Στο Σαρμ Ελ Σέιχ δεν υπάρχει ακτή αμμουδερή να
πλησιάσεις, ούτε ψαρόβαρκες που μυρίζουν λέπια και ψαροκέφαλα φρεσκοκομμένα.
Μύγες και μέλισσες δεν στήνουν βουητό πάνω από κοκκινόμαυρα εντόσθια. Η
μυρουδιά δεν σου τρυπά την μύτη σαν αυτή που συναντάς στα καρνάγια και τις
ακτές του Σαρωνικού ή του Αιγαίου, δεν είναι νοτισμένη με δαύτη την περίεργη
ομίχλη που υφίσταται άνευ λόγου, ενώ ο καιρός είναι αίθριος, ο ουρανός
πεντακάθαρος. Τα δίκτυα των ψαράδων δεν γιομίζουν καθημερινά από τα ψάρια τα
μυστήρια της θάλασσας της Ερυθράς και του κόλπου της Άκαμπα. Ίσως γιατί τούτα
τα ψάρια, ως διαφορετικά από αυτά της Μεσογείου, είναι ποιο απαιτητικά και
επικίνδυνα. Ίσως πάλι, τόσο τα ψάρια όσο και οι ψαράδες, φοβούνται την
επερχόμενη έλευση του Λώρενς της Αραβίας., του Ελ Ώρενς, του Ελ Άραμπ,
κρύβονται. Που ως πρώην αποικιοκράτης, φαντάζει στα μάτια τους απόκοσμος και
απαιτητικός, θα τους χαλάσει την ηρεμία, την διαρκή επανάληψη… τον χρόνο που με
ακρίβεια επαναλαμβάνεται… στον αιώνα τον άπαντα..
Έβλεπα απέναντι τα βουνά της Σαουδικής Αραβίας,
διακρίνονταν καλύτερα βορειότερα στην κατεύθυνση από το Σαρμ Ελ Σέϊχ προς την
πόλη Ντάχαμπ. Θυμήθηκα τα χρόνια που πέρναγα τα καλοκαίρια μου , πιο νότια,
στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, όπου οι γονείς μου και ο μικρότερος αδελφός
μου ζούσαν τότε εκεί λόγω της εργασίας του πατέρα μου.
Τα μπάνια που κάναμε
στην Ερυθρά κάθε Παρασκευή- ημέρα αργίας , τα μυστήρια ψάρια που κυκλοφορούσαν,
ένα μικρό σαρκοβόρο είδος που με διαφορά μιας εβδομάδας δάγκωσε ένα δάκτυλο
ποδιού της μητέρας μου, την επόμενη ένα αντίστοιχο δικό μου, ακόμη έχω το
σημάδι. Το Σαρμ Ελ Σέιχ είναι διάσημο ως τουριστικός προορισμός ανάμεσα στους
Ευρωπαίους, τόσο για τις καλές θερμοκρασίες και το ξηρό κλίμα που έχει την
περίοδο του (Ευρωπαϊκού) χειμώνα, όσο και για τα πλούσιες συστάδες κοραλλιών-
ολόκληρα δάση- που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αλλά και τα
πολύχρωμα ψάρια του. Φημισμένο λοιπόν για τις οργανωμένες εκδρομές με πλοίο από
όπου γίνονται καταδύσεις για να δουν οι επισκέπτες τον βυθό, το περίφημο
«σνόρκελινγκ» στην τουριστική διάλεκτο. Ενδιαφέρουσα εμπειρία, πολύχρωμη, με τα
πλοία να λυκνίζονται στο κύμα αναμένοντας όσους από τους επισκέπτες βούτηξαν
στο νερό να επιστρέψουν, με τους υπόλοιπους που δεν βούτηξαν να τους
παρακολουθούν από ψηλά σε τούτη τους την μικρο-εξερεύνηση, για πλείστους
καινούργια εμπειρία. Θάλασσα, αιώνια αγαπημένη. Από την άλλη, το αγαπημένο μου
άθλημα είναι το περπάτημα. Η επόμενη στάση στην περιοχή θα είναι περπατώντας.
Ο Άχμεντ ήταν ανάπηρος, στηριζόταν σε δύο
δεκανίκια. Παρόλα ταύτα είχε μια ευκινησία. Μετακινιόταν γρήγορα κάθε φορά που
μας πούλαγε κάτι ή που μας πρότεινε κάτι άλλο για αγορά. Από χάρτινες εικόνες
με αναπαραστάσεις Πυραμίδων, Φαραώ και άλλων προ-μουσουλμανικών αιγυπτιακών
συμβόλων έως τσάι … θεραπευτικό… Το μαγαζί του ήταν στην Παλαιά αγορά στο
Σαρμ-Ελ- Σέιχ, μέρος πολυσύχναστο και για τους ντόπιους και για ταξιδιώτες. Την
ώρα που από το απέναντι υπαίθριο, υπερυψωμένο “κίτς” κατάστημα ακούγονταν οι
μουσικές της Ανατολής και κοπέλες λυκνίζονταν στην πίστα, υπό τα βλέμματα
θαμώνων και περαστικών, οι θαμώνες καθιστοί εν αιθρία ρουφώντας τον αργιλέ τους
-αργότερα χόρεψε κι΄ ένας αρσενικός ένα θηλυπρεπή χορό-, την ίδια ώρα ο Άχμεντ
μας έλεγε τα δικά του. Ήταν εσωτερικός μετανάστης, όπως και η συντριπτική
πλειοψηφία των κατοίκων του Σαρμ-Ελ-Σέϊχ που ήλθαν εδώ όταν τούτο το παλαιό
ψαροχώρι έγινε τουριστικός προορισμός. Ήταν από του Λούξορ, μιλούσε έξι
γλώσσες, και ήξερε αιγυπτιακή αλλά και κάμποσα από την ελληνική ιστορία. Οι
παρατρεχάμενοι από τα διπλανά εμπορικά μαγαζιά του συμπεριφέρονταν σαν να ήταν
αυτός ο άρχων, εκτελούσαν τις εντολές του αναντίρρητα. Πουλώντας, μας κουβέντιαζε.
Το μάτι του έκοβε το κάθε τι. Ικανός, με αυτοπεποίθηση. Πήραμε διάφορα, τελικά
ψωνίσαμε τα «αναγκαία» τουριστικά σουβενίρ του ταξιδιού μόνον από αυτόν.
Αυτονόητο ότι μας κέρασε τσάι, (από αυτό που μας πούλησε, το θεραπευτικό),
χαρήκαμε όλοι για την γνωριμία- άσχετα αν πάντα κάθε επαγγελματίας κάποια
πράγματα τα κάνει από συνήθειο. Ήταν μια ευχάριστη νότα σε μια φιλήσυχη βραδιά
περιτρυγυρίσματος και χαζέματος, με ανθρώπους ευγενικούς, σε ένα τόπο που πρώτη
φορά βρεθήκαμε. Στο παζάρι, άνθρωποι όλων των ηλικιών, όχι πολλοί είναι
αλήθεια, τριγυρνούσαν εδώ κι΄ εκεί, άσκοπα, χάζευαν όπως κι΄ εμείς. Με ρυθμούς
ράθυμους, της «καθ’ ημάς ανατολής».Πολλά κορίτσια στην εφηβεία αλλά και πολλές
μικρής ηλικίας μητέρες με τα παιδιά τους αγκαλιά ή κρατώντας τα από το χέρι,
σουλατσάριζαν κατά παρέες, οι ποιο πολλές μαντηλοφορούσες με μοντέρνα «δυτική»
ένδυση, πολύ λιγότερες σκεπασμένες με χιτζάμπ ή φορώντας ρούχα παραδοσιακά. Στα
καφενεία ακούγονταν ήδη φωνές από τους συγκεντρωμένους- στην πλειονότητα τους
αρσενικοί- και δυνατά ο ήχος των τηλεοπτικών συσκευών, αφού σε λίγο είχε
μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα, ημιτελικό Κυπέλλου Αφρικής, ανάμεσα στις Εθνικές
ομάδες της Αιγύπτου και της Μπουργκίνα Φάσο. Στον ουρανό από πάνω μας, πρόβαλε
μια σελήνη ημιτελής, πλαγιαστή και λαμπερή.
Την ίδια λάμψη που είχε στην δικά μας μάτια,
είχε φαντάζομαι και στα μάτια του Άχμεντ . Πιθανά, και σε αυτά των ντόπιων
ψαράδων. Ποιος ξέρει;
Στο Σαρμ Ελ Σέιχ δεν υπάρχει ακτή αμμουδερή να
πλησιάσεις, ούτε ψαρόβαρκες που μυρίζουν λέπια και ψαροκέφαλα φρεσκοκομμένα.
Μύγες και μέλισσες δεν στήνουν βουητό πάνω από κοκκινόμαυρα εντόσθια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου