα να αποφύγω την βιβλιοθήκη του Σπουδαστηρίου της Σχολής και το Τμήμα Σπάνιων Κωδίκων.

   Θα συνεργαζόμουν, λοιπόν, ακόμη μια φορά με την παλιά μου αγαπημένη, την Νάπια Ροεινού, την βιβλιοθηκάριο του Σπουδαστηρίου.

 

Έχετε ζήσει ποτέ μία σχέση “ζεύγους υπό συνθήκες έρευνας” ; Δεν λέω, ενδιαφέρον πράγμα... Ταυτοχρόνως, όμως, το πιο απαιτητικό πράγμα στον κόσμο. Μοιράζεσαι, τα πάντα, μοιράζεσαι όμως και το μυαλό σου το ίδιο... Η σχέση μου με την Νάπια είχε τελειώσει εδώ και χρόνια. Όμως, το ερευνητικό της κομμάτι θα ξαναζούσε τώρα... Να μια ακόμη μεγάλη δυσκολία, σ' αυτήν την στρυφνή υπόθεση “αρχαιολογικού” μυστηρίου...

Στεκόταν απέναντί μου, ίδια αλλά και διαφορετική, στρογγυλοκαθισμένη στην λίγο τονισμένη αλλά και συμμετρική λεκάνη της, με το ελαφρύ ταγιεράκι που στένευε στη μέση και διέγραφε τους στέρεους ώμους της, σαν ένα κυκλαδικό ειδώλιο με χαρακτηριστικά προσώπου. Η ίδια μυρωδιά ταλκ και υγρασίας.

    _ “Δηλαδή, αυτό που ψάχνεις είναι κάποιος λόγος για τον οποίο ένας ή περισσότεροι ερευνητές θα ήθελαν να εξαφανίσουν μία αρχαία πόλη από τον χάρτη και από την Ιστορία... Τα λέω καλά ;”

Η Νάπια μου θύμισε τις παλιές μέρες, έτσι όπως με κάρφωσε με το παγερό της βλέμμα. “Νά 'τα μας, ξαναπήραμε τα παλιά θάρρητα”, σκέφθηκα... Ευτυχώς, δεν είμασταν στο αναγνωστήριο, αλλά στο γραφείο της, και έτσι αποφεύγαμε τα διερευνητικά βλέμματα... Έξω, το απογευματινό φως έμπαινε στο αναγνωστήριο από τις γερτές γρίλιες και τα μισάνοιχτα παράθυρα, και έσμιγε με το κίτρινο φως των παλιών λαμπτήρων. Οι λίγοι φοιτητές του θερινού κύκλου, που χρωστούσαν ακόμη την πτυχιακή τους εργασία, ακροβολισμένοι σε μακρυνές μεταξύ τους αποστάσεις, λόγω κορωνοϊού, πληκτρολογούσαν στα “λάπτοπ” τους με γρήγορους ρυθμούς και δεν έδιναν σημασία στους μεσήλικες του γραφείου υπηρεσίας.

   _ “ Όχι”, της είπα: “Το πράγμα είναι πιο σύνθετο: Ποιός ή ποιοί θα είχαν κάποιο όφελος από την εξαφάνιση μιας πόλης από τις γραπτές πηγές, συμπεριλαμβανομένων και των αρχαίων ιστορικών και γεωγράφων ; ” Της αντιγύρισα το παγερό βλέμμα.

      Της πήρε μερικά δεύτερα για αν καταλάβει αυτό που εννοούσα, αλλά δεν δίστασε περισσότερο:

   _ “Πάμε στην αίθουσα των κωδίκων. Έχουμε δουλειά ! ”

 

Το Τμήμα Σπάνιων Κωδίκων είχε βελτιωθεί αισθητά από την τελευταία φορά που το είχα χρησιμοποιήσει, χάρις σε μία δωρεά ενός Κωνσταντινουπολίτη μαικήνα, που έφερε (μαζί με τα λεφτά του για ανακαίνιση του κτιρίου και την προμήθεια ενός κώδωνα συντήρησης χάρτου τελευταίας τεχνολογίας) μία σημαντική συλλογή κωδίκων από την Καλλίπολη. Ήταν το καμάρι του Πανεπιστημίου · ανάμεσα στους θαμώνες του βρίσκονταν και αρκετά μέλη των ξένων επιστημονικών ιδρυμάτων, αυτής της ιδιότυπης κοινότητας των παρεπιδημούντων επιστημόνων, που βιάζονταν να εφαρμόσουν τις θεωρίες τους πάνω στο σώμα της Αρχαιότητας, πριν τα κράτη τους αποφασίσουν να δώσουν την ευκαιρία αυτή σε άλλους ομοεθνείς τους...

Σήμερα, πάντως, στην αίθουσα βρίσκονταν μόνον ένας ή δύο άλλοι ερευνητές, απορροφημένοι στην ανάγνωση κωδίκων Μονών της Ανατολικής Θράκης (όπως μου εξήγησε η Νάπια, εκείνον τον χρόνο υπήρχε σε εξέλιξη μια σημαντική υποτροφία για την κωδικοποίηση των αρχείων των Μονών, από ένα καταπίστευμα – χορηγία που είχε καταληκτική ημερομηνία · έπρεπε, πάση θυσία, η σχετική έκδοση να πραγματοποιηθεί εκείνη τη χρονιά). Πιάσαμε, λοιπόν, τον ηλεκτρονικό κατάλογο και, -ώ του θαύματος!, τα περισσότερα στοιχεία για την Αλίφειρα βρίσκονταν στο (πρόσφατα αποκτημένο) αρχείο της Καλλίπολης, το οποίο είχε ήδη κωδικοποιηθεί χάρις στην χορηγία του ομογενούς Κωνσταντινουπολίτη.

   _ “Δηλαδή θεωρείς ότι υπάρχει κάποιος πρωταρχικός, κάποιος α ρ χ α ί ο ς λόγος που η ύπαρξη της Αλίφειρας αμφισβητήθηκε ;”

  _ “ Δεν ξέρω, Νάπια... Εκείνο που καταλαβαίνω είναι ότι υπάρχει κάποιος πολύ σημαντικός λόγος για τον οποίο ο Άλκης βάλλεται για το ζήτημα αυτό... Θυμάσαι εκείνην την παλιά θεωρία του Ζάου, για έναν από τους Αντωνίνους, το όνομα του οποίου βρισκόταν σ' εκείνη την επιγραφή με την χορηγία ανέγερσης ενός ναού στην Πισιδία ; Τί έλεγε ο Ζάος ; Οι ανασκαφές δεν αποκάλυψαν ποτέ κανέναν ναό. Η χορηγία ήταν αυτή όλη κι΄όλη: Η αναθηματική επιγραφή! Η προπαγάνδα της εξουσίας φθάνει ως τις μέρες μας, είναι ανθεκτική απέναντι στην ιστορική αλήθεια! Σκέψου, μόνον, κάποια ιστορικά στερεότυπα: Ο φιλέλληνας αυτοκράτορας Αδριανός, ο ανίκανος και σαδιστής Γαλλιηνός... Ήταν έτσι τα πράγματα ; Την αρχαία προπαγάνδα γνωρίζουμε μόνον... Ά, ναι, γνωρίζουμε και τα νεώτερα ηχεία της” ...

    Η ανάγνωση των κωδίκων, στα επίμαχα σημεία, ήταν συναρπαστική: Με κόπο περιορίζαμε το ενδιαφέρον μας στα στοιχεία που αφορούσαν την Αλίφειρα. Ο ένας ιστοριογράφος να αναφέρει “το, ως θρυλείται, ποτέ Αλίφειρας πεδίον” -για να διορθωθεί από τον επόμενο, με το “ελέγετο ποτέ ήν πόλις, ει δε ποτέ ηδύνατο πόλις κεκλήσθαι το έλος”... Ο τρίτος αναφερόταν σ΄έναν στρατηγό από την Αλίφειρα, τον Αρχέστρατο, που είχε διακριθεί στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης κατά την Αραβική πολιορκία -ενώ ο τέταρτος διόρθωνε : “... ο δε Αρχέστρατος, εξ Αλίφειρας της Συριακής”... Η μία καταχώρηση διόρθωνε την άλλη... Η αρχαία Ιστοριογραφία εμφανιζόταν, κι' αυτή, διχαστική και μεροληπτική... Η πόλη είχε τους “οπαδούς” _αλλά και τους “αντιπάλους” της, που την ήθελαν μια απλή παρήχηση της συνώνυμής της Συριακής πόλης.

   Είχαμε μπροστά μας μια σειρά καταγραφών, όλων από τα πρώϊμα βυζαντινά χρόνια, από τις οποίες η μία διόρθωνε την άλλη...

     _ “Ποιά είναι η παλιότερη καταγραφή για την Αλίφειρα που γνωρίζουμε, Νάπια  ;”

           _ “Να, εδώ, η “Εξηγητική Επιτομή”, του τέλους του 3ου αιώνα: Αν και ο αυτοκράτορας δεν κατονομάζεται, και το όνομα της πόλης δεν διατηρήθηκε ολόκληρο στο αρχικό χειρόγραφο, πρόκειται πιθανόν για τον Γαλλιηνό και την “στάση του Βυζαντίου” : “ Λέγεται δ' αυτόν ειρήκειν ως, ει εδύνατο, Αλι [.......] εξαλείφειν από προσώπου γης”... Ανατριχιαστικό ! Εγώ και η Νάπια κυτταχθήκαμε:

            _ “...Να εξαλειφθεί! Από τον χάρτη μόνον, ή και από τις πηγές ;”  είπε εκείνη -και το ρίγος της διαπέρασε την σατέν εσάρπα της...    

Γυρίσαμε στα σχόλια του κώδικα, ενός βυζαντινού χρονικογράφου: “ Ή πόλις Αλίφειρα, είτε στρατηγεύων Αλικέρτης τις”... Ούτε κι' εδώ βεβαιότητα... Όλα βρίσκονταν ακόμη στην κόψη, στο φτερό, στον αέρα...

Αν μη τι άλλο, η “υπόθεση Πιτιφά” ήταν πια ελκυστικότερη: Μια επίσχεση ήταν χυμένη παντού.

 

4. “Ποτέ δεν φανταστήκαμε ότι

θα υπήρχε μια επανάσταση

τόσο μικρή, που δεν θα μπορούσαμε

να την διακρίνουμε!”

(Ian McDonald, “Nanobots...”)

 

“Διέθεταν ένα υπέροχο, απρόσβλητο

σύστημα: Ολόκληρη η έρευνά τους

ήταν ένα τεράστιο καζάνι με ζέουσα

πίσσα · κάθε νέο στοιχείο που έβρισκαν

το πετούσαν μέσα και συνέχιζαν να

ανακατεύουν το καζάνι, μέχρι να

κολλήσουν όλα μεταξύ τους..”

(Don Flynn, “Murder is not enough”)

 

  Μόνον δύο επιστήμονες υπήρχαν, στην σημερινή επιστημονική έρευνα, που υποστήριζαν ότι η πόλη Αλίφειρα υπήρχε: Ο Άλκης Πιτιφάς και ο δάσκαλός του, ο επιγραφικός Αρτέμωνας Φακελλίτης, εδώ και χρόνια κάτοικος Γερμανίας, εκδότης και επιμελητής της επιγραφικής σειράς Supplementum Epigraphicum Thracicum. Ο Φακελλίτης ήταν μια αδιαμφισβήτητη αξία στον χώρο της Επιγραφικής, δεν ήταν εύκολο να βγεις να τον αντιμετωπίσεις “στ' ανοιχτά” · η άποψή μου ότι θα μπορούσε εύκολα να στρέψει πολλούς συναδέλφους να αποδεχθούν την ύπαρξη της Αλίφειρας, ή έστω να επανεξετάσουν το ζήτημα της ύπαρξής της, προσέκρουε στο γεγονός ότι ο λαμπρός αυτός ομογενής επιστήμονας δεν είχε πια σχεδόν τίποτε να κάνει με τα ελληνικά πράγματα. Γι' αυτόν, το ζήτημα της εξέτασης των επιγραφικών πηγών που σχετίζονται με την -υποθετική- αρχαία πόλη ήταν, πλέον, το ένα δισεκατομμυριοστό της δραστηριότητάς του · ναι, αν του έδινες δυο εβδομάδες ερευνητικό χρόνο στην διάθεσή του, θα σού έβρισκε την λύση του μυστηρίου σε ένα καλοδουλεμένο και ευφυές άρθρο. Το πρόβλημα ήταν ότι ο κενός ερευνητικός χρόνος περιοριζόταν σε μια-δυο ώρες την εβδομάδα.

    Δεδομένων των συνθηκών, εγώ και η Νάπια καταχαρήκαμε όταν μάθαμε ότι θα βρισκόταν, την ερχόμενη εβδομάδα, για δυο-τρεις ημέρες στην Ελλάδα. Θα έδινε μια διάλεξη το ερχόμενο Σάββατο στο αίθριο του Επιγραφικού Μουσείου για τις επιγραφές της Αττικής που σχετίζονταν με τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου.

      _ “Καιρός να μάθουμε τα πράγματα από την πηγή”, της είπα. “Θα πάμε. Το Επιγραφικό Μουσείο δεν είναι, δα, και κανένα πριβέ κλάμπ, για να ξεχωρίζουμε σαν τη μύγα μεσ' το γάλα των εστέτ”...

 

     Μπορεί το Επιγραφικό να μην ήταν “πριβέ κλαμπ”, αλλά σίγουρα το υπαίθριο μπαρ είχε έναν αέρα κοσμοπολίτικο. Η Νάπια φόρεσε την καλύτερη τουαλέττα της, με τα χιαστί ζεύγματα που τόνιζαν την συμμετρική της πλάτη -έπρεπε να προσέξω να μην το παρακάνω με τα κομπλιμέντα, άλλο ένα κομμάτι του παρελθόντος μου που έπρεπε να προσεγγίζω δίχως να παρεκτραπώ...

    Η νύχτα ήταν ζεστή και υγρή, και το στενό της Τοσίτσα ανέδιδε όλην εκείνη την πνιγηρή ατμόσφαιρα αυτού του θανατηφόρου πεζόδρομου, του Τριγώνου μεταξύ του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του κτιρίου των Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού, όπου το εμπόριο των ναρκωτικών είχε ήδη ξεκινήσει, πριν καν πυκνώσουν οι απογευματινές σκιές... Δυο κόσμοι άσχετοι μεταξύ τους, αλλά σχεδόν σε επαφή! Μόλις έναν μανδρότοιχο και μια σιδεριά μακρυά, στον Κήπο του Επιγραφικού, ανάμεσα στις αρχαίες επιγραφές και τα καλλωπιστικά φυτά, μοίραζα αδέξια χαμόγελα και άνοιγα δρόμο προς την παρέα του ομιλητή. Οι μεγάλες κινήσεις του έδιναν τον τόνο στην ομήγυρη: Κάτι από το μπρίο του Πιτιφά, κάτι από την σάτιρα του Συνερκά, όλα έφερναν στον κήπο μυρωδιές αρχαίες... Οι συνδαιτημόνες του με κύτταζαν με περιέργεια να πλησιάζω. Ήμουν σαν ψάρι έξω από το νερό με την γκρενά πουκαμίσα και το λινό πανελόνι... ήταν φανερό ότι, ενόσω έλειπα από την Υπηρεσία, κάποιος είχε αλλάξει το “σαβουάρ-βίβρ”...

   _ “Κύριε Καθηγητά, Καλησπέρα σας. Τζέλος, παλαιός συνάδελφος. Σας ευχαριστούμε για την σημερινή διάλεξη. Τί κρίμα που ο κοινός μας φίλος Άλκης Πιτιφάς δεν μπόρεσε να έρθει να σας ακούσει. Σας στέλνει όμως τους χαιρετισμούς και την εκτίμησή του”.

   Με κάρφωσε με το βλεμμα: “Τζέλος, ο Κυκλαδολόγος ;”

('Ωστε με θυμόταν η οχιά!)

   _“Καλησπέρα, κύριε Τζέλο. Σας θυμάμαι, αφού η θεωρία σας για την επιγραφή που αναφερόταν στα “βάθρα” του αρχαίου ναού στην Υπήκενο, ήταν σωστή: Δεν θα μπορούσε παρά να σημαίνει τα έδρανα της αρχαίας πανήγυρης και όχι τα βάθρα των αγαλμάτων, όπως έλεγαν κάποιοι φαιδροί”...

(Τί πήγε και θυμήθηκε!)

    _ ''Να πείτε στον φίλο μου τον Αλκίφρονα Πιτιφά να τ' αφήσει αυτά, που θαρχόταν να με δεί! Με θυμάται μόνον όταν πέσει πάνω σε κάποια δυσανάγνωστη επιγραφή!  Μη νομίζετε, όμως, ότι τον αποπαίρνω! Τον αγαπώ πολύ και μου λείπουν οι συζητήσεις μας... Άαα, ναι... Πείτε του παρακαλώ ότι ακόμη περιμένω να μου στείλει ένα ανάτυπο του τελευταίου του βιβλίου για την Βοιωτία με αφιέρωση...”

(...και, ήδη, άρχισε να στρέφεται πάλι προς την ομήγυρή του...)

_ “Κύριε Καθηγητά, πρέπει να τον συγχωρέσετε. Έχει αρκετές σκοτούρες με τις παλιές του έρευνες που ξανάρχονται στην επικαιρότητα. Και, για να πώ την αλήθεια, μόνος του πια θα είναι πιο δύσκολο να τις φέρει σε λογαριασμό”...

Αμέσως, οι περισσότεροι από την παρέα του φάνηκε να κατάλαβαν που το πήγαινα -στην πρόσφατη επίθεση που είχε δεχθεί ο Άλκης Πιτιφάς για την θεωρία του περί Αλίφειρας... Κάποιοι έσκυψαν γρήγορα, για να κρύψουν ένα ειρωνικό χαμόγελο, κάποιοι δεν νοιάστηκαν καν να καλυφθούν... Το γεγονός με σοκάρισε -ήδη η επίθεση είχε γίνει γνωστή σε κάποιον κύκλο... Τα κύματα απόρριψης και λοιδωρίας, η καυστική χολή της συνομοταξίας αυτής ήταν έτοιμα να ξεχυθούν. Αυτή η μυρωδιά, που γνώριζα καλά από προσωπικό βίωμα, ήταν πάλι στον αέρα.

    Ο Φακελλίτης, μπορούσα να το διακρίνω, περνούσε ταχύτατα στο ίδιο στάδιο συνειδητοποίησης: Έπιασε κι' αυτός την ίδια μυρωδιά. Έκανε ένα βήμα πίσω, σαν να ήθελε να με “μετρήσει” καλύτερα. Συνειδητοποίησε τότε, είμαι σίγουρος, καλύτερα ίσως απ' όσο αν του το είχα ζητήσει ο ίδιος, ότι ήμουν εκεί για να ζητήσω βοήθεια για τον Πιτιφά. Και, ναι, μπορούσα να το διακρίνω: Καταλάβαινε και τον λόγο. Στράφηκε προς τους άλλους:

_ “Θα με συγχωρήσετε λίγο, κυρίες και κύριοι, αλλά εγώ και ο κύριος Τζέλος έχουμε ένα επείγον ζήτημα να συζητήσουμε. Θα επιστρέψω σε λίγα λεπτά”.

Με πήρε από τον αγκώνα, και με πήγε στην είσοδο του Μουσείου, κάτω από ένα κίτρινο φως που αρρώσταινε ό,τι άγγιζε:

_ “Κύριε Τζέλο, το ξέρατε εσείς ότι αυτή η ιστορία με την Αλίφειρα πήρε πάλι τέτοιαν έκταση ; Εγώ, πάντως, τώρα μόλις, μ' αυτά τα μισά χαμόγελα και τα μισόκωλα βλέμματα το συνειδητοποιώ”.

(Τελικά, δεν είχε αποποιηθεί το ελληνικό κοινωνικό αισθητήριο, όπως έβλεπα...)

 Έπρεπε να εκμεταλλευτώ τα λίγα λεπτά που είχα κερδίσει:

_ “Κύριε Καθηγητά, θα είδατε όσα ανακοινώθηκαν στην στρογγυλή τράπεζα εκείνου του συνεδρίου.... Μέχρι πριν από λίγο θα έριχνα άδικο στον Άλκη να πιστεύει ότι ήταν αυτός ο μόνος στόχος της επίθεσης κατά της ύπαρξης μιας αρχαίας πόλης · ξέρετε, τελευταία έγινε εμμονικός με αυτή την υπόθεση... Όμως σήμερα συνειδητοποιώ ότι υπάρχει όντως μία απαξίωση, μία ειρωνική ματιά στην θεωρία του φίλου μας -θάθελα νάξερα πώς έχει στηθεί όλο αυτό το σκηνικό γύρω από αυτήν την παλιά ιστορία...”

_ “Κύριε Τζέλο, το δυστύχημα είναι ότι δεν μπορώ να επανέλθω στην κοινή μας έρευνα με τον Άλκη, στο ζήτημα της Τοπογραφίας του Βοσπόρου, παρά μόνον συντεταγμένα, μέσα από την έκδοση που διευθύνω... Έχω υποχρεώσεις σε βάση ημερήσιου προγράμματος για τα επόμενα τρία χρόνια, και δεν μπορώ να διαθέσω ούτε τον χρόνο της εσπερινής συνάντησης εργασίας, αν καταλαβαίνετε τί σας λέω...”

  Καταλάβαινα.

_ “Άς πούμε, όμως, δυο πράγματα όσο είμαστε εδώ, που θα σας δώσουν μια ιδέα πως να βοηθήσετε τον κοινό μας φίλο. Δεν είναι πολύς καιρός που συνειδητοποιήσαμε, χάρις σε προσεκτικές έρευνες, ότι κάποιες αρχαίες πόλεις για τις οποίες έχει χυθεί πολύ μελάνι δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά ιστορικά φαντάσματα δίχως υπόσταση, δημιουργημένα χάρις σε παρανοήσεις. Άν πάτε να διαβάσετε το άρθρο του Χατζή, στα 1920, για τον “Λοκρικό Θεσμό”, θα καταλάβετε για τί πράγμα μιλάω: Ο ερευνητής αυτός ήταν πεπεισμένος για την ύπαρξη της Λοκρικής Αντίκυρας, μιας πόλης που ο Λερά, στα 1952, απέδειξε ότι δεν υπήρξε ποτέ...”

   ''Δημιουργήθηκε μια μόδα, η μόδα της απόρριψης της ύπαρξης πόλεων ως μυθευμάτων: Δεν υπήρξε, λένε, Λοκρική Φαιστός. Δεν υπήρξε Φωκική Τριταία. Δεν υπήρξε Συριακή Δάφνις. Η μπόρα πήρε και την Αλίφειρα''...

   Με τράνταξε από τους ώμους:

_ “ Ακούστε όμως: Αν έχετε περάσει από το πρώτο στάδιο της έρευνας, θα καταλάβατε ήδη ότι υπάρχει ένας τόσο μεγάλος αριθμός παραθεμάτων που την περιτριγυρίζουν, που θάτανε στο τέλος αδύνατον να τριγυρίζουν τα απόλυτο κενό: Η Αλίφειρα υπήρξε, δεν είναι αυτό το ζήτημα. Πρέπει να σκεφθείτε αντίστροφα: Ποιόν σ υ μ φ έ ρ ε ι να μην είχε υπάρξει!”

   Το ρίγος με διαπερασε σαν ηλεκτρισμός. Ήμουν όμως σίγουρος ότι αυτό θα ήταν και το τελευταίο ουσιαστικό στοιχείο που θα αλίευα από τον Φακελλίτη.

  Αυτός γύρισε στους φίλους του, στο επίκεντρο αυτού του χορού με τα πολύπλοκα βήματα, κι' εγώ στην άμυνά που απέναντι σε μια διασκεδαστικά ζηλόφθονη Νάπια -που περίμενε με αγωνία να μάθει τί είχαμε καζαντίσει. Στην ακάλυπτη πλάτη της, το σχεδόν αδιόρατο χνούδι της επιδερμίδας της κυμάτιζε ανεπαίσθητα · η νύχτα είχε αρχίσει να ψυχραίνει.

    Για κάποιον λόγο που μου διέφευγε, ήμουν πια περισσότερο αποφασισμένος να βγάλω μιαν άκρη. Σκέφθηκα τους πολίτες της υπαρκτής – ανύπαρκτης πόλης μας να προσέρχονται να ψηφίσουν για το μέλλον της υπόθεσής μας στο υπαρκτό – ανύπαρκτο βουλευτήριό τους.

         Είχε έρθει η ώρα να τα ξαναπούμε, εγώ και ο Άλκης Πιτιφάς.

 

 

5. “Το χειρόγραφο μάς λέει

πως υπάρχουν, στον

Ουρανό και στην Γή, πράγματα

πέρα απ' ό,τι είχες ποτέ ονειρευθεί

μέσ' το σύστημα της Φιλοσοφικής

σου θεωρίας”

(Thomas R. Dulski,

“Guaranteed not to

turn pink in the can”)

 

“Αυτό που μας απειλεί είναι κάτι

χειρότερο κι' απ' την εκμηδένιση ακόμη:

Είναι η απώλεια της ύπαρξής μας

δια μίας φοβερής υποκατάστασης”

(Altzernon Blackwood, “Οι Ιτιές”)

 

Ο Άλκης δεν θα γύριζε πίσω στην Αθήνα και στις εκδόσεις του πριν τελειώσει το Καλοκαίρι. Η Ελένη και τα παιδιά ήταν η προτεραιότητά του, και ήθελε να τους χαρίσει ένα ακόμη ξένοιαστο Καλοκαίρι μέσα στον παρατεινόμενο Ελληνικό Χειμώνα, αλλά το νέο αγκάθι στα πλευρά του είχε αρχίσει να τους κουράζει: Είχα διακρίνει την αγωνία στα μάτια της Ελένης την ώρα που με αποχαιρετούσε, εικοσιπέντε μέρες νωρίτερα... Νάμαι, λοιπόν, πίσω στο “Τογιότα” μου, να βλέπω την ακτή της Δομβραίνας και το εξοχικό Πιτιφά, καθώς έφθανα, λίγο πριν το δείλι. Στο διπλανό κάθισμα ήταν ο φάκελλος με τα τεκμήρια της μέχρι τώρα έρευνας: Αναλυτικές σημειώσεις, σχεδιαγράμματα, προτάσεις... Γιάννης Τζέλος, ντετέκτιβ. Δεν πληρώνετε για να ακούτε δικαιολογίες...

   Ο Άλκης είχε φορέσει εκείνη την μάσκα της ξεγνοιασιάς που φώναζε από μακρυά ότι τα πράγματα δεν ήταν καλά. Ευτυχώς η οικογένειά του έδειχνε να απολαμβάνει το απογευματινό γλυκό : Οι δυό στρουμπουλοί  “μικροί ήρωες”, ο Γιώργος και ο Φρίξος (“το Παιδί-Φάντασμα και ο Σπίθας”, όπως έλεγε ο Άλκης), είχαν πασαλειφθεί με την πουτίγκα και το παγωτό που είχε σερβίρει η μητέρα τους, και γέλαγαν αμέριμνα. Η Ελένη φαινόταν γαλήνια και γελαστή · μπορούσα όμως να διακρίνω την ενέδρα και την αγρύπνια πίσω από την απογευματινή ραστώνη.

 

_ “Λοιπόν ;” είπε τελικά ο φίλος μου.

_ “Λοιπόν, έχω αρκετά νέα: Άκου και κρίνε!”

Του αράδιασα όλη την μέχρι εκείνη την ώρα έρευνα, ξεκινώντας από τον αποκλεισμό όλων των “βασικών υπόπτων”... Ένευε θετικά με το κεφάλι καθώς μιλούσα, συμφωνούσε με την συλλογιστική μου, αυτό όμως δεν σήμαινε ότι η συλλογιστική αυτή οδηγούσε σε συμπεράσματα που του άρεσαν... Όχι, δεν ήταν κάποιος “α ρ χ α ί ο ς   ε χ θ ρ ό ς” του, κάποιο αρχαίο τέρας, που τού είχε επιτεθεί... Η επίθεση έμοιαζε να αποστασιοποιείται από το “προσωπικό” στοιχείο... Πώς ήταν δυνατόν, όμως, μία προσωπική επίθεση να απέχει από προσωπικά κίνητρα ;

_ “Και η άλλη έρευνα ; Αυτή που έκανες για το θέμα της Αλίφειρας ;”

Ήμουν έτοιμος να τον πιάσω “στις γρήγορες”... Και δεν μ' ένοιαζε που ήταν μπροστά οι δικοί του.

_ “Ήσουν από πριν σίγουρος ότι θα έμπαινα και στην πρωτογενή έρευνα. Και παρ' όλο που ξέρεις πόσο σιχαίνομαι αυτήν τη συνομοταξία, συνέλαβες την ιδέα να με υποβάλεις στο μαρτύριο της επιστημονικής έρευνας, σε ένα “θέμα-ταμπού” ”! Τον κύτταζα ανέκφραστος. “ Αν δεν το θυμάσαι, άσε εμένα να στο θυμίσω: Το Φθινόπωρο κλείνω δώδεκα χρόνια εκτός κλάδου ! Είμαι ντετέκτιβ, όχι αρχαιολόγος !”  

_ “Ήσουν απ' τα καλύτερα μυαλά στο είδος αυτό της ιστορικής έρευνας!”  Ο Άλκης είχε περάσει στην αντεπίθεση.  “Χρειαζόμουν ένα καθαρό μυαλό, είχα χρόνια να σκεφτώ με τον τρόπο του νεοφώτιστου! Το ήξερα ότι θα πήγαινες την έρευνα παραπέρα! Γι' αυτό σε διάλεξα!”

Η Ελένη μάζεψε στα γρήγορα τα παιδιά και τα τράβηξε από την βεράντα μέσα στο υπνοδωμάτιο, για τα προστατέψει από την ένταση της συζήτησης που ανέβαινε. Ήταν αργά για αν κάνω πίσω. Έπρεπε να το τραβήξω όσο πήγαινε:

  _ “ Εσύ περιμένεις να σού δώσω μία απάντηση πέραν πάσης αμφιβολίας για τα πρόσωπα και τους λόγους που βρίσκονται πίσω από την επίθεση αυτή. Είσαι όμως σίγουρος ότι υπάρχει μια τέτοια απάντηση ;”

_ “ Τί θέλεις να πεις ;”

_ '' Είσαι σίγουρος ότι βρίσκονται όντως κάποιοι λόγοι σημαντικοί πίσω απ' αυτήν την επίθεση ; Μια εύκολη απάντηση θα ήταν ότι αυτοί οι επιστημονίσκοι της Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου σε ξεπληρώνουν για κάποια προσωπική προσβολή που τους έκανες – είτε εσύ ο ίδιος, κριτικάροντας τις απόψεις τους, είτε και  κάποιος από τους συναδέλφους τους, το βιβλίο του οποίου εξέδωσες ... Μπορείς να θυμάσαι αναλυτικά κάθε βήμα της αποδεικτικής διαδικασίας στις έρευνες που ανέλαβες ; Μπορείς να ξέρεις αν η κάθε μικρή ερευνητική υπόθεση για σένα είναι ή όχι ένα πλήγμα για τις δικές τους έρευνες ;”

_ “ Και ποιός ο λόγος να χτυπήσεις τον άλλον, εάν αυτός δεν μάθει ποτέ τον λόγο ; Πού βρίσκεται ο θρίαμβος μιας τέτοιας νίκης ; ”

_ “ 'Ισως το μάθεις σύντομα. Ίσως κάποιος θελήσει να στο υπενθυμίσει στο άμεσο μέλλον. Τότε θα καταλάβεις και πώς πρέπει να τον αντιμετωπίσεις, και μάλιστα χωρίς να χρειάζεσαι την βοήθειά μου”.

_ “ Τότε θα είναι αργά. Ήδη οι δύο από τους τρεις συγγραφείς που θα εκδίδαμε φέτος δεν μου παραδίδουν το τελικό χειρόγραφο... Θα βρουν κάποια αφορμή να μου δηλώσουν ότι ανακαλούν τη συνεργασία μας”.

      Να, λοιπόν, που υπήρχε και ο παράγων “Οικονομία” πίσω απ' όλη αυτή την υπόθεση... Μήπως κι' εγώ δεν είχα γίνει μάρτυρας της ειρωνίας που ακολούθησε την μνεία του ονόματός του στο εστέτ παρεάκι, στον κήπο του Επιγραφικού ; Όλ' αυτά γύριζαν γύρω από κάποιο αόρατο κέντρο, καλυπτόμενο από την “άποψη” των “ειδικοανιδείκευτων”...

_ “ Το όνομα που έχτισες δεν θα καταρρεύσει τόσο εύκολα. Μέχρι να γυρίσουν από τις διακοπές τους, και πριν να αναγγελθεί το νέο κύμα περιορισμών λόγω κορωνοϊού, θα υπάρξει η αναγγελία της επόμενης έκδοσής σου, του τρίτου σου συγγραφέα -αυτού που σου έμεινε πιστός...  Στην “Στοά του Βιβλίου” ή στον “Κήπο του Νομισματικού” θα γίνει η επόμενη παρουσίαση -και αυτά τα εστετ τυπάκια δεν θα θυμούνται τίποτε από τις θερινές τους λοιδωρίες, όταν θα σφίγγουν το χέρι του νέου σου “αστέρα”... Άλκη, έχεις ξαναπεράσει απ' αυτή την ιστορία... Τί έχει αλλάξει τώρα, τί σε κάνει να φοβάσαι ;”

Πήρε μια βαθιά ανάσα,, “Ο.Κ., μπορεί να είναι κι' έτσι... Μπορεί να πρόκειται απλώς για μια προσωρινή υποχώρηση, και αύριο να βλέπω τα πράγματα αλλιώς... Αλλά πάλι, ποιό είναι το σ υ μ φ έ ρ ο ν που κρύβεται πίσω απ' όλ' αυτά ; ”

 Δεν μπορούσα να του το κρύψω :

“Αυτήν την λέξη χρησιμοποίησε και ο Φακελλίτης”.

Ο Πιτιφάς πετάχτηκε όρθιος. “Το ήξερα! Αυτός ο άνθρωπος με καταλαβαίνει περισσότερο απ' ό,τι καταλαβαίνω εγώ τον εαυτό μου”.

Ήταν η ώρα να παίξω το τελευταίο μου σημερινό χαρτί :

_ “ Ο Φακελλίτης πιστεύει ότι η λύση βρίσκεται στο ζήτημα της αρχαίας πόλης. Με προέτρεψε, λοιπόν, να ερευνήσω καλύτερα το ζήτημα της αρχαίας Τοπογραφίας και των πηγών των σχετικών με την Αλίφειρα”.

Έβγαλα από την τσάντα μου έναν δεύτερο φάκελο.

_ “ Εδώ έχω συστηματοποιήσει την αναφορά μου στις πηγές: Δεν τίθεται ζήτημα “απόδειξης πέραν πάσης αμφιβολίας”, ούτε ζήτημα “συνδυασμού πηγών” · αξιοποιώ μόνον τις γραπτές αναφορές”.

Πήρε τον φάκελο και άρχισε να φυλλομετρεί το περιεχόμενό του. Εγώ συνέχισα να του εξηγώ:

_ “ Όπως θα διαπιστώσεις και με μία δεύτερη, προσεκτικότερη ματιά, όλες οι αναφορές της πρωτοβυζαντινής περιόδου που περιέχουν το όνομα της πόλης προέρχονται από κώδικες της Βενετίας, της Βιβλιοθήκης του Αγίου Γεωργίου. Η υπόθεση που κάνω είναι ότι αντιγράφησαν την ίδια εποχή · όχι όμως από τον ίδιο αντιγραφέα · από πέντε ή έξι διαφορετικούς μοναχούς. Η αντιγραφή, εντούτοις, πρέπει να έγινε υπό τις οδηγίες ενός επόπτη μοναχού. Από το αντιγραφείο του Αγίου Γεωργίου, υπάρχει ένα πλήθος κωδίκων με προβλήματα ανάγνωσης ·  θεωρώ ότι ο ηγούμενος – επόπτης που τμήματος αναπαραγωγής των κωδίκων έπαιζε κάποιον πολιτικό ρόλο και ελάμβανε εντολές ώστε οι ιστορικοί κώδικες να “αποψιλωθούν” από ενοχλητικές, “αντικαθεστωτικές” πληροφορίες, μέσω της αντιγραφής. Η αυτοκρατορική εξουσία ή η εκκλησιαστική ιεραρχία, ή κάποια άλλη σημαντική αρχή, ή, ακόμη, κάποια ιδιάζουσα αρχή με πρόσβαση στον επόπτη των αντιγραφέων, είχε δώσει τέτοιες “γραμμές” · μια τέτοια “γραμμή” ήταν να σβησθεί η πόλη από τα ιστοριογραφικά κείμενα...”

     Με κύτταξε μ' εκείνο το βλέμμα του σπασίκλα των σχολικών θρανίων, όταν ακούει μία ενδιαφέρουσα άποψη από τον συμμαθητή από τον οποίο δεν θα περίμενε μια πραγματικά αξιόλογη γνώμη:

_ “ Ωραία λοιπόν. Αυτός είναι ο τρόπος σκέψης για τον οποίο σε προσέλαβα. Αυτός είναι ο Γιάννης Τζέλος που χρειάζομαι! Όμως, ξέρεις κι' εσύ, όπως κι' εγώ, ότι  δεν βγαίνεις στο κοινό ενός συνεδρίου να μιλήσεις για έναν καλόγερο-επόπτη αντιγραφέων...”

_ “Μα εγώ δεν θέλω να πείσω τα νέα μανεκέν της αρχαιολογικής μας πασαρέλλας! Θέλω να πείσω τον Αλκίφρωνα Πιτιφά, έναν άνθρωπο που τα έβαλε με όλους και όλα για να κερδίσει το δικαίωμα στην γνώμη! Και δεν του μιλώ για την Οργανωτική Επιτροπή του Πανεπιστημίου της Ξυλογαϊδάρας ·  του μιλώ για τα λήμματα του Ησύχιου και του Στέφανου του Βυζάντιου, για την Ιστοριογραφία της Ύστερης Αρχαιότητας ...”

Το ήξερα πως είχα αρχίσει να τον φέρνω στα νερά μου, αλλά ...

_ “Σ' ευχαριστώ γι' αυτό Γιάννη. Έχω τώρα, χάρις σ' εσένα, μια σταθερή αποδεικτική βάση. Δεν μπορούμε, όμως, να βγούμε προς τα έξω με μια εγωκεντρική θεωρία, ότι οι αιώνες συνομώτησαν για να ταλαιπωρήσουν εμένα. Ξέρεις πώς είναι αυτά τα πράγματα. Σε λίγο θα εμφανισθεί ένα νέο αστέρι της τάδε σχολής κλασικών σπουδών, με μια πενταετή υποτροφία και όλο τον χρόνο στον κόσμο να κάτσει και να δει, ανά ανασκαφικό στρώμα, όλα τα νομίσματα των ανασκαφών του Βοσπόρου  από τον τρίτο ως τον πέμπτο μεταχριστιανικό αιώνα... Και θα αποφανθεί, μεταξύ άλλων, ότι η κυκλοφορία νομίσματος στην υποτιθέμενη επικράτεια της Αλίφειρας θα ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που τεκμηριώνεται στατιστικά...Το επόμενο πράγμα που θα  βλέπαμε, θα ήταν ένα δημοσίευμα-συμπέρασμα για τον “εφήμερο χαρακτήρα των πορισμάτων” της “παραδοσιακής ελληνικής Ιστοριογραφίας”. Χρειάζομαι νέα πρωτογενή στοιχεία, για να βγώ προς τα έξω με μια βιώσιμη ανακοίνωση”.

    Υπήρχε, τελικά, κάποιος τρόπος να ανασύρω τον παλιό συνάδελφο -και τωρινό μου εργοδότη- χάριν των παλαιών “ευτυχών” καιρών (fel.temp.reparatio που θάλαιγαν και οι Ρωμαίοι) από το αποδεικτικό βάραθρο που δημιουργήθηκε κάτω απ' τα πόδια μας ; Δεν έβλεπα κανέναν τρόπο να τα καταφέρω. Το παιχνίδι που ήξερα κάποτε έχει διαστρεβλωθεί ακόμη και από τους πιο καλοπροαίρετους “παίκτες”... Κάποτε είχε ενδιαφέρον να ψάχνεις για χαμένες αρχαίες πόλεις... Ο Ντάσιος είχε ανακαλύψει την Οπισθομάραθο περπατώντας στις ερημιές της Φωκοβοιωτικής μεθορίου. Ο Πιλάλας είχε πέσει πάνω στην Λοκρική Μεσσαπία, λίγο παραέξω απ' την Ιτέα... Τώρα και οι πιο τολμηροί ερευνητές έπρεπε να ανακατεύουν την χλιαρή σούπα των διεπιστημονικών συμπερασμάτων. “I don't know how it happened, it just took place too quick”, που θάλεγε κι' ο Μάρκ Νόπφλερ...

 

 

6. “Αυτή καταραμένη Επιστήμη φταίει

(...)Όλη μου τη ζωή κάνω εξωφρενικά

πράγματα (...) άρχισα κάτι στα κουτουρού

και μετά καταπιάστηκα με κάτι άλλο

(...) Γιατί δεν καθόμουν να κάνω

κάτι μέσα στις δυνατότητές μου;”

(Χ.Τζ. Γουέλς, “Οι πρώτοι άνθρωποι στο φεγγάρι”)

 

“Επιστήμη είναι το σύστημα

που σου παίρνει με το ένα χέρι

και σου δίνει με το άλλο”

(Μπράϊαν Άλντις, “Judas danced”)

 

....Και τί είναι αυτό που κάνεις όταν και η πραγματική έρευνα δεν αποδίδει καρπούς ; Δεν ήταν εδώ και ο Ζάος Συνερκάς, για να τον ρωτήσω...  Θα υποκρινόμουν, λοιπόν, ότι ήταν εδώ, και θα του έκανα την ερώτηση, έστω κομπιάζοντας:

_ “Τί κάνουμε όταν και η πραγματική έρευνα δεν αποδίδει καρπούς ;”

....................................

( _ “Τότε, απευθυνόμαστε σ' εκείνον που διατείνεται ότι διεξήγε σχετική έρευνα και είχε καρπούς!”)

    .... Το φάντασμα του Ζάου μίλησε μές το μυαλό μου, όπως λένε οι Αγιορείτες Μοναχοί για τους μεταστάντες Ηγουμένους, στους οποίους “έκαμαν υπακοή”. Από τις Ελευθερές έστριψα αριστερά και γύρισα πίσω, άφησα πίσω μου την Ελλοπία και βγήκα, μετά την Θήβα, στον δρόμο για Αλίαρτο και Λιβαδιά. Η εθνική οδός, φωτισμένη από τους χλωμούς πυλώνες, δεν ήταν, εδώ,  το μακρόσυρτο φίδι που ανεβοκατεβαίνει το Αργολικό πεδίο, αλλά ήταν αυτό το αγκομαχητό που αντικαθιστά, σε παλλόμενα στιγμυότυπα, την Κοιλάδα των Νυμφών με την “Τριπλή Κέλευθο” του Οιδίποδα -και την ιλιγγιώδη χαράδρα του Πλειστού με τον γκρεμό του Δελφικού Τοπίου: “ Τί γυρεύουμε εμείς, του ορθού λόγου, εκεί που επικράτησε ο λοξός ;” που έλεγε κι’ ο ποιητής Φοίβος Δέλφης...

Γύρευα τον Πολυδεύκη Κραβαρίτη. Για να είμαι ακόμη πιο ακριβής, γύρευα τόσο αυτόν, όσο και την δωρεά του στην Δημόσια Βιβλιοθήκη Άμφισσας, την συλλογή του των απογράφων των κεραμικών αγγείων της Ανατολικής Θράκης. Ο Ζωγράφειος Αγών, το κληροδότημα των ελληνικών κοινοτήτων στην Κωνσταντινούπολη, είχε χρηματοδοτήσει, πέρα από το περίφημο Επιστημονικό Λεξικό, μία σειρά από καταγραφές στα υπόγεια των διοικητικών αρχείων στην Πόλη · τις πραγματοποιούσαν φοιτητές της Φιλολογίας ελληνικών και ξένων Πανεπιστημίων, ως μέρος της πρακτικής τους. Μετά τα γεγονότα του '55 και την εκδίωξη της Κοινότητας, ο Κραβαρίτης έφερε τα απόγραφα από τα graffiti των εμπορικών αγγείων, που βρίσκονταν συγκεντρωμένα στα υπόγεια κρατικά «σοδιστικά», στην περίφημη Βιβλιοθήκη Λαχανά Αμφίσσης, σταχωμένα πρόχειρα σε δεκάδες τόμους · η ψηφιοποίηση, η κατανομή, τα indices, του πήραν χρόνια... Το πιο εντυπωσιακό, όμως, δεν ήταν ο όγκος της δουλειάς που αντιπροσώπευαν, ήταν η αδιαφορία των ερευνητών γι' αυτό το ασύλληπτα πλούσιο πρωτογενές υλικό... Ο,τιδήποτε δεν αποτελούσε τέκνο της εποχής μας, αντιμετωπιζόταν ως αξιοπερίεργο της Ιστορίας της Έρευνας: Ένα ακόμη μουσείο παραδοξοτήτων του ανθρώπινου πνεύματος.

Εδώ, λοιπόν, ο Πιτιφάς είχε άδικο. Δεν ήταν η περίπτωση του ανερχόμενου “μανεκέν” με την πενταετή υποτροφία: Ήταν η περίπτωση ενός ποντικού των αρχείων · όχι των αρχείων του Κυβερνοχώρου, αλλά των πραγματικών αρχείων, που διατάσσονταν στον αληθινό τρισδιάστατο χώρο.

Έφτασα στις 12 τα μεσάνυχτα και έκλεισα δωμάτιο στο ξενοδοχείο. Η αυριανή μέρα αναμενόταν μεγάλη.

 

Ο Πολυδεύκης, στα ογδοντατρία του, πια, ήταν ο τελευταίος “εγκυκλοπαιδιστής” της χώρας -ο χαρακτηρισμός «ευπατρίδης», που μια εποχή ολόκληρη είχε στερηθεί περιεχομένου και υποκειμένων, εύρισκε στο πρόσωπό του ξανά την σημασία του. Όμως, όλ' αυτά τα χρόνια της κρατικής αδιαφορίας τον είχαν σπρώξει σε μία άμυνα απέναντι στην ανάλγητη νέα διανόηση, που πλήρωνε τους ερευνητές με την μονέδα της σιωπής.

Έπρεπε να τον βρώ και να τον πείσω να με συνοδεύσει στην Δημόσια Βιβλιοθήκη Αμφίσσης, στο τμήμα της Βιβλιοθήκης Λαχανά, στα χειρόγραφα ευρετήρια του ίδιου του του έργου, τα οποία δεν είχε αναρτήσει στο Διαδίκτυο, αφού κανένας δεν του το είχε ζητήσει. Μέχρι και την προκήρυξη ερευνητικού προγράμματος για το τελικό στάδιο της έρευνας του αρχείου είχε προσπαθήσει, αλλά μάταια! Κανείς δεν εθήτευσε κοντά του, φαινόταν πιθανό ότι δεν θα κατέλειπε επιστημονικούς εκγόνους, και τα απόγραφά του “θα τα έπαιρνε μαζί του”, όπως έλεγε...

   Του τηλεφώνησα στις εννέα το άλλο πρωΐ. Θα με έβλεπε στις δέκα και μισή, στο σπίτι του, στην γειτονιά του Κάστρου.

 

Τα Σάλωνα ήταν όπως τα θυμόμουνα · κολυμπούσαν στην μπέζ-γκρί ομίχλη τους, γεννημένη από τον καύσωνα και τον λαμπτήρα της Ιστορίας, σ'αυτό το ασπρόμαυρο ντοκυμαντέρ.  Η φυσική πρωτεύουσα της Ρούμελης, ήταν κάποτε μια πόλη σημαντικότερη από το Ζητούνι, την Λιβαδειά ή την Θήβα. Τώρα ήταν η Μητρόπολη της Εσχατιάς, το τελευταίο μου αποκούμπι, η λύση του προβλήματος ή η καταβαράθρωσή του. 

 _ “Αν κατάλαβα καλά, λοιπόν, κύριε Τζέλο, μου ζητείτε να σας βοηθήσω να ξεκινήσετε μία έρευνα στο αρχείο της βιβλιοθήκης Λαχανά. Γιατί, όμως, θέλετε να αρχίσετε αυτήν την έρευνα μαζί μου ; Κατά την άποψή μου, θα αρκούσαν μια – δυο κατευθυντήριες αρχές από μένα, πριν ξεκινήσετε, κι' αυτό είναι όλο... ”

   Ο Κραβαρίτης με κυττούσε ήρεμα, ανυπόκριτα, δίχως ν' αφήνει την πικρία να ξεφύγει μέσ' απ' τα στενά του ματογυάλια, δίχως να προδίδει την έκπληξή του για το περίεργο αυτό φρούτο, έναν όψιμο ερευνητή, ένα παραγινωμένο φρούτο που ξεπήδησε μέσα από το τίποτε, για να κάνει μία επιστημονική έρευνα με το υλικό που είχε επιμεληθεί εκείνος...

Ο κήπος του ήταν μια μικρή Εδέμ. Εδώ είχε ζήσει με την -μακαρίτισσα εδώ και χρόνια- γυναίκα του, εδώ είχε μεγαλώσει την κόρη του, δασκάλα, σήμερα, στο Δημοτικό Αμφίσσης. Τώρα ήταν “ο Κήπος του Πολυδεύκη”, όπως έλεγαν οι γείτονες, γεμάτος συστάδες λουλουδιών και καλλωπιστικών φυτών που τύλιγαν τα παγκάκια και ένα κεντρικό καθιστικό με σκιάδι, στο οποίο καθόμασταν και μιλούσαμε. Λίγο εγκαταλελειμμένος. Λίγο άγριος. Λίγο πρωτόγονος. Λίγο όπως κι' ο Πολυδεύκης.  

_ “ Σας ζητώ αυτή τη χάρη γιατί είστε εκείνος που συνέταξε τα ευρετήρια. Θα ήθελα να σας δώ να τα χρησιμοποιείτε, με κάποιο τυχαίο παράδειγμα, ώστε να μπω κι' εγώ ευκολότερα στην συλλογιστική αυτή. Είμαι της σχολής εκείνης που πιστεύει ότι πίσω από τα εργαλεία πρέπει να εμφανίζεται ο δημιουργός τους”.

Το βλέμμα του με ξάφνιασε. Ήταν το βλέμμα εκείνου που θα ήθελε να αρνηθεί, που ετοίμαζε μια ζωή την αρνητική του απάντηση, αλλά τώρα διαπίστωνε ότι δεν ήθελε να την εκφέρει:

_ “Πάμε, λοιπόν! Η βιβλιοθήκη είναι ανοιχτή μέχρι τις δυόμιση. Έχουμε μόνον τρεις-τρεισήμισυ ώρες διαθέσιμες!”

Η απάντησή του ξάφνιασε και τον ίδιο!

 

Το υπόγειο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης, όπου φυλασσόταν το παράρτημα κωδίκων του Κληροδοτήματος Λαχανά, φωτιζόταν από δυό λαμπτήρες που αναπαρήγαν το γκρί-μπέζ φως της πόλης... Ο Κραβαρίτης έσκυψε πάνω από έναν ευρετηριακό κατάλογο:

_ “ Να λοιπόν ο κατάλογος. Στην πραγματικότητα, όλοι οι κατάλογοι είναι γεωγραφικοί: Διαιρούν την Νοτιοδυτική και την Βορειοδυτική ακτή της Προποντίδας σε δέκα γεωγραφικούς τομείς, στους οποίους τοποθετούνται τα graffiti, το καθένα στον πιθανό τόπο προέλευσης του αγγείου όπου αυτό έχει αναγραφεί, κατά τις έρευνες της Zeest και του Abramov. Όμως, ο κάθε τομέας έχει διαιρεθεί αλφαβητικώς σε εικοσιτέσσερεις υποτομείς... Αυτό το σύστημα μας βολεύει, ακριβώς γιατί ασχολούμαστε με graffiti... ”

 ”Φυσικά, μπορείς να χρησιμοποιήσεις το σύστημα access... Μπορεί να μην αγαπούμε εκείνους που διακονούν την σύγχρονη έρευνα, αλλά δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την ύπαρξη των ερευνητικών εργαλείων...”    Η  σκληρή ειρωνεία αυλάκωσε το μέτωπό του:

”...Με τον τρόπο αυτόν, όμως, θα χάσεις όλα όσα θα παρατηρήσεις στο ενδιάμεσο... Ο τρόπος που η ηλεκτρονική εποχή διαχωρίζει τις πληροφορίες σε “συναφείς” και “άσχετες” προς την έρευνα που διακονείς είναι αυθαίρετος. Μόνο με την προσωπική προσέγγιση το υλικό δημιουργεί τις δικές του συνάφειες στο ανθρώπινο μυαλό. Μόνο με την προσωπική έρευνα δημιουργούνται τα θέματα προς έρευνα. Οι πιο τυχεροί είχαν παλαιότερα την χαρά να δουν πώς αναδύεται ένα νέο θέμα μέσα από την τυχαιότητα... Υπάρχει κάποιος σήμερα να τους προτρέψει ν' ακολουθήσουν αυτήν την μέθοδο ;”

   Περισσότερο μονολογούσε, παρά συνδιαλεγόταν. Και το ήξερε και ο ίδιος.

    Εγώ είχα ήδη ξεκινήσει να οργανώνω την έρευνα στο μυαλό μου: Δέκα γεωγραφικοί τομείς επί εικοσιτέσσερα λήμματα: Διακόσιοι σαράντα λημματικοί κατάλογοι, αρκετοί, ακόμη και με την βοήθεια του  ψηφιακού ευρετηριαστή. Μπορούσα να περιορίσω την έρευνα στα δύο πρώτα γράμματα της Αλίφειρας, της πόλης-φάντασμα: “Αλ -”... Μια πρόχειρη ματιά με έπεισε ότι υπήρχαν, σε κάθε περίπτωση, άνω των δέκα αλφαβητικών καταγραφών ανά λήμμα -άνω των δυόμισυ χιλιάδων συνολικά καταγραφών που έπρεπαν να ελεγχθούν.

   Χρησιμοποίησα το access για να αφαιρέσω τις περιπτώσεις εκείνες των οποίων η ανάγνωση ήταν σίγουρη, λόγω της καλής διατήρησης του graffito. Έβγαλα, γρήγορα, από την μέση όλες τις επιγραφές των αγγείων που σημείωναν την λέξη “Αλίπαστον”, μια μνεία στο περιεχόμενο του αρχαίου αγγείου που καταγράφηκε. Στο μυαλό μου έφθασε ο Γερμανός Heinrich Dressel, που έβαλε ένα πλήθος φοιτητών του να κάνουν τις περιγραφές και τα απόγραφα των επιγραφών αγγείων από το Mons Testaccio της Ρώμης. Η δουλειά ήταν ασύλληπτη, αλλά το φοιτητικό κριτήριο είναι διαφορετικό από εκείνο του ερευνητή. Πολλοί Αυτοκρατορικοί αμφορείς είχαν τότε καταγραφεί, κατά λάθος, υπό την μορφή του πρόδρομού τους Ύστερου Ελληνιστικού αμφορέα.

  Η έρευνα προχωρούσε · μέχρι τις δυόμισυ είχα ερευνήσει μόλις το ένα τρίτο των καταλόγων... Καμμιά τύχη, οι πρώτες εννιακόσιες επιγραφές ήταν βέβαιο ότι δεν απηχούσαν κανένα εθνικό όνομα, πόσο μάλλον το όνομα της Αλίφειρας. Δεν έπρεπε να βιαστώ, η καταγραφή θα μπορούσε να γλυστρήσει μέσ' από τα χέρια μου... Θυμήθηκα την παρατήρηση του André Tchernia, που είχε αναρωτηθεί, μήπως κάποια από τις καταγραφές του οίνου που ήταν γνωστός ως Vinum Hatranianum, στην Ιταλία, δεν ήταν στην πραγματικότητα μιά καταγραφή του Vinum Hadrianum, “Αδριανός Οίνος”, το οποίο η βιαστική ματιά ενός απρόσεχτου φοιτητή του Dressel το πέταξε να κάνει παρέα μαζί με την “πλειοψηφία” των υπόλοιπων καταγραφών που πλησίαζαν στην εικόνα του...

  H βιβλιοθήκη έκλεινε. Ευχαρίστησα τον Κραβαρίτη, ο οποίος αρνήθηκε ευγενικά την πρότασή μου να φάμε μαζί έξω · νομίζω, πάντως, ότι χάρηκε το γεγονός ότι είχα πέσει με τα μούτρα πάνω στους κώδικες. Ίσως να μην του ταίριαζε η στοχευμένη μου έρευνα, αλλά ιδού που το αρχείο του ενεργοποιείτο πάλι, μετά από καιρό.

   Έφαγα στην ταβέρνα με την ελπίδα στην άκρη του μυαλού, δεν τολμούσε να ξεμυτίσει πολύ, να κερδίσει έδαφος... Τα λιόδεντρα ανέβαιναν στις κλιτύες του Παρνασσού, διεκδικώντας την ζωή της δρυός... Είχαν, όμως, δρόμο μπροστά τους...

 

Οι επόμενες δυο μέρες, μέχρι να τελειώσουν οι δυόμιση χιλιάδες παραπομπές, δεν εννοούσαν να με οδηγήσουν στην μαγική λέξη, στην πολυπόθητη Αλίφειρα. Δεν φαινόταν να είχε κατασκευασθεί κανένα αγγείο με graffito το όνομά της -όχι πάντως κάποιο που να διατηρήθηκε στα υπόγεια των διοικητικών αρχείων στην Πόλη. Την τρίτη μέρα, λίγο πριν τις μία το μεσημέρι, είχα ολοκληρώσει τον έλεγχό μου. Το είχα πάρει απόφαση ότι το “Ιερό Δισκοπότηρο” της έρευνας δεν μπορούσε να βρεθεί. Επειδή όμως το ψώνιο του Αρχαιολόγου είναι ισχυρότερο και από τον ισχυρότερο βάκιλλο, έβλεπα με χαρά κάποιους τύπους οίνου που είχαν αποτυπωθεί στην επιφάνεια των αγγείων και τα ήξερα από την έρευνά μου στην Αρχαία Αγορά των Αθηνών: Να, εδώ έβλεπα την αναφορά στον Σαπρία Οίνο, με το έντονο άρωμα. Εδώ, κάποιος φρέσκος οίνος, δεν είχε κλείσει μήνα, και διαφημιζόταν στο σώμα του αγγείου ως “Μηνιαίος”.... Παράξενο, μετά από Χίλια Πεντακόσια χρόνια...

   Κι' όπως είχα παραδοθεί στην έρευνα, και χαθεί στην γλυκειά της παραμυθία, ήρθε και με χτύπησε, όπως η σπίθα από την παλαιολιθική τσακμακόπετρα χτύπησε τον Νεάντερταλ μέσα στις σπηλιές του Βορρά:

   Ήταν ένας κατάλογος στο γράμμα “Μ”. Επρόκειτο για το “μελίκρατον”, τον γλυκύ οίνο των Βυζαντινών, μάλλον μια μίξη του κρασιού με το μέλι. Διέτρεχα με το μάτι τις συμπληρώσεις των αντιγραφέων. Υπήρχαν καμμιά δεκαπενταριά “μελίκρατα”, οι συμπληρώσεις των καταγραφέων έδειχναν ότι δεν είχαν σωθεί τα ίδια γράμματα σε όλες τις περιπτώσεις:

 

Μ Ε Λ[Ι Κ Ρ Α Τ  Ο Ν]

Μ Ε Λ Ι [Κ Ρ Α Τ Ο Ν]

[Μ Ε ] Λ Ι Κ [Ρ Α Τ Ο Ν]

[Μ Ε ] Λ Ι [Κ Ρ Α Τ Ο Ν]

Μ ] Ε Λ Ι [Κ   ]Ρ Α vacat

       ·        · · ·

...Γιατί αβέβαιες οι αναγνώσεις τόσων γραμμάτων ; Και γιατί, μετά το αβέβαιο “κ” δύο κενά ;

 

Αναζήτησα την φωτογραφία στο access. Bέβαια, ήταν η φωτογραφία ενός ιχνογραφήματος, αλλά ο οίνος σίγουρα δεν ήταν ο Μελίκρατος: ήταν κάτι που ο καταγραφέας του, που είχε ήδη καταγράψει άλλους τέσσερεις “Μελίκρατους”, υποβλήθηκε να τον δεί κι ' αυτόν “καθ' ομοίωσίν” τους:

 

 


 

 

 


  ..Είχα, λοιπόν, βρεί την Α Λ Ι Φ Ε Ι Ρ Α ; Ήταν δύσκολο να το αρνηθώ, ακόμη και στον δύσπιστο εαυτό μου. Πιο εύκολα θα απέρριπτε κανείς τον “Αδριανό Οίνο” του Tchernia παρά την ανάγνωση 'Αλίφειρα για το graffito... Είχα ένα αγγείο που περιείχε κάποιο προϊόν της χαμένης πόλης -μάλιστα η προτεινόμενη γεωγραφική θέση της προέλευσης του αγγείου ήταν ένας τομέας της Βορειοδυτικής ακτής της Προποντίδας ... Η Αγορά της πόλης, ξάφνου, έγινε ορατή, έμποροι και λαός κινούνταν, αγόραζαν, ζούσαν...  Αυτό ήταν “το κερασάκι στην τούρτα” της έρευνας: Ένα απτό επιστημονικό συμπέρασμα. Είχα ετοιμάσει στον Άλκη Πιτιφά τον τρόπο της επιστροφής του....

 

Και τότε, το συνειδητοποίησα -ένας δεύτερος κεραυνός σε δευτερόλεπτα:

Εάν έδινα την λύση του μυστηρίου στον πελάτη μου, τότε θα τον είχα υποκαταστήσει!

   ...Και ποιός θα καθόταν να οδηγήσει πίσω στην Αθήνα αυγουστιάτικα, μέσα στο λιοπύρι και στο νέο κύμα του κορωνοϊού, για να καταλύσει στο καμίνι του, στον πεζόδρομο της Αχαρνών, απέναντι από τον νοσηρό ανεμιστήρα , με δυο νέα ερωτήματα στο κεφάλι: Πρώτον, πως να “σερβίρει” το νέο αποτέλεσμα στον πελάτη και προσωπικό φίλο ;

Δεύτερον, πώς να αξιοποιήσει το νέο του πόρισμα για να αποκαλύψει τον άνθρωπο πίσω από τις ενορχηστρωμένες επιθέσεις ;

 

 

7. “Κατασκευάσθηκε υπό περιστάσεις

ασύλληπτες, από κάποιον ασύλληπτα

μεμακρυσμένο”

(Χούλιο Κορτάσαρ, “Το είδωλο των Κυκλάδων”)

 

“...Για να θυμόσαστε τους φίλους μου

που μείνανε ώς το τέλος, ώς τον Εθνικό Ύμνο”

(Σωτήρης Κακίσης, “Παλιές Αγάπες”)

 

Η νύχτα στην Αχαρνών μετέβαλε το μυαλό μου σ' ένα καζάνι πίσσας, ένα πεδίο “έρευνας” της Νέας Αρχαιολογίας: Πιο σημαντικό έγινε, ξάφνου, όχι το πόρισμα -αλλά ο τρόπος που θα το σερβίρεις... Το μεθεπόμενο βράδυ το πήρα απόφαση ότι δεν γινόταν να μην κυριολεκτίσω, και τηλεφώνησα στον Άλκη: Του τα είπα όλα, από την στιγμή που αναχώρησα από την Δομβραίνα ώς την στιγμή της ανακάλυψής μου στην Άμφισσα. Λίγα λεπτά νωρίτερα, είχε προηγηθεί ένα μέϊλ μου με την σκαναρισμένη φωτογραφία του graffito.

H απάντηση, στην άλλη άκρη της γραμμής, προσέφερε, τουλάχιστον, μια ανακούφιση:

_ “ Τόξερα ότι τόχεις μέσα σου ακόμη! Καλώς ήρθες ξανά στην έρευνα!”

 

Τό 'κανε να ακούγεται σαν να ήταν αυτός ο στόχος της ανάθεσης της έρευνας σ' εμένα: Να με γυρίσει πίσω σ' έναν κόσμο απ' όπου είχα φύγει “κακήν-κακώς”, διαβεβλημένος και ανυπόληπτος, τονώνοντάς μου το ενδιαφέρον για μια επιστήμη που κάποτε διακονούσα. 

Λες και επρόκειτο για κάποιο είδος προσωπικής δοκιμασίας: Ο ήρωας χάνει το βασίλειό του, αλλά το παίρνει πίσω κερδίζοντας την καταξίωση!

Εάν αυτό ήταν μια φορά παραμύθι για τον υπόλοιπο κόσμο, ήταν δέκα φορές παραμύθι για τους παροικούντες την αρχαιολογική Ιερουσαλήμ: Εκεί οι λέξεις “δικαίωση” και “καταξίωση” είχαν διαγραφεί από τα λεξικά...

Τό 'ξερε ότι αυτό ήταν ένα απλό σχόλιο, ένα θέμα για μελλοντική συζήτηση για τους χειμερινούς μήνες, όταν τα πράγματα θα είχαν, ίσως, εξισορροπηθεί και η όλη ιστορία θα ήταν ένα αντικείμενο ψύχραιμης ανάλυσης. Ναι, το καταλάβαινε καλά ο Πιτιφάς, τώρα θα είχε τί να απαντήσει μόλις οι επιθέσεις επέστρεφαν: Η έρευνα θα “κούμπωνε” με κάποια παρουσίαση σε ευρύ κοινό, θα την ακολουθούσε μια ανάρτηση σε ηλεκτρονική σελίδα, θα την “άνοιγε” για τους “ακολούθους” του σε κάποιο ηλεκτρονικό “forum”...  Οι δημοσιοσχετίστες θα έκαναν πως δεν ακούν όταν κάποιος θα τους θύμιζε τις παλαιότερες ενστάσεις τους... Σύντομα θα άρχιζαν να “παραπέμπουν” σ' αυτήν όσοι ασχολούνταν σε ερευνητικό επίπεδο με την Μνημειακή Τοπογραφία.

    Και τότε το ξεστόμισε:

“Θα πίστευα σ' αυτό το πόρισμα μόνον αν δεν ήταν το δικό μου πόρισμα!”

   Να, λοιπόν, η ρίζα της ανασφάλειάς του: Έπρεπε να τό'χε βρει κάποιος άλλος! Θάθελε αυτός ο “άλλος” νάναι δικός του συνεργάτης.

Όλα τα πράγματα στην Αρχαιολογία μένουν μέσα στις “Οικογένειες”. Θέλοντας και μή, είχαμε συστήσει την δική μας “οικογένεια”.

Αυτό με αναγούλιαζε σαν το μέλι πάνω στην ταραμοσαλάτα...  

 

Ήταν η ώρα να το ξεστομίσω κι' εγώ:

_ “Τώρα μένει η άλλη μισή δουλεια!”

_ “..... ;;;;;;”

_ “Μένει να βρούμε το πώς και το τί”

_ “Και πως θα γίνει αυτό ;”

_ “Αν σού πώ, τότε δεν θα με αφήσεις να το κάνω!”

_ “Μα δεν είναι θέμα εμπιστοσύνης...”

_”Πώς όχι ; Δεν με εμπιστεύθηκες στην μέχρι τώρα έρευνα ;”

_ “......”

_ “Δεν έχει αλλάξει παρά μόνον ένα πράγμα. Κάποιος φοβάται την απόδειξη της ύπαρξης της Αλίφειρας. Και μόνον ένας τρόπος υπάρχει να μάθουμε ποιός είναι αυτός. Να αρπάξουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε τα αποτελέσματα της επαλήθευσης των φόβων του”.

 

Μου πήρε μόλις είκοσι λεπτά στο τηλέφωνο για να τον πείσω. Ευτυχώς, γιατί η λογομαχία από απόσταση μέσ' τον καύσωνα είναι απίστευτο δεινό...

 

Την επόμενη κιόλας μέρα προχώρησα στην εφαρμογή του σχεδίου μου: Δημιούργησα ένα ψεύτικο προφίλ στο academia.edu. Έφτιαξα την ανάρτησή μου, ως draft, υπό τον εύγλωττο τίτλο “Νέα Τοπωνύμια από τον Βόσπορο και την Προποντίδα”, προδημοσιεύοντας την περίληψη της συμμετοχής μου στο συνέδριο “Νέος οίνος σε παλαιούς ασκούς”, που είχαμε φτιάξει με την Νάπια και τον Ερμή για να δελεάσουμε την κυρία Μελαχροινίδου.

Η Νάπια, που είχε συνεργασθεί με ενθουσιασμό στην “χάλκευση” του συνεδρίου, συνέχισε, με τον ίδιο ενθουσιασμό, να χαλκεύει και την “περίληψη της ανακοίνωσης”:  Έγραψε για το graffito του αμφορέα και για την καταγραφή του, αλλά δεν φανέρωσε την συλλογή απ' όπου προήλθε. Αναφέρθηκε στις ιστοριογραφικές πηγές, αλλά όχι με αναλυτικό και διεξοδικό τρόπο: Ήταν ένα πειστικό δόλωμα, ακριβώς γιατί είχαμε το υλικό να το διαμορφώσουμε κατάλληλα, και να παίξουμε με τους φόβους του ανθρώπου μας...

 

Η παγίδα είχε στηθεί, κι' εμείς δεν είχαμε παρά να περιμένουμε...

 

Οι πρώτες μέρες του Αυγούστου είναι σαν ορφανά πουλιά που δεν ξέρουν να χαρούν το θέρος που τους εξασφάλισαν οι νεκροί γονείς τους...

 

Οι ημέρες περνούν και οι επισκέψεις στο “προφίλ” που δημιουργήσαμε αυξάνουν. Η Νάπια είναι ενθουσιασμένη: “Να δεις που το ψάρι θα τσιμπήσει”... Οι “θεάσεις” στο academia ανεβαίνουν: 200, 300, 400... Είκοσι ερευνητές έχουν “κατεβάσει” το pdf.... Είναι αυτοί που ασχολούνται με το θέμα της Μνημειακής Τοπογραφίας στον Βόσπορο... Ναι, θάπρεπε τώρα το ψάρι να τσιμπήσει...

Όμως ο Δεκαπενταύγουστος έρχεται και φεύγει, κανείς δεν επικοινωνεί στην ηλεκτρονική διεύθυνση που έχουμε απλώσει, φαρδιά πλατιά, στο “edit”, στο τέλος της σελίδας... Οι ειδήσεις καλπάζουν σ' αυτόν τον περίεργο Αύγουστο: Ο κορωνοϊός επελαύνει, έρχονται οι φήμες για νέους κατ' οίκον αποκλεισμούς, τα τουρκικά ερευνητικά σκάφη παραβιάζουν την ελληνική υφαλοκρηπίδα... Σχεδόν αισθάνομαι ένοχος που το μυαλό μου βρίσκεται στο μικρό μας αγκίστρι μέσα σ' αυτόν τον θολό Οίνοπα Πόντο...

Και τότε, συμβαίνει:

Ένας ερευνητής, κάποιος Θεόδωρος Μικρός, στέλνει ένα μικρό αλλά περίεργο μήνυμα: “Ώστε βρήκατε, τελικά, κάτι για την Αλίφειρα ; Ήταν μια υπαρκτή πόλη, εν τέλει ; Πόσο θάθελα να μου διαθέτατε λίγον χρόνο να μιλήσουμε από κοντά...”

Ναι, θα μπορούσε να είναι αυτός ο άνθρωπός μας.

Το ενδιαφέρον μας εξακοντίζεται όταν κάνουμε μια έρευνα στο διαδίκτυο και αντιλαμβανόμαστε κάτι απρόσμενο, γι' αυτό το στάδιο της έρευνας και για κάποιον που αποδείχθηκε πολύ σκληρό καρύδι για να εντοπισθεί:

Το όνομα Θεόδωρος Μικρός δεν ανήκει σε κανέναν υπαρκτό ερευνητή της Αρχαιότητας...

 

Θα έπρεπε να κανονίσω ένα ραντεβού μαζί του ;

Φυσικά και θάπρεπε. Γι' αυτό το ραντεβού δεν τα έκανα όλα ;

 

 

8. “Κι' είχα τον χρόνο να ξανασκεφτώ,

μέσα στην θολούρα και στο κενό,

στο σχεδόν τίποτα, το περίπου,

όλες τις πιθανότητες. Τίποτε δεν έστεκε.

Τίποτε, εκτός από τον Έρωτα”

(J.-B. Pouy, Εθνική 86)

 

“Ου καλόν ηττάσθαι δίς

περί καλλοσύνης”

(Ρουφίνου, Επιγράμματα, XXV)

 

 

  Το καφενείο στην Τεχνόπολη, δίπλα στον σταθμό του Μετρό, ήταν σκεπασμένο με κρεββατίνες από ακτινίδια. Το φελόξυλο αντικαθιστούσε τις κληματόβεργες και οι ταπετσαρίες από λινάτσα τις τούβλινες επιφάνειες. Η Αθήνα εδώ μασκαρευόταν με διαφορετικό στυλ, η πόλη μισούσε την επανάληψη, μισούσε την κριτική, μισούσε τους αρνητές της. Το Καλοκαίρι δεν ήταν υποφερτό, ήταν απλώς ανοίκειο (ζέστη κι' υγρασία μαζί), μασκαρεμένο κι' αυτό, θύμιζε κάποιον που αρχίζει να δικαιολογείται για την αποτυχία του πριν ακόμη αυτή ολοκληρωθεί.

Περίμενα στην σκιά να φανεί ο Θεόδωρος Μικρός. Αυτό το ψευδώνυμο ήταν πραγματικά πολύ ταιριαστό, είχε αποδειχθεί πολύ μικρός για τις προσδοκίες μας. Ενώ κρύφθηκε με τέτοια επιμέλεια, ώστε να χρειασθεί να επιστρατευθεί μια κανονική αρχαιολογική έρευνα για να τον ξεσκεπάσει, εν τούτοις επιστράτευσε ένα ολοφάνερα ψευδές προσωπείο. Γιατί ; Ήταν πια ζήτημα λεπτών να τον δούμε, να μάθουμε τα πάντα, δεν υπήρχε τρόπος να συνεχίσει να κρύβεται: Είχα αποστηθίσει το λογύδριο περί αθέμιτου ανταγωνισμού που είχα ετοιμάσει, τα σχετικά εδάφια της νομοθεσίας, η Νάπια και ο Ερμής περίμεναν στις σκιές τους να ακούσουν, να ηχογραφήσουν, να βιντεοσκοπήσουν... Δεν του έμεναν άλλα χαρτιά να παίξει....

Έτσι δεν ήταν ;

....Και, φυσικά, έκανα λάθος....

 

Η εικοσιπεντάχρονη-εικοσιοχτάχρονη κοπέλα που ερχόταν από μακρυά, ανεμίζοντας το σχιστό καλοκαιρινό φόρεμα, σίγουρα δεν θα άκουγε στο όνομα Θεόδωρος Μικρός. Όμως, ερχόταν στο τραπέζι μου με αποφασιστικό βήμα, με τεράστια βήματα που εξακόντιζαν τις σφιχτές της γάμπες προς το μέρος μου. Είχε ένα παγερό βλέμμα -δεν φορούσε γυαλιά ηλίου, όπως έκαναν όλοι οι υπόλοιποι θαμώνες του μαγαζιού, εκτός από εμένα κι' αυτήν- και μου απηύθυνε τον λόγο πριν καθίσει -απρόσκλητη- δίπλα μου:

_”Καλησπέρα κύριε Τζέλο. Σας ευχαριστώ που ήρθατε, και συγχωρείστε μου όλο αυτό το θέατρο...”

Την κύτταξα με έκπληξη: Ήξερε τ' όνομά μου!

_ “Καλησπέρα... Φαίνεται ότι έχουμε κάποιου τύπου συνάντηση εδώ, έτσι δεν είναι;”

Της ξέφυγε ένα χαμόγελο: “Ναι, έτσι φαίνεται. Και η συγγνώμη μου δεν έχει να κάνει μόνο με το ψεύτικο όνομα που χρησιμοποίησα για το ραντεβού... Έχει να κάνει και για όλη αυτήν την σκηνοθεσία, την επίθεση στους υποστηρικτές της ύπαρξης εκείνης της αρχαίας πόλης... Ναι, κατάλαβα πως ήσαστε εσείς πίσω από το “προφίλ” της ανακοίνωσης στο academia.edu, συνέδεσα αμέσως την ανάρτηση με την ανακοίνωση του συνεδρίου σας για την Πριγκηπόννησο... Έφερα πολύν κόσμο σε δύσκολη θέση, αλλά τώρα που όλα μοιάζουν να τελειώνουν, πρέπει να τηρήσω την υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου και να ανοίξω τα χαρτιά μου... Ναι κύριε Τζέλο. Εγώ προσπάθησα να εξαφανίσω από την Ιστορία την αρχαία πόλη... Κι' ας μην βρίσκεται καν μέσα στο επιστημονικό μου πεδίο.....”

Την κύτταξα πάλι, αποσβολωμένος:

_”Μα ποιά είστε επιτέλους ;;;;”

Έσφιξε με μια θεατρική κίνηση το τσαντάκι της με τα δυό της χέρια κι' έσκυψε μπροστά:

_ “Καικιλία Χρυσού. Η δικηγόρος του αρχαιολόγου Ωγά Ρημέγα... Η δικηγόρος του και η αρραβωνιαστικιά του !”

(…Ο Ρημέγας! Μέλος της επιτροπής του Συνεδρίου “Αποικίες στον Βόσπορο”!... Είχαμε λάθος, κι΄εγώ με την θεωρία μου περί «προσωπικής προσβολής» -και ο Άλκης που θεωρούσε ότι τα μέλη της επιτροπής «στρατεύθηκαν» εναντίον του!.. Κι' εγώ είχα θεωρήσει περιττό να ερευνήσω περισσότερο για μέλη της επιτροπής, αφού είχα όλα τα στοιχεία του επιστημονικού τους περίγυρου! Είχα ξεχάσει ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν και οικογενειακό περίγυρο -που, κάποιες φορές, δεν ανήκε στο “συνάφι”!..)

Ατένισα το όμορφο και έξυπνο αυτό κτήνος, αυτό το ψηλό άτι με την μεγάλη λεκάνη, τα μυώδη σκέλη και τον λεπτό κορμό, μια λαϊκή μούσα από λαϊκό προάστιο, μια παιδούλα χαϊδεμένη σ' ένα σπίτι όπου το χάϊδεμα δεν ήταν μέσα στις κοινωνικές και οικονομικές δυνατότητες των γονιών. Έβλεπα με μια φαντασία καλπάζουσα τις γιαγιάδες και τους παπούδες της, και τα (μεγαλύτερα;) αδέρφια της, να την στηρίζουν και να την πριμοδοτούν, κρυφά από τον αυστηρό πατέρα -που κι' εκείνος θα την πριμοδοτούσε όταν δεν βρίσκονταν μπροστά οι άλλοι, μία εύνοια στην σιγή και στον αποκλεισμό... Είδα τους νέους της γειτονιάς να ξενυχτούν απεγνωσμένοι κάτω από το παράθυρό της. Τα είδα όλ' αυτά, κι' ας μην ήταν έτσι, ήταν περίπου έτσι, ήταν έτσι στο ποσοστό εκείνο που έπρεπε να είναι... Είδα (πράγματα που μου επιβεβαίωσε η ίδια μετά, αυτά και άλλα περισσότερα) -τις σπουδές, την άνοδο, την καταξίωση, τέλος τον έρωτα για τον ανερχόμενο επιστήμονα, τον αρραβωνιαστικό , και μετά....

    _ “...Ήταν η διατριβή του, έτσι ;;;; (σχεδόν πετάχτηκα από το κάθισμά μου)      Η διατριβή του για την άμυνα της Βασιλεύουσας και τον ειδικό ρόλο των στρατιωτικών σωμάτων και των πόλεων στην οργάνωσή της ...”

Τώρα εκείνη με κυττούσε αποσβολωμένη. Δάκρυα εμφανίσθηκαν στις γωνίες των ματιών της.

    _ “.... Θα περνούσε κάποια ακρόαση ή κάτι τέτοιο... Σίγουρα μέσα στην διατριβή του είχε προβλέψει ότι την άμυνα της Βασιλεύουσας από την πλευρά της Αλίφειρας θα είχε ανατεθεί στο Θέμα των Θρακησίων και όχι στον μηχανισμό μιας πόλης... Η ύπαρξη της Αλίφειρας θα τίναζε στον αέρα το θεωρητικό του οικοδόμημα για την άμυνα της Κωνσταντινούπολης...”

Ήδη η Καικιλία είχε ρίγη....

_ “...Τον βρήκατε μια μέρα να κλαίει... Έφτασε στο ίδιο συμπέρασμα που έφθασα κι' εγώ, ότι η Αλίφειρα υπήρξε! Κατάλαβε ότι οι αρχαίες πηγές που οδηγούσαν σε μια ερμηνεία της άμυνας της Βασιλεύουσας με ένα  στρατιωτικό σώμα (και όχι μια πόλη, την Αλίφειρα), δεν ήταν παρά όψεις μιας εσωτερικής αντιπαλότητας στην ίδια την Αυτοκρατορία, η προσπάθεια να αντικαταστήσουν την πόλη αυτήν με στρατό... Είχε μόνος του βρει ένα θεμελιώδες λάθος σε μια διδακτορική διατριβή που είχε μόλις κριθεί, και του είχε μόλις δώσει τον τίτλο του διδάκτορα... Τί θα έκανε ; ’’

“Στην αρχή γελάσατε · το θεωρήσατε μεγάλη κουταμάρα να τον απασχολεί κάτι τέτοιο... Μετά, όμως, καταλάβατε την πρακτική και οικονομική πλευρά του πράγματος: Του είχαν προτείνει ένα “φέλοουσιπ” στην Αμερική -ή κάτι παρόμοιο ;  Επιπλέον, να  αναλάβει κάποια νέα προγράμματα! Έτσι δεν είναι ;”

Κούνησε το κεφάλι δυο φορές...

_ “... Αλλά τότε πήρατε εσείς την πρωτοβουλία. Δίπλα στον Ρημέγα είχατε αρχίσει να μπαίνετε στο κλίμα της μικρής μας αρχαιολογικής  κοινωνίας... Είχατε αρχίσει να καταλαβαίνετε ότι δεν ήταν αδύνατον να δημιουργήσετε ένα ψευδοεπιστημονικό ζήτημα, μία σύγκρουση σε επίπεδο “ανέκδοτου” μέσα στον “χώρο”... Του είπατε να μην ανησυχεί, θα το κανονίζατε εσείς... Ήταν ο άνθρωπός σας, έπρεπε να σκεφθείτε το δικό του καλό. Αυτός ήταν, εξ ορισμού, ο “καλός” της υπόθεσης...”

”Συμφωνήσατε με τους άλλους δύο της επιτροπής του συνεδρίου να ανακινήσετε το ζήτημα της “λανθασμένης ερμηνείας” του Πιτιφά. Σας βόλεψε το γεγονός ότι αυτός είχε ήδη βρεθεί στο στόχαστρο για άλλες απόψεις του σε διαφορετικούς τομείς της έρευνας: Τα “μεγάλα κεφάλια”, το διαισθανθήκατε, δεν έβλεπαν με καλό μάτι την επιτυχία του στον χώρο των αρχαιολογικών εκδόσεων – και το “ανέκδοτο” μπορούσε, πλέον, να στηθεί για τα καλά, η νέα επίθεση θα φαινόταν ως φυσική συνέχεια των προηγούμενων επιθέσεων. Θα χρησιμοποιήσατε ως “ηχεία” κάποιους φοιτητές, κάποιους συναδέλφους στους διαδρόμους του Υπουργείου Πολιτισμού... Σερνόταν ήδη και η άποψη ότι οι παλιοί αντίπαλοι του Πιτιφά είχαν αποφασίσει να “τελειώνουν” με την ενοχλητική του παρουσία. Και κανείς δεν θα σκεφτόταν ότι πίσω απ' όλ' αυτά βρίσκονταν δυο-τρεις ανερχόμενοι -αλλά άσημοι ακόμη αρχαιολόγοι...”

“..Όλ' αυτά είχαν στόχο να μην ανακινηθεί το ζήτημα της Τοπογραφίας και να αποθαρρυνθεί η έρευνα στον τομέα αυτόν για τα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια, οπότε ο αρραβωνιαστικός σας θα παρουσίαζε νέα πορίσματα και θα τα ενσωμάτωνε σε μια νέα, εκδόσιμη μορφή της διατριβής του. Φαντάζομαι ότι, ύστερα απ' όλ' αυτά, η ψυχολογική υποστήριξή του ήταν το μεγαλύτερο μέλημά σας · καθησυχάζατε τους φόβους του, κατευνάζατε τις τύψεις... Μέχρι που εμφανίσθηκε η ανάρτησή μου στον αέρα...”

Η Καικιλία, που δεν μπορούσε πλέον να συγκρατήσει τα δάκρυά της (οι θαμώνες του καφενείου άρχιζαν να μας κυττούν), σκούπισε γρήγορα τα μάτια της με την ανάστροφη της παλάμης της και με ρώτησε με ραγισμένη φωνή:

_”Εσείς, τί είδους απόδειξη βρήκατε για την Αλίφειρα” ;

   ...Έπρεπε να ξέρει, εάν είχε παίξει σωστά το χαρτί της....

_”Την καλύτερη δυνατή! Την επιγραφή που αναφέρει το όνομά της! Αλλά μην θεωρείτε ότι μπορείτε να μάθετε περισσότερα από εμένα γι' αυτήν. Τώρα, μόνον ένας άνθρωπος θα μας πει πως θα κινηθούμε, κυρία Χρυσού: Ο θιγόμενος, ο Άλκης Πιτιφάς"!

 

Έκανα νόημα στον Ερμή και στην Νάπια να προχωρήσουν προς το τραπέζι μας.

 

Το σπίτι του Άλκη Πιτιφά στην Αθήνα ήταν ένα τριάρι σε μια παλιά πολυκατοικία στην Ακαδημία Πλάτωνος · πάντοτε σκεφτόμουν ότι ο Άλκης θα αντιμετώπιζε πρόβλημα να βγάζει για βόλτα τα παιδιά του ανάμεσα στις μάντρες των μεταφορικών εταιριών και το αρχαιολογικό πάρκο, σε μια περιοχή κακόφημη και επικίνδυνη, δίπλα στους παλιούς βάλτους “ενθ' α λίγυα μινύρεται” που έλεγε κι' ο Ευριπίδης. Ήμασταν μια τετραμελής “αντιπροσωπεία” - η Χρυσού, εγώ με τον Ερμή και την Νάπια – από την οποία, όμως, απουσίαζε ο Ρημέγας · η Καικιλία επέμεινε να μην είναι εκείνος παρών, το έργο της (να τον προστατέψει) συνεχιζόταν · ούτως ή άλλως, η μόνη δυνατή διαπραγμάτευση θα μπορούσε να γίνει με εκείνον που κρατά τα ηνία, κι' αυτή ήταν εξ αρχής η νεαρή δικηγόρος...

     Τον λόγο πήρε η Καικιλία αμέσως μόλις ο Άλκης μας υποδέχθηκε:

_ “Κύριε Πιτιφά, εδώ που φθάσαμε τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Ζητώ συγγνώμη, εγώ βρισκόμουν πίσω από το σχέδιο αυτό. Βρίσκομαι εδώ γιατί θέλω να σας ζητήσω να συναινέσετε ώστε να “κατεβεί” η ανακοίνωση για την Αλίφειρα από το “προφίλ” του κ. Τζέλου”.

Η ματιά της ήταν σταθερή, όπως κι' η φωνή της:

_ “Εάν η ανακοίνωση παραμείνει “στον αέρα”, και ακόμη, εάν -όπως θα είναι τότε αναγκασμένος να κάνει ο κ. Τζέλος- προχωρήσει σε παροχή περισσότερων στοιχείων γι' αυτή, η διδακτορική διατριβή του πελάτη μου -του ανθρώπου μου-  θα καταστεί ένα άδειο χαρτί · ακόμη περισσότερο, θα γίνει ένα παροιμιώδες μέτρο σύγκρισης για όσους ασχολούνται με τις μεθόδους της επιστήμης σας: “Προσέξτε μην την πατήσετε, όπως εκείνος ο Ρημέγας”... Το γνωρίζω ότι έρχομαι εδώ άοπλη. Δεν έχω να σας προσφέρω κάποιο αντάλλαγμα για την χάρη που σας ζητώ, αλλά σκεφθείτε ...”

Ο Άλκης την διέκοψε στην μέση της φράσης:

_ “Νομίζω ότι έχω την λύση, η οποία θα ικανοποιήσει και τις δύο πλευρές, κυρία Χρυσού. Εμείς θα κατεβάσουμε την ανακοίνωση · βέβαια, τώρα ο κ. Τζέλος έχει εκτεθεί, θα πρέπει να ανακοινώσει ότι θα χρειασθεί κι' άλλον χρόνο ώστε να την θεμελιώσει καλύτερα... Ευτυχώς για εσάς και γι' αυτόν, δεν είναι ενεργό μέλος αυτού του συναφιού εδώ και χρόνια. Έτσι, θα εξασφαλίσουμε στον κ. Ρημέγα άλλα δύο χρόνια έρευνας, δίχως τον κίνδυνο να αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της διατριβής του. Ας αξιοποιήσει τα χρόνια αυτά για να θεμελιώσει καλύτερα το δικό μας πόρισμα -π.χ. ας κυττάξει να εντοπίσει και τα κτιριακά κατάλοιπα της πόλης αυτής. Μετά τα δύο χρόνια -και θεωρώ ότι και ο κ. Τζέλος δεν θάχει αντίρρηση- θα συνδιάσουμε τα πορίσματά μας και θα κάνουμε μία από κοινού ανακοίνωση”...

Τον κυττούσαμε όλοι -κι' εγώ μαζί τους- αποσβολωμένοι. Ο Άλκης δεν με είχε προετοιμάσει γι' αυτήν την “λύση”, με είχε αφήσει να πιστεύω ότι θα ζητούσε κάποιου είδους γραπτή επανόρθωση από τον Ρημέγα.

Συνέχισε να μιλά, απευθυνόμενος σ' όλη την “αντιπροσωπεία”:

_ ”Εν τω μεταξύ, και οι δύο θα έχουμε λάβει τα εχέγγυά μας: Εμείς, “κατεβάζοντας” την ανάρτηση και αντικαθιστώντας την με ένα μήνυμα “σελίδα υπό διαμόρφωση”, δημιουργούμε μία προσδοκία επαλήθευσης στο κοινό μας -αλλά συνεχίζουμε να επιμένουμε για την ορθή μας θέση, με τρόπο που καθιστά το χρονοδιάγραμμα που σας εξήγησα μονόδρομο. Εσείς, από την άλλη, στερείτε από τους συναδέλφους του κ. Ρημέγα, που “τον περιμένουν στη γωνία” για άλλους λόγους (που δεν μας αφορούν), κάθε απτό επιχείρημα να αμφισβητήσουν το έργο του. Δύο χρόνια μετά, η “αναγκαστική συμμαχία” μας στερεί οριστικά και από τους δικούς μας και από τους δικούς σας “άσπονδους φίλους” την δυνατότητα να μας πλήξουν σ' αυτό το επίπεδο”...

Το πρόσωπο της Καικιλίας Χρυσού έλαμψε μ' έναν τρόπο που μου έδειξε ότι είχε κατανοήσει το επιχείρημα σ' όλο του το εύρος. Εγώ δεν ήξερα αν έπρεπε να είμαι χαρούμενος για μια υπόθεση που έκλεινε δίχως να αποδοθεί “δικαιοσύνη”... Αλλά η επιλογή ήταν η επιλογή του πελάτη μου.

 

Η Χρυσού είχε αναχωρήσει, και οι τρεις μας βομβαρδίζαμε τον Άλκη με ερωτήσεις:

_ “Είσαι στ' αλήθεια ικανοποιημένος με την εξέλιξη ;” ρώτησε ο Ερμής.

_ “Πρώτ' απ' όλα, είμαι ικανοποιημένος που αποδείχτηκε ότι οι “επιστημονικές” επιθέσεις στο άτομό μου έχουν μη-επιστημονική προέλευση. Μου θυμίζει την θεωρία του Νίτσε για τις μη-ηθικές πηγές της ηθικής...”

Είχε αρχίσει να αγορεύει, πάλι...

_ “Δεν σε ενοχλεί που, για μια ακόμη φορά, η Αλίφειρα βρίσκεται, σαν τη “γάτα του Σρέντιγκερ”, μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας ;” ρώτησε η Νάπια.

_ “Όχι, γιατί με τον τρόπο που συμφωνήσαμε, η απόδειξη δεν θα έρθει “εξ όνυχος λέοντος” αλλά “μετά δόξης”, θα θεμελιωθεί καλύτερα και θα επικρατήσει”.

Είχε έρθει η σειρά μου:

_ “Δεν σε ενοχλεί που έδωσες συγχωροχάρτι σε ανθρώπους που μηχανορράφησαν εναντίον σου ; Δεν σ' ενοχλεί ότι τους αναβάθμισες σε συνεργάτες σου;”

Ο Άλκης γέλασε:

_ “Με τους ανθρώπους αυτούς είμαστε συνδεδεμένοι με μία αλληλουχία πρακτικών και όχι με μια σχέση εμπιστοσύνης: Στον χώρο αυτόν, αυτή είναι και η καλύτερη μορφή σχέσης! Σε κάθε περίπτωση, ο στόχος πια είναι κοινός -είναι η απόδειξη της ύπαρξης της πόλης και όχι η άρνησή της!”

  “Αυτό το στοιχείο ήδη, καθώς μιλάμε, έχει αρχίσει να δουλεύει! Μάλιστα, ο αδύναμος κρίκος σ' αυτήν την σχέση είναι ο ίδιος ο Ρημέγας, αυτός θα πρέπει να κάνει την σκληρή επιστημονική δουλειά τώρα -σκεφθείτε ότι η προσπάθειά του αυτή ταυτίζεται με την προσπάθεια να αποδείξει στην αγαπημένη του ότι ο άνθρωπος που ερωτεύθηκε είναι ικανός να ανταπεξέλθει υπό καθεστώς πίεσης...”

”Ακόμα, η πιθανότητα μιας μελλοντικής κοινής δημοσίευσης, τα ονόματά μας πλάϊ – πλάϊ και κάτω από το ίδιο δημοσίευμα, θα μας καταστήσει απρόσβλητους από τυχόν μελλοντικές κακοβουλίες τους, σε περίπτωση που το πάθημα δεν τους έγινε μάθημα... Τί περιμένεις, κ. Τζέλο ; Πηχιαίους τίτλους στις εφημερίδες ; Η μάχη μας κερδήθηκε στα βουβά, οι υπόγειες εκρήξεις είναι οι ισχυρότερες... Είχες, πάντως, δίκιο για ένα ακόμη πράγμα: Στη “Στοά του Βιβλίου” ή στον “Κήπο του Νομισματικού” το Φθινόπωρο δεν θα υπάρξουν μισόκωλες σπόντες ή ειρωνικά βλέμματα. Ο στόχος μας επετεύχθη!”

Και, κλείνοντάς μου το μάτι:

“Αποφεύχθηκε το τρίτο Βατερλώ!”

 

Περπατώ μόνος μου στο σούρουπο, στον Ελαιώνα, με κατεύθυνση  στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Όχι, δεν θα μπω στο κτίριο της Βιβλιοθήκης -το ωράριο λειτουργίας παρήλθε, εξάλλου είναι ακόμη Αύγουστος και θα λειτουργούν με προσωπικό ασφαλείας λόγω θερινών διακοπών. Στόχος μου είναι το σαντουϊτσάδικο με τα “βρώμικα”, λίγο παρακάτω. Μετά, ο σταθμός του Μεταξουργείου και από κεί ο καναπές και ο έναντί του ανεμιστήρας, στο γραφείο μου στην Αχαρνών.

Ο τραπεζικός μου λογαριασμός είναι πιο φουσκωμένος, κατά μερικά χιλιάρικα. Γιάννης Τζέλος, ντετέκτιβ. Το πάλαι ποτέ στέλεχος της Ατρχαιολογικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού. Δεν πληρώνετε για να ακούτε δικαιολογίες. Όλοι οι λογαριασμοί πληρώνονται στο τέλος του μήνα. Το ηλεκτρικό, το τηλέφωνο, οι γιατροί και οι λογιστές. Δεν έχει σημασία αν τα ευρήματα της δουλειάς μού αρέσουν ή όχι. Σημασία έχει να αρέσουν στον πελάτη.

Πόσο θάθελα η επόμενη δουλειά να μην ήταν από τον χώρο του παλιού μου επαγγέλματος!

Σκέφτομαι καθώς περπατώ μέσα στην πνιγηρή ζέστη την Χρυσού και τον Ρημέγα: Τους συμπαθώ; Τους αντιπαθώ; Τους ζηλεύω; Δεν θάθελα να έχω το είδος της αφοσίωσης που απολαμβάνει ο Ρημέγας από την σύντροφό του, θα με έπνιγε. Αυτόν, πάντως, τον γλύτωσε αυτήν την φορά. Για πόσο, άραγε, θα συμβαίνει αυτό; Δεν ξέρω.

Σκέφτομαι τους φοιτητές που ξεκινούν σήμερα την έρευνά τους: Υποπτεύονται ότι η εμφάνιση της νέας έρευνας υπόκειται σε τέτοιες «συμφωνίες» ; Αν η «συμφωνία» που έκλεισε ο Άλκης είναι μια «ηθικά ορθή» συμφωνία, μια συμφωνία για την προώθηση της αληθινής έρευνας, πόσες συμφωνίες σαν αυτήν κλείνουν την πόρτα στην πραγματική Επιστήμη ; Ποιοι είναι τελικά αυτοί που διακονούν την Επιστήμη ; Πόσο λεπτή είναι η διαχωριστική γραμμή ; Ποιος είναι ο «καλός» και ποιος ο «κακός» ;

Πόσο θάθελα να δώ τους νέους ερευνητές να διακονούν αυτό που πιστεύουν χωρίς να μετρούν, ένα-ένα, τα «Βατερλώ» τους…

Νοιώθω την παρόρμηση να τηλεφωνήσω στην Νόρα Τζαμπέτη, την δημοσιογράφο, και να αναδεύσω αυτήν την αναμεταξύ μας δυναμική ισορροπία από παρεξηγήσεις και μη ομολογημένα μυστικά. Θα απαντήσει με το θιγμένο της ύφος, θα ρωτήσει πώς και την θυμήθηκα, θα σκληρίσει, αλλά θα δεχτεί να με δει. Και στο τέλος θα με κυττάξει μέσα στα μάτια με το κουρασμένο της βλέμμα, κάτι που έχω ανάγκη τώρα.

Ίσως το κάνω αυτό το τηλεφώνημα. _

 

 

Γρεβενά, 30.08.2020

Σωτήρης Ραπτόπουλο ςΙ

 

1. ACADEMIA.EDU.  Πρόκειται για μια διεθνή διαδικτυακή πλατφόρμα, υπό τον «Εκτελεστικό Γραμματέα» RICHARD PRICE, δια της οποίας οι ερευνητές ολόκληρου του επιστημονικού φάσματος κοινοποιούν την ερευνητική τους εργασία. Στόχος της πλατφόρμας είναι «η επιτάχυνση του ερευνητικού έργου σε παγκόσμια κλίμακα».

 

2. ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΑΧΑΝΑ, ΑΜΦΙΣΣΑ. «Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Άμφισσας ιδρύθηκε το 1957 (…) Το δανειστικό τμήμα περιλαμβάνει περίπου 35.000 τόμους, όλων των κατηγοριών καθώς επίσης παιδικά και εφηβικά βιβλία. Το τμήμα αρχείων περιλαμβάνει αξιόλογο αριθμό φυλλαδίων, περιοδικών, εφημερίδων (τοπικό τύπο) καθώς και σπάνιο αρχείο χειρογράφων, όπως του Αλέξ. Δελμούζου, Κων. Κόντου, Κων. Σάθα, Βαλκανικών Πολέμων. Το τμήμα μελέτης της δωρεάς Βασίλη Λαχανά - Καλλιόπης Γιοτσαλίτου Λαχανά ταξινομημένο με το συστημα Dewey, περιλαμβάνει 15.000 τόμους σπάνιες εκδόσεις, δερματόδετες, βιβλία με καλλιτεχνική βιβλιοδεσία και πολλά με συλλεκτική αξία». (https://network.nlg.gr/library/dimotiki-vivliothiki-mfissas/).

 

3.  ΔΕΛΦΙΚΗ ΑΜΦΙΚΤΥΟΝΙΑ. Μία ένωση ελληνικών εθνών και πόλεων, που συστάθηκε αρχικά για να διακονήσει το Δελφικό Ιερό κατά τον Α’ Ιερό Πόλεμο του 590 π.Χ., και κατέληξε να κατευθύνει τις αποφάσεις τις σχετικές με την οικονομική του πολιτική και τα ζητήματα της διαχείρισης των Ιερών Αγώνων και του Ιερού με δύο ετήσιες συνελεύσεις, την Εαρινή και την Φθινοπωρινή Πυλαία.

 

      4.  ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ.

«Το Επιγραφικό Μουσείο είναι μοναδικό στην Ελλάδα και το μεγαλύτερο στο είδος του στον κόσμο. Σε αυτό φυλάσσονται 14.078 επιγραφές, γραμμένες κατά κύριο λόγο στην ελληνική γλώσσα. Χρονολογικά καλύπτουν την περίοδο από τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους έως τους παλαιοχριστιανικούς και προέρχονται κυρίως από την Ελλάδα.
Το μουσείο στεγάζεται στη νότια πτέρυγα του ισογείου του κτηρίου του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Οι χώροι του περιλαμβάνουν μία εξωτερική και μία εσωτερική αυλή (αίθριο), ένα προθάλαμο, ένδεκα αίθουσες, ένα ευρύ υπόστυλο διάδρομο σε σχήμα Π, ένα υπερώο, γραφεία, εργαστήριο συντήρησης ενεπίγραφων λίθινων μνημείων και χώρους υγιεινής. Από τους εκθεσιακούς χώρους είναι προσιτές στο κοινό οι δύο αυλές, ο προθάλαμος και τέσσερις αίθουσες, ενώ οι υπόλοιπες αίθουσες είναι προσιτές μόνο στους ειδικούς μελετητές.
Σκοπός του μουσείου είναι η έρευνα, μελέτη, καταγραφή, προστασία, διάσωση, ανάδειξη, δημοσίευση, φωτογραφική τεκμηρίωση, προβολή και η έκθεση των αρχαίων ελληνικών επιγραφών. Στις δραστηριότητές του συγκαταλέγονται, ακόμη, η ηλεκτρονική καταγραφή και αποτύπωση των επιγραφών, η κατάρτιση εξειδικευμένης βιβλιοθήκης και, γενικά, επιστημονικών αρχείων σχετικών με τις επιγραφές, καθώς και η διενέργεια εκπ.προγραμμάτων.
Στο χώρο του Μουσείου διοργανώνονται περιοδικές εκθέσεις αρχαίων ελληνικών επιγραφών καθώς και εκθέσεις σύγχρονης τέχνης με έργα εμπνευσμένα από την ελληνική γραφή και τις αρχαίες επιγραφές» (
http://odysseus.culture.gr/h/1/gh151.jsp?obj_id=3348).

 

5. ΖΩΓΡΑΦΕΙΟΣ ΑΓΩΝ. «Ζωγράφειος Αγών ήτοι Μνημεία της Ελλ. Αρχαιότητος ζώντα εν τω νυν ελληνικώ λαώ / Εκδιδόμενος τη γενναία χορηγία του αγωνοθέτου και μεγάλου του Συλλόγου ευεργέτου Χρηστάκη Εφέντη Ζωγράφου. Τύποις του «Εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικού ΦιλολογικούκΣυλλόγου.» (https://anemi.lib.uoc.gr/search/?search_type=simple&display_mode=overview&stored_cclquery=contributor=(%CE%9F%20%CE%B5%CE%BD%20%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%85%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%B9%20%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82%20%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82%20%CE%A3%CF%8D%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82.)&rss=0&number=10&keep_number=10&offset=1).

 

6. ΊΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. «Το Ίδρυµα Μείζονος Ελληνισµού (ΙΜΕ), το οποίο εµπνεύστηκε, δηµιούργησε και χρηµατοδότησε η οικογένεια Λαζάρου Εφραίµογλου, είναι Νοµικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου µε κοινωφελή, πολιτιστικό, µη κερδοσκοπικό χαρακτήρα και έδρα την Αθήνα. Η ίδρυσή του κυρώθηκε το 1993 µε νόµο της Βουλής των Ελλήνων. Ο «Ελληνικός Κόσμος», το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύµατος, εγκαινιάστηκε το 1998. Αποτελεί ένα υπερσύγχρονο Πολιτιστικό Κέντρο και Mουσείο που ξεχωρίζει για τα πρωτοποριακά προγράμματά του. Βρίσκεται στον παλαιό βιομηχανικό άξονα Αθήνας-Πειραιά, εκεί όπου η μνήμη συναντά τη νεότερη ταυτότητα της πόλης, και η αρχιτεκτονική του χαρακτηρίζει την οδό Πειραιώς. Βασικός σκοπός του Ιδρύµατος είναι να διατηρήσει ζωντανή την ιστορική µνήµη και την ελληνική παράδοση, να κάνει συνειδητή την οικουµενική διάσταση του Ελληνισµού, να προβάλει τη συµβολή του στην εξέλιξη του πολιτισµού, έτσι ώστε το παρελθόν να αποτελέσει σηµείο αναφοράς για τη διαµόρφωση του παρόντος και του μέλλοντος και να εµπνευστεί και πάλι η σύγχρονη σκέψη από το ελληνικό πνεύµα. Η διάδοση του ελληνικού πολιτισµού και της ελληνικής ιστορίας, µε οποιοδήποτε τρόπο και µέσο προσφέρεται, είναι ο πρωταρχικός στόχος, µέσω του οποίου θα επιτευχθεί ο σκοπός της δηµιουργίας του Ιδρύµατος. Διεύθυνση Πειραιώς 254, Ταύρος».

(https://www.culturenow.gr/venue/ellhnikos-kosmos-idryma- meizonos-ellhnismoy/).

 

7. ΚΕΝΤΡΟ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, ΝΙΟΚΑΣΤΡΟ ΠΥΛΟΥ. « Η ιδέα για την ίδρυση του "Κέντρου" οφείλεται στον τότε Έφορο Εναλίων Αρχαιοτήτων Γεώργιο Παπαθανασόπουλο. Χάρη στις σύντονες προσπάθειές του, την άνοιξη του 1982 έγινε η έναρξη των έργων με κονδύλια που διέθετε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας μέσω της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Από το 1991 οι δαπάνες καλύπτονταν από κονδύλια που διαχειριζόταν ειδικός φορέας του Υπουργείου Πολιτισμού.
Το κύριο βάρος των εργασιών αποκατάστασης και νέας χρήσης των χώρων επικεντρώνεται στην ακρόπολη όπου τα πρώην κελλιά της φυλακής διαμορφώθηκαν σε γραφεία, αποθήκες, χώρους εργασίας και ένα τμήμα τους, υπό μορφή ανοικτών θόλων, καλύπτει ημιυπαίθριες εκθεσιακές ανάγκες. Επίσης, η κεντρική πυριτιδαποθήκη έγινε αίθουσα συνεδρίων ή εκθέσεων. Ήδη το 1984 στο Νιόκαστρο πραγματοποιήθηκε το 3ο Διεθνές Συνέδριο Υποβρύχιας Αρχαιολογίας και έκτοτε έχει καλύψει ανάγκες αρκετών πνευματικών εκδηλώσεων της περιοχής ». (
https://www.culture.gov.gr/el/service/SitePages/view.aspx?iID=1352) 

 

8.  ΚΗΠΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ. «Το Aναψυκτήριο λειτουργεί στον κήπο του Ιλίου Μελάθρου, μια μικρή πράσινη όαση στο κέντρο της Αθήνας. Ο κήπος, με έκταση 800 μ2, περιλαμβάνει πολλά είδη φυτών της ελληνικής χλωρίδας και κοσμείται με αντίγραφα αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων.

Οι επισκέπτες του Μουσείου αλλά και όσοι συχνάζουν στην περιοχή μπορούν να κάνουν ένα ευχάριστο διάλειμμα για καφέ ή ελαφρύ γεύμα σε ένα ήρεμο και δροσερό περιβάλλον. Eπιπλέον, ο χώρος μπορεί να φιλοξενήσει ειδικές εκδηλώσεις μετά από συνεννόηση με τη διεύθυνση του Aναψυκτηρίου και το τμήμα Δημοσίων Σχέσεων του Mουσείου» (http://www.nummus.gr/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%88%CF%85%CE%BA%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%BF/)

 

9.   MONTE TESTACCIO. Ένας μεγάλος λόφος στην Αρχαία Ρώμη, δίπλα στις εμπορικές αποθήκες του λιμένα του Τίβερη, σχηματισμένος από κεραμικά απορρίμματα - θραύσματα εμπορικών αμφορέων.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου