του Κώστα Τάτση
Σε αντίθεση με την αρχαία Αθήνα, η οποία ήταν γεμάτη από άλση, η νεότερη
ήταν μια άνυδρη και ξερή περιοχή. Όταν ο πατέρας του Όθωνα, βασιλιάς της
Βαυαρίας Λουδοβίκος Α΄, την επισκέφτηκε το 1835, έμεινε κατάπληκτος από την
έλλειψη πράσινου. Επιστρέφοντας λοιπόν στο Μόναχο έγραψε στη νύφη του, τη
βασίλισσα Αμαλία, ότι έπρεπε να μεριμνήσει για τη δενδροφύτευση της πόλης, για
να μετριάζεται ο καύσωνας κατά τους θερινούς μήνες.
Η Αμαλία αρχικά μερίμνησε για τη δημιουργία του Βασιλικού (σήμερα Εθνικού) κήπου. Αυτός οριοθετήθηκε το 1836
από τον Φρειδερίκο Γκαίρτνερ,
αρχιτέκτονα των ανακτόρων, σε μια έκταση 500 περίπου στρεμμάτων. Το σχέδιό του
αναθεωρήθηκε το 1839 από τον Χοχ,
διευθύνοντα μηχανικό της οικοδόμησης του παλατιού. Τις πρώτες φυτευτικές
εργασίες οργάνωσε και επέβλεψε ο Βαυαρός γεωπόνος Σμάρατ το 1839. Τότε φυτεύτηκαν
15.000 περίπου καλλωπιστικά φυτά, που είχαν μεταφερθεί από τη Γένοβα, και
αυτοφυή είδη που μετέφερε από το Σούνιο και την Εύβοια ο Πρώσος γεωπόνος Φρειδερίκος Σμιτ, βοηθός του
Σμάρατ. Η Αμαλία το 1845 κάλεσε από το Παρίσι το Γάλλο αρχιτέκτονα κήπων Φρανσουά Λουί Μπαρώ, ο οποίος
ανέλαβε τη διεύθυνση του Βασιλικού κήπου ως το 1854. Έτσι η πρωτεύουσα
απέκτησε ένα πνεύμονα πράσινου.
Σχεδόν ταυτόχρονα δημιουργήθηκε και ο κήπος της πλατείας
Συντάγματος, ο οποίος αργότερα ονομάστηκε «Κήπος των Μουσών». Η ονομασία του
αυτή οφειλόταν στο γεγονός ότι κατά την ανασκαφή των θεμελίων για την ανέγερση
οικίας σε παρακείμενη οδό βρέθηκε μια επιγραφή, στην οποία αναφερόταν ότι κατά
την αρχαιότητα η θέση αυτή είχε αφιερωθεί στις Μούσες.
Πριν τη δημιουργία των δυο αυτών κήπων υπήρχε από την εποχή της
τουρκοκρατίας μόνον ο κήπος του
Χασεκή (= ο μετέπειτα Βοτανικός) έξω από τα τείχη της πόλης παρά την Ιερά
οδό. Η Αμαλία ακόμη φρόντισε για τη δενδροφύτευση των οδών Αμαλίας και Ηρώδου
του Αττικού.
Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα ο πρωθυπουργός Χ.
Τρικούπης προσπάθησε να αναβαθμίσει την εικόνα της Αθήνας και να βελτιώσει την
ποιότητα ζωής των κατοίκων της κατασκευάζοντας λεωφόρους και δημιουργώντας
χώρους πράσινου. Διάνοιξε τη λεωφόρο Αλεξάνδρας ενώνοντας με τον τρόπο αυτό τις
δυο μεγάλες οδικές αρτηρίες της πρωτεύουσας, την Κηφισίας και την Πατησίων.
Είχε τότε αποφασιστεί το Πεδίο του Άρεως, που από την εποχή του Όθωνα ήταν ο
κύριος τόπος αναψυχής των Αθηναίων, να γίνει μεγάλο πάρκο. Επίσης είχε σχεδιαστεί
η κατασκευή κυκλικής λεωφόρου γύρω από την Ακρόπολη, η οποία θα κατέληγε στην
πλατεία του Θησείου. Τα πάρκα αυτά θα υδροδοτούνταν με τη σχεδιαζόμενη
μεταφορά νερού από τη Στυμφαλία. Αλλά η πτώχευση του 1893 ανέστειλε την
υλοποίηση των μεγαλεπήβολων σχεδίων του Χαρίλαου Τρικούπη. Επί των ημερών του
όμως προωθήθηκαν τα έργα για την κατασκευή του κήπου του Ζαππείου.
Η πρώτη δενδροφύτευση του Ζαππείου είχε γίνει το 1857. Ο χώρος
όμως για δεκαετίες παρέμενε αναξιοποίητος. Μετά το 1887 η «Επιτροπή των
Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων», που βάσει νόμου διαχειριζόταν το μέγαρο και τον
περιβάλλοντα χώρο, ανέθεσε στο Γάλλο αρχιτέκτονα Ντεζιρέ Ματτόν τη σχεδιαγράφηση
του κήπου. Ο Ματτόν είχε περιλάβει στο σχέδιό του και ιδιωτικές εκτάσεις,
οι οποίες έπρεπε να απαλλοτριωθούν (το γυμναστήριο και ο κήπος Χατζηδημητρίου,
ο κήπος Ορφανίδη), καθώς και το κοιμητήριο των Διαμαρτυρομένων. Αυτό βρισκόταν
απέναντι από το Παναθηναϊκό στάδιο και ήταν κατάφυτο από κυπαρίσσια. Όμως η
διεύρυνση του περιβάλλοντος χώρου του Ζαππείου ήταν δύσκολη ελλείψει των
αναγκαίων για τις απαλλοτριώσεις χρημάτων και κυρίως λόγω αντιδράσεων της
αγγλικής και γερμανικής κυβέρνησης για τη μεταφορά του κοιμητηρίου (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 10ης Οκτωβρίου 1895). Έτσι το
σχέδιο έμεινε ανεκτέλεστο ως τις αρχές του 20ουαιώνα, οπότε ξεπεράστηκαν τα
προβλήματα και ενοποιήθηκε ο χώρος.
Πριν ακόμη ενοποιηθεί ο χώρος του «Ζαππείου παραδείσου», είχαν
γίνει εργασίες για τη διαμόρφωσή του. Η αρχική φύτευση έγινε από το γεωπόνο
Αντώνιο Σμιτ, γιο του Βαυαρού αρχικηπουρού του Βασιλικού κήπου Φρειδερίκου
Σμιτ. Αρχικά φυτεύτηκαν 200 περίπου πλάτανοι και αρκετοί ευκάλυπτοι. Το
ευτύχημα ήταν το ότι είχαν τοποθετηθεί φύλακες και έτσι δεν καταστράφηκαν οι
δενδροφυτεύσεις (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ,
φύλλο της 3ης Απριλίου
1904).
Παράλληλα με τις άλλες εργασίες χαράχτηκε και διανοίχτηκε η
λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας. Ως τότε ένα μονοπάτι – που περνούσε μέσα από το
Ζάππειο – συνέδεε τη λεωφόρο Αμαλίας με το Παναθηναϊκό στάδιο. Ήταν το περίφημο
«Άντρον των Νυμφών», το οποίο
ύμνησε με τους στίχους του ο Αχιλλέας Παράσχος. Γι’ αυτό έχει τοποθετηθεί η
προτομή του ποιητή στον κήπο του Ζαππείου κοντά στο δρομίσκο που οδηγεί στο
γυμναστήριο του Φωκιανού.
Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα το Ζάππειο έγινε ο
βασικός πόλος έλξης των κατοίκων της πρωτεύουσας. Ιδίως τα βραδάκια κατά τους
θερινούς μήνες χιλιάδες Αθηναίοι από όλες τις συνοικίες συγκεντρώνονταν εκεί,
για να δροσιστούν. Αυτό «άνοιξε την όρεξη» ξένων επενδυτών. Το 1904 ομάδα
Γάλλων κεφαλαιούχων υπέβαλε στον πρόεδρο της «Επιτροπής των Ολυμπίων και
Κληροδοτημάτων» Α. Ζαΐμη προτάσεις για την ενοικίαση του Ζαππείου και του
περιβάλλοντος αυτό χώρου. Οι επιχειρηματίες είχαν την πρόθεση να μετατρέψουν
τον κήπο του Ζαππείου σ’ ευρωπαϊκό πάρκο περιφράσσοντάς τον με σιδερένιο
κιγκλίδωμα, για το οποίο θα δαπανούσαν 650.000 δραχμές. Μέσα σ’ αυτό θα
εγκαθιστούσαν διάφορα περίπτερα, σιντριβάνια, δεξαμενές, «φωτεινά θεάματα»
κ.λπ. Ήταν διατεθειμένοι να δαπανήσουν 15 περίπου εκατομμύρια δραχμές για την
ανάπλαση του χώρου. Έναντι όλων αυτών ζητούσαν να τους εκχωρηθεί η εκμετάλλευση
του Ζαππείου για μια εικοσιπενταετία, καταβάλλοντας επιπλέον άλλα 15
εκατομμύρια δραχμές. Μετά τη λήξη της ενοικίασης όλα τα έργα θα περιέρχονταν
στην κυριότητα της «Επιτροπής των Ολυμπίων». Ζητούσαν όμως να τους
επιτραπεί να ορίσουν εισιτήριο εισόδου στο πάρκο: πέντε λεπτά το άτομο για τις
καθημερινές και συνήθεις ημέρες και πενήντα λεπτά για τις γιορτές και τα
νυκτερινά θεάματα, τα οποία σκόπευαν να διοργανώνουν τακτικά. Όμως «ο Ζαΐμης δεν εννοούσε ποσώς να
φορολογηθή η εις το Ζάππειον είσοδος» (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 6ης Ιανουαρίου 1904). (Για
να εκτιμηθεί η προσφορά, να ληφθεί υπόψη ότι το 1904 το έλλειμμα του
προϋπολογισμού ήταν 10.000.000 δραχμές. Βλέπε το post «Η επιδίωξη
πρωτογενούς πλεονάσματος το 1904»).
Όπως αναφέρθηκε, ο κήπος του Ζαππείου ήταν ο πόλος έλξης των
Αθηναίων και τούτο γιατί ο βασιλικός κήπος δεν ήταν προσιτός στο πλήθος, παρά
μόνον δυο ώρες μετά το μεσημέρι. Έτσι ελάχιστοι σύχναζαν σ’ αυτόν. Κατά τις
πρωινές ώρες η είσοδος επιτρεπόταν σε μερικούς προνομιούχους, τους οποίους το
αυλαρχείο είχε εφοδιάσει με κλειδιά (εφημερίδα
ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 23ης
Ιανουαρίου 1927).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου