του Άντη Ροδίτη
(«Θάλασσα
Εσωτερικού χώρου», Κίχλη 2020 – κρατικό βραβείο ποίησης)
Θα
πρέπει κανείς ν’ αποφεύγει συστηματικά τον περιθωριακό κόσμο των μετά της
τέχνης ασχολουμένων -και ιδιαίτερα της ποιήσεως- αν θέλει να έχει καθαρή επαφή
με ότι καλείται «ποίηση». Μακριά τα ρούχα σας. Εκεί δολοφονείται η ποίηση, από
τους «ειδικούς». Τρεχάτε μακριά από τους φιλολόγους. Αν δεν με πιστεύετε
διαβάστε και τις οδηγίες επί του θέματος που άφησε ο Μόντης. Ένας «Κώστας
Μόντης», που ένας «Χαραλαμπίδης» μας σύστησε να τον κοιτάξουμε από κοντά κι
όταν το κάναμε ακόμα κι ο Χαραλαμπίδης έτρεξε μακριά, χώρια οι άλλοι που όταν τους
δόθηκε η ευκαιρία δοκίμασαν (κρυφά) να τον εμπρήσουσι (ρήμα εμπίμπρημι=βάζω
φωτιά)! Τούς τίμησε γι’ αυτό και η Πολιτεία και τους τιμά, διότι φαντασθείτε να
κυβερνούσαν οι ποιητές, ούτε θα μας ασφάλιζε κανείς ούτε οι διεθνείς αγορές θα
μας δανείζαν! Μιλώ τώρα για έναν ποιητή, ονόματι «Ρήσος», επίθετο «Χαρίσης»,
που δεν κοιμάται κανονικά -μου φαίνεται δεν κοιμάται καν- διότι τόσο δέθηκε με
τον έναστρο ουρανό που δεν κλείνει μάτι. Δεμένος όπως είναι παραμιλά καθώς τα
γήινα όρνεα του τρων τα σπλάχνα. Κατάντησε να βλέπει όλο τον Γαλαξία ντάλα
μεσημέρι.
Που
πάει αυτός ο άνθρωπος;
Πάει
κάπου; Η απάντηση είναι, «ναι, πάει, όντας αμετάκλητα δεμένος και
καταδικασμένος», μάλιστα διπλά, μόνος και μαζί μας, αφού όλοι καταδικασμένοι
είμαστε. Ή μήπως δεν ήταν κι ο Φραντς και τόσοι άλλοι; Μα από τα ιδιωτικά του
δεσμά ο καθένας αλλόκοτα μιλά. Ακόμα και οι βωβοί μιλούν μέσω των αλλόκοτα
παραληρούντων.
Τι θα γίνει με τους
ποιητές; Μ’ αυτούς τους εξωγήινους που η τύχη ή μια αγνώστου προελεύσεως
απόφαση τούς έστειλε εδώ σε μας, σαν άλλους Κλαρκ Κεντ από ένα ξένο και μακρινό
πλανήτη Κρύπτον;
Τύχη αγαθή ή εντελώς κατά τύχη, από πρόνοια ή δεν ξέρω τι, είδα προψές μια ταινία μ’ έναν Εβραίο που επί Ναζί γλιτώνει τη ζωή του γιατί τους λέει «είμαι Πέρσης»! «Μα εσένα γυρεύουμε» του λέει ο δολοφόνος, «ένα Πέρση για τ’ όνομα του Θεού ψάχνει ο διοικητής μας»! Μια και δυο τον παίρνουν στο όρνεο. «Να μου μάθεις φαρσί», του λέει εκείνος γιατί έχω όνειρο (τρομάρα του) να πάω να ζήσω… Τεχεράνη! Κι όχι για τη Σεχραζάτ (καλοδεχούμενη αν πέσει μέσα στο πακέτο) μα από μια κρυφή επιθυμία να γλιτώσει (γενικά). Τι να κάνει ο κακόμοιρος ο Εβραίος, επινοεί μια γλώσσα βγαλμένη από καταλόγους Εβραίων προορισμένων για τους θαλάμους των αερίων μοιράζοντας τα ονόματά τους στα δύο. Π.χ. Ναθαναήλ=ναήλ=ψωμί. Ναούμ=ουμ=δένδρο, Ισαάκ=αάκ=πιρούνι και πάει λέγοντας.
Ο Ναζί μαθαίνει μια
γλώσσα που δεν υπάρχει και δεν μαθαίνει ποτέ πως ένας άδικα θαμμένος Ισαάκ
κρύβεται πίσω από ένα απλό πιρούνι ή ότι το νερό, που είναι βιντ, είναι απλά
ένας των χιλιάδων δολοφονημένων Ντέιβιντ ή Δαβίδ και το νερό «βιδ»!
Κάπως έτσι ένιωσα στην
αρχή διαβάζοντας τα ποιήματα του Χαρίση. Τι
(αχαλίνωτη) φαντασία! Τι άνευ όρων, ολοσχερής επί ζωής υποταγή στην εξουσία και
στο βασίλειό της. Ο συνδυασμός των λέξεων που ξετρυπώνει, που μοιάζει με
παντρειές βέρων Κινέζων του Πεκίνου με παρθένες από τη Σωτήρα Αμμοχώστου ή τα
Χανδριά της δεκαετίας του 50, σημαίνει κάτι; Πώς οι στίχοι «Χωράφια που κόπηκαν
στο ξύρισμα τα λόγια τους» και «άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει», πώς
οι στίχοι «Γυναίκα μ’ άσπρο μεσοφόρι / που εντέλει την αποκαλούν Γραικία» και
«Μητέρα μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα», πώς οι στίχοι «αντάν με είδεν
έφεξεν τζι ο νους μου εφεντζιάστηκεν» και «όπως ο κόλπος γυναικός που ξέρει κι
άλλα κόλπα», εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία της ποιήσεως; Έχει τελικά
«εξελιχθεί» σε σειρά γρίφων η ποίηση, αινιγμάτων και ασκήσεων με συνδυασμούς
λέξεων που σε αφήνουν στον τόπο αποσβολωμένο ή πρόκειται για κάτι άλλο; Και
«άλλο» τι; Κι αν ο Όμηρος, της ποιήσεως ο πατήρ της Οικουμένης (της Δύσεως),
τελικά μίλαγε κι εκείνος με πόνο ψυχής για έναν κόσμο που όφειλε να πάει στα
τσακίδια, αλλά τα έλεγε αλλιώς κι ευθέως, είναι ο Χαρίσης ένας -έστω λίγο πιο
μικρός- Όμηρος ή κάτι άλλο; Και γιατί σήμερα οι ποιητές πρέπει να τα λεν αλλιώς
και μπουρδουκλωμένα και το μήνυμα να είναι, «μπορεί να μην βγαίνει νόημα, αλλά
ωραία κι ανεπανάληπτη που είναι η φράση, ε;»!
Είναι η ομορφιά
«μήνυμα»; Άγγελμα; Ευαγγέλιο; Ασφαλώς και είναι. Ίσως (από σεμνότητα λέω
«ίσως») να είναι το μόνον άξιον λόγου μήνυμα! Αλίμονο να μην υπήρχε. Δεν
νοείται θάλασσα χωρίς ξηρά, αν και αυτό είναι που συμβαίνει. Καλύπτει τα πάντα
ο τρόμος της κι η ομορφιά είναι η στέρεα γη στην άμπωτη, που μάχεται να
επιζήσει της επόμενης παλίρροιας.
Αν η «σύγχρονη» ποίηση
είναι το δυσνόητο παραλήρημα της προσωρινής γης που θα την καταπιεί ο μόνιμος
της πλημμυρίδας τρόμος, ας είναι. Φτάνει που ξάφνου βγαίνει νόημα:
Ουρανοί ξενοπλένουν για να ζήσουν τα παιδιά τους,
γυναίκες από χαρτόνι ξύνουν της θύμησης σκουριές,
βγαίνουν στους δρόμους και φωνάζουν:
«Φέρτε πίσω τα
κλεμμένα».
Αναγραμματισμένες
θάλασσες
ξεβράζουν
απαρέμφατα λυγμών κι αμακιγιάριστες οδύνες
σε
ναρκοπέδια κουτσής ορθογραφίας.
Τη
διαχείριση της κρίσης αναλαμβάνουν
οι
ειδήσεις των οκτώ.
Μια μέρα θα πάψουν και
οι ειδήσεις των οκτώ. Μια μέρα θα ηρεμήσει η πλημμυρίδα και θα λάμψει η γη.
Αυτή τη μέρα ψάλλουν παραμιλώντας οι ποιητές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου