Γνωστή
για την ομορφιά της , αλλά κυρίως για τις κορυφαίες ερμηνείες της στη μεγάλη
οθόνη, τα Όσκαρ, τα βραβεία ΕΜΥ, τις Χρυσές Σφαίρες, η περίφημη Σουηδή ηθοποιός
Ίνγκριντ Μπέργκμαν, έμελλε να γίνει μια
από τις πιο αναγνωρίσιμες περσόνες του κινηματογράφου παγκοσμίως.
Συνεργάστηκε
με μερικούς από τους διασημότερους σκηνοθέτες της εποχής της, όπως ο Χίτσκοκ, ο
Ρενουάρ, ο Ανατόλ Λίτβακ κ.α. Ωστόσο η συνεργασία που έμελλε να σημαδέψει την
πορεία της, τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, ήταν αυτή με
τον Ιταλό σκηνοθέτη Ρομπέρτο Ροσελίνι.
Θα
γυρίσουν μαζί έξι συνολικά ταινίες. Θα είναι μια στροφή στην καριέρα και των
δυο τους. Η Μπέργκμαν θα απαρνηθεί τη λάμψη και τους πομπώδεις χολυγουντιανούς
ρόλους και θα δοκιμαστεί σε πιο νατουραλιστικές ερμηνείες. Ο Ροσελίνι επίσης,
προσπαθεί να προσαρμόσει τη δουλειά του στη νέα του μούσα, και το έως τότε
έντονα νεορεαλιστικό ύφος των ταινιών του αποκτά μια πιο «εσωτερική», «μυστικιστική»
θα λέγαμε διάσταση.
Η πρώτη τους κοινή ταινία θα είναι η ταινία Στρόμπολι, Γη του Θεού (1950), γυρισμένη
στο ομώνυμο ηφαιστειακό νησί της Ιταλίας. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, που
θα διαρκέσουν περίπου τρεις μήνες, η Μπέργκμαν και ο Ροσελίνι ερωτεύονται
παράφορα και ξεκινά έτσι μια σχέση- σκάνδαλο, που θα βάλει φωτιά στο
σκανδαλοθηρικό τύπο και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού.
Η Μπέργκμαν βλέπει τις πόρτες των αμερικανικών κινηματογραφικών στούντιο να κλείνουν προσωρινά γι’ αυτήν και αποφασίζει να παραμείνει στην Ιταλία, μιας και περιμένει ήδη και το πρώτο της παιδί από τον Ιταλό σκηνοθέτη. Η επόμενη ταινία τους θα είναι η Ευρώπη ’51 (1952), μια δραματική ταινία και μια έξοχη ερμηνεία της Μπέργκμαν στο ρόλο μιας αρκετά μεγαλύτερης από την πραγματική της ηλικία γυναίκας.
Η Μπέργκμαν βλέπει τις πόρτες των αμερικανικών κινηματογραφικών στούντιο να κλείνουν προσωρινά γι’ αυτήν και αποφασίζει να παραμείνει στην Ιταλία, μιας και περιμένει ήδη και το πρώτο της παιδί από τον Ιταλό σκηνοθέτη. Η επόμενη ταινία τους θα είναι η Ευρώπη ’51 (1952), μια δραματική ταινία και μια έξοχη ερμηνεία της Μπέργκμαν στο ρόλο μιας αρκετά μεγαλύτερης από την πραγματική της ηλικία γυναίκας.
Θα
ακολουθήσουν οι ταινίες Εμείς οι γυναίκες
(1953), Ταξίδι στην Ιταλία (1954), Ιωάννα στην πυρά (1954) και Ο φόβος (1954) . «Οι
ηρωίδες των περισσοτέρων από αυτές τις ταινίες
- ερμηνευμένες με μια πρωτοφανή γενναιοδωρία
από την Μπέργκμαν - έμοιαζαν ξαφνικά με διαχρονικά σύμβολα μιας ακριβοδίκαιης
φιλοσοφίας πάνω στη ζωή, τον θάνατο, τον έρωτα και την επιθυμία. Ανθρώπινα όντα
καταδικασμένα σε μια βασανιστική μοναξιά, έτοιμα να πληρώσουν με τη ζωή τους τα λίγα τετραγωνικά που τους αναλογούν μέσα
στην παγκόσμια Ιστορία.»[1]
Ωστόσο οι ταινίες αυτές, αν και θεωρούνται
πλέον από τις καλύτερες στη φιλμογραφία του ιταλικού σινεμά και την ιστορία του
κινηματογράφου γενικότερα, δε βρήκαν τότε την υποδοχή που θα τους άρμοζε από κοινό
και κριτικούς. Η στροφή που συντελείται στον ιταλικό κινηματογράφο από τη μια
προς τις λαϊκές κωμωδίες και από την άλλη προς την πιο διανοουμενίστικη εκδοχή
των Αντονιόνι και Φελίνι, φαίνεται να μην έχει χώρο για το έργο του Ροσελίνι.
Οι ταινίες αυτές ωστόσο, αποτέλεσαν την αφετηρία του γαλλικού Νέου Κύματος. «Ήταν
όμως πολύ λίγοι εκείνοι που μπόρεσαν τότε να αντιληφθούν ότι ο Ιταλός
σκηνοθέτης είχε μόλις ανακαλύψει το μοντέρνο σινεμά.»[2]
Με την
ταινία του Ο Φόβος (1954), ο
σκηνοθέτης χρησιμοποιεί πάλι ως σκηνικό τη Γερμανία της μεταπολεμικής περιόδου,
όπου εκτυλίσσεται μια ιστορία ερωτικής προδοσίας με επιρροές από τον Χίτσκοκ
και τους γερμανούς εξπρεσιονιστές.
Μετά από έξι ταινίες και τρία παιδιά μαζί,
(έχουν αποκτήσει στο μεταξύ και τις δίδυμες κόρες τους, Ιζαμπέλα - που θα
ακολουθήσει κι αυτή μελλοντικά τα βήματα της μητέρας της- και Ίνγκριντ) το Νοέμβριο του 1957, το ζευγάρι αποφασίζει να
ακολουθήσει χωριστούς δρόμους, τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά. Τους έχει
κουράσει η αδυναμία τους να κερδίσουν την εκτίμηση κοινού και κριτικών με τη
δουλειά τους. Η Μπέργκμαν θα επιχειρήσει τη δύσκολη επανένταξή της στις ΗΠΑ και
ο Ροσελίνι θα ξεκινήσει ένα ταξίδι αυτογνωσίας στην Ανατολή.
1949: ΣΤΡΟΜΠΟΛΙ,
Η ΓΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΚΑΙ ΣΚΑΝΔΑΛΟ
«Αγαπητέ κ. Ροσελίνι,
Έχω δει τις ταινίες σας «Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη» και «Πάιζα»,
και μου άρεσαν πολύ. Αν χρειάζεστε λοιπόν, μια σουηδέζα ηθοποιό που μιλάει πολύ
καλά αγγλικά, που δεν έχει ξεχάσει τα
γερμανικά , που τα γαλλικά της είναι μετά βίας κατανοητά και που στα ιταλικά
ξέρει μόνο να λέει «ti amo», είμαι έτοιμη να έρθω να κάνω μια ταινία μαζί σας
Ίνγκριντ Μπέργκμαν»
Η
παραπάνω επιστολή, που έστειλε η ηθοποιός τον Μάρτιο του 1948 στον Ροσελίνι
στάθηκε η αφορμή μιας επαγγελματικής συνεργασίας αλλά και μιας θυελλώδους
ερωτικής σχέσης- σκάνδαλο για την εποχή, που θα κρατούσε πάνω από μια
πενταετία.
Η ταινία «Στρόμπολι, η γη του Θεού», είναι η πρώτη
από μια σειρά ταινιών που θα γυρίσουν μαζί. Είναι επίσης η πρώτη τόσο
«εσωτερική» και «μυστικιστική» ταινία του Ροσελίνι που έδωσε στην Μπέργκμαν την
ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις της και σε μια «νατουραλιστική» ερμηνεία,
τόσο διαφορετική από τους έως τότε ρόλους της στο Χόλυγουντ.
Ο ρόλος της
Καρίν, προοριζόταν αρχικά για την Άννα Μανιάνι, ερωμένης του Ροσελίνι εκείνη
την περίοδο, ωστόσο η επιστολή της
Μπέργκμαν θα ανατρέψει τα σχέδια του σκηνοθέτη.
Η υπόθεση
της ταινίας εκτυλίσσεται στα τέλη του
Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Η Καρίν, μια νεαρή Λιθουανή, βρίσκεται κλεισμένη σ’ ένα στρατόπεδο προσφύγων. Μην
έχοντας άλλο τρόπο διαφυγής, αποφασίζει να δεχθεί την πρόταση γάμου του
Αντόνιο, ενός νεαρού φύλακα του στρατοπέδου και τον ακολουθεί στον τόπο
καταγωγής του, το νησί Στρόμπολι. Ωστόσο, η ζωή στο νησί δε διαφέρει και πολύ
από τον προηγούμενο εγκλεισμό της. Η Καρίν αδυνατεί να προσαρμοστεί σ’ αυτό το
αφιλόξενο φυσικό περιβάλλον και να γίνει αποδεκτή από τους στενόμυαλους κατοίκους του νησιού.
Σταδιακά περιθωριοποιείται και αποξενώνεται ακόμη και από τον ίδιο της το
σύζυγο. Είναι όμως αποφασισμένη πάση θυσία να δραπετεύσει…
Πρόκειται για μια αλληγορική
εκδοχή του μεταπολεμικού κόσμου που είναι γεμάτος από αδιέξοδα και συνεχείς
ματαιώσεις. Ο Ροσελίνι κινηματογραφεί στο φυσικό περιβάλλον του νησιού στους πρόποδες
του επιβλητικού ηφαιστείου, που
εμπεριέχει ταυτόχρονα τις έννοιες της καταστροφής και της αναγέννησης.
Η ταινία επίσης θίγει το θέμα της διαφορετικότητας και της δυσκολίας αποδοχής του διαφορετικού, ιδίως σε μια μικρή και κλειστή κοινωνία όπως αυτή του νησιού Στρόμπολι. Η πρωταγωνίστρια αντιμετωπίζεται ως εισβολέας και ως απειλή για τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα. Οι κάτοικοι αποφεύγουν κάθε επαφή μαζί της, φοβούμενοι τη δική τους αλλοίωση από την επιρροή της, οδηγώντας την έτσι στην απόλυτη απομόνωση. Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι κάτοικοι αυτοί που αρνούνται να δεχθούν τη διαφορετικότητα της Καρίν. Είναι και η ίδια αρνητική εξ αρχής σε κάθε προσπάθεια προσέγγισης αυτού του «ξένου» τόπου και τρόπου ζωής.
Κατά τη διάρκεια των
γυρισμάτων, γίνεται γνωστή στο ευρύ κοινό και η σχέση Ροσελίνι – Μπέργκμαν και
ξεσπά ένα σκάνδαλο άνευ προηγουμένου και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Είναι
και οι δύο, εξάλλου, παντρεμένοι. Το κοινό της Αμερικής, είχε εξάλλου ταυτίσει
την Μπέργκμαν με τις ηρωίδες που είχε ενσαρκώσει σε μια σειρά ταινιών όπως: Οι καμπάνες της Αγίας Μαρίας (1945),
στην οποία υποδύεται μια μοναχή και Ιωάννα
της Λωρραίνης (1948) στην οποία έχει τον ομώνυμο ρόλο. Οι θαυμαστές της νοιώθουν προδομένοι από το
ίνδαλμά τους. Το σκάνδαλο όμως δεν μένει εκεί. Η ένταση κλιμακώνεται όταν
γίνεται γνωστή η εγκυμοσύνη της ηθοποιού. Το όλο θέμα παίρνει ασύλληπτες
διαστάσεις, ακόμη και για την τότε πουριτανική κοινωνία της Αμερικής. Η
Μπέργκμαν καταδικάζεται ως ανήθικη «ως απεχθές πρότυπο γυναίκας και μια ισχυρή
αρνητική επιρροή» από την Αμερικανική Γερουσία αλλά και από θρησκευτικούς
εκπροσώπους στις ΗΠΑ. Βλέπει τις πόρτες των αμερικανικών κινηματογραφικών
στούντιο να κλείνουν γι’ αυτήν.
Η κατάσταση που βιώνει
η Μπέργκμαν εκείνη την περίοδο, δε διαφέρει και πολύ από την πραγματικότητα της
ηρωίδας που ενσαρκώνει. Βρίσκεται κι αυτή «περιορισμένη» στο ίδιο μικρό νησί,
περιτριγυρισμένη από τους ντόπιους με τους οποίους δεν μπορεί να επικοινωνήσει
μιας και δε μιλάει ακόμη την ιταλική γλώσσα και αυτό την αποξενώνει από τους
υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας. Το σκάνδαλο που ξεσπάει όταν διαρρέει το
νέο της σχέσης της με τον Ροσελίνι, οι φίλοι που της γυρίζουν την πλάτη, η
διεθνής κατακραυγή και η απαξίωση από τους θαυμαστές της… Βλέποντας την ταινία,
μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον πόνο όχι μόνο της ηρωίδας αλλά και της ίδιας
της Μπέργκμαν.
|
Το
σκάνδαλο του Στρόμπολι
Γιατί
άραγε αυτός ο δεσμός μεταξύ Μπέργκμαν και Ροσελίνι που ξεκίνησε με αφορμή την
επαγγελματική τους συνεργασία για την ταινία Στρόμπολι εξελίχθηκε σε τόσο μεγάλο σκάνδαλο για την εποχή εκείνη
και έχει λάβει διαστάσεις ενός κινηματογραφικού μύθου που φθάνει ως τις μέρες
μας;
Σύμφωνα
με τον κριτικό κινηματογράφου Φρανσουά – Γκιγιώμ Λορέν, αυτό οφείλεται στο
παράδοξο της σχέσης. Πρόκειται πραγματικά για τη συνάντηση δύο εντελώς
διαφορετικών κόσμων, με ελάχιστες
πιθανότητες να συναντηθούν μεταξύ
τους. Από τη μια η σταρ των Χολιγουντιανών παραγωγών και από την άλλη ο
κατεξοχήν εκπρόσωπος του νεορεαλιστικού κινηματογράφου της Ιταλίας…
Έπαιξαν
το ρόλο τους και οι επικρατούσες συνθήκες στην παγκόσμια διπλωματική σκηνή
εκείνη την περιόδου. Η Αμερική, αυτή την πρώτη μεταπολεμική περίοδο υιοθετεί
μια στάση απομονωτισμού ως προς την εξωτερική πολιτική της και αναδίπλωση στις
εσωτερικές της υποθέσεις. Στην κοινωνία επικρατούν πουριτανικές απόψεις. Είναι
η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου. Ο Ροσελίνι παρουσιάζεται (λανθασμένα βέβαια) ως
ο εχθρός- αριστερών πολιτικών φρονημάτων και η Μπέργκμαν ως η ξένη που πρόδωσε
τα αμερικανικά ιδεώδη και την αμερικανική κοινωνία που την δέχθηκε με τόση
αγάπη.
1952: Ευρώπη ’ 51
Η ταινία
αυτή θα είναι η αφορμή για μια από τις συγκλονιστικότερες ερμηνείες της
Μπέργκμαν, στο ρόλο μιας αρκετά μεγαλύτερης ηλικιακά γυναίκας, που θα χαρίσει
στην ίδια το Βραβείο καλύτερης ηθοποιού και στον Ροσελίνι το Διεθνές Βραβείο
στο Φεστιβάλ της Βενετίας το 1952.
Η
Μπέργκμαν υποδύεται μια Αμερικανίδα που ζει στη Ρώμη μια ρηχή και επιφανειακή
κοσμική ζωή, την οποία ωστόσο έρχεται να ανατρέψει η αυτοκτονία του γιου της.
Βασανισμένη από τύψεις για το δικό της ρόλο στην τραγική αυτή κατάληξη,
αφιερώνεται στο εξής στη βοήθεια των αδύναμων και κατατρεγμένων υπάρξεων. Ο
σύζυγός της (Alexander
Knox), ωστόσο, θα θεωρήσει την
μεταστροφή της αυτή αποτέλεσμα ψυχικής διαταραχής και θα επιδιώξει τον
εγκλεισμό της σε άσυλο.
Η ταινία
ασκεί κριτική στην κοινωνία της εποχής, «φωνάζει» ότι το υπάρχον κοινωνικό
σύστημα δε λειτουργεί σωστά, ότι η κοινωνία έχει ανάγκη από ένα νέο σύστημα
κοινωνικής πρόνοιας.
·
Λέγεται πως ο Ροσελίνι αρχικά συνέλαβε την ιδέα
της Ευρώπη ’51, στα γυρίσματα της ταινίας Τα
Λουλούδια του Αγίου Φραγκίσκου (1950) και αργότερα προσέφερε το
ολοκληρωμένο σενάριο στην Μπέργκμαν ως δώρο Χριστουγέννων.
·
Τα γυρίσματα της ταινίας ήταν, όπως άλλωστε και τα
περισσότερα γυρίσματα ταινιών του Ροσελίνι, χαοτικά. Στο σενάριο έγιναν αλλαγές
πολλές φορές καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων και οι ηθοποιοί βρίσκονται
συχνά προ εκπλήξεως. Ο Ροσελίνι εξάλλου ενθαρρύνει τον αυτοσχεδιασμό και τον
αυθορμητισμό των πρωταγωνιστών του. Εκείνη την περίοδο, επίσης, στη Ρώμη
επικρατούσε κύμα καύσωνα και τα γυρίσματα γίνονται ως επί το πλείστον κατά τη
διάρκεια της νύχτας.
·
Η υποδοχή της ταινίας στην Ιταλία ήταν
ικανοποιητική, μιας και όπως αναφέραμε και πιο πάνω τόσο ο σκηνοθέτης όσο και η
πρωταγωνίστρια κατάφεραν να αποσπάσουν τα πρώτα βραβεία στο Φεστιβάλ
Κινηματογράφου της Βενετίας. Η ταινία,
ωστόσο, δεν έτυχε
της ίδιας υποδοχής στην Αμερική, όπου εξάλλου
το σκάνδαλο Ροσελίνι- Μπέργκμαν ήταν ακόμη νωπό.
1953:
Εμείς οι γυναίκες
Η ταινία
αποτελείται από πέντε επιμέρους τμήματα, καθένα από τα οποία είναι γυρισμένο
από διαφορετικό σκηνοθέτη. Τα τέσσερα
από αυτά αφορούν ιστορίες από την καθημερινότητα των ηθοποιών Αλίντα Βάλι,
Ίνγκριντ Μπέργκμαν (το οποίο γυρίστηκε από τον Ροσελίνι), Ίζα Μιράντα και Άννα
Μανιάνι. Το πέμπτο κομμάτι είναι
ουσιαστικά ένας γενικός πρόλογος.
Στο
επεισόδιο στο οποίο πρωταγωνιστεί η Ίνγκριντ Μπέργκμαν, παρακολουθούμε την
ηθοποιό να διαπληκτίζεται με μια γειτόνισσα, γιατί ένα από τα κοτόπουλα της
δεύτερης μπαίνει και καταστρέφει τον κήπο με τα τριαντάφυλλα της πρώτης.
Η ταινία
έχει ενδιαφέρον γιατί και στα τέσσερα επεισόδια συμμετέχουν μεγάλες σταρ της
εποχής και είναι επίσης γυρισμένα από διακεκριμένους σκηνοθέτες.
1954: Ταξίδι
στη Ιταλία
H υπόθεση της ταινίας αυτής διαδραματίζεται στη Νάπολη, την οποία ο
πλούσιος Βρετανός δικηγόρος Αλεξάντερ (Τζορτζ Σάντερς) και η σύζυγός του Κάθριν
(Ίνγκριντ Μπέργκμαν) επισκέπτονται προκειμένου να διευθετήσουν τα της
περιουσίας ενός θείου που απεβίωσε. Το ταξίδι αυτό θα είναι η τελευταία ελπίδα
αναβίωσης του γάμου τους, που αντιμετωπίζει πλήθος προβλημάτων. Ο σκηνοθέτης
κατορθώνει να συλλάβει μοναδικά στιγμιότυπα από τη μεταξύ τους επικοινωνία και
τα βλέμματα που ανταλάσσει το ζευγάρι, καθιστώντας την ταινία μια από τις
κορυφαίες ερωτικές ιστορίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Το Ταξίδι στην Ιταλία θα αποτελέσει πηγή
έμπνευσης για κινηματογραφιστές όπως ο Αντονιόνι και ο Γκοντάρ.
Όπως
αναφέραμε και πιο πάνω η ταινία αναφέρεται στην προβληματική σχέση ενός
ζευγαριού που οδεύει προς το χωρισμό. Η Μπέργκμαν και ο Ροσελίνι μετρούν ήδη
τέσσερα χρόνια κοινού βίου και σύμφωνα με μέλη του συνεργείου που συμμετέχει
στα γυρίσματα, υπάρχουν ήδη σημάδια έντασης στη μεταξύ τους σχέση. Θα μείνουν
βέβαια μαζί ως το 1957, αλλά είναι πιθανόν η ταινία αυτή να περιέχει και
στοιχεία «αυτοβιογραφικά».
Η
Μπέργκμαν θα κερδίσει με αυτή την ερμηνεία της διεθνές βραβείο καλύτερης
ηθοποιού (1954- βραβεία Bambi).
·
Ο Ροσελίνι, προκειμένου να βάλει τον πρωταγωνιστή
του Τζορτζ Σάντερς στο πετσί του ρόλου του, αποφάσισε να του κλείσει δωμάτιο σε
ξεχωριστό ξενοδοχείο από αυτό όπου διαμένει η υπόλοιπη ομάδα. Δεν τον καλούσε
ποτέ για φαγητό με το υπόλοιπο γκρουπ και δεν τον ενημέρωνε καθόλου για την
πορεία των γυρισμάτων. Θεωρούσε ότι αυτό θα εξαγρίωνε πραγματικά τον
πρωταγωνιστή και θα του ήταν «παιχνιδάκι» να υποδυθεί τον θυμωμένο σύζυγο, που
είναι στα πρόθυρα του να εγκαταλείψει τη γυναίκα του.
Η υποδοχή
της ταινίας από το κοινό και τους κριτικούς της εποχής είναι μέτρια. Κάτι
που δεν εμποδίζει ωστόσο το γαλλικό
περιοδικό Cahiers
du
Cinèma να καθιερώσει τον Ροσελίνι ως τον «εφευρέτη του
σύγχρονου κινηματογράφου». Σύμφωνα με τον
Φρανσουά Τριφώ, πρόκειται για την πρώτη ταινία που έχει «ως θέμα της ένα
συναίσθημα και τις παραλλαγές του». Ο Ζακ Ριβέτ δημοσίευσε επίσης στο περιοδικό
μια ανοιχτή «Επιστολή προς τον Ροσελίνι» στην οποία υπερασπίζεται την ταινία.
Αυτή θα είναι η απαρχή μιας τακτικής επικοινωνίας μεταξύ των νεαρών κριτικών
κινηματογράφου και του σκηνοθέτη.
1954: Ιωάννα
στην πυρά
Η υπόθεση
της ταινίας εκτυλίσσεται κατά κύριο λόγο στη φαντασιακή σφαίρα και τοποθετείται
χρονικά λίγο πριν την εκτέλεση της Ιωάννας της Λωρραίνης, η οποία πρόκειται να
καεί ζωντανή στην πυρρά ως αιρετική. Σαν
σε όραμα, η Ιωάννα αποχωρίζεται από το σώμα της και βλέπει όλη την προηγούμενη
ζωή της. Ξεκινά την περιήγησή αυτή στο παρελθόν της πολύ θλιμμένη. Εμφανίζεται
στη συνέχεια ένας ιερέας, που την καθοδηγεί σ’ αυτό το παράδοξο ταξίδι. Αρχικά,
της δείχνει αυτούς που την καταδίκασαν με τη μορφή ζώων, ώστε να
συνειδητοποιήσει την πραγματική τους φύση. Ύστερα της δείχνει το καλό που έχει
κάνει στην ανθρωπότητα. Έτσι, εν τέλει, περήφανη για όσα έχει πετύχει στο
σύντομο βίο της, συμφιλιώνεται με την ιδέα του τέλους και είναι έτοιμη να
παραδοθεί στις φλόγες.
Η ταινία
είναι βασισμένη σε ένα θεατρικό του μεσαίωνα και συνδυάζει στοιχεία θεατρικά
αλλά και όπερας. Ο Ροσελίνι, εξάλλου,
εκείνη την περίοδο έχει στραφεί, από οικονομική κυρίως ανάγκη, προς τη
σκηνοθεσία θεατρικών και όπερας. Η πρώτη του προσπάθεια ήταν ο Οθέλλος του Βέρντι, που ανέβηκε στη
Νάπολη και είχε μεγάλη επιτυχία. Τότε του προτάθηκε να σκηνοθετήσει κάτι με τη
συμμετοχή της Μπέργκμαν στο καστ, και σκέφτονται το ορατόριο του Πωλ Κλωντέλ
και του Άρθουρ Χόνεγκερ Ιωάννα στην πυρά.
Η Μπέργκμαν έχει υπόψη της το εν λόγω ορατόριο, καθώς το είχε ακούσει στην
προετοιμασία της για το ρόλο της Ιωάννας στο Χόλυγουντ το 1948. Η παράσταση
ανέβηκε σε Παρίσι, Λονδίνο, Βαρκελώνη και Στοκχόλμη και πήγε καταπληκτικά. Λόγω
και της επιτυχίας της παράστασης, σκέφτηκαν να το γυρίσουν και σε ταινία.
Η ταινία περιέχει
πολλές καινοτόμες τεχνικές και είναι έγχρωμη ( η πρώτη έγχρωμη του Ροσελίνι).
Και το έργο, αλλά κυρίως η σκηνοθεσία
του Ροσελίνι εκθειάζονται από τον Τρυφώ.
Ο Υπουργός Παιδείας της Γαλλίας αποφάσισε να διανείμει την ταινία σε όλη
τη χώρα, αλλά τελικά τα σχέδια του ματαιώνονται. Η ταινία δε θα διανεμηθεί ποτέ
στη Γαλλία, αλλά και σε καμιά άλλη χώρα πλην της Ιταλίας, που κι εκεί όμως η
προβολή της είναι μια εισπρακτική αποτυχία.
1954: Ο Φόβος
Η Ιρέν
(σύζυγος του καθηγητή Βάγκνερ), πέφτει θύμα εκβιασμού από την πρώην ερωμένη του
εραστή της. Η ζωή της μετατρέπεται σε εφιάλτη καθώς φοβάται πως η αποκάλυψη της
παράνομης σχέσης της, θα σημάνει το τέλος του κατά τα άλλα «τέλειου» γάμου της.
Οι εκβιαστές παίζουν με τον ψυχισμό της και τη φτάνουν στα όρια του παραλογισμού.
Ωστόσο, το τέλος της ταινίας επιφυλάσσει μια αναπάντεχη εξέλιξη...
Με την
ταινία αυτή, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί πάλι ως σκηνικό τη Γερμανία της
μεταπολεμικής περιόδου. Παρακολουθούμε
να εκτυλίσσεται μια ιστορία ερωτικής προδοσίας με επιρροές από τον Χίτσκοκ και
τους γερμανούς εξπρεσιονιστές. Τα σκηνικά, ο φωτισμός και το παιχνίδι με
τις φωτοσκιάσεις, μας παραπέμπουν έντονα σε φιλμ νουάρ.
Η
καταπληκτική ερμηνεία της Μπέργκμαν της χαρίζει τη δεύτερη θέση στην κατηγορία
καλύτερης ηθοποιού των βραβείων Bambi
(
1955).
·
Αυτή είναι
η τελευταία ταινία που θα γυρίσουν μαζί η Μπέργκμαν και ο Ροσελίνι πριν το
οριστικό διαζύγιό τους το 1957.
Η ταινία
βασίστηκε στη νουβέλα του Αυστρο-Εβραίου
συγγραφέα Στέφαν Ζβίγκ Angst
του
1920. Επικρίθηκε έντονα για τη συμβατική μορφή του μελοδραματικού της
ύφους. Ωστόσο, δε θα έπρεπε να ιδωθεί ως
μια συμβατική προσπάθεια ενός καλλιτέχνη κινηματογραφιστή που υποκύπτει στις
εμπορικές απαιτήσεις του κοινού, αλλά ως ένα πείραμα που θα συμπλήρωνε το
κοινωνικο-πολιτικό αριστούργημά του, Γερμανία
ώρα μηδέν (1948). Η ταινία υιοθετεί με ειρωνική διάθεση ένα μελοδραματικό
ύφος – το μελόδραμα ως είδος είναι εξάλλου συνδεδεμένο με την αστική τάξη – για
να θίξει τον ηθικό ξεπεσμό της τάξης αυτής στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία
αλλά και για να κριτικάρει, όσον αφορά τη Μπέργκμαν , τόσο το προσωπικό
παρελθόν της αλλά και την πρότερη
καριέρα της στις μελοδραματικές ταινίες του Χόλυγουντ που ο σκηνοθέτης περιφρονούσε για την αστική
τους ρηχότητα.
Δε
γίνεται να μην παρατηρήσει κανείς πως υπάρχουν αυτοβιογραφικές αναφορές και σ’
αυτή την ταινία του Ροσελίνι. Όπως ομολογεί και ο ίδιος «δεν υπήρχε καμία
τέτοια πρόθεση (παράθεσης αυτοβιογραφικών στοιχείων)…, ωστόσο είναι αλήθεια πως
η ταινία αντανακλά εν μέρει αληθινές καταστάσεις». Στη νουβέλα του Ζβίγκ, ο
απατημένος σύζυγος ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου, ενώ στην ταινία ο Άλμπερτ
(απατημένος σύζυγος) είναι επιστήμονας, ασκεί ένα επάγγελμα παραπλήσιο με αυτό
του Δρ Πίτερ Λίντστομ, του πρώτου συζύγου της Μπέργκμαν, τον οποίο εγκατέλειψε
για χάρη του Ροσελίνι. Επίσης, η απομάκρυνση των παιδιών από τους Βάγκνερ,
είναι κι αυτή προσθήκη του Ροσελίνι στο σενάριο και παραπέμπει στον χωρισμό της
Μπέργκμαν από την κόρη της Πία (από τον πρώτο της γάμο).
Η ηρωίδα
της ταινίας, θυμίζει αρκετά τους ρόλους που ερμήνευσε η Μπέργκμαν στις ταινίες Gaslight/ Εφιάλτης και Στον Αστερισμό του Αιγόκερω (1949), σε σκηνοθεσία του Χίτσκοκ. Οι
κεντρικοί ήρωες χρησιμοποιούνται βασικά ως αντιπροσωπευτικά σύμβολα της αστικής
τάξης, και το προσωπικό τους αδιέξοδο, αντανακλά το ηθικό τέλμα στο οποίο έχει
περιέλθει η τάξη αυτή.
Πρέπει να
σχολιάσουμε ακόμη, ότι κεντρικό θέμα της ταινίας είναι οι τύψεις και η
συγχώρεση και δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι η ταινία γυρίζεται στη μεταπολεμική
Γερμανία, που φέρει ακόμη βαριά πάνω της το στίγμα του ολέθρου και της
δυστυχίας που σκόρπισε σ’ ολόκληρη την Ευρώπη (κυρίως) ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου