Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

Συμβαίνουν εις Κύπρον...


του Άντη Ροδίτη 
Σε κάτι καλλιστεία για κορίτσια μασκάρεψαν και το αγόρι του Δημάρχου κορίτσι να πάρει τη χαρά της νίκης, αφού ήταν και η Επιτροπή δική τους ή κάπως έτσι. Κλασσικός μύθος… στα παγκόσμια χρονικά! Εμείς θα κόβαμε πίσω, οι δημιουργοί του καλύτερου πολιτισμού ever και μετά οι καλύτεροι μίμοι άλλων πολιτισμών ever ;

Κάπως έτσι έδρασε και η Κριτική Επιτροπή βιβλίων των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Εκεί που μια ανθολογία δεν ήταν καν καταχωρημένη στα υποψήφια βιβλία για βράβευση (αφού δεν υπήρχε «βραβείο ανθολογίας»), τη βάφτισαν στα γρήγορα, στον αέρα, «μελέτη», όπως κάνουν με τα ετοιμοθάνατα, και την έσπρωξαν μπροστά-μπροστά. Η υψηλής περιωπής Κριτική Επιτροπή ήταν μιλημένη. Μαντέψτε τι! Η ανθολογία σούφρωσε το βραβείο της μελέτης!

Ατε ρε που τζαμαί!

Λόγω τιμής, αφού και η Επίτροπος Διοικήσεως, ατσίδα στα νομικά, παραδέχτηκε ήττα: «και πού να ξέρω εγώ, νομικός άνθρωπος, σε τι διαφέρει μια ανθολογία από μια μελέτη;», δήλωσε.

– Μια ανθολογία έχει μέσα μόνο ποιήματα, άντε και μια εισαγωγή του ανθολόγου!


– Ποιήματα. Κάτι μου λέει αυτή η λέξη, από το δημοτικό…

– Ο εθνικός μας ύμνος, για παράδειγμα, είναι έναν ποίμαν!

– Μα αυτός που θα καταργηθεί; 

Έτσι είναι. Άντε να τα βγάλεις πέρα με τους δικηγόρους. Από την άλλη το πράγμα έχει ξεκαθαρίσει και τακτοποιηθεί από καιρό: Οι ηλεκτρολόγοι στις πρίζες τους, οι μηχανικοί στα αυτοκίνητά τους και οι νομικοί στα δικαστήρια τους. Ένας παραπτωματίας μηχανικός, που θέλησε να ξεγελάσει το σύστημα και να γράψει ποιήματα, «η παχειά αγελάδα τον πόρδισε κανονικά» και τώρα τον κλαίει η μάνα του. 

Από τη μια ο Μηχανικός, που την έπαθε γιατί δεν ήταν δικός μας, και από την άλλη η ανθολογία που τσάκωσε το βραβείο της μελέτης και κάτι τρέχει στα γύφτικα. Υπάρχει κάτι; Τίποτε δεν υπάρχει. Όταν λείπει το πνεύμα ο νόμος κάνει ό,τι του καπνίσει, όπως στην Ελλάδα που κάτσαν μέσα 10 χρόνια την καθαρίστρια επειδή ήταν αγράμματη, οι αγράμματοι!  

Φαίνεται, όμως, πως το Πνεύμα, τελικά, δεν απουσιάζει εντελώς. Απλώς όπου θέλει πνεί και όποτε θέλει και με πολύ μυστήριους και απρόβλεπτους τρόπους μάλιστα, ώστε καμιά μασκαράτα, καρναβάλι η καλλιστείο να μην περάσει τελικά χωρίς να πέσουν οι μάσκες.

Στην περίπτωσή μας, ο ίδιος ο ανθολόγος της ανθολογίας που βούτηξε το βραβείο μασκαρεμένη ως «μελέτη» γράφει στον πρόλογό του, ότι ο ποιητής που ανθολογεί (ο Λιπέρτης) είναι ένας «ακραίος πουριτανός» και «μονομανής φαλλοκράτης», που «δεν διερευνά τα βαθύτερα αίτια και τα αιτιατά των κοινωνικών φαινομένων», ενώ οι «προβληματισμοί» του -αν υπάρχουν- είναι «επιδερμικοί», στερημένοι «ουσιαστικών φιλοσοφικών ή ψυχογραφικών εμβαθύνσεων»! Επιπλέον, με τα ποιήματά του ο Λιπέρτης, συνεχίζεο ο ανθολόγος του, επιδίδεται σε έναν «από καθέδρας διδακτισμό», που δεν πείθει κανέναν για την ποιότητα ή την ειλικρίνειά του και αντιμετωπίζεται γι’ αυτό από τον λαό, όπως όλοι ξέρουμε, με την αρμόζουσα ελαφρότητα. Αυτός ο ηθικοδιδακτισμός τού ποιητή αποδίδεται από τον ανθολόγο του σε παρατεταμένη «σεξουαλική στέρησή» του και στα απορρεόντα από αυτήν «σεξουαλικά συμπλέγματα», τα οποία, με τη σειρά τους ευθύνονται για τον «παλιμπαιδισμό» και τη «φαλλοκρατική μονομανία» του ποιητή!

Ξεπαστρεύοντας τελεσίδικα τον ποιητή ο ανθολόγος του, δηλώνει κατά λέξη ότι ο Λιπέρτης δεν προχώρησε ποτέ σε καμιά υπέρβαση και διαφοροποίηση-αναβάθμιση του «ορίζοντα προσδοκιών των αναγνωστών του», στην εποχή του. Μόνο σε τεχνικές, στιχουργικές αναζητήσεις έδειξε ένα κάποιο ενδιαφέρον, τη στιγμή που «η αξία ενός λογοτέχνη λογαριάζεται από τα καινούργια στοιχεία που προσκομίζει, αυτά που προκαλούν αναταράξεις στα παραδεδομένα και στα εκάστοτε ισχύοντα»!

Αυτές ακριβώς οι «αναταράξεις» -όπως τις παρουσιάζει η μελέτη για τον Μόντη, η μελέτη που της γυρίστηκε η πλάτη για να τσακώσει το βραβείο η μεταμφιεσμένη σε «μελέτη» ανθολογία- ήταν ακριβώς εκείνο που σκόπευσε ο Μόντης για τους αναγνώστες της εποχής του, όσο του ήταν τότε δυνατό, αφού του ήταν εμπόδιο, όπως δήλωσε σε μια συνέντευξή του, «το φοβερά αντι-πνευματικό περιβάλλον της εποχής» και το γεγονός ότι η τότε πνευματική κίνηση ήταν «εν διωγμώ», όπως θαρραλέα τότε δήλωσε.

 Προσπάθησε, γι’ αυτό, χρησιμοποιώντας συμβολισμούς και άλλους, έμμεσους και πλάγιους τρόπους να υπερβεί το εμπόδιο, να αφυπνίσει τους αναγνώστες-συμπολίτες του (όπως και τους μελλοντικούς, δηλαδή τους σημερινούς) και να τους εισαγάγει στη δική του σύλληψη του νοήματος των κοινωνικοπολιτικών διαδραματιζομένων· και αυτές ακριβώς τις «αναταράξεις», που μπορεί και σήμερα να λειτουργήσουν, αποκαλύπτει τεκμηριωμένα, όπως δεν το έκανε ποτέ κανένας άλλος μελετητής ως τώρα, το βιβλίο τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη, το βιβλίο που η σκοπιμότητα, η ζηλοφθονία, η εκδικητικότητα και η κομματική προκατάληψη έθεσε στο περιθώριο για να αναδείξει ως «μελέτη» μιαν… ανθολογία!

Τελικά το αγοράκι με τα κοκκινάδια που παρουσίασαν για κορίτσι στα καλλιστεία, πέταξε μόνο του τα φουστάνια και σκούπισε τα κοκκινάδια για να φανεί η επιπολαιότητα και η ανευθυνότητα των γονιών του.

Θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο σήμερα να παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο που η Επιτροπή προσπάθησε να παραμερίσει, επειδή ακριβώς το βιβλίο είναι το αντίθετο εκείνου για τον Λιπέρτη. Προσκομίζει, δηλαδή, εκείνα τα καινούρια στοιχεία, που προκαλούν αναταράξεις στα παραδεδομένα και στα εκάστοτε ισχύοντα»:



«Χρειάζεται να έχεις πονέσει, να έχεις νιώσει, να έχεις ζήσει ή να έχεις μελετήσει την εποχή του Μόντη για να καταλάβεις πόσο ξεκάθαρα, κρυστάλλινα, μιλά για εκείνην και χρειάζεται πάνω απ’ όλα να μην έχεις δηλώσει πίστη στην μετέπειτα εξουσία, που έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να αλλοιώσει την αίσθηση και το νόημα της εποχής εκείνης, ν’ αποσβέσει τη μνήμη της, αφού ήταν ο μόνος τρόπος που διέθετε για να πετύχει την απάλειψη της ευθύνης της. Στον τόπο μας, στην εποχή της παρακμής, οι ακαδημαϊκοί, οι καθηγητές των πανεπιστημίων, εκείνοι που μπορούν να φέρουν αποτελεσματική αντίσταση, προτιμούν να παραμερίζουν για χατίρι της απρόσκοπτης επαγγελματικής και κοινωνικής τους ανέλιξης τη δέσμευσή τους στην έρευνα για την αλήθεια, ν’ αρνούνται την πίστη τους -που είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι διαθέτουν πια- στην ελευθερία της έκφρασης και τίθενται στην υπηρεσία της εκάστοτε εξουσίας, ανεμίζοντας την πρόσκαιρα ανώδυνη παντιέρα της σιωπής, που αποδεικνύεται στο τέλος ό,τι φονικότερο για όλους».



Άντης Ροδίτης








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου