Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Δήθεν




Του Γιάννη Σχίζα
Δημοσιεύεται στην ΑΥΓΗ 
 
Μια φορά κι έναν καιρό εκτοξεύονταν  εκείνα τα ευθύβολα σουτ του γελοιογράφου  Ιωάννου του τύπου  «καλλιέργεια της κουλτούρας» (1)  ή «δομή της στρουχτούρας»  ενάντια στα γκολ ποστ διαφόρων βερμπαλιστών ,   γενικώς φυγόπονων,  με ροπή προς τον φτηνό εντυπωσιασμό. Φυσικά πολλοί και διάφοροι διέφευγαν αυτών των  σαρκαστικών  βολών , σε μια χώρα όπου, κατά τα λεγόμενα του Δημοσθένη Κούρτοβικ (2), η κριτική υπολειτουργούσε , ούσα  φιλική  προς τις διασημότητες και κάργα εχθρική προς τους  ανεξάρτητους  δημιουργούς… 
Η παπάρα πάντως – σύμφωνα με έναν ορισμό που έδωσα κάποτε από τις στήλες της ΑΥΓΗΣ (3)– ενδημούσε στους κόλπους των σεσημασμένων ως κουλτουριάρηδων, ενώ επίσης κυριαρχούσε ένα πνεύμα αναχωρητισμού από την  πολιτική. Και τούτο σήμαινε ότι ο «διανοητής»  αυτής της κατηγορίας κατανάλωνε Αϊζενστάϊν ή Μαγιακόφσκυ  όπως καταναλώνει κάποιος ένα κοκτέϊλ «μπλάντυ μέρυ»,  δηλαδή άνευ  επιπτώσεων στο πολιτικό περιβάλλον….Θα ήταν όμως άδικο  να παραλείψουμε να πούμε ότι πολλοί στρατευμένοι διανοούμενοι (συντροφική αδεία…)  υπερπροβάλλονταν από τα μίντια, δίνοντας  στους  κοπανατζήδες των πολιτικών αγώνων  τη δυνατότητα και το πρόσχημα  να αυτοσυστήνονται ως original διανοούμενοι…

Έτσι είχαν τα πράγματα, όταν  η σοβαρή  «κρίση» της τελευταίας     ….ετίας    (αφήνω τις τελείες για τη συμπλήρωση του αριθμού στο μέλλον!) προκάλεσε την όξυνση  της δηθενοκρατίας αφενός και του αναχωρητισμού αφετέρου – δυο καταστάσεων    φυγής και   παραμυθιάσματος  εαυτών και αλλήλων….
Μετά την έκλειψη  των πάλαι ποτέ «Καλλιτεχνών ενάντια στο Μνημόνιο», αξιομνημόνευτα είναι  δυο πολιτιστικά αντίδοτα, από όσα υπέπεσαν πρόσφατα στην αντίληψή μου. Το ένα είναι μια συνέντευξη της Κάτιας Γέρου στη Μάνια Ζούση της  Αυγής, το άλλο ένα άρθρο του Κοσμά Βίδου στο Athens Voice .  Στο πρώτο  η Γέρου υπογραμμίζει τη σιαμαία σχέση ενεργού πολίτη και καλλιτέχνη, βαδίζοντας στα χνάρια του έργου του Ντάριο Φο (Δεν πληρώνομαι, δεν πληρώνω).… Πικρή διαπίστωσή της : «παρά τη σοβαρότητα της κρίσης μέσα στην οποία ζούμε, υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της τέχνης που δεν είναι διατεθειμένη να μιλήσει επί της ουσίας»…
Το δεύτερο και θανατερό ούτως ειπείν κείμενο εισέρχεται αποφασιστικά στα στέκια των ενεργητικών και παθητικών  δηθενόφιλων -που είναι αντίστοιχα οι παραγωγοί και καταναλωτές  σαχλαμάρας. Ο Βίδος δηλώνει το «δράμα» που ζει όλο και πιο συχνά όταν στέκεται  μπροστά σε έναν πίνακα, σε ένα γλυπτό, σε ένα installation ή σε ένα βίντεο τελευταίας εσοδείας: Τις περισσότερες φορές όχι απλώς δεν του αρέσει αυτό που βλέπει, αλλά κυρίως δεν καταλαβαίνει τι βλέπει»….. Τελικά  όμως παραπέμπει σε  μια καθοδηγητική  παρατήρηση   του  Τομ Στόπαρντ :   «Δεν είναι καθόλου δύσκολο να κατανοήσεις τη μοντέρνα τέχνη. Αν κρέμεται στον τοίχο είναι πίνακας, αν μπορείς να περπατήσεις γύρω της είναι γλυπτό».
1.   «Τα βουνά του κόσμου και άλλα κείμενα»
2.    «Λεξικό Νεοελληνικής χρηστομάθειας»
3.   Αυγή 15.10.2002

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου