Η ΚΗΔΕΙΑ
ΣΟΥ εἶναι ἡ τελευταία εὐκαιρία ποὺ ἔχεις νὰ κάνεις κουμάντο καὶ νὰ ὀργανώσεις
τὰ πράγματα. Διάλεξες τὸ νεκροφυλακεῖο, τὸν τύπο φερέτρου, τὴ σειρὰ
τῶν ἐπικήδειων λόγων, τὴ μουσικὴ ποὺ θὰ παίξει καὶ τὰ ἀποσπάσματα τῆς
Βίβλου ποὺ θὰ διαβάσει ὁ ἱερέας. Ἄφησες τὰ πάντα σημειωμένα μὲ κάθε
λεπτομέρεια σὲ ἕνα φύλλο χαρτὶ μὲ ὅλες τὶς τελευταῖες ἐπιθυμίες
σου ὥστε νὰ μὴν φορτώσεις μὲ αὐτὰ οὔτε τὰ παιδιά σου οὔτε τὴν τρίτη σύζυγό
σου. Ἐξασφάλισες μαζικὴ προσέλευση, ἂν καὶ οἱ περισσότεροι το ἔκαναν
ἀπὸ ὑποχρέωση παρὰ ἀπὸ φιλία. Δὲν θέλησες νὰ σὲ ἀποτεφρώσουν: καπάρωσες
τὸ πιὸ ὡραῖο νεκροστάσιο γιὰ τὸ τελευταῖο ἀντίο καὶ ξόδεψες πολλὰ
χρήματα γιὰ νὰ καλλωπίσουν τὸ πτῶμα σου γεγονὸς ποὺ θὰ σοῦ ἐπιτρέψει
νὰ ὑποδεχτεῖς τοὺς προσκεκλημένους ἔχοντας κάνει τὸ μανικιούρ σου,
μὲ ἔκφραση πιὸ καλοσυνάτη ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχες ζωντανὸς καί, φυσικά,
τὸ πιὸ ἀκριβὸ κουστούμι ἀπὸ τὶς ντουλάπες σου.
Ἀκόμα καὶ γιὰ τὴ συγγραφὴ
τοῦ κειμένου στὸ ἀναγγελτήριο θανάτου προσέλαβες ἕναν ποιητὴ ὁ ὁποῖος,
μέσα σὲ μόλις τρεῖς γραμμές, συνέπτυξε τὴ θλίψη τῶν οἰκείων σου. Οὔτε
λατινικὰ ἀποφθέγματα οὔτε στίχοι ἐθνικῶν ποιητῶν. Μόνο ἕνα ἐπιτάφιο
ἐγκώμιο ποὺ θὰ λαξευτεῖ καὶ στὴ μαρμάρινη πλάκα ἑνὸς μνήματος μὲ προνομιακὴ
θέα στὴ θάλασσα. Ἂν μποροῦσες νὰ ἔβλεπες ὅλα αὐτὰ θὰ εἶχες νιώσει ἱκανοποίηση
ἐπειδή, γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, εἶχες προβλέψει τὰ πάντα. Ἢ σχεδόν. Δὲν μποροῦσες
νὰ εἶχες προβλέψει ὅτι θὰ ἔριχνε καρεκλοπόδαρα καὶ ὅτι ὁ κόσμος θὰ
ἔφτανε καθυστερημένος, κακόκεφος καὶ μὲ βρόμικα παπούτσια. Οὔτε ὅτι,
τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ παιζόταν τὸ Πρελούδιο σὲ σὶ μπεμὸλ τοῦ Μπλὰνς-Μοντέν, θὰ
ἔπεφτε τυχαῖα τὸ δοξάρι ἑνὸς μουσικοῦ. Καὶ βέβαια δὲν μποροῦσες νὰ
εἶχες προβλέψει ὅτι ὁ βήχας θὰ μεταδιδόταν ἀπὸ σειρὰ σὲ σειρά, οὔτε
τὶς φορὲς ποὺ κάποιος θὰ κάλυπτε τὸ στόμα του γιὰ νὰ κρύψει κάποιο χασμουρητό.
Γιὰ νὰ μὴν μιλήσουμε γιὰ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν πρὶν ὁλοκληρωθεῖ ἡ τελετή,
δίχως νὰ δώσουν τὰ συλλυπητήριά τους, τρέχοντας πρὸς τὸ πάρκινγκ γιὰ νὰ
γλυτώσουν τὸ μποτιλιάρισμα. Ἂν μποροῦσες νὰ τοὺς δεῖς θὰ εἶχες καταλάβει
πολλὰ πράγματα σχετικὰ μὲ τὴ ζωή σου, ἰδιαιτέρως ἂν εἶχες ἀνέβει
μαζί τους στὸ αὐτοκίνητο καὶ τοὺς εἶχες παρατηρήσει, τσαντισμένους
ἐξαιτίας τῆς βροχῆς, νὰ βάζουν τὸ ραδιόφωνο γιὰ νὰ ἀκούσουν τὶς εἰδήσεις
—ἀθλητικὲς καὶ οἰκονομικές— καί, ὕστερα ἀπὸ δύο φανάρια καὶ κάτι
λίγα λεπτὰ ὁδήγησης, νὰ σὲ ξεχνοῦν γιὰ πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου