ΝΑ ΠΛΕΝΕΙΣ τὰ ἀσπρόρουχα τὶς Δευτέρες
καὶ νὰ τὰ ἁπλώνεις πάνω στὶς πέτρες. Νὰ πλένεις τὰ χρωματιστὰ τὶς
Τρίτες καὶ νὰ τὰ ἁπλώνεις στὸ σκοινὶ γιὰ νὰ στεγνώσουν. Μὴν βγαίνεις
στὸν καυτὸ ἥλιο μὲ τὸ κεφάλι ἀκάλυπτο. Νὰ μαγειρεύεις τὴν τηγανητὴ
κολοκύθα σὲ πολὺ καυτὸ γλυκὸ λάδι. Μούλιαζε στὸ νερὸ τὰ ἐσώρουχά
σου ἀμέσως μόλις τὰ βγάζεις. Ὅταν ἀγοράζεις βαμβάκι γιὰ νὰ φτιάξεις
γιὰ τὸν ἑαυτό σου μιὰ ὡραία μπλούζα, πρόσεχε νὰ μὴν ἔχει κόλλα,
γιατὶ ἀλλιῶς θὰ χαλάσει στὸ πλύσιμο. Ξαλμύριζε ἀποβραδὶς τὸ παστὸ
ψάρι πρὶν τὸ μαγειρέψεις. Ἀληθεύει ὅτι τραγουδᾶς benna(1) στὸ κατηχητικὸ
σχολεῖο τὶς Κυριακές; Νὰ τρῶς πάντα μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ μὴν ἀνακατεύει
τὸ στομάχι τοῦ ἄλλου, ὅταν σὲ βλέπει. Τὶς Κυριακὲς νὰ προσπαθεῖς νὰ
περπατᾶς σὰν κυρία, ὄχι σὰν τὴν τσούλα ποὺ ἔχεις τὴν τάση νὰ γίνεις
ὅταν μεγαλώσεις. Νὰ μὴν τραγουδᾶς benna στὸ κατηχητικὸ τὶς Κυριακές.
Νὰ μὴν μιλᾶς σὲ ἀλῆτες, οὔτε κὰν ὅταν σοῦ ζητᾶνε ὁδηγίες. Μὴν τρῶς
φροῦτα στὸ δρόμο, θὰ σὲ πάρουν στὸ κυνήγι οἱ μύγες. Μὰ δὲν τραγουδάω ποτὲ benna
τὶς Κυριακὲς καὶ εἰδικὰ στὸ κατηχητικὸ σχολεῖο. Ἔτσι
ράβεται ἕνα κουμπί. Ἔτσι ράβεται ἡ κουμπότρυπα γιὰ τὸ κουμπὶ ποὺ
μόλις ἕραψες. Ἔτσι φτιάχνεται τὸ στρίφωμα τοῦ ποδόγυρου ὅταν
βλέπεις ὅτι ἔχει ξηλωθεῖ, γιὰ νὰ μὴν κυκλοφορεῖς σὰν τὴν πόρνη ποὺ
ἔχεις τὴν τάση νὰ γίνεις ὅταν μεγαλώσεις. Ἔτσι σιδερώνεται τὸ
χακὶ παντελόνι τοῦ πατέρα σου γιὰ νὰ μὴν ἔχει τσακίσεις. Ἔτσι φυτεύεται
ἡ μπάμια – μακριὰ ἀπ’ τὸ σπίτι γιατὶ στὸ φυτὸ τῆς μπάμιας φωλιάζουν
τὰ κόκκινα μυρμήγκια. Ὅταν φυτεύεις κολοκάσι(2), βεβαιώσου ὅτι
ἔχει πάντα ἀρκετὸ νερό, ἀλλιῶς σοῦ καίει τὸν λαιμὸ ὅταν τὸ τρῶς
. Ἔτσι
σκουπίζεις μιὰ γωνία, ἔτσι σκουπίζεις ὁλόκληρο τὸ σπίτι, ἔτσι
σκουπίζεις τὸν αὐλόγυρο. Ἔτσι χαμογελᾶς σὲ κάποιον ποὺ δὲν συμπαθεῖς
πολύ, ἔτσι χαμογελᾶς σὲ κάποιον ποὺ δὲν συμπαθεῖς καθόλου, ἔτσι
χαμογελᾶς σὲ κάποιον ποὺ συμπαθεῖς πολύ. Ἔτσι στρώνεται τὸ τραπέζι
γιὰ τσάι, ἔτσι στρώνεται τὸ τραπέζι γιὰ δεῖπνο, ἔτσι στρώνεται τὸ
τραπέζι γιὰ δεῖπνο μὲ ἕναν σημαντικὸ προσκεκλημένο, ἔτσι στρώνεται
τὸ τραπέζι γιὰ μεσημεριανό, ἔτσι στρώνεται τὸ τραπέζι γιὰ πρωινό.
Ἔτσι πρέπει νὰ συμπεριφέρεσαι παρουσίᾳ ἀνδρῶν οἱ ὁποῖοι δὲν σὲ
γνωρίζουν καλά, κι ἔτσι δὲν θὰ καταλάβουν ἀμέσως τὴν πόρνη ποὺ σὲ
προειδοποίησα νὰ μὴν γίνεις ὅταν μεγαλώσεις. Νὰ πλένεσαι κάθε
μέρα, ἐν ἀνάγκῃ μὲ τὸ ἴδιο σου τὸ σάλιο. Μὴν γονατίζεις στὸ χῶμα
γιὰ νὰ παίξεις μὲ τοὺς βόλους, δὲν εἶσαι ἀγόρι, ξέρεις. Μὴν ἀγγίζεις
τὰ φυτὰ τῶν ἄλλων, μπορεῖ νὰ κολλήσεις τίποτα. Μὴν πετᾶς πέτρες
στοὺς κότσυφες, γιατὶ μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι κότσυφες. Ἔτσι φτιάχνεται
ἡ ζύμη γιὰ τὸ ψωμί, ἔτσι φτιάχνονται οἱ πίτες ἀπὸ πλατανόφυλλα,
ἔτσι φτιάχνονται οἱ πιπεριὲς στὴν κατσαρόλα. Ἔτσι φτιάχνεται ἕνα
καλὸ γιατρικὸ κατὰ τοῦ κρυώματος. Ἔτσι φτιάχνεται ἕνα καλὸ γιατρικὸ
γιὰ νὰ ρίξεις τὸ παιδί, πρὶν ἀκόμα γίνει καλὰ-καλὰ παιδί. Ἔτσι πιάνεται
ἕνα ψάρι. Ἔτσι πετᾶς πίσω στὴ θάλασσα ἕνα ψάρι ποὺ δὲν σοῦ ἀρέσει,
κι ἔτσι κανένα κακὸ δὲν θὰ σὲ βρεῖ ποὺ τὸ πέταξες. Ἔτσι ἐκφοβίζεις
ἕναν ἄνδρα, ἔτσι σὲ ἐκφοβίζει ἕνας ἄνδρας. Ἔτσι ἀγαπᾶς ἕναν ἄνδρα.
Ἂν αὐτὸ δὲν λειτουργήσει, ὑπάρχουν κι ἄλλοι τρόποι, κι ἂν κι αὐτοὶ
δὲν λειτουργήσουν, μὴν νιώθεις καὶ τόσο ἄσχημα ἂν παραιτηθεῖς ἀπ’
τὴν προσπάθεια. Ἔτσι φτύνεις στὸν ἀέρα, ἂν νιώσεις τὴν ἀνάγκη νὰ
τὸ κάνεις, κι ἔτσι πρέπει νὰ κουνηθεῖς γρήγορα γιὰ νὰ μὴν πέσει πάνω
σου. Ἔτσι τὰ βγάζεις πέρα οἰκονομικὰ μέχρι τὸ τέλος τοῦ μήνα. Νὰ
ζουλᾶς πάντα το ψωμὶ γιὰ νὰ βεβαιωθεῖς ὅτι εἶναι φρέσκο. Κι ἂν ὁ φούρναρης δὲν μ’ ἀφήσει
νὰ πιάσω τὸ ψωμί; Θὲς νὰ πεῖς ὅτι μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτά, θὰ
γίνεις πραγματικὰ αὐτὸ τὸ εἶδος γυναίκας τὴν ὁποία ὁ φούρναρης
δὲν ἀφήνει νὰ πλησιάσει τὸ ψωμί;
(1) Εἶδος ὁμαδικοῦ τραγουδιοῦ (calypso music) τῶν
κατοίκων τῆς Καραϊβικῆς σὲ μορφὴ ἐρωταπαντήσεων, μέσῳ τοῦ ὁποίου
ἀντάλλασαν σκανδαλώδη νέα ἢ κουτσομπολιά.
(2) Κολοκασία ἡ ἐδώδιμος ἢ ἁπλά, κολοκάσι,
εἶναι ἕνα φυτὸ ποὺ καλλιεργεῖται γιὰ τοὺς βρώσιμους κονδύλους
του ποὺ μοιάζουν μὲ γλυκοπατάτα. Ἂν καὶ εὐδοκιμεῖ κυρίως σὲ τροπικὲς
περιοχές, ὅπως στὰ νησιὰ τοῦ Εἰρηνικοῦ, τὴν Ἀσία ἢ τὴν Δυτικὴ Ἀφρική,
ἀπαντᾶται σὲ πολλὰ μέρη τοῦ κόσμου, συμπεριλαμβανομένης τῆς Κύπρου.
Πηγή:
Τὸ διήγημα «Κορίτσι», ἢ «Girl» σύμφωνα μὲ τὸν πρωτότυπο τίτλο,
δημοσιεύτηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὸ περιοδικὸ New Yorker στὸ τεῦχος Ἰουνίου
τοῦ 1978 καὶ συμπεριλαμβάνεται στὴν συλλογὴ διηγημάτων At the Bottom of the River
ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1983.
Ἡ
Τζαμάϊκα Κίνκεϊντ διαβάζει τὸ πεζό της «Κορίτσι» («Girl»):
Ἡ Τζαμάϊκα Κίνκεϊντ (Jamaica
Kincaid), ἢ ἀλλιῶς Maria Elaine Cynthia Potter Richardson, ὅπως εἶναι
τὸ ἀληθινό της ὄνομα, γεννήθηκε στὶς Ἀντίλλες τὸ 1949 καὶ εἶναι
συγγραφέας καὶ δοκιμιογράφος. Σὲ ἡλικία 17 χρονῶν ἔφυγε γιὰ
τὴν Β. Ἀμερική, ὅπου σπούδασε φωτογραφία καὶ συνεργάστηκε μὲ
διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες. Ἄρθρα της ἔχουν δημοσιευτεῖ
στὸ περιοδικὸ New
Yorker καθὼς καὶ σὲ ἄλλα ἔντυπα. Δίδαξε δημιουργικὴ
γραφὴ καὶ θήτευσε ὡς καθηγήτρια Ἀφρικανικῶν καὶ Ἀφροαμερικάνικων
Σπουδῶν στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Χάρβαρντ. Στὰ βιβλία της θίγονται θέματα
ὅπως ἡ ἀποικιοκρατία καὶ ἡ ἀποικιοκρατικὴ κληρονομιά, ὁ διαχωρισμὸς
τῶν φύλων καὶ ἡ σεξουαλικότητα, οἱ σχέσεις μητέρας-κόρης, καθὼς
καὶ οἱ ταξικὲς καὶ φυλετικὲς διαφορές.
Ὁ τρόπος γραφῆς τῆς Τζαμάϊκα Κίνκεϊντ διχάζει
τοὺς μελετητές της, καθὼς κάποιοι ἀπ’ αὐτοὺς θεωροῦν πὼς τὸ ἔργο
της ἑστιάζεται περισσότερο στὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ κριτικὴ
ποὺ ἀσκεῖ καὶ λιγότερο στὴν λογοτεχνικὴ ἔκφραση. Ἡ συλλογὴ διηγημάτων
τῆς At the Bottom of the
River, καθὼς καὶ τὸ μυθιστόρημα The Autobiography of My Mother,
ἀντανακλοῦν τὰ πολιτιστικὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τῆς χώρας της καὶ τοὺς
ἔχει ἀποδοθεῖ ὁ ὅρος «μαγικὸς ρεαλισμός». Ἡ ἴδια ἡ Κίνκεϊντ μιλώντας
σχετικὰ μὲ τὸν τρόπο γραφῆς της, παραδέχεται πὼς στὰ βιβλία της
συναντῶνται τὸ «μαγικὸ» καὶ τὸ «ρεαλιστικὸ» στοιχεῖο, χωρὶς αὐτὸ
νὰ σημαίνει ἀπαραίτητα πὼς τὰ ἔργα ἀπαντοῦν στὰ κριτήρια τοῦ «μαγικοῦ
ρεαλισμοῦ». Ἄλλοι, ὡστόσο, κατατάσσουν πρωτίστως τὸ ἔργο της
στὰ πλαίσια τοῦ μοντερνισμοῦ, χάρη στὸν πολιτιστικὰ φορτισμένο
καὶ πειραματικὸ χαρακτήρα τῆς γραφῆς της. Χαρακτηριστικὸ δεῖγμα
αὐτοῦ εἶναι τὸ διήγημα μὲ τίτλο «Κορίτσι» («Girl»). Σ’ αὐτὴν τὴν σύντομη
ἀφήγηση, ἡ Τζαμάϊκα Κίνκεϊντ μετατρέπει σὲ λογοτεχνικὸ ἀφήγημα
τὶς ὁδηγίες συμμόρφωσης μιᾶς μητέρας ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς Καραϊβικῆς
πρὸς τὴν κόρη της καὶ μᾶς μεταφέρει μέσῳ τῶν εἰκόνων, τῶν γεύσεων
καὶ τῶν ἀρωμάτων στὸν δικό της τόπο καταγωγῆς, ἐμπνευσμένη κατὰ
πάσα πιθανότητα ἀπ’ τὴν δική της παιδικὴ ἡλικία. Πρόκειται κυριολεκτικὰ
γιὰ μιὰ λίστα προτροπῶν καί, παρὰ τὸ γεγονὸς πὼς σὲ μιὰ πρώτη ἀνάγνωση
ἡ ζωντανὴ περιγραφὴ τῶν ἠθῶν τῆς ἀντιλλιάνικης κοινωνίας μοιάζει
νὰ περιορίζει τὸ κείμενο γεωγραφικὰ ἢ νὰ τοῦ ἀποδίδει ἕναν καθαρὰ
τοπικὸ χαρακτήρα, τὸ ἔργο καταφέρνει τελικὰ νὰ μεταδώσει ἕνα
πολὺ εὐρύτερο μήνυμα ποὺ ἀντανακλᾶ οἰκουμενικὰ σχεδὸν τὶς ἀντιλήψεις
ποὺ ἐπικρατοῦν γύρω ἀπὸ τὴν διαπαιδαγώγηση τῶν γυναικὼν καὶ τὸ
πέρασμα ἀπὸ νεαρὸ κορίτσι σὲ γυναίκα. Ἔτσι, στὸ διήγημα ἀναδεικνύονται
οἱ ὁμοιότητες στὴν διδασκαλία καὶ τὶς προκαταλήψεις σχετικὰ
μὲ τὸ γυναικεῖο φύλο ἀνάμεσα στὶς «πρωτόγονες» καὶ τὶς «πολιτισμένες»
κοινωνίες. Παρὰ τὸ γεγονὸς πὼς φαινομενικὰ πρόκειται γιὰ δυὸ
διαφορετικοὺς κόσμους ποὺ λειτουργοῦν ἀρχικὰ σὰν ἀντιθετικοὶ
πόλοι, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, τόσο ὁ ἐξωτικὸς κόσμος τῆς Καραϊβικῆς,
ὅσο καὶ ὁ περισσότερο ἀναπτυγμένος οἰκονομικὰ καὶ τεχνολογικὰ
δυτικὸς κόσμος, εἶναι τὸ ἴδιο βαθιὰ ἀνδροκρατούμενοι.
Τέλος, πολλοὶ εἶναι ἐπίσης αὐτοὶ ποὺ ξεχωρίζουν
τὸ ἔργο τῆς Ἀφροαμερικανῆς συγγραφέως, ἀνάμεσά τους ἡ λογοτέχνις
καὶ φιλόσοφος Susan Sontag (Νέα Ὑόρκη, 1933-2004), γιὰ τὴν συναισθηματικὴ
αὐθεντικότητα ποὺ τὸ διακρίνει, γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ἀτρόμητη καὶ
μὲ ἀκρίβεια ἡ Τζαμάϊκα Κίνκεϊντ μιλᾶ γι’ αὐτὰ ποὺ θέλει νὰ πεῖ, ἀντιβαίνοντας
τὰ παραδοσιακὰ πρότυπα γραφῆς. Ὅπως χαρακτηριστικὰ γράφει ἡ
Giovanna Covi, καθηγήτρια Ἀμερικανικῆς Λογοτεχνίας καὶ Σπουδῶν
Φύλου τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Τρέντο καὶ μελετήτρια τῆς Κίνκεϊντ,
«οἱ ἱστορίες τῆς χορεύουν στὸν χτύπο τῶν ταμπούρλων καὶ τὸν ρυθμὸ
τῆς τζάζ (...)».
Μετάφραση
ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Νάνσυ
Ἀγγελῆ (Εὔβοια, 1982). Σπούδασε δημοσιογραφία
καὶ ἀπὸ τὸ 2008 ἀσχολεῖται μὲ τὴν συγγραφὴ καὶ τὴν λογοτεχνικὴ μετάφραση.
Εἶναι τακτικὴ συνεργάτης τοῦ ἱστότοπου γιὰ τὸ μικρὸ διήγημα Πλανόδιον-Ἱστορίες Μπονζάι
καὶ ἔχει ἐκδώσει τὴν συλλογὴ διηγημάτων Μιὰ μέρα ἀπόλυτης ἡσυχίας
(ἔκδ. Παράξενες Μέρες). Διηγήματα καὶ μεταφράσεις της συμπεριλαμβάνονται
σὲ διάφορα ἔντυπα καὶ περιοδικὰ τοῦ διαδικτύου καθὼς καὶ στὴν
ἐτήσια ἀνθολογία «Ἱστορίες Μπονζάι» (τόμοι 2014-2017), ἔκδ. Γαβριηλίδης.
Ἔχει δημιουργήσει τὸ μπλὸγκ μεταφραστικῶν δειγμάτων ἱσπανόφωνης
λογοτεχνίας στὰ ἑλληνικά: http://nancyangeli.blogspot.com.es/.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου