Του Στέφανου Σταμέλλου*
Υπάρχουν και καλύτερες στιγμές από αυτές. Η Μαγδαληνή, μέσα στο χαμό των κεραυνών και το χαλάζι, διαπιστώνει ότι της λείπει το ένα ορειβατικό της μποτάκι. Πόση σαδιστική χαρά μπορεί να νοιώθει ένα σκυλί όταν κλέβει το παπούτσι και το βγάζει έξω, στη βροχή, να γίνει μούσκεμα. Θαύμασα την ψυχραιμία της. Ήμασταν στον φιλόξενο πανέμορφο χώρο του Βασίλη Τραχανά, στο «ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ της ΟΙΤΗΣ» στις Βρύζες, με φόντο την Πυραμίδα της Γκιώνας, στο τέλος της τριήμερης ορειβατικής περιπλάνησης στον Παρνασσό, τα Βαρδούσια και τη Γκιώνα.
Υποσχέθηκα να κρατήσω λίγες σημειώσεις για την ανάμνηση∙ αλλά ο νους δυσκολεύεται να συγκρατήσει κάθε «τοπίο» και κάθε ιδιαίτερη στιγμή των αναβάσεων. Συνήθως θυμάται περισσότερο, μαζί με την όποια γλυκιά ταλαιπωρία, τους «πρωταγωνιστές»: την αρμονία της φύσης, τα χρώματα, τα λουλούδια και τα λιβάδια, τους ήχους και τα πουλιά, τα νερά και τις πηγές, τις χιονούρες και τα βράχια, τη “θάλασσα” των βουνών αγναντεύοντας από την κορυφή. Στοιχεία που τα αγγίξαμε και που μας «επέτρεψαν» να θεωρούμε πως εμείς είμαστε πρωταγωνιστές, να νομίζουμε ότι μπορούμε να αλλάζουμε τα δεδομένα …
Οι φερόμενοι ως «πρωταγωνιστές» αυτή τη φορά: η Ζωή, πάντα κεφάτη και αθυρόστομη, πολυ-έμπειρη, πολυ-τάλαντη ορειβάτισσα με πολλά χρόνια στα βουνά. Η Σοφία, Σφακιανή αθλήτρια, δρομέας και ορειβάτισσα. Η Μαγδαληνή, με το πάθος της θάλασσας - του νερού γενικά, όπου βρει νερό να μπαίνει, ακόμα και στις σούδες - του ορεινού τρεξίματος, αλλά και του βουνού. Ο Φάνης με την κατσούνα του (κρητικό μπαστούνι), έμπειρος ορειβάτης και δρομέας, με καταγωγή από το Πετρίλο της Καρδίτσας και τώρα στα Χανιά. Άφησα τελευταίο τον παπα – Στεφανή, τον κρητικό ιερέα, μουσικό, συνθέτη και στιχουργό αλλά και λάτρη των βουνών, τον ανεξάντλητο και «δυναμικό», όπως τον χαρακτηρίζουν στις ιστοσελίδες που κατέφυγα ψάχνοντας, μια που ο ίδιος από σεμνότητα δεν ανέφερε τίποτα για όλα αυτά. Όλοι Κρητικοί. Και η αφεντιά μου – «Δυο μάτια μαύρα, χωρίς κακία, γεμάτα λαύρα, μα και βλακεία», που λέει ο Σουρής.
Η πρώτη συνάντησή μας ως ομάδα έγινε στα Βαρδούσια, στον Αθανάσιο Διάκο, μια που εγώ δεν τους ακολούθησα στον Παρνασσό∙ και τις συστάσεις ανέλαβε να τις κάνει ο συνδετικός κρίκος της παρέας, η Ζωή. Μας έδεσε αμέσως η αγάπη για το βουνό και την περιπέτεια. Από την αρχή ξεκινήσαμε με τα τραγούδια και τις μαντινάδες του παπα – Στεφανή, όλες με περιεχόμενο και χιούμορ. Είναι γεγονός ότι δεν μπόρεσα να συγκρατήσω καμιά σχεδόν. Αλλά μου επιτρέπει αυθαίρετα να κάνω χρήση από την πλούσια κρητική παράδοση των μαντινάδων. Κι αυτό που κατάλαβα:
«Χαίρομαι που είμαι Κρητικός και όπου σταθώ το λέω.
Με μαντινάδες χαίρομαι με μαντινάδες κλαίω».
Τα Βαρδούσια, που είναι η χαρά των ορειβατών για όλες τις εποχές, βρίσκονται στα βορειοδυτικά της Φωκίδας, με ένα μικρό τμήμα να επεκτείνεται στη Φθιώτιδα. Είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Ρούμελης μετά τη Γκιώνα, με ύψος 2.495 μέτρα (κορυφή Κόρακας). Θεωρούνται ένα από τα πιο άγρια κι εντυπωσιακά βουνά της πατρίδας μας και έχουν ιδιαίτερα σκληρό ανάγλυφο με άγριες και απότομες κορφές.
Αποφασίστηκε η ανάβαση στον Κόρακα να γίνει από τις Κοπρισιές. Προωθηθήκαμε με το αυτοκίνητο μέχρι το ύψος που είναι το μνήμα του σκοτωμένου κυνηγού. Το λάλημα του κούκου μας συνόδευε μέχρι τα τελευταία έλατα. Ακολουθούμε αριστερά, νοτιοανατολικά, τα ίχνη μονοπατιού χωρίς ιδιαίτερη σήμανση κι ανεβαίνουμε σχετικά εύκολα στο πρώτο οροπέδιο. Η εικόνα είναι εκπληκτική. Έχουμε μπροστά μας το βραχώδες ανάγλυφο, δεξιά και δυτικά είναι «του Γκιώνη το Πλάι» που καταλήγει σε απότομη κορυφή, αριστερά τα χαμηλότερα βράχια και στο βάθος ο Κόρακας. Τα λουλούδια και τα βράχια δένουν σε μια τελειότητα. Αλλά να λες, «να μπορούσα να γίνω τώρα ένα λουλούδι, ένα απ' αυτά με τα μοβ, τα κίτρινα, τα μπλε χρώματα»... δεν είναι υπερβολή. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, έτσι νοιώθεις περπατώντας και ανεβαίνοντας μια τόσο όμορφη μέρα, παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις για βροχές και καταιγίδα. Ο παπα – Στεφανής μας υποσχέθηκε ότι θα φροντίσει να μη βρέξει. Και πράγματι, έκανε ό,τι μπορούσε. Δεν μας έβρεξε στα Βαρδούσια.
Συνεχίζουμε από τον άμπλα, την πηγή ανάμεσα στις μεγάλες κοτρώνες, που αυτή την εποχή έχει αρκετό νερό. Το νερό χάνεται κατεβαίνοντας για να σχηματίσει χαμηλά στο ύψος του Προφήτη Ηλία το κεφαλόβρυσο, που το νερό του πετάγεται από το βράχο με θόρυβο και εντυπωσιακούς μικρούς καταρράκτες.
Η Ζωή στραβοτιμονιάζει. Έφυγε αριστερά προς το «Ασανσέρ». Πολλές φορές στο βουνό «ξεφεύγουμε» λίγο∙ και «χανόμαστε». Όχι αυτό που νομίζει κανείς, να χαθείς πραγματικά. Απλά χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα. Άλλωστε, αυτό επιδιώκουμε εμείς οι ορειβάτες. Το λέμε εκτόνωση, διαφυγή, λίγο επιστροφή στο παρελθόν, στη νιότη, λίγο απ' όλα. Αν προσπαθήσεις να το αποφύγεις, μη και δεν σε πουν σοβαρό, μην και σε παρεξηγήσουν, έχεις χάσει. Κι εσύ Ζωή «χάθηκες» και μετά φώναζες…
Ανεβαίνουμε στο δεύτερο οροπέδιο, ένα πλούσιο λιβάδι, με φόντο ψηλά τον Κόρακα. Συνεχίζουμε κάτω ακριβώς από την κορυφή, πότε στο χιόνι και πότε εκτός, και χωρίς να το καταλάβουμε βγαίνουμε στο Μέγα Κάμπο συναντώντας το μονοπάτι που έρχεται από τις Πόρτες. Κάποια στιγμή ο παπα – Στεφανής φωνάζει δείχνοντας τα δύο αγριόγιδα που με μεγάλα άλματα κρύβονται προς του «Γκιώνη το Πλάι». Έβοσκαν στον Μέγα Κάμπο. Είναι η πρώτη φορά που συναντώ αγριόγιδα στα Βαρδούσια. «Αγρίμια κι αγριμάκια μου…»
Φθάσαμε στην κορυφή στον Κόρακα σε 3 ώρες κάνοντας την τελική ανάβαση με μικρές τραβέρσες.
«Κι εγώ για τις κορφές πονώ
και για τραχειές ανηφοριές
σηκώνω το κεφάλι»
[Ζαχ. Παπαντωνίου]
Είναι μια εξαιρετική μέρα και η θέα αποζημιώνει. Οι φωτογραφικές μηχανές αποτυπώνουν ελάχιστα την πραγματικότητα και μας βοηθάνε να αποφασίσουμε για την επιστροφή. Το κατέβασμα γίνεται από τις Πόρτες και τα καταφύγια, που είναι η κλασική διαδρομή, κάνοντας τον κύκλο. Συνολική διάρκεια 5 ώρες.
Στο μεταξύ δεν ήξερα ότι οι αράχνες κουβαλάνε στην πλάτη τους τα μωρά τους. Κάπου εκεί στα καταφύγια η Μαγδαληνή μας έδειξε μια τέτοια αράχνη που κατά λάθος την ενοχλήσαμε, με αποτέλεσμα να σκορπίσουν τα δεκάδες μωρά της ολόγυρα...
Κατεβαίνοντας στον Αθανάσιο Διάκο η πεντάδα έφυγε για ένα μικρό τουρ στη Λίμνη του Μόρνου κι εγώ προωθήθηκα να τους περιμένω στο Καταφύγιο της Οίτης, στου Βασίλη, για έναν διπλό εσπρέσο, που μου έλειπε, κάνοντας παρέα στα άλογα της Γκιώνας. Δύο - τρεις μικρές ομάδες των δέκα περίπου αδέσποτων αλόγων υπάρχουν, όπως είπε ο Βασίλης, στις παρυφές της Γκιώνας και της Οίτης. Είναι εγκαταλειμμένα άλογα που καταφέρνουν να επιβιώνουν σε ημιάγρια κατάσταση, να ζευγαρώνουν και να πολλαπλασιάζονται. Αυτή η ομάδα είχε καμιά δεκαριά ενήλικα και δύο-τρία νεαρά. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, βρίσκει κανείς ότι αυτό συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα βουνά της χώρας μας. Σε κάποιες περιοχές μάλιστα εμφανίζεται ο κίνδυνος ατυχημάτων σε επαρχιακούς οδικούς άξονες. Αλλού αναδεικνύονται οι ζημιές που προκαλούν σε αγροτικές καλλιέργειες. Σημασία έχει πως είναι ένα φαινόμενο που συγκινεί, που δίνει μια ιδιαίτερη χάρη στις ορεινές αυτές περιοχές. Η εικόνα του αλόγου, του περήφανου αυτού ζώου, δημιουργεί διάφορους συνειρμούς ελευθερίας και δίνει έναν ιδιαίτερο αισθησιασμό στο δασωμένο τοπίο.
Για διανυκτέρευση είχαμε σκεφθεί να στήσουμε τις σκηνές στα Μνήματα, στις παρυφές της Γκιώνας, μια που είναι πάνω στη διαδρομή μας για την Πυραμίδα. Τελικά όμως - και για το φόβο της βροχής - επιλέξαμε την πλατεία της Άνω Παύλιανης. Ο πρόεδρος προσφέρθηκε να ανοίξει το χώρο που στεγάζεται ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού, αν και προτιμήσαμε τα παγκάκια. Παρά ταύτα δεν κλείσαμε μάτι. Είχαμε διεγείρει την φιλόξενη διάθεση ενός μεγαλόσωμου σκύλου, ο οποίος για να μας διασκεδάσει βάλθηκε να τραγουδάει γαυγίζοντας - και πλησιάζοντας απειλητικά - όλη τη νύχτα. Τέτοια σκυλίσια φιλοξενία, να τη βράσω…
Διαβάζουμε: «Μία από τις πιο σημαντικές διαφορές της κρητικής δίαιτας από τις δίαιτες των άλλων μεσογειακών περιοχών έγκειται στην τεράστια κατανάλωση φρούτων! Ο Κρητικός τρώει έξι φορές περισσότερα φρούτα από το μέσο κάτοικο των άλλων μεσογειακών περιοχών και έξι φορές περισσότερα από τον κάτοικο μιας βόρειας χώρας (π.χ. Ολλανδία), όπως έδειξαν μελέτες των A. Keys (1970) και D. Kromhout (1989)» [http://www.chania-info.gr]. Ως εκ τούτου, έπρεπε να εξασφαλιστούν ανάλογες ποσότητες φρούτων. Προθυμοποιήθηκε ο Τάκης, ο οποίος διέθεσε την κερασιά του και φυσικά ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί. Παύλιανη, με τα ωραία σου κεράσια!
Η πρωινή γρήγορη ξενάγηση στο Πάρκο του Νερού και στο Μουσείο Υδροκίνησης ήταν γεμάτη εκπλήξεις. Και «γεφυρωθήκαμε» με τη μουσική της πιανογέφυρας …
Η ανάβαση στην Πυραμίδα, στην κορυφή της Γκιώνας έγινε από τα Μνήματα και τη Βαθιά Λάκκα. Φύγαμε κατά τις οκτώ από Παύλιανη για να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε στις εννιά. Στόχος να αρχίσουμε στις 12 να κατεβαίνουμε από την κορυφή για να αποφύγουμε την απογευματινή καταιγίδα, αφού είχαμε να κάνουμε επιστροφή από το Λαζόρεμα – Συκιά. Πράγματι ήμασταν μέσα στους στόχους και η καταιγίδα μας βρήκε στο Καταφύγιο της Οίτης.
Ο κανόνας στο βουνό είναι ότι ο καιρός αλλάζει, ειδικά τους θερινούς μήνες, τις απογευματινές ώρες. Αφού οι ιστοσελίδες που συμβουλευτήκαμε έδειχναν καταιγίδα μετά το μεσημέρι, έπρεπε με κάθε τρόπο να είμαστε στο χωριό Συκιά κατά τις 4μμ το πολύ.
Η Γκιώνα είναι το υψηλότερο βουνό της Στερεάς Ελλάδας τοποθετημένο στη Φωκίδα ανάμεσα στον Παρνασσό και τα Βαρδούσια. Με υψηλότερη κορυφή την Πυραμίδα στα 2.510 μέτρα, είναι το υψηλότερο βουνό νότια του Ολύμπου και το πέμπτο συνολικά στην Ελλάδα. Είναι ένα βουνό με αδρό και ξεκάθαρο ανάγλυφο, με βαθιές χαράδρες, ρεματιές και ασβεστολιθικές ορθοπλαγιές, που το κάνουν δύσβατο, ενώ διαθέτει την μεγαλύτερη ορθοπλαγιά των Βαλκανίων, την Πλάκα της Συκιάς, με υψομετρική διαφορά 1.100 μέτρα περίπου. Έχει εννιά κορυφές με υψόμετρο πάνω από 2.000 μέτρα [https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%BA%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1]
Το μονοπάτι από το ξεκίνημα του είναι καλά σηματοδοτημένο με κόκκινη μπογιά και μικρές πινακίδες. Την Γκιώνα οι αρχαίοι μας την ονόμαζαν «Ασέληνον Όρος», γιατί εκεί πήγαινε η Σελήνη να συναντήσει τον αγαπημένο της Ενδυμίωνα, αφήνοντας τον κόσμο χωρίς φεγγάρι. Αυτά κάνει ο έρωτας… Αυτά κι εμείς συζητάμε∙ και συνεχίζουμε ν’ ανεβαίνουμε περνώντας πάνω από το μικρό φαράγγι με τις βάθρες, που «προκαλούν» την Μαγδαληνή να πάει να ανακατέψει τα κρύα τους νερά. Με τη ζέστη ν’ ανεβαίνει αρκετά, περνάμε από την πηγή ανανεώνοντας την απώλεια νερού και βγαίνουμε αμέσως στην Βαθιά Λάκκα σε λιγότερο από μία ώρα από το ξεκίνημα. Αυτό το μέρος είναι ένας από τους πιο αγαπημένους προορισμούς των ελλήνων ορειβατών για αναρρίχηση, για χειμερινή κατασκήνωση στο χιόνι, για μαθήματα αρχαρίων. Η εντυπωσιακή εικόνα της Πυραμίδας και το τοπίο σε σπρώχνει για φωτογραφίες.
«Γκρεμνά `ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες τα χειμαδιά μας,
τα σπηλιαράκια του βουνού
είναι τα γονικά μας».
[από το παραδοσιακό ριζίτικο της Κρήτης]
Στην τελική ανάβαση γίναμε δύο ομάδες των τριών. Με την Μαγδαληνή και τον Φάνη είπαμε να κάνουμε την κόψη για να το χαρούμε περισσότερο και αφήσαμε τη Ζωή να ανεβάσει την Σοφία και τον παπα – Στεφανή από την κλασική διαδρομή του αυχένα. Η κόψη είναι πιο εντυπωσιακή. Στις έντεκα ακριβώς η ομάδα της «κόψης» ήμασταν στην κορυφή στην Πυραμίδα, περιμένοντας και την άλλη ομάδα. Το μάτι «παίζει», με την Πλατυβούνα και τον Παρνασσό ανατολικά, νότια τη Χαράδρα της Ρεκάς, βόρεια την Οίτη και δυτικά το Βελούχι και την Καλιακούδα. Στο βάθος φαίνονται τα Άγραφα και βόρεια αχνά ο Όλυμπος πάνω από την Όθρυ.
Να 'μουν γεράκι στην Πυρά κι αητός στην Πυραμίδα για να θωρώ από ψηλά την όμορφη Φωκίδα [… μια παράφραση κρητικής μαντινάδας για τον Ψηλορείτη και την Κρήτη]
Αριστερά από τη Χαράδρα της Ρεκάς ένα εκτεταμένο οδικό δίκτυο έχει αλλοιώσει την αισθητική του βουνού και επιτρέπει την εύκολη και ανεξέλεγκτη πρόσβαση σε λαθροθήρες και παράνομους υλοτόμους, χαμηλότερα. Ανοίγονται συνέχεια νέοι δρόμοι που συνδέουν μεταξύ τους τα δεκάδες εργοτάξια και τα μεταλλεία του βωξίτη. Οι επιπτώσεις αυτής της δραστηριότητας είναι ορατές, όχι μόνο αισθητικές, αλλά κυρίως επιπτώσεις στην σπάνια πανίδα και χλωρίδα του βουνού. Και κυρίως γιατί η περιοχή Ρεκά - Βαθιά Λάκκα - Λαζόρεμα είναι ο τυπικός βιότοπος του Αγριόγιδου, αυτού του πανέμορφου και σπάνιου θηλαστικού, που στην Γκιώνα έχει βρει το κυριότερο καταφύγιό του στη Νότια Ελλάδα. Κανείς δεν ξέρει πόσα αγριόγιδα ακριβώς υπάρχουν ακόμα, αλλά είναι σίγουρο ότι διαρκώς λιγοστεύουν, κυρίως από το παράνομο κυνήγι, όπως δυστυχώς συμβαίνει παντού. Μαζί με όλα τα άλλα το μυαλό τρέχει στην οικολογία και την βιωσιμότητα. Ναι οι σχεδόν κάθετες πλαγιές, ναι το βουνό ο γίγαντας, ναι κι εμείς στα πόδια του, οι νάνοι, ανεβαίνοντας για την Πυραμίδα. Η αρχή της βιωσιμότητας επιβάλει τη διατήρηση του φυσικού κεφαλαίου και την απαγόρευση κάθε μείωσης ή υποβάθμισης. Η συνέχιση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στα πανέμορφα αλπικά τοπία της Γκιώνας δεν είναι συμβατή με την αρχή της βιωσιμότητας. Τελεία.
Επιστροφή στη Βαθιά Λάκκα, απολαμβάνοντας τα εντυπωσιακά «άνθη της πέτρας μπροστά στην πράσινη θάλασσα» του πανέμορφου λιβαδιού. Συνεχίζουμε ψάχνοντας για την πηγή στο ξεκίνημα του Λαζορέματος για να προμηθευτούμε νερό. Βρήκαμε την πηγή με μεταλλικό σωλήνα και μπόλικο νερό και κατεβαίνουμε με προσοχή την πολύ απότομη ρεματιά. Κάποιοι - ονόματα δεν λέμε - μάζεψαν και τσάι και υποσχέθηκαν να το μοιράσουν στο τέλος, όσο πέφτει στον καθένα. Φτάνουμε στο Λαζόρεμα με τις στάνες και το ωραίο λιβάδι κάτω από την ορθοπλαγιά του Λάζου. Η ολιγόλεπτη ανασύνταξη έδωσε την έμπνευση στον παπα-Στεφανή και σε μας την ευκαιρία μια φορά ακόμα να απολαύσουμε την καταπληκτική μπάσα φωνή του στα κρητικά ριζίτικα και τον Ερωτόκριτο… με τη βοήθεια και της Ζωής.
«Μου λέγανε, στα παιδικά μου χρόνια, το τραγούδι του Ερωτόκριτου, με τα δάκρυα στα μάτια∙ τότες που τρόμαζα μέσα στον ύπνο μου ακούγοντας την αντίδικη μοίρα της Αρετής να κατεβαίνει τα μαρμα- ρένια σκαλοπάτια» [Γ. Σεφέρης]
Από κει παίρνουμε το σύντομο και τελευταίο καλοσυντηρημένο μονοπάτι για τη Συκιά το οποίο, στο τελευταίο μέρος του, ελίσσεται σε σάρα κάτω από τη ορθοπλαγιά της Συκιάς αφήνοντας αριστερά το γνωστό για τις δυσκολίες του «Μονοπάτι του Καραγιάννη», που οδηγεί επίσης στην Πυραμίδα
Φθάσαμε στο τέλος με την υπόσχεση να ξαναβρεθούμε σύντομα. Στο μεταξύ γράφει η Σοφία: «πανέμορφες φωτο, περήφανα ύψη, αλλά και να τα ανακαλύπτεις παρέα με φίλους... σπουδαία τύχη!!!!» «…Βουνά πανέμορφα, είναι μέσα στις καρδιές μας!» «…Δεν έχουμε φύγει. Η καρδιά μας, η ψυχή μας, το μυαλό μας, οι αισθήσεις μας, έμειναν εκεί, σ' αυτές τις βουνοκορφές... μαζί σας!!!"
Γι’ αυτές όλες τις μικρές συγκινήσεις, τις ομορφιές σου και την κούραση, βουνό σε λατρεύω!
* http://www.e-ecology.gr
http://e-onthemountain.blogspot.com
https://www.facebook.com/stefanos.stamellos
Υπάρχουν και καλύτερες στιγμές από αυτές. Η Μαγδαληνή, μέσα στο χαμό των κεραυνών και το χαλάζι, διαπιστώνει ότι της λείπει το ένα ορειβατικό της μποτάκι. Πόση σαδιστική χαρά μπορεί να νοιώθει ένα σκυλί όταν κλέβει το παπούτσι και το βγάζει έξω, στη βροχή, να γίνει μούσκεμα. Θαύμασα την ψυχραιμία της. Ήμασταν στον φιλόξενο πανέμορφο χώρο του Βασίλη Τραχανά, στο «ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ της ΟΙΤΗΣ» στις Βρύζες, με φόντο την Πυραμίδα της Γκιώνας, στο τέλος της τριήμερης ορειβατικής περιπλάνησης στον Παρνασσό, τα Βαρδούσια και τη Γκιώνα.
Υποσχέθηκα να κρατήσω λίγες σημειώσεις για την ανάμνηση∙ αλλά ο νους δυσκολεύεται να συγκρατήσει κάθε «τοπίο» και κάθε ιδιαίτερη στιγμή των αναβάσεων. Συνήθως θυμάται περισσότερο, μαζί με την όποια γλυκιά ταλαιπωρία, τους «πρωταγωνιστές»: την αρμονία της φύσης, τα χρώματα, τα λουλούδια και τα λιβάδια, τους ήχους και τα πουλιά, τα νερά και τις πηγές, τις χιονούρες και τα βράχια, τη “θάλασσα” των βουνών αγναντεύοντας από την κορυφή. Στοιχεία που τα αγγίξαμε και που μας «επέτρεψαν» να θεωρούμε πως εμείς είμαστε πρωταγωνιστές, να νομίζουμε ότι μπορούμε να αλλάζουμε τα δεδομένα …
Οι φερόμενοι ως «πρωταγωνιστές» αυτή τη φορά: η Ζωή, πάντα κεφάτη και αθυρόστομη, πολυ-έμπειρη, πολυ-τάλαντη ορειβάτισσα με πολλά χρόνια στα βουνά. Η Σοφία, Σφακιανή αθλήτρια, δρομέας και ορειβάτισσα. Η Μαγδαληνή, με το πάθος της θάλασσας - του νερού γενικά, όπου βρει νερό να μπαίνει, ακόμα και στις σούδες - του ορεινού τρεξίματος, αλλά και του βουνού. Ο Φάνης με την κατσούνα του (κρητικό μπαστούνι), έμπειρος ορειβάτης και δρομέας, με καταγωγή από το Πετρίλο της Καρδίτσας και τώρα στα Χανιά. Άφησα τελευταίο τον παπα – Στεφανή, τον κρητικό ιερέα, μουσικό, συνθέτη και στιχουργό αλλά και λάτρη των βουνών, τον ανεξάντλητο και «δυναμικό», όπως τον χαρακτηρίζουν στις ιστοσελίδες που κατέφυγα ψάχνοντας, μια που ο ίδιος από σεμνότητα δεν ανέφερε τίποτα για όλα αυτά. Όλοι Κρητικοί. Και η αφεντιά μου – «Δυο μάτια μαύρα, χωρίς κακία, γεμάτα λαύρα, μα και βλακεία», που λέει ο Σουρής.
Η πρώτη συνάντησή μας ως ομάδα έγινε στα Βαρδούσια, στον Αθανάσιο Διάκο, μια που εγώ δεν τους ακολούθησα στον Παρνασσό∙ και τις συστάσεις ανέλαβε να τις κάνει ο συνδετικός κρίκος της παρέας, η Ζωή. Μας έδεσε αμέσως η αγάπη για το βουνό και την περιπέτεια. Από την αρχή ξεκινήσαμε με τα τραγούδια και τις μαντινάδες του παπα – Στεφανή, όλες με περιεχόμενο και χιούμορ. Είναι γεγονός ότι δεν μπόρεσα να συγκρατήσω καμιά σχεδόν. Αλλά μου επιτρέπει αυθαίρετα να κάνω χρήση από την πλούσια κρητική παράδοση των μαντινάδων. Κι αυτό που κατάλαβα:
«Χαίρομαι που είμαι Κρητικός και όπου σταθώ το λέω.
Με μαντινάδες χαίρομαι με μαντινάδες κλαίω».
Τα Βαρδούσια, που είναι η χαρά των ορειβατών για όλες τις εποχές, βρίσκονται στα βορειοδυτικά της Φωκίδας, με ένα μικρό τμήμα να επεκτείνεται στη Φθιώτιδα. Είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Ρούμελης μετά τη Γκιώνα, με ύψος 2.495 μέτρα (κορυφή Κόρακας). Θεωρούνται ένα από τα πιο άγρια κι εντυπωσιακά βουνά της πατρίδας μας και έχουν ιδιαίτερα σκληρό ανάγλυφο με άγριες και απότομες κορφές.
Αποφασίστηκε η ανάβαση στον Κόρακα να γίνει από τις Κοπρισιές. Προωθηθήκαμε με το αυτοκίνητο μέχρι το ύψος που είναι το μνήμα του σκοτωμένου κυνηγού. Το λάλημα του κούκου μας συνόδευε μέχρι τα τελευταία έλατα. Ακολουθούμε αριστερά, νοτιοανατολικά, τα ίχνη μονοπατιού χωρίς ιδιαίτερη σήμανση κι ανεβαίνουμε σχετικά εύκολα στο πρώτο οροπέδιο. Η εικόνα είναι εκπληκτική. Έχουμε μπροστά μας το βραχώδες ανάγλυφο, δεξιά και δυτικά είναι «του Γκιώνη το Πλάι» που καταλήγει σε απότομη κορυφή, αριστερά τα χαμηλότερα βράχια και στο βάθος ο Κόρακας. Τα λουλούδια και τα βράχια δένουν σε μια τελειότητα. Αλλά να λες, «να μπορούσα να γίνω τώρα ένα λουλούδι, ένα απ' αυτά με τα μοβ, τα κίτρινα, τα μπλε χρώματα»... δεν είναι υπερβολή. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, έτσι νοιώθεις περπατώντας και ανεβαίνοντας μια τόσο όμορφη μέρα, παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις για βροχές και καταιγίδα. Ο παπα – Στεφανής μας υποσχέθηκε ότι θα φροντίσει να μη βρέξει. Και πράγματι, έκανε ό,τι μπορούσε. Δεν μας έβρεξε στα Βαρδούσια.
Συνεχίζουμε από τον άμπλα, την πηγή ανάμεσα στις μεγάλες κοτρώνες, που αυτή την εποχή έχει αρκετό νερό. Το νερό χάνεται κατεβαίνοντας για να σχηματίσει χαμηλά στο ύψος του Προφήτη Ηλία το κεφαλόβρυσο, που το νερό του πετάγεται από το βράχο με θόρυβο και εντυπωσιακούς μικρούς καταρράκτες.
Η Ζωή στραβοτιμονιάζει. Έφυγε αριστερά προς το «Ασανσέρ». Πολλές φορές στο βουνό «ξεφεύγουμε» λίγο∙ και «χανόμαστε». Όχι αυτό που νομίζει κανείς, να χαθείς πραγματικά. Απλά χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα. Άλλωστε, αυτό επιδιώκουμε εμείς οι ορειβάτες. Το λέμε εκτόνωση, διαφυγή, λίγο επιστροφή στο παρελθόν, στη νιότη, λίγο απ' όλα. Αν προσπαθήσεις να το αποφύγεις, μη και δεν σε πουν σοβαρό, μην και σε παρεξηγήσουν, έχεις χάσει. Κι εσύ Ζωή «χάθηκες» και μετά φώναζες…
Ανεβαίνουμε στο δεύτερο οροπέδιο, ένα πλούσιο λιβάδι, με φόντο ψηλά τον Κόρακα. Συνεχίζουμε κάτω ακριβώς από την κορυφή, πότε στο χιόνι και πότε εκτός, και χωρίς να το καταλάβουμε βγαίνουμε στο Μέγα Κάμπο συναντώντας το μονοπάτι που έρχεται από τις Πόρτες. Κάποια στιγμή ο παπα – Στεφανής φωνάζει δείχνοντας τα δύο αγριόγιδα που με μεγάλα άλματα κρύβονται προς του «Γκιώνη το Πλάι». Έβοσκαν στον Μέγα Κάμπο. Είναι η πρώτη φορά που συναντώ αγριόγιδα στα Βαρδούσια. «Αγρίμια κι αγριμάκια μου…»
Φθάσαμε στην κορυφή στον Κόρακα σε 3 ώρες κάνοντας την τελική ανάβαση με μικρές τραβέρσες.
«Κι εγώ για τις κορφές πονώ
και για τραχειές ανηφοριές
σηκώνω το κεφάλι»
[Ζαχ. Παπαντωνίου]
Είναι μια εξαιρετική μέρα και η θέα αποζημιώνει. Οι φωτογραφικές μηχανές αποτυπώνουν ελάχιστα την πραγματικότητα και μας βοηθάνε να αποφασίσουμε για την επιστροφή. Το κατέβασμα γίνεται από τις Πόρτες και τα καταφύγια, που είναι η κλασική διαδρομή, κάνοντας τον κύκλο. Συνολική διάρκεια 5 ώρες.
Στο μεταξύ δεν ήξερα ότι οι αράχνες κουβαλάνε στην πλάτη τους τα μωρά τους. Κάπου εκεί στα καταφύγια η Μαγδαληνή μας έδειξε μια τέτοια αράχνη που κατά λάθος την ενοχλήσαμε, με αποτέλεσμα να σκορπίσουν τα δεκάδες μωρά της ολόγυρα...
Κατεβαίνοντας στον Αθανάσιο Διάκο η πεντάδα έφυγε για ένα μικρό τουρ στη Λίμνη του Μόρνου κι εγώ προωθήθηκα να τους περιμένω στο Καταφύγιο της Οίτης, στου Βασίλη, για έναν διπλό εσπρέσο, που μου έλειπε, κάνοντας παρέα στα άλογα της Γκιώνας. Δύο - τρεις μικρές ομάδες των δέκα περίπου αδέσποτων αλόγων υπάρχουν, όπως είπε ο Βασίλης, στις παρυφές της Γκιώνας και της Οίτης. Είναι εγκαταλειμμένα άλογα που καταφέρνουν να επιβιώνουν σε ημιάγρια κατάσταση, να ζευγαρώνουν και να πολλαπλασιάζονται. Αυτή η ομάδα είχε καμιά δεκαριά ενήλικα και δύο-τρία νεαρά. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, βρίσκει κανείς ότι αυτό συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα βουνά της χώρας μας. Σε κάποιες περιοχές μάλιστα εμφανίζεται ο κίνδυνος ατυχημάτων σε επαρχιακούς οδικούς άξονες. Αλλού αναδεικνύονται οι ζημιές που προκαλούν σε αγροτικές καλλιέργειες. Σημασία έχει πως είναι ένα φαινόμενο που συγκινεί, που δίνει μια ιδιαίτερη χάρη στις ορεινές αυτές περιοχές. Η εικόνα του αλόγου, του περήφανου αυτού ζώου, δημιουργεί διάφορους συνειρμούς ελευθερίας και δίνει έναν ιδιαίτερο αισθησιασμό στο δασωμένο τοπίο.
Για διανυκτέρευση είχαμε σκεφθεί να στήσουμε τις σκηνές στα Μνήματα, στις παρυφές της Γκιώνας, μια που είναι πάνω στη διαδρομή μας για την Πυραμίδα. Τελικά όμως - και για το φόβο της βροχής - επιλέξαμε την πλατεία της Άνω Παύλιανης. Ο πρόεδρος προσφέρθηκε να ανοίξει το χώρο που στεγάζεται ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού, αν και προτιμήσαμε τα παγκάκια. Παρά ταύτα δεν κλείσαμε μάτι. Είχαμε διεγείρει την φιλόξενη διάθεση ενός μεγαλόσωμου σκύλου, ο οποίος για να μας διασκεδάσει βάλθηκε να τραγουδάει γαυγίζοντας - και πλησιάζοντας απειλητικά - όλη τη νύχτα. Τέτοια σκυλίσια φιλοξενία, να τη βράσω…
Διαβάζουμε: «Μία από τις πιο σημαντικές διαφορές της κρητικής δίαιτας από τις δίαιτες των άλλων μεσογειακών περιοχών έγκειται στην τεράστια κατανάλωση φρούτων! Ο Κρητικός τρώει έξι φορές περισσότερα φρούτα από το μέσο κάτοικο των άλλων μεσογειακών περιοχών και έξι φορές περισσότερα από τον κάτοικο μιας βόρειας χώρας (π.χ. Ολλανδία), όπως έδειξαν μελέτες των A. Keys (1970) και D. Kromhout (1989)» [http://www.chania-info.gr]. Ως εκ τούτου, έπρεπε να εξασφαλιστούν ανάλογες ποσότητες φρούτων. Προθυμοποιήθηκε ο Τάκης, ο οποίος διέθεσε την κερασιά του και φυσικά ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί. Παύλιανη, με τα ωραία σου κεράσια!
Η πρωινή γρήγορη ξενάγηση στο Πάρκο του Νερού και στο Μουσείο Υδροκίνησης ήταν γεμάτη εκπλήξεις. Και «γεφυρωθήκαμε» με τη μουσική της πιανογέφυρας …
Η ανάβαση στην Πυραμίδα, στην κορυφή της Γκιώνας έγινε από τα Μνήματα και τη Βαθιά Λάκκα. Φύγαμε κατά τις οκτώ από Παύλιανη για να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε στις εννιά. Στόχος να αρχίσουμε στις 12 να κατεβαίνουμε από την κορυφή για να αποφύγουμε την απογευματινή καταιγίδα, αφού είχαμε να κάνουμε επιστροφή από το Λαζόρεμα – Συκιά. Πράγματι ήμασταν μέσα στους στόχους και η καταιγίδα μας βρήκε στο Καταφύγιο της Οίτης.
Ο κανόνας στο βουνό είναι ότι ο καιρός αλλάζει, ειδικά τους θερινούς μήνες, τις απογευματινές ώρες. Αφού οι ιστοσελίδες που συμβουλευτήκαμε έδειχναν καταιγίδα μετά το μεσημέρι, έπρεπε με κάθε τρόπο να είμαστε στο χωριό Συκιά κατά τις 4μμ το πολύ.
Η Γκιώνα είναι το υψηλότερο βουνό της Στερεάς Ελλάδας τοποθετημένο στη Φωκίδα ανάμεσα στον Παρνασσό και τα Βαρδούσια. Με υψηλότερη κορυφή την Πυραμίδα στα 2.510 μέτρα, είναι το υψηλότερο βουνό νότια του Ολύμπου και το πέμπτο συνολικά στην Ελλάδα. Είναι ένα βουνό με αδρό και ξεκάθαρο ανάγλυφο, με βαθιές χαράδρες, ρεματιές και ασβεστολιθικές ορθοπλαγιές, που το κάνουν δύσβατο, ενώ διαθέτει την μεγαλύτερη ορθοπλαγιά των Βαλκανίων, την Πλάκα της Συκιάς, με υψομετρική διαφορά 1.100 μέτρα περίπου. Έχει εννιά κορυφές με υψόμετρο πάνω από 2.000 μέτρα [https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%BA%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1]
Το μονοπάτι από το ξεκίνημα του είναι καλά σηματοδοτημένο με κόκκινη μπογιά και μικρές πινακίδες. Την Γκιώνα οι αρχαίοι μας την ονόμαζαν «Ασέληνον Όρος», γιατί εκεί πήγαινε η Σελήνη να συναντήσει τον αγαπημένο της Ενδυμίωνα, αφήνοντας τον κόσμο χωρίς φεγγάρι. Αυτά κάνει ο έρωτας… Αυτά κι εμείς συζητάμε∙ και συνεχίζουμε ν’ ανεβαίνουμε περνώντας πάνω από το μικρό φαράγγι με τις βάθρες, που «προκαλούν» την Μαγδαληνή να πάει να ανακατέψει τα κρύα τους νερά. Με τη ζέστη ν’ ανεβαίνει αρκετά, περνάμε από την πηγή ανανεώνοντας την απώλεια νερού και βγαίνουμε αμέσως στην Βαθιά Λάκκα σε λιγότερο από μία ώρα από το ξεκίνημα. Αυτό το μέρος είναι ένας από τους πιο αγαπημένους προορισμούς των ελλήνων ορειβατών για αναρρίχηση, για χειμερινή κατασκήνωση στο χιόνι, για μαθήματα αρχαρίων. Η εντυπωσιακή εικόνα της Πυραμίδας και το τοπίο σε σπρώχνει για φωτογραφίες.
«Γκρεμνά `ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες τα χειμαδιά μας,
τα σπηλιαράκια του βουνού
είναι τα γονικά μας».
[από το παραδοσιακό ριζίτικο της Κρήτης]
Στην τελική ανάβαση γίναμε δύο ομάδες των τριών. Με την Μαγδαληνή και τον Φάνη είπαμε να κάνουμε την κόψη για να το χαρούμε περισσότερο και αφήσαμε τη Ζωή να ανεβάσει την Σοφία και τον παπα – Στεφανή από την κλασική διαδρομή του αυχένα. Η κόψη είναι πιο εντυπωσιακή. Στις έντεκα ακριβώς η ομάδα της «κόψης» ήμασταν στην κορυφή στην Πυραμίδα, περιμένοντας και την άλλη ομάδα. Το μάτι «παίζει», με την Πλατυβούνα και τον Παρνασσό ανατολικά, νότια τη Χαράδρα της Ρεκάς, βόρεια την Οίτη και δυτικά το Βελούχι και την Καλιακούδα. Στο βάθος φαίνονται τα Άγραφα και βόρεια αχνά ο Όλυμπος πάνω από την Όθρυ.
Να 'μουν γεράκι στην Πυρά κι αητός στην Πυραμίδα για να θωρώ από ψηλά την όμορφη Φωκίδα [… μια παράφραση κρητικής μαντινάδας για τον Ψηλορείτη και την Κρήτη]
Αριστερά από τη Χαράδρα της Ρεκάς ένα εκτεταμένο οδικό δίκτυο έχει αλλοιώσει την αισθητική του βουνού και επιτρέπει την εύκολη και ανεξέλεγκτη πρόσβαση σε λαθροθήρες και παράνομους υλοτόμους, χαμηλότερα. Ανοίγονται συνέχεια νέοι δρόμοι που συνδέουν μεταξύ τους τα δεκάδες εργοτάξια και τα μεταλλεία του βωξίτη. Οι επιπτώσεις αυτής της δραστηριότητας είναι ορατές, όχι μόνο αισθητικές, αλλά κυρίως επιπτώσεις στην σπάνια πανίδα και χλωρίδα του βουνού. Και κυρίως γιατί η περιοχή Ρεκά - Βαθιά Λάκκα - Λαζόρεμα είναι ο τυπικός βιότοπος του Αγριόγιδου, αυτού του πανέμορφου και σπάνιου θηλαστικού, που στην Γκιώνα έχει βρει το κυριότερο καταφύγιό του στη Νότια Ελλάδα. Κανείς δεν ξέρει πόσα αγριόγιδα ακριβώς υπάρχουν ακόμα, αλλά είναι σίγουρο ότι διαρκώς λιγοστεύουν, κυρίως από το παράνομο κυνήγι, όπως δυστυχώς συμβαίνει παντού. Μαζί με όλα τα άλλα το μυαλό τρέχει στην οικολογία και την βιωσιμότητα. Ναι οι σχεδόν κάθετες πλαγιές, ναι το βουνό ο γίγαντας, ναι κι εμείς στα πόδια του, οι νάνοι, ανεβαίνοντας για την Πυραμίδα. Η αρχή της βιωσιμότητας επιβάλει τη διατήρηση του φυσικού κεφαλαίου και την απαγόρευση κάθε μείωσης ή υποβάθμισης. Η συνέχιση της μεταλλευτικής δραστηριότητας στα πανέμορφα αλπικά τοπία της Γκιώνας δεν είναι συμβατή με την αρχή της βιωσιμότητας. Τελεία.
Επιστροφή στη Βαθιά Λάκκα, απολαμβάνοντας τα εντυπωσιακά «άνθη της πέτρας μπροστά στην πράσινη θάλασσα» του πανέμορφου λιβαδιού. Συνεχίζουμε ψάχνοντας για την πηγή στο ξεκίνημα του Λαζορέματος για να προμηθευτούμε νερό. Βρήκαμε την πηγή με μεταλλικό σωλήνα και μπόλικο νερό και κατεβαίνουμε με προσοχή την πολύ απότομη ρεματιά. Κάποιοι - ονόματα δεν λέμε - μάζεψαν και τσάι και υποσχέθηκαν να το μοιράσουν στο τέλος, όσο πέφτει στον καθένα. Φτάνουμε στο Λαζόρεμα με τις στάνες και το ωραίο λιβάδι κάτω από την ορθοπλαγιά του Λάζου. Η ολιγόλεπτη ανασύνταξη έδωσε την έμπνευση στον παπα-Στεφανή και σε μας την ευκαιρία μια φορά ακόμα να απολαύσουμε την καταπληκτική μπάσα φωνή του στα κρητικά ριζίτικα και τον Ερωτόκριτο… με τη βοήθεια και της Ζωής.
«Μου λέγανε, στα παιδικά μου χρόνια, το τραγούδι του Ερωτόκριτου, με τα δάκρυα στα μάτια∙ τότες που τρόμαζα μέσα στον ύπνο μου ακούγοντας την αντίδικη μοίρα της Αρετής να κατεβαίνει τα μαρμα- ρένια σκαλοπάτια» [Γ. Σεφέρης]
Από κει παίρνουμε το σύντομο και τελευταίο καλοσυντηρημένο μονοπάτι για τη Συκιά το οποίο, στο τελευταίο μέρος του, ελίσσεται σε σάρα κάτω από τη ορθοπλαγιά της Συκιάς αφήνοντας αριστερά το γνωστό για τις δυσκολίες του «Μονοπάτι του Καραγιάννη», που οδηγεί επίσης στην Πυραμίδα
Φθάσαμε στο τέλος με την υπόσχεση να ξαναβρεθούμε σύντομα. Στο μεταξύ γράφει η Σοφία: «πανέμορφες φωτο, περήφανα ύψη, αλλά και να τα ανακαλύπτεις παρέα με φίλους... σπουδαία τύχη!!!!» «…Βουνά πανέμορφα, είναι μέσα στις καρδιές μας!» «…Δεν έχουμε φύγει. Η καρδιά μας, η ψυχή μας, το μυαλό μας, οι αισθήσεις μας, έμειναν εκεί, σ' αυτές τις βουνοκορφές... μαζί σας!!!"
Γι’ αυτές όλες τις μικρές συγκινήσεις, τις ομορφιές σου και την κούραση, βουνό σε λατρεύω!
* http://www.e-ecology.gr
http://e-onthemountain.blogspot.com
https://www.facebook.com/stefanos.stamellos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου