MΙΚΡΟΔΙΗΓΗΜΑ,
διήγημα μινιατούρα, διήγημα μπονζάι, νανοδιήγημα, ἀκόμη καὶ ἱστοριούλα...
Ὑπάρχουν πάρα πολλὲς ὀνομασίες ποὺ προσδιορίζουν τὸ πολὺ σύντομο
διήγημα, μεταξύ των ὁποίων φαίνεται νὰ ἐπικρατεῖ τὸ «μικροδιήγημα».
Ἕνα
φαινόμενο καθόλου νέο στὴ λογοτεχνία, τὸ ὁποῖο ὡστόσο φαίνεται
νὰ γίνεται δημοφιλὲς κατὰ τὸν τελευταῖο μισὸ αἰώνα, ἀπὸ τὴν πένα
διακεκριμένων συγγραφέων μυθοπλασίας τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς ὅπως
οἱ Μπόρχες, Κορτάσαρ, Γκαρσία Μάρκες, Ἀρεόλα, Ντενέβι καὶ Μοντερόσο.
Γιατὶ, ἂν καὶ τὸ μικροδιήγημα δὲν εἶναι ἄγνωστο σὲ καμία ἀπὸ τὶς
σύγχρονες λογοτεχνίες —ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν παράξενη ὀμορφιὰ τῶν
σύντομων διηγημάτων τοῦ Κάφκα ἢ τὸ ἀνεκτίμητο χιοῦμορ τῶν διηγημάτων
τοῦ Σλάβομιρ Μρόζεκ—, φαίνεται ὅτι κάνει πιὸ δυναμικὰ τὴν ἐμφάνισή
του στὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ Ἀτλαντικοῦ, ὅπου ἐπίσης ἔγινε προσπάθεια νὰ
θεμελιωθεῖ θεωρητικὰ καὶ νὰ διαχωριστεῖ ἀπὸ παρόμοια εἴδη. Ἀπὸ
τὴν Ἰσπανία δὲν λείπουν λαμπρὰ παραδείγματα συγγραφέων ποὺ καλλιέργησαν
τὸ μικροδιήγημα, ὅπως ὁ Λουὶς Ματέο Ντίεθ, ὁ Μὰξ Ἄουμπ, ὁ Ἀντόνιο
Περέιρα…, ἐνῶ εἶναι σπάνια ἡ περίπτωση συγγραφέων ποὺ δὲν ἔχουν καταπιαστεῖ
μαζί του ἔστω μιὰ φορά.
Τὸ
μικροδιήγημα ἔχει τὶς ρίζες του, ὅπως καὶ ὅλα τα εἴδη λογοτεχνίας,
στὶς προφορικὲς παραδόσεις, μὲ τὴ μορφὴ μύθων καὶ ἀλληγοριῶν καὶ ἀποκτᾶ
ὑπόσταση κατὰ τὸ Μεσαίωνα μέσῳ τῆς διδακτικῆς λογοτεχνίας, ἡ ὁποία
ἀντλεῖ τὸ ὑλικό της ἀπὸ θρύλους, αἰνίγματα καὶ παραβολές. Ὁρισμένοι
θεωροῦν ὅτι τὸ μικροδιήγημα εἶναι μιὰ ἐκδοχὴ τοῦ ἀσιατικοῦ χαϊκοῦ
σὲ πεζὸ λόγο, ἐνῶ ἄλλοι πιστεύουν ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐπιτύμβια
λογοτεχνία.
Ὡστόσο,
τὸ μικροδιήγημα γίνεται δημοφιλὲς στὴν ἰσπανόφωνη λογοτεχνία
κατὰ τὴ σύγχρονη ἐποχή, μὲ τὴ γέννηση τοῦ διηγήματος ὡς λογοτεχνικοῦ
εἴδους, χάρη στὴν ταυτόχρονη ἐμφάνιση δύο φαινομένων διαφορετικῆς
φύσεως: στὴν ἔκρηξη τῆς πρωτοποριακῆς λογοτεχνίας μὲ τὴν ἐκφραστική
της ἀνανέωση καὶ στὴν ἔκδοση μεγάλου ἀριθμοῦ περιοδικῶν ποὺ ἀπαιτοῦσαν
σύντομα κείμενα μὲ εἰκονογράφηση γιὰ νὰ γεμίσουν τὶς σελίδες πολιτιστικοῦ
περιεχομένου. Κάποιες ἀπὸ τὶς γκρεγκερίας τοῦ Ραμὸν Γκόμεθ ντὲ λὰ
Σέρνα εἶναι πραγματικὰ διηγήματα μόλις μιᾶς γραμμῆς, καὶ ἐπίσης οἱ
Ρουμπὲν Νταρίο καὶ Βισέντε Οὐιδόμπρο ἐξέδωσαν μικροδιηγήματα
διαφόρων αἰσθητικῶν προσεγγίσεων. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἐν λόγῳ συγγραφεῖς,
ἡ λογοτεχνικὴ κριτικὴ ξεχωρίζει ἐπίσης τὸν Μεξικανὸ Χούλιο Τόρι
καὶ τὸν Ἀργεντινὸ Λεοπόλδο Λουγόνες ὡς καθοριστικῆς σημασίας προδρόμους
τοῦ σύγχρονου μικροδιηγήματος.
Κατὰ
τὸ δεύτερο μισό τοῦ 20οῦ αἰώνα τὸ μικροδιήγημα φτάνει στὴν ὡρίμανσή
του. Πλέον δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ ἄσκηση ὕφους, γιὰ ἕνα εὐφυολόγημα ἢ
γιὰ ἕνα λίγο-πολὺ μυστηριῶδες δεῖγμα πεζοποιήματος. Τὸ μικροδιήγημα
παρουσιάζεται ὡς μιὰ αὐθεντικὴ λογοτεχνικὴ πρόταση, ὣς τὸ ἰδανικὸ
λογοτεχνικὸ εἶδος γιὰ νὰ ὁρίσει, νὰ διακωμωδήσει ἢ νὰ ἀντιστρέψει
τοὺς γρήγορους ρυθμοὺς τῆς σύγχρονης ἐποχῆς καὶ τὴ μεταμοντέρνα αἰσθητική·
ὡς κάτι, ἐντέλει, ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸν Ἴταλο Καλβίνο καὶ τὸ ἔργο
τοῦ Ἕξι προτάσεις γιὰ τὴν
ἑπόμενη χιλιετία, μὲ τὶς «πολυπολιτισμικὲς ὑβριδοποιήσεις»
του, ὅπως ἔχει ὑπογραμμίσει ὁ Ἐνρίκε Γέπες, ἕνας ἀπὸ τοὺς μελετητὲς
αὐτῆς τῆς λιλιπούτειας τέχνης. Τὸ πολὺ σύντομο διήγημα εἶναι ἡ ἰδανικὴ
ἀρένα ὅπου ἀναμετρᾶται ἡ μόδα τῆς ἀποδόμησης τῶν εἰδῶν μέχρι νὰ ἀποδειχτεῖ
μάταιη —καὶ ἄχρηστη— ἡ προσπάθεια νὰ τὸ προσδιορίσεις, νὰ τὸ ξεχωρίσεις
ἢ νὰ τοῦ προσδώσεις ἐπίφαση νομιμότητας.
Πολλαπλασιάζονται ἔτσι αὐτὰ «τὰ συμπυκνωμένα σὲ ὑπέρμετρο
βαθμὸ διηγήματα, ὄμορφα σὰν θεωρήματα» —σύμφωνα μὲ τὸν Ἀργεντινὸ
Νταβὶδ Λαγκμανόβιτς— τὰ ὁποῖα μὲ τὴν ἀπογύμνωσή τους, δοκιμάζουν
«τὸν τρόπο ποὺ ἔχουμε συνηθίσει νὰ διαβάζουμε». Γιὰ νὰ διαφοροποιηθοῦν
ἀπὸ τοὺς ἀφορισμούς, τὰ ἐπιτύμβια ἐπιγράμματα ἢ τὰ μικροδοκίμια
πρέπει νὰ πληροῦν τὶς βασικὲς ἀρχὲς τῆς ἀφηγηματικότητας ἀλλὰ σὲ
μορφὴ ἀσυνήθιστα συμπυκνωμένη. Πρόκειται, σχεδὸν πάντα, γιὰ ἀσκήσεις
ἀναδημιουργίας, γιὰ ἕνα μικροσκοπικὸ ἐργαστήρι πειραματισμοῦ
μὲ τὴ γλώσσα ἢ γιὰ ἕνα φιλόδοξο ἐγχείρημα νὰ περικλείσουν μέσα σὲ
λίγες γραμμὲς μιὰ ὑπερβατικὴ θεώρηση τοῦ κόσμου. Ὅμως πλανᾶται μιὰ
ὑποψία: δὲν ὑπάρχει, ἄραγε, σὲ ὅλο αὐτὸ μιὰ δόση ὀκνηρίας; Μὲ τὸ
συνηθισμένο χιοῦμορ του, ὁ Ἀουγοῦστο Μοντερόσο φαίνεται νὰ σπέρνει
τὴν ἀμφιβολία ὅταν γράφει: «Τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι ὁ συγγραφέας σύντομων
ἀφηγήσεων δὲν λαχταρᾶ τίποτα περισσότερο στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ νὰ γράφει
ἀτελείωτα μακροσκελῆ κείμενα ὅπου δὲν χρειάζεται νὰ βάλει τὴ φαντασία
του νὰ δουλέψει, ὅπου γεγονότα, πράγματα, ζῶα καὶ ἄνθρωποι διασταυρώνονται,
ἀλληλοαναζητοῦνται ἢ ἀπομακρύνονται, ζοῦν, συζοῦν, ἀγαπιοῦνται ἢ
χύνουν ἐλεύθερα τὸ αἷμα τους χωρὶς νὰ ὑπόκεινται στοὺς περιορισμοὺς
τῆς ἄνω τελείας καὶ τῆς τελείας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου