Ο Κώστας Κουτσουρέλης εκφράζει ενστάσεις για τη λογοτεχνία του Μοντερνισμού, τον Πάουντ, τον Τζόυς, τον Προύστ κ.ά.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Να πούμε πρώτα ότι κλασσικό δεν σημαίνει επ' ουδενί και αρεστό.
Όπως ακριβώς και το ανάποδο: δεν είναι κάθε τι που μας αρέσει, επειδή
μας αρέσει, και άξιο να αναρτηθεί στο Hall of Fame της ιστορίας. Το
αρεστό είναι έννοια υποκειμενική, ο καθένας αποφασίζει για τον εαυτό
του. Το κλασσικό αντιθέτως είναι έννοια αντικειμενική, χαρακτηρίζει το
έργο εκείνο του οποίου η ιστορική και αισθητική σπουδαιότητα το έχει
καταστήσει σημείο αναφοράς και δείκτη προσανατολισμού για τους
μεταγενέστερους – με τη θετική ή την αρνητική έννοια. Για να παραφράσω
τον Έλιοτ, ο αναγνώστης εκείνος που ισχυρίζεται ότι του αρέσουν όλοι ή
μόνον οι κλασσικοί συγγραφείς, είτε δεν είναι ειλικρινής με τον εαυτό
του ή του λείπει εντελώς η ατομικότητα, άρα και η κριτική ματιά.
Ώστε δεν μειώνουμε τους κλασσικούς όταν
τους αρνούμαστε. Αντιθέτως μάλιστα, τους επιβεβαιώνουμε στο βάθρο τους,
δείχνουμε ότι παραμένουν για μας παραδείγματα, έστω και προς αποφυγήν.
Το γεγονός ακριβώς ότι αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να τοποθετηθούμε
απέναντί τους απορριπτικά, επαληθεύει τη δύναμη της παρουσίας τους, την
ισχυρή ακτινοβολία τους. Τους μη κλασσικούς συγγραφείς, ως γνωστόν,
ουδείς επείγεται να τους απορρίψει...
Το στοιχείο που με απωθεί στα κείμενα αυτά είναι αφενός μεν η εκφραστική επιτήδευση, αφετέρου δε ο ενδιάθετος ερμητισμός.
Τώρα, τέτοια αρνητικά για μένα πρότυπα, τέτοια παραδείγματα προς αποφυγήν, στάθηκαν οι κλασσικοί του μοντερνισμού. Τα Κάντος του Πάουντ, λ.χ., ο Οδυσσέας του Τζόυς, το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο
του Προυστ, τα περισσότερα από τα έργα του υπερρεαλισμού, του
φουτουρισμού, του ντανταϊσμού κ.ο.κ. Επίσης πολλά από τα έργα του 19ου
αιώνα, που θεωρούνται προδρομικά τους, ο Λωτρεαμόν λ.χ., ο Μαλλαρμέ,
ακόμη και ο οψιμότερος Φλωμπέρ. Το στοιχείο που με απωθεί στα κείμενα
αυτά είναι αφενός μεν η εκφραστική επιτήδευση, αφετέρου δε ο ενδιάθετος
ερμητισμός. Σε αντίθεση με τα αριστουργήματα της κλασσικής αρχαιότητας ή
του νεώτερου ευρωπαϊκού ρεαλισμού, που ισορροπούν θαυμαστά ανάμεσα στην
εκλέπτυνση και τη λαϊκότητα, ανάμεσα στο στοχαστικό βάθος και τον κοινό
νου, ανάμεσα στη διδαχή και την τέρψη, οι πρόδρομοι και οι κλασσικοί
του μοντερνισμού είναι στα μάτια μου συγγραφείς μονοδιάστατοι. Άλλοτε
εμβριθείς έως σχολαστικότητας κι άλλοτε έκλυτοι μέχρις εξαλλοσύνης, από
τη μια θεατρικά σκοτεινοί στο περιεχόμενό τους και από την άλλη
επιδεικτικά ακραίοι στη φόρμα τους, σχεδόν πάντοτε νάρκισσοι και
προκλητικά αδιάφοροι για τις ανάγκες του ακροατηρίου τους, τις
περισσότερες δε φορές άχαροι και κουραστικοί.
Γνώμη
μου γενική για τον μοντερνισμό, όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και στις
λοιπές τέχνες, είναι ότι δεν σηματοδοτεί την απαρχή, όπως νομίζουμε,
αλλά το τέλος μιας εποχής. Όπως οι Λατίνοι Νεώτεροι, οι poetae novi της
όψιμης αρχαιότητας, παρά το όνομά τους σηματοδοτούν την εκπνοή, την
απόληξη της μεγάλης παράδοσης που έχει τις καταβολές της στον Όμηρο και
τον αρχαϊκό λυρισμό, έτσι και με τους νεωτερικούς του 20ού αιώνα κλείνει
ένας κύκλος: αυτός της μεγάλης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας που έχει την
αφετηρία της στους τροβαδούρους του Μεσαίωνα, τον Βοκκάκιο και τον
Δάντη. Η λογοτεχνία του 21ου αιώνα, αντιμέτωπη με σκληρά και πρωτόγνωρα
προβλήματα όπως η ραγδαία καθίζηση της ανάγνωσης και του εντύπου και η
ανάδυση μιας νέας προφορικής και εικονοκεντρικής κουλτούρας, πολύ λίγη
βοήθεια μπορεί να αντλήσει πια από τα φθαρμένα μανιφέστα τους ή τα
υπερφίαλα αιτήματά τους.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ είναι ποιητής και μεταφραστής.
Μάλλον συμφωνώ με τον κ. Κουτσουρέλη....
ΑπάντησηΔιαγραφή