Ο ΗΛΙΟΣ ΕΔΥΕ καὶ σκέφτηκε ὅτι
εἶχε περάσει πολλὲς ὧρες κοιτάζοντας τὸν ἴδιο οὐρανό. Τὰ σύννεφα δὲν
κουνιόντουσαν καθόλου. Εἶχαν μείνει κολλημένα στὸ ταβάνι, ἄλλα
στρογγυλά, ἄλλα τετράγωνα, ἀπὸ τὸ πρωί. Ἦταν ἡ ὥρα ποὺ ἔκλειναν οἱ ἑταιρεῖες
καὶ κοπάδια κουστουμιῶν κατέβαιναν τὴν ὄχθη, σὰν μιὰ πολιτικὴ συγκέντρωση
πιγκουίνων. Μπλὲ καὶ γκρὶ κουστούμια μὲ πολύχρωμες γραβάτες γύρω ἀπὸ
ἀναψοκοκκινισμένους λαιμοὺς ποὺ λαχταροῦσαν νὰ καταπιοῦν δροσερὲς
γουλιὲς μπύρας ἀπὸ τὰ πὰμπ τῆς περιοχῆς. Εἶχε κρύο ἐκείνη τὴ μέρα
καὶ οἱ ἀνάσες τους ἔβγαιναν σὰν ξεφυσήματα μικρῶν δράκων, ἑνώνονταν
κάπου κάτω ἀπὸ τὸ πηγούνι τους καὶ πέφτανε βαριὲς πάνω στὸν πάγο ποὺ
εἶχε μαζευτεῖ στὰ κιγκλιδώματα τῆς ὄχθης.
Τὰ ἔβλεπε ὅλα αὐτὰ ἐνῶ ἔπλεε ἀνάσκελα πάνω στὸ νερό, τὸ ἕνα
χέρι της μισοβυθισμένο καὶ χορευτικὸ σὰ φτερούγα κύκνου, τὸ ἄλλο
πιασμένο μέσα στὴ χοντρή, μάλλινη ζακέτα, φυλακισμένο ἀπὸ τὸ βρεγμένο
μαλλί, ἄβουλο νὰ προβάλει ὁποιαδήποτε ἀντίσταση. Τὰ ἔβλεπε ὅλα
ξεκάθαρα, γιατί τὰ μάτια της ἦταν ὁλάνοιχτα στὸ φῶς καὶ στὴν κίνηση
γύρω ἀπὸ τὸν Τάμεση. Ἀλλὰ παρ’ ὅλες τὶς εἰκόνες καὶ τὰ χρώματα, ἐκείνη
σκεφτόταν ὅτι δὲν εἶχε προλάβει νὰ κάνει τὶς δουλειὲς τῆς Κυριακῆς.
Δὲν εἶχε βάλει μπουγάδα, δὲν εἶχε τακτοποιήσει τὰ ντουλάπια τῆς κουζίνας,
δὲν εἶχε τινάξει τὰ μαξιλάρια τοῦ καναπέ, δὲν εἶχε καθαρίσει τὴ λεκάνη
τῆς τουαλέτας οὔτε εἶχε σφουγγαρίσει τὸ πάτωμα. Τὸ χειρότερο ὅμως
ἦταν ὅτι δὲν τοῦ εἶχε μαγειρέψει. Δὲν εἶχε καθαρίσει τὶς πατάτες, δὲν
τὶς εἶχε βάλει προσεκτικὰ γύρω ἀπὸ τὸ μπούτι τοῦ ἀρνιοῦ, ὅπως τὸ ἤθελε
ἐκεῖνος, δὲν εἶχε ρίξει ἁλάτι οὔτε ρίγανη οὔτε εἶχε στύψει λεμόνι
πάνω ἀπὸ τὴ γυαλιστερὴ ἐπιφάνεια μὲ τὸ λίπος καὶ τὸ λάδι. Ὁ φοῦρνος
ἦταν σβηστός. Καὶ τόσο κρύος ὅσο τὰ σιδερένια κάγκελα πάνω ἀπὸ τὸ
νερό.
Τὸ ποτάμι τὴν μετέφερε ἁπαλὰ πρὸς τὰ δεξιά. Ἕνα ζευγάρι τουριστῶν
ποὺ κοίταζαν τὰ νερά, τὴν εἶδε. Ἡ γυναίκα ἄφησε μιὰ κραυγὴ καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι
οἱ ἄνθρωποι μὲ τὰ κουστούμια, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ οἱ ἄλλοι χωρίς, ἔστρεψαν
τὰ πρόσωπά τους καταπάνω της. Εὐχήθηκε νὰ μὴν τῆς εἶχε φύγει τὸ μέικαπ
ποὺ κάλυπτε τὴ χλωμή της ὄψη καὶ τῆς ἔδινε λίγο χρῶμα στὰ μάγουλα.
Τὸ πλῆθος ἐξακολούθησε νὰ οὐρλιάζει καὶ νὰ τὴν δείχνει μὲ ἀπρέπεια.
Τῆς θύμισε πῶς οὔρλιαζε κι ἐκεῖνος τὸ προηγούμενο βράδυ, περισσότερο
σὰν γαύγισμα λυσσασμένου σκύλου, ὅταν εἶδε ὅτι δὲν τοῦ εἶχε ράψει τὴν
τρύπα στὴν κάλτσα του. Εἶχε δίκιο νὰ ἐκνευριστεῖ. Τῆς τὸ εἶχε πεῖ ἀπὸ
τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα, ἀλλὰ ἐκείνη, μὲ τὴν ἀφηρημάδα της, τὸ
ξέχασε. Τοῦ ἔβαλε ἕνα ποτήρι νερό, γιατί κατάλαβε ἀπὸ τὴ φωνή
του, ὅτι τὸ λαρύγγι του εἶχε στεγνώσει. Τὸ ἅρπαξε καὶ τὸ ἔριξε πάνω
της. Σκέφτηκε ὅτι δὲν ἦταν εὐγενικό, μὲ τὴ θερμοκρασία ποὺ ἐπικρατοῦσε,
ἀλλὰ δὲν εἶπε τίποτα. Ἄρχισε νὰ τακτοποιεῖ τὰ ντουλάπια πίσω της, μὲ
τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἠρεμοῦσε, θὰ καθόταν στὸν καναπέ, θὰ ἔβλεπε τηλεόραση
καὶ θὰ ἀποκοιμιόταν ὅπως ἔκανε τόσες φορές. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι δὲν
τῆς πέρασε ἀπὸ τὸ μυαλό, ὅτι θὰ ἄνοιγε τὸ συρτάρι ποὺ φύλαγε τὰ μαχαίρια,
θὰ ἔπαιρνε τὸ πιὸ κοφτερό, ἐκεῖνο ποὺ τὸ θεωρεῖ δικό της, τὸ μαχαίρι
ποὺ παίρνει μαζί της ἀκόμη καὶ στὶς διακοπὲς καὶ θὰ τὴν ἔσκιζε παντοῦ,
μὲ τέτοια ἀκρίβεια, ποὺ τῆς θύμισε τὶς χαρακιὲς ποὺ ἔκανε στὸ χοιρινὸ
μπούτι γιὰ νὰ βάλει μέσα το ἀρωματικό της βούτυρο μὲ δεντρολίβανο
καὶ θυμάρι.
Αἰσθάνθηκε ἀδικημένη, γιατὶ τὸν φρόντιζε τρία χρόνια τώρα μὲ
ὅλη της τὴν ἀγάπη. Τὸν φιλοῦσε στὴν κορυφὴ τοῦ κεφαλιοῦ, ἐκεῖ ποὺ ἀραίωναν
τὰ μαλλιά του, τοῦ ἔφτιαχνε τὸν γιακά, τὸν χάιδευε ὅποτε καθόταν δίπλα
της. Συνήθως ἐκεῖ πάνω στὸν καναπέ, βλέποντας τηλεόραση.
Καὶ τώρα, νὰ ποὺ πλέει πάνω στὸ κρύο νερό, σὰν νὰ βρίσκεται στὴν
κρουαζιέρα ποὺ τῆς εἶχε ὑποσχεθεῖ. Ἐνοχλεῖται ποὺ εἶναι τυλιγμένη
μὲ τὴ γκρίζα ζακέτα ποὺ ποτὲ δὲν φοράει ἐκτὸς σπιτιοῦ καὶ ποὺ ἕνα σωρὸ
ἄγνωστοι τὴ δείχνουν καὶ φωνάζουν. Κάνει τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει.
Καμώνεται πὼς δὲν τοὺς βλέπει καὶ κοιτάζει τὰ σύννεφα ποὺ εἶναι κολλημένα
καὶ ἀκούνητα. Καθὼς ὁ ἥλιος ἀρχίζει νὰ τὰ βάφει ρὸζ καὶ βιολετιά, τῆς
φαίνεται ὅτι ὅλα ἡσυχάζουν. Ὅτι ὁ μόνος ἦχος ποὺ ἀκούγεται εἶναι ὁ
παφλασμὸς πάνω στὸ σῶμα της. Ἕνας ρυθμὸς ἐπαναληπτικὸς καὶ σίγουρος,
ποὺ τὴν ἀνακουφίζει, καθὼς σιγὰ-σιγὰ τὸ ποτάμι τὴ σπρώχνει πρὸς τὴν
ξηρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου