Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

Σκέψεις πάνω στήν ὀρθογραφία ἄλλων εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν

 

Νικόλαος Κοντοσόπουλος, δ.φ.,

γλωσσολόγος, πρώην διευθυντής τοῦ Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ τῆς Νέας Ἑλληνικῆς τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν

 


Οἱ γλῶσσες μέ μακραίωνα γραπτή παράδοσι ἔχουν δύσκολη ὀρθογραφία, μεγάλη ἀπόστασι μεταξύ προφορᾶς καί γραπτῆς μορφῆς τους. Ἔχουν τή λεγόμενη ἱστορική ὀρθογραφία, ἡ ὁποία ἀποδίδει ἀκριβῶς ἤ σχεδόν ἀκριβῶς τήν προφορά καί τή μορφολογία τῶν λέξεων σέ παλαιότερη μορφή τῆς γλώσσας πού ἔχει παγιωθῆ στή χρῆσι της.

Οἱ γλῶσσες μέ μικρή χρονική παράδοσι σέ γραπτό λόγο ἔχουν τή λεγόμενη φωνητική ὀρθογραφία. Σ᾿ αὐτές ἡ ἀπόστασις γραφῆς καί ὁμιλίας εἶναι ἐλάχιστη. Γιά τή γραφή τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν χρησιμοποιοῦνται τρία ἀλφάβητα, ἤτοι τό ἑλληνικό γιά τή γραφή τῆς ἑλληνικῆς καί μόνο γλώσσης, τό σλαβικό κυριλλικό γιά τή γραφή τῆς ρωσικῆς, τῆς οὐκρανικῆς, τῆς λευκορωσικῆς, τῆς βουλγαρικῆς καί τῆς σερβικῆς, καί τό λατινικό γιά τή γραφή ὅλων τῶν ἄλλων γλωσσῶν τῆς ἠπείρου μας.

Τά προβλήματα πού γεννᾶ στήν ἑλληνική γλῶσσα τό ὀρθογραφικό της σύστημα ἀνέπτυξαν οἱ προηγηθέντες ὁμιληταί, ἐγώ θά παρουσιάσω τήν ὑποδοχή πού ἔτυχε ἡ σκέψι ἁπλοποιήσεως τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας κυρίως στίς χῶρες ὅπου ἡ γλῶσσα των γράφεται μέ τό λατινικό ἀλφάβητο. Ἀρχίζω μέ τήν φωνητική ἀξία τῶν γραμμάτων πού διαφέρει στίς κυριώτερες εὐρωπαϊκές γλῶσσες.

Τό λατινικό ἀλφάβητο ἔχει 26 γράμματα.

Ἀπό αὐτά ἡ ἰταλική γλῶσσα χρησιμοποιεῖ 21[1], ἡ φιλλανδική 19[2]. Ἀπό τήν πολωνική γραφή ἀπουσιάζει τό γράμμα V (ὁ φθόγγος β ἀποδίδεται μέ τό W, ὅπως στά γερμανικά, ὅπου τό V προφέρεται φ). Τό K καί τό W ἀπουσιάζουν ἀπό τή γραφή τῆς γαλλικῆς, τῆς ἱσπανικῆς καί τῆς πορτογαλικῆς, ὅπου τό βλέπομε μόνο σέ ξένες λέξεις (π.χ. whisky). Ἐπί πλέον γράμματα εἶναι τό Ñ (πρόφ. νι) στήν ἱσπανική καί τόŁ (πρόφ. ου βραχύ) στήν πολωνική. Μερικά διγράμματα καί τριγράμματα ἀποδίδουν διαφορετικό κατά γλῶσσες φθόγγο (φωνῆεν ἤ σύμφωνο) π.χ. τό CH= δασύ σ στήν γαλλική καί τήν πορτογαλική, δασύ τσ στήν ἀγγλική καί τήν ἱσπανική, χ στή γερμανική καί τήν πολωνική. Τό δασύ σ ἀποδίδεται στά ἀγγλικά μέ τό δίγραμμα SH, στά πολωνικά μέ τό SZ (πού στά οὑγγρικά εἶναι ἁπλοῦν σ), στά ἰταλικά μέ τό τρίγραμμα SCI ἤ μέ τό δίγραμμα SC ἀνάλογα μέ τό ἀκολουθοῦν φωνῆεν, στά γερμανικά μέ τό τρίγραμμα SCH, τό AU καί τό EAU προφέρονται Ο στά γαλλικά, τό PH ἀποδίδει τό φ στά ἀγγλικά, γαλλικά καί γερμανικά, τό TH στά ἀγγλικά προφέρεται θ[3]δ, στά γαλλικά προφέρεται τ.

Τό δίγραμμα OU ἀποδίδει τό ου στά γαλλικά, τό OI προφέρεται ουά στά γαλλικά, τό EU εἶναι τό κλειστό στρογγυλεμένο ε στά γαλλικά, όι στά γερμανικά, γιού στά ἀγγλικά, έου στά ἰταλικά. Τό ου ἀποδίδεται μέ τό δίγραμμα OO στά ἀγγλικά καί OE στά ὁλλανδικά, τό IJ προφέρεται έι στά ὁλλανδικά, τό CZ εἶναι τό δασύ τσ στά πολωνικά. Τά ἑνωμένα Œ εἶναι τό κλειστό στρογγυλεμένο ε στά γαλλικά, τά ἑνωμένα Æ προφέρονται ε στά δανικά.

Σέ πολλές γλῶσσες ὡρισμένα γράμματα τοῦ λατινικοῦ ἀλφαβήτου δέχονται διακριτικά σημεῖα γιά τήν ἀπόδοσι διαφόρων φθόγγων. Ἤδη ἀνέφερα τά Ñ καί Ł. Ἄλλα διακριτικά σημεῖα εἶναι:

οἱ τόνοι ( ́  ̀  ^ ) στά γαλλικά καί σπάνια σέ ἄλλες γλῶσσες

τά διαλυτικά ( ¨ ): ä ö ü στά γερμανικά, ö καί ä στά σουηδικά, ö στά οὑγγρικά, ë στά ἀλβανικά

ἡ ὑποστιγμή ( ¸ ): ҫ στά γαλλικά, πορτογαλικά καί τουρκικά, ţ στά ρουμανικά, ą καί ę στά πολωνικά, ș στά τουρκικά καί ρουμανικά

μικρός κύκλος πάνω στό a: å στά σουηδικά καί δανικά

ἡ ἑλληνική περισπωμένη ( ˜ ): ã καί õ στά πορτογαλικά

διπλῆ ὀξεῖα πάνω στό ο: ő στά οὑγγρικά

τό γράμμα ø στά δανικά, τά â, î καί ă στά ρουμανικά, τό ř στά τσέχικα, τό ı (χωρίς τήν κοκκίδα) στά τουρκικά

τά č, ć, šἀπαντῶνται στίς λατινογράμματες σλαβικές γλῶσσες.

Μπροστά σ᾿ αὐτό τό γραφηματικό χαῶδες μωσαϊκό ἀντέδρασαν, στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, δύο διάσημοι γλωσσολόγοι, ὁ Ἄγγλος DanielJones καί ὁ Γάλλος PaulPassy, ἐπινοήσαντες τό Διεθνές Φωνητικό Ἀλφάβητο, τό ὁποῖο ὅμως χρησιμοποιεῖται μόνο σέ γλωσσολογικές μελέτες ἤ γιά διδακτικούς σκοπούς.

Οἱ γλῶσσες πού ἀκολουθοῦν ἱστορική ὀρθογραφία εἶναι ἡ γαλλική, ἡ ἀγγλική, ἡ ἰρλανδική καί κατά δεύτερο λόγο ἡ πορτογαλική, ἡ σουηδική κ.ἄ. Φωνητική ὀρθογραφία (γράφονται περίπου ὅπως προφέρονται) ἔχουν ἡ ἱσπανική, ἡ ἰταλική, ἡ κροατική, ἡ τουρκική καί, σχεδόν φωνητική, ἡ γερμανική. Φυσικά, πρώτη σέ ἀπόστασι γραφῆς – προφορᾶς εἶναι ἡ νεοελληνική. Σχεδόν φωνητική εἶναι ἡ ὀρθογραφία καί τῶν γλωσσῶν πού γράφονται μέ τό σλαβικό (κυριλλικό) ἀλφάβητο.

Στήν ἐποχή μας, ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ νόμος τῆς «ἥσσονος προσπαθείας», ἀκόμα καί στή γλωσσομάθεια καί τή γλωσσολαλία, συμπορεύονται ἀντιμαχόμενες δύο τάσεις, ἤτοι:

α) ἡ τάσις ἐφαρμογῆς τοῦ νόμου τῆς «ἥσσονος προσπαθείας» πού ἀπαιτεῖ ἁπλοποίησι τῆς ὀρθογραφίας, μαζί μέ ἰσοπεδωτική ἐπέμβασι στό τυπολογικό (μορφολογικό) καί τό συντακτικό τῆς γλώσσας καί περιορισμό τοῦ λεξιλογίου, στό ὁποῖο ὅμως νά γίνωνται ἀνεξέλεγκτα ἀποδεκτοί οἱ ξενισμοί καί οἱ λέξεις τῆς argot.

β) ἡ τάσις νά διατηρηθῆ ἡ παραδοσιακή ἱστορική ὀρθογραφία μέ αὐστηρή τήρησι τῶν γραμματικῶν κανόνων τῆς κλασικῆς ἀττικῆς διαλέκτου καί τοῦ λόγιου νεοελληνικοῦ ὕφους, ὁ ἐμπλουτισμός τοῦ λεξιλογίου μέ ἑλληνικά γλωσσικά ὑλικά καί ἡ φροντίδα γιά καλλιέπεια καί ὀρθοέπεια.

Ἔχομε λοιπόν νά ἐπιλέξωμε μεταξύ τῆς θεωρίας τοῦ laissezfaire, laissezpasser (δηλαδή ἀφήστε τά πράγματα νά προχωροῦν, νά ἐξελίσσωνται μόνα τους) καί τῆς θεωρίας τοῦ «ἐτσά τό βρήκαμε, ἐτσά τό λαλοῦμε», ὅπως λένε οἱ Κρητικοί, δηλ. ἔτσι συνεχίζομε, ὅπως τό βρήκαμε, δέν δεχόμεθα ἀλλοιώσεις. Ὀπαδοί τοῦ laissezfaire ἔχουν ἐμφανισθῆ ὄχι μόνο στή χώρα μας, ἀλλά καί στίς ἄλλες χῶρες ὅπου ἡ γραφή τῆς γλώσσης των εἶναι ἱστορική καί ἀπέχει πολύ ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ MonsieurToutleMonde, ὅπως λένε οἱ Γάλλοι (δηλ. γενικά ὅλου τοῦ κόσμου). Ἀναζητήθηκε καί ἐκεῖ ἡ ἁπλοποίησις τῆς γραφῆς καθώς καί ἡ τροποποίησις γραμματικῶν κανόνων. Ἡ φωνή τῶν «μεταρρυθμιστῶν» αὐτῶν σ᾿ ὡρισμένες χῶρες ἀπέδωσε πενιχρά ἀποτελέσματα (π.χ. στή Γερμανία), ἐνῶ σέ ἄλλες ἔσβησε πρίν καλά-καλά ἀκουσθῆ (π.χ. στή Γαλλία, στή Ρωσία καί ἄλλες). Στή Γερμανία δέν ἔγιναν γενικά ἀποδεκτές οἱ ὀρθογραφικές ἀλλαγές, ὅπως ἡ ἀπαλοιφή γραμμάτων πού δέν προφέρονται (π.χ. τό ἐπώνυμο Schmidt νά γράφεται χωρίς τό τελικό t), τά οὐσιαστικά νά μή γράφωνται μέ κεφαλαῖο τό πρῶτο γράμμα, κ.ἄ.

Στή Γαλλία ὑπερισχύει ἡ ἄποψις τοῦ «ἐτσά τό βρήκαμε, ἐτσά τό λαλοῦμε». Ἡ Γαλλική Ἀκαδημία (InstitutdeFrance) εἶναι πάρα πολύ φειδωλή σέ ἀλλαγές στή γραφή τῆς γαλλικῆς γλώσσης, στήν ἐπισημοποίησι νεολογισμῶν καί δημιουργία νέων γραμματικῶν τύπων. Ὁ ἀκαδημαϊκός Ζώρζ Ντυαμέλ εἶπε πρό ὀλίγου καιροῦ «ἡ γαλλική γλῶσσα εἶναι δύσκολη καί θά παραμείνη δύσκολη. Ὅποιος δέν μπορεῖ νά παίξη σκάκι, νά πάη νά παίξη ντάμες» καί κάποιος ἁπλός πολίτης Γάλλος ὅταν ρωτήθηκε «ποιά εἶναι ἡ κρατική θρησκεία στή Γαλλία» ἀπήντησε «ἡ γαλλική γλῶσσα».

Ἡ ἀντίδρασις κατά τῶν γλωσσικῶν μεταρρυθμίσεων στή χώρα αὐτή εἶναι πολύ σθεναρά, ὅπως καί ἡ ἀντίδρασις κατά τῆς εἰσροῆς ἀγγλισμῶν στή γλῶσσα. Ὑπενθυμίζομε ἐπί τοῦ προκειμένου τό σύνθημα nonaufranglais (ὄχι στήν ἀγγλο-γαλλική). Τό κοντέινερ ἔχει ἀντικατασταθῆ ἀπό τό conteneur, ἀφοῦ προέρχεται ἀπό τό γαλλικό ρῆμα contenir (περιέχειν), τό fastfood εἶναι σπανιώτατο. Ἔχει παραχωρήσει τή θέσι του στό restaurationrapide, τό takeaway εἶναι ἄγνωστο. Ἀντ᾿ αὐτοῦ λέγεται τό à emporter. Ὁμοίως ἄγνωστο εἶναι τό delivery, ἄν καί προέρχεται ἀπό τό γαλλικό ρῆμα délivrer. Ἐκφράζεται ἡ ἔννοια αὐτή μέ τήν περίφρασι livraison à domicile (= διανομή κατ᾿ οἶκον). Ἀντί γιά γκώλ (ἀγγλιστί goal) στά γήπεδα ἀκούγεται ἡ γαλλική λέξις but (= σκοπός, στόχος). Τό madeinFrance σιγά-σιγά ἀντικαθίσταται ἀπό τό γαλλικό fabriqué enFrance. Ἄς ἀναφέρωμε καί τά ἀρκτικόλεξα: SIDA ἀντί AIDS, ADN ἀντί DNA, OTAN ἀντί NATO, κλπ. Πάντως ἀκούγονται συχνά τό O.K. πού τό προφέρουν οκέ καί τό week-end πού τό προφέρουν ουϊκέν. Καί μία ἀκόμα παρατήρησι: τά λεγόμενα ἄφωνα γράμματα στή γραφή τῆς γαλλικῆς γλώσσης σέ πολλές περιπτώσεις εἶναι ἀπαραίτητα καί δέν μποροῦν ν᾿ ἀντικατασταθοῦν. Ἕνα παράδειγμα: ἡ λ. φίλος λέγεται ami. Στή γραφή amieσημαίνει φίλη, ἐνῶπροφέρεται ὅπως τό ἀρσενικό, δηλ. αμί.

Στήν Ἀγγλία ἔγιναν λίγες ὀρθογραφικές ἀλλαγές, περισσότερες ἔγιναν στίς ΗΠΑ, ὅπου, γιά παράδειγμα, ἡ λέξις through(πρόφ. θρού) γράφεται throu, ἀφοῦ τά γράμματα ghδέν προφέρονται.

Οἱ Σουηδοί ἔχουν προσαρμόσει τή γραφή ξένων λέξεων πού μπῆκαν στή γλῶσσα τους στήν ἀξία τῶν λατινικῶν γραμμάτων στή γραφή τῆς σουηδικῆς. Παραδείγματα δανείων ἀπό τά γαλλικά: οἱ γαλλικές λέξεις adieu, à propos, cher, alliance, caricature, conducteur, restaurant, affairesγράφονται στή σουηδική ὡς: adjö, apropå, kär, allians, karikatyr, konduktör, restaurang, affär(τό affärστά σουηδικά σημαίνει μαγαζί, κατάστημα!).

Καμμία προσπάθεια δέν ἔγινε γιά ἀναπροσαρμογή στή γραφή τοῦ πρωτοτύπου. Ἀντιθέτως, στή γλῶσσα μας, πού ἔχει τό δικό της ἀλφάβητο καί ὄχι τό λατινικό, μεταγράφομε τίς ξένες λέξεις μέ τά ἑλληνικά γράμματα, π.χ. σαιζόν, ντοκυμανταίρ, Ρενώ, Ντε Γκώλ, Τσῶρτσιλ, Καῖμπριτζ, ἀκολουθώντας τήν ἄποψι νά μήν ἀφιστάμεθα ἀπό τήν γραφή τοῦ πρωτοτύπου (saison, documentaire, Renault, DeGaulle, Churchill, Cambridge). Τελευταῖα ὅμως ἀκολουθεῖται ἡ ἄποψις οἱ ξένες λέξεις νά γράφωνται «διά τῆς ἁπλουστέρας γραφῆς», ὅσο γίνεται πιό κοντά στήν προφορά καί ὄχι στή γραφή τοῦ πρωτοτύπου. Τά παραπάνω παραδείγματα γράφονται σεζόν, ντοκιμαντέρ, Ρενό, Ντε Γκόλ, Τσόρτσιλ, Κέμπριτζ.

Στή Σοβιετική Ἕνωση εἶχε προταθῆ ἁπλοποίησις τῆς γραφῆς τῆς ρωσικῆς γλώσσης (γράφεται μέ τό κυριλλικό ἀλφάβητο), ἀλλά ἡ πρότασις ἀπερρίφθη ἀπό τόν Στάλιν, πού φέρεται ὅτι εἶπε «κάτω τά χέρια ἀπό τήν ἁγία μας γλῶσσα».

Στήν Κίνα, ἐπί Μάο Τσέ Τούνγκ, ἔγινε προσπάθεια γραφῆς τῆς κινεζικῆς γλώσσης μέ τό λατινικό ἀλφάβητο ἀντί τῶν γνωστῶν ἰδεογραμμάτων. Τελικά ἡ προσπάθεια ἀπέτυχε λόγῳ τῆς φύσεως τῆς κινεζικῆς γλώσσης.

Στήν Ἰαπωνία κάθε σκέψις ἀλλαγῆς τῆς γραφῆς τῆς ἰαπωνικῆς γλώσσης (μεικτό σύστημα ἰδεογραμμάτων καί συλλαβογραμμάτων) θεωρεῖται ἀντεθνική, προσβολή κατά τοῦ ἰαπωνικοῦ ἔθνους. Μία παραχώρησις ἔχει γίνει: ἡ ἀναγραφή μέ λατινικούς χαρακτῆρες τοῦ ὀνόματος τῶν κυριωτέρων λεωφόρων τῶν πόλεων καί τῶν σταθμῶν τοῦ ὑπογείου σιδηροδρόμου στίς σχετικές πινακίδες.

Καί στήν Ἑλλάδα θεωρεῖται ἀνθελληνική πρᾶξις ἡ γραφή τῆς ἑλληνικῆς μέ τό λατινικό ἀλφάβητο, ὅπως εἶχε γίνει σέ κείμενα παλαιοτέρων αἰώνων στίς βενετοκρατούμενες τότε νήσους. Παρά ταῦτα ἐμφανίζονται τελευταῖα δειλά-δειλά ἐπιγραφές καί διαφημίσεις ἑλληνόγλωσσες, ἀλλά λατινογράμματες, σέ προθῆκες καταστημάτων καί σέ βαγόνια τοῦ ὑπογείου σιδηροδρόμου τῶν Ἀθηνῶν, ὅπως καί σέ μηνύματα μέσῳ τοῦΔιαδικτύου καί τῶν κινητῶν τηλεφώνων. Μέσα στή γενική ἀδιαφορία τῆς ἐποχῆς μας, ὅλοι παραβλέπουν, ἀντιπαρέρχονται τό φαινόμενο, ὅπως παραμένουν ἀσυγκίνητοι καί ἀπό τούς ξενόγλωσσους (διάβαζε ἀγγλόγλωσσους) τίτλους ἑλληνικῶν ἐφημερίδων καί περιοδικῶν καί ἑλληνογλώσσου περιεχομένου τουριστικῶν ἐκδόσεων.

 

Γενικά παρατηροῦμε ὅτι οἱ γλωσσικοί νεωτερισμοί δέν εἶναι καλοδεχούμενοι. Σ᾿ αὐτούς οἱ ἀντιτιθέμενοι ἀντιτείνουν τά ἑξῆς τρία βασικά ἐπιχειρήματα:

α) ἡ τυχόν ἐφαρμογή τῶν προτεινομένων μεταρρυθμίσεων ἀποκόπτει τή σύγχρονη ἀπό τίς παλαιότερες φάσεις τῆς γλώσσης. Ἡ γλῶσσα ἐξελίσσεται μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου. Οἱ διαφορές πού παρουσιάζονται εἶναι σημαντικές κάθε δύο ἤ τρεῖς γενιές. Θά πρέπει, ὡς ἐκ τούτου, νά ἀναθεωρῆται ἡ γραμματική τῶν γλωσσῶν κάθε 50 ἤ, ἔστω, 100 χρόνια;

β) ἡ ὀρθογραφική ἰσοπέδωσι θά δυσχεραίνη τήν διάκρισι μεταξύ κειμένων παρεμφερῶν γλωσσῶν, π.χ. σλοβακικῆς καί σλοβενικῆς, δανικῆς καί νορβηγικῆς.

γ) θά παύση νά εἶναι ἡ γνῶσις τῆς γραμματικῆς δεδομένης γλώσσης, καί μάλιστα τῆς ἑλληνικῆς, μία ἄσκησις τοῦ νοῦ τῶν μαθητῶν στά σχολεῖα. Οἱ γλωσσολόγοι θεωροῦν ὅτι ἡ γραμματική ὀξύνει τόν νοῦ ὅπως τά μαθηματικά. Ὁ Γάλλος γλωσσολόγος Cl. Hagègeμάλιστα συνιστᾶ οἱ νεαροί μαθηταί ν᾿ ἀρχίζουν τή γλωσσομάθειά τους μέ τή μελέτη γλώσσης μέ δύσκολη γραμματική, ὅπως ἡ γαλλική, ἡ ἰταλική, ἡ ρωσική κ.ἄ., ὄχι ὅμως ἡ ἀγγλική.

 

 

 

 



[1]Ἀπουσιάζουν ἀπό αὐτήν τά γράμματα j, k, w, xκαί y.

[2]Ἀγνοεῖ τά γράμματα b, c, f, q, w, xκαί z. Ἡ Φιλλανδία στή γλῶσσα της λέγεται Suomiκαί ἡ Γαλλία (France) λέγεται Ranska. Ἀπουσία τοῦ F !

[3]Ὁ φθόγγος θ ἀποδίδεται στήν καστιλιάνικη παραλλαγή τῆς ἱσπανικῆς μέ τά γράμματα Cκαί Z. Στήν ἰσλανδική γλῶσσα ἐπινοήθηκαν ἰδιαίτεροι χαρακτῆρες γιά τά θ καί δ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου