Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2020

Το Παρίσι του μεσοπολέμου με τα μάτια του Χένρυ Μυλλερ

Για τα μυθιστορήματα του Χένρι Μίλερ «Ήσυχες μέρες στο Κλισί» (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Μεταίχμιο) και «Ο κόσμος του σεξ» (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Μεταίχμιο) με αφορμή την επέτειο της γέννησής του. 
Του Παναγιώτη Γούτα
Κλείνουν φέτος 128 χρόνια από τη γέννηση του Χένρι Μίλερ (26 Δεκεμβρίου 1891, Νέα Υόρκη) και επανερχόμαστε, ως φόρο τιμής, στο έργο του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα, αναψηλαφώντας δύο βιβλία του, τα Ήσυχες μέρες στο Κλισί και Ο κόσμος του σεξ, τα οποία μετέφρασε ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης και κυκλοφόρησαν το 2005 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Για την ώρα τα βιβλία βρίσκονται εκτός κυκλοφορίας και ευελπιστούμε να τα δούμε πάλι σύντομα στους πάγκους των βιβλιοπωλείων.
Το Παρίσι της εποχής του Μεσοπολέμου (με τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνες του, τα καφέ, τις πόρνες, τις μισότρελες γυναίκες που με το κραγιόν τους έγραφαν ποιήματα σε καθρέφτες φτηνών ξενοδοχείων και την απόλυτη ελευθερία που ένιωθαν οι άνθρωποι του πνεύματος περιφερόμενοι στα πεζοδρόμιά του) ήταν μια μαγική πόλη.
Η λογοτεχνική αποτύπωση μιας πόλης 
Έχουν χυθεί τόνοι μελανιού για το πώς αποτυπώνεται πειστικότερα και πιο αληθινά μια πόλη στη λογοτεχνία. Αν η καταγραφή και η αποτύπωσή της οφείλει να είναι εκ μέρους του συγγραφέα βιωματική ή μυθοπλαστική. Για το αν αυτός που γράφει για μια πόλη οφείλει να τη ζει «εκ των έσω» ή να γράφει, αποστασιοποιημένος, «εκ του μακρόθεν», για να είναι το βλέμμα του πιο αντικειμενικό. Ή μήπως το παρθένο και καθαρό βλέμμα ενός αγνώστου, ενός περιπατητή, ενός τουρίστα, ενός μη γηγενή είναι πιο αξιόπιστο και έγκυρο, και βλέπει και καταγράφει με αγνότητα και ειλικρίνεια, δίχως σκοπιμότητες και εξωραϊσμούς, την πόλη που τον έχει εντυπωσιάσει ή τον έχει απογοητεύσει;
Τα πράγματα, αναφορικά με τον παραπάνω άλυτο γρίφο, γίνονται πιο γοητευτικά και ενδιαφέροντα, όταν η πόλη αυτή είναι το Παρίσι της δεκαετίας του ’30 και ο επισκέπτης-περιπατητής είναι ο διάσημος συγγραφέας Χένρι Μίλερ.
Πολύ απλά γιατί το Παρίσι της εποχής του Μεσοπολέμου (με τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνες του, τα καφέ, τις πόρνες, τις μισότρελες γυναίκες που με το κραγιόν τους έγραφαν ποιήματα σε καθρέφτες φτηνών ξενοδοχείων και την απόλυτη ελευθερία που ένιωθαν οι άνθρωποι του πνεύματος περιφερόμενοι στα πεζοδρόμιά του) ήταν μια μαγική πόλη. Και γιατί ο Χένρι Μίλερ είναι ένας συναρπαστικός συγγραφέας.
Συγγραφική αξιοποίηση της καθημερινότητας 
Ένας ύμνος στην ελευθερία, στην ανάγκη του πνεύματος για ραστώνη και τεμπελιά, στο δημιουργικό χάσιμο του χρόνου και στην απραξία, στη συγγραφική αξιοποίηση της καθημερινότητας.
Το Ήσυχες μέρες στο Κλισί, σε μετάφραση και επίμετρο του συνήθη ύποπτου στη μεταφορά έργων μεγάλων Αμερικανών (και όχι μόνο) συγγραφέων στο ελληνικό κοινό, Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη, περιέχει δύο νουβέλες που γράφτηκαν το 1940, προτού κηρυχτεί δηλαδή ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, που αποδεκάτισε την Ευρώπη. Η πρώτη γραφή έγινε από τον Χένρι Μίλερ στη Νέα Υόρκη και η δεύτερη γραφή έγινε 16 ολόκληρα χρόνια μετά, το 1956, στο Μπιγκ Σουρ της Καλιφόρνια. Και στις δυο ιστορίες η δράση είναι μηδαμινή, σχεδόν ανύπαρκτη, φαινομενικά δεν συμβαίνει ποτέ τίποτα, όμως σ’ αυτήν τη, συχνά, ημερολογιακή ή ποιητική αποτύπωση της καθημερινότητας πάντα υπάρχει ένα υπόγειο σύμπαν που κοχλάζει, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να εκραγεί. Παρ’ όλα αυτά το Ήσυχες μέρες στο Κλισί και το Μάρα-Μαρινιάν δεν είναι μόνο καλογραμμένες ημερολογιακές σημειώσεις ή ταξιδιωτική λογοτεχνία ούτε απλώς η αποτύπωση μιας ευρωπαϊκής πόλης στα μάτια ενός γενναιόδωρου Αμερικανού. Είναι όλα αυτά και πολλά ακόμα μαζί. Πάνω απ’ όλα, όμως, είναι ένας ύμνος στην ελευθερία, στην ανάγκη του πνεύματος για ραστώνη και τεμπελιά, στο δημιουργικό χάσιμο του χρόνου και στην απραξία, στη συγγραφική αξιοποίηση της καθημερινότητας.
Στο Ήσυχες μέρες στο Κλισί ο αφηγητής-συγγραφέας Τζόι (δηλαδή ο Χένρι Μίλερ) με τον φίλο του, επίσης συγγραφέα, Καρλ περιδιαβάζουν το Παρίσι του Μεσοπολέμου. Περιφέρονται ως μποέμ τύποι, τρώνε τα λεφτά τους με πόρνες και με μη πόρνες γυναίκες, συχνάζουν στα καφέ της Μονμάρτρης, ζουν αλλόκοτες αλλά ενδιαφέρουσες καταστάσεις (στο παρά πέντε γλιτώνουν από την κατηγορία της παιδεραστίας, επειδή η Κολέτ ήταν ανήλικη, λόγω της εκτίμησης που έτρεφαν οι Γάλλοι γονείς της στους συγγραφείς), και προσπαθούν να καταγράψουν τις εμπειρίες τους σε βιβλία. Παράλληλα με την αφήγηση-εξομολόγηση του Τζόι υφαίνονται και δύο ενδιαφέροντα γυναικεία πορτρέτα με έντονες αντιθέσεις μεταξύ τους, της Νις και της Κολέτ. Οι φίλοι, μετά από περιπλανήσεις και ερωτικές περιπέτειες στο Παρίσι, θα εκδράμουν τελικώς στο Λουξεμβούργο για μια αλλαγή, όμως θα το βρουν πολύ «προκομμένο, τακτοποιημένο και βολικό» τόπο όπου «για κάποιο λόγο πλανιόταν μια δυσωδία σαπίλας σ’ όλο το μέρος» και γι’ αυτό θα επιστρέψουν ξανά στην ελευθεριότητα και στην ευεργετική βρόμα και απραξία του Παρισιού που τους επιτρέπει να ερωτεύονται, να φιλοσοφούν και να γράφουν βιβλία. Το γκρίζο του Παρισιού οδηγεί τον Μίλερ σε ενδοσκόπηση, ενώ ο ίδιος παραλληλίζει τη Μονμάρτρη με το Μπρόντγουεϊ, παρόλο που βρίσκει σ’ αυτές τις περιοχές χτυπητές διαφορές. Γράφει στη σελ. 9: «Το Μπρόντγουεϊ είναι πολύβουο, πολύκοσμο, ιλιγγιώδες κι εκκωφαντικό… Απεναντίας, η Μονμάρτρη είναι νωθρή, τεμπέλικη και ράθυμη και ρυπαρή κομμάτι, θα ’λεγες ατημέλητη, διόλου μεγαλόπρεπη μα τόσο θελκτική, τόσο σαγηνευτική, καίτοι δεν λάμπει μα λαμπυρίζει, θαρρείς με μια φλόγα που υποβόσκει».
alt
Το Παρίσι του Μεσοπολέμου έχει αποτυπωθεί μοναδικά
στις φωτογραφίες του Brassaï. Η συγκεκριμένη είναι
από το 1932 και έχει τίτλο «A Happy Group at the
Quatre Saisons», Paris.


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει στο βιβλίο και η σύγκριση που κάνει ο Μίλερ ανάμεσα στην Αμερική και στη Γαλλία, τόσο αναφορικά με τους ανθρώπους των δύο χωρών όσο και ως ξεχωριστοί τόποι. Αντιγράφω τα συγκεκριμένα σημεία που είναι ευδιάκριτη αυτή η σύγκριση:
Σελ. 13: «Οι Γαλλίδες δεν αποστρέφουν το βλέμμα όπως κάνουν οι Αγγλίδες και οι Αμερικανίδες».
Σελ. 22: «“Αν ήσουν Γάλλος, θα τα έκρυβες τα χρήματά σου” είπε (η πόρνη). “Ένας Γάλλος ποτέ δεν θα τα έδινε στην πρώτη τυχούσα, όση ανάγκη κι αν τα είχε. Δεν θα την πίστευε, πρώτ’ απ’ όλα. Je connais la chanson θα έλεγε”».
Σελ. 28: «Ποιος έχει ακούσει ποτέ να χτυπάει ένας Γάλλος του γείτονα την πόρτα και να ζητάει ένα κομμάτι κόρα;»
Σελ. 29: «Στην Αμερική υπάρχει πάντα περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται, ποτέ λιγότερο».
Από την ερωτική ηδονή στη συγγραφική ελευθερία 
Μπορεί απ’ αυτό το αυτοβιογραφικό κείμενο του Μίλερ να εκλείπει παντελώς μια πολιτική ή κοινωνική ματιά, έστω μια επιφανειακού τύπου ανάλυση του φαινομένου της πορνείας, ο ίδιος όμως αντλεί ποίηση από τον τρόπο ζωής των εκδιδόμενων γυναικών του Παρισιού, τις προσεγγίζει σε ανθρώπινο επίπεδο, τις πονάει, συχνά τις ερωτεύεται και η ματιά του απέναντί τους είναι πάντα τρυφερή και ποτέ επικριτική.
Στη δεύτερη νουβέλα του βιβλίου, το Μάρα-Μαρινιάν, πρωταγωνιστούν πάλι ο Τζόι και ο φίλος του, ο Καρλ. Ο Τζόι πάλι είναι ο γενναιόδωρος και φιλήδονος Αμερικανός που τον μαδούν οικονομικά οι πόρνες κι εκείνος δεν μπορεί να τους αντισταθεί, ο Καρλ παραμένει ο λίγο απρόβλεπτος, τρελούτσικος συγγραφέας-φίλος, που τη μια εμφανίζεται και την άλλη εξαφανίζεται από τα ερωτικά δρώμενα του Παρισιού, ενώ πάλι ξεχωρίζει η ματιά των Γάλλων και η ματιά των Αμερικανών απέναντι στο Παρίσι του Μεσοπολέμου – δυο εκ διαμέτρου αντίθετες οπτικές γωνίες όρασης της πόλης. Σ’ αυτή την ιστορία ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο συσχετισμός που κάνει ο Μίλερ, διά στόματος Τζόι, ανάμεσα σε μια εξαθλιωμένη ωστόσο ευάλωτη Εβραία πόρνη, τη Μάρα –που ο αφηγητής ερωτεύεται και τρέχει ξοπίσω της, και όχι απαραίτητα για την ερωτική πράξη–, με μια παλιά του αγαπημένη, τη Μάρα Σαν Λουί. Ο αναγνώστης διαισθάνεται πως, κατά κάποιο μεταφυσικό τρόπο, η Εβραία γυναίκα έρχεται στη ζωή του αφηγητή για να συνεχίσει εκείνος τη νοερή επικοινωνία του με την παλιά Μάρα.
Σε ολόκληρο το βιβλίο –που υπήρξε ο προπομπός των αριστουργημάτων του Μίλερ Ο Τροπικός του Καρκίνου και Ο Τροπικός του Αιγόκερω– ο συγγραφέας θαρρείς αντλεί ζωή, έμπνευση και ερωτική ηδονή από την ελευθεριότητα των γυναικών του Παρισιού, δίχως πάντως ποτέ του να αναλογιστεί τι έφταιξε και βρέθηκαν αυτές οι γυναίκες στη θέση που βρέθηκαν. Μπορεί απ’ αυτό το αυτοβιογραφικό κείμενο του Μίλερ να εκλείπει παντελώς μια πολιτική ή κοινωνική ματιά, έστω μια επιφανειακού τύπου ανάλυση του φαινομένου της πορνείας, ο ίδιος όμως αντλεί ποίηση από τον τρόπο ζωής των εκδιδόμενων γυναικών του Παρισιού, τις προσεγγίζει σε ανθρώπινο επίπεδο, τις πονάει, συχνά τις ερωτεύεται και η ματιά του απέναντί τους είναι πάντα τρυφερή και ποτέ επικριτική. Γράφει σχετικά στη σελ. 107: «Και μερικές φορές, μια μικρή πόρνη μπορεί όντως να είναι μεγάλη κυρία», ενώ προηγουμένως, στη σελ. 17, μας είχε αποκαλύψει: «Το είχε στο αίμα της καθώς λένε· μολοντούτο, δεν την έβλεπα σαν πουτάνα. Το ότι θα πλάγιαζε μαζί μου, επί χρήμασι μάλιστα, το ήξερα – αλλά αυτό δεν κάνει πουτάνα μία γυναίκα».
Ο Μίλερ ταξίδεψε πολύ στη ζωή του. Αμερική, Ευρώπη, Νέα Υόρκη, Παρίσι, Καλιφόρνια. Τις εμπειρίες από τα ταξίδια του τις μεταποίησε σε αληθινή λογοτεχνία. Στο Ήσυχες μέρες στο Κλισί η ερωτική αναζήτηση στο ράθυμα και ρυπαρό, όμως παραμυθένιο, Παρίσι του Μεσοπολέμου, του μεταδίδει το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας, που θα το αξιοποιήσει τόσο στην προσωπική ζωή του όσο στο συγγραφικό του έργο.
alt
Ο Henry Miller δίνει οδηγίες στον ηθοποιό Rip Torn, στα γυρίσματα της ταινίας Tropic of Cancer (1970) στο Παρίσι. Ο Rip Torn στην ταινία υποδυόταν τον Henry Miller.
Σεξ, ανθρώπινη πρόοδος και συγγραφή 
Παράλληλα με το Ήσυχες μέρες στο Κλισί, περίπου το 1940, ο Χένρι Μίλερ γράφει ένα βιβλίο αδιευκρίνιστου είδους, που τιτλοφορείται Ο κόσμος του σεξ. Το διορθώνει και το ξαναγράφει, όπως ακριβώς έκανε και με το Ήσυχες μέρες στο Κλισί, δεκάξι χρόνια αργότερα, στο Μπινγκ Σουρ της Καλιφόρνια. Θα λέγαμε, λοιπόν, πως αυτά τα δύο βιβλία έχουν αρκετές ομοιότητες: γράφτηκαν και ξαναγράφτηκαν τα ίδια χρονικά διάστημα, έχουν κοινό τόπο και σημεία αναφοράς τον έρωτα και το Παρίσι, και είναι περίπου ίσης έκτασης.
Ο Μίλερ πετάγεται απρόσμενα στην αφήγησή του από θέμα σε θέμα, από εποχή σε εποχή, από αφήγηση που αφορά την ψηλάφηση της έννοιας του σεξ από την παιδική ηλικία του ανθρώπου σε πιο προσωπική και ώριμη αφήγηση-εξομολόγηση, για να επιστρέψει και πάλι στο αγαπημένο του Παρίσι και στις πολύτιμες, για τον ίδιο, πόρνες του.
Το ενδιαφέρον με το Ο κόσμος του σεξ ξεκινά ήδη από το ότι ο αναγνώστης (αλλά και ο κριτικός ή ο μελετητής του Μίλερ) δυσκολεύεται να το κατατάξει ως προς το είδος του (κάποιες αναλογίες, για τα ελληνικά δεδομένα, μπορεί κανείς να εντοπίσει στην περίπτωση του Γιώργου Ιωάννου: πολλά μικρής ή και μεγαλύτερης έκτασης κείμενα τα οποία είναι μεταξύ χρονικού, αφήγησης, διήγησης, μαρτυρίας, δοκιμίου και εξομολόγησης). Το εν λόγω βιβλίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί δοκίμιο, ποιητικό δοκίμιο, αφήγηση ή ενθύμηση ή και κάτι ενδιάμεσο των παραπάνω ειδών. Σωστά οι εκδόσεις Μεταίχμιο το άφησαν αχαρακτήριστο στο εξώφυλλό του. Σημασία έχει πως Ο κόσμος του σεξ διαβάζεται μονορούφι, είναι μεστό πρωτότυπων και κατασταλαγμένων αφορισμών-απόψεων για το σεξ, το Παρίσι, τον άντρα, τη γυναίκα και το ερωτικό παιχνίδι που διεξάγεται μεταξύ τους, ενώ παραξενεύει γοητευτικά ο τρόπος γραφής του: ο Μίλερ πετάγεται απρόσμενα στην αφήγησή του από θέμα σε θέμα, από εποχή σε εποχή, από αφήγηση που αφορά την ψηλάφηση της έννοιας του σεξ από την παιδική ηλικία του ανθρώπου σε πιο προσωπική και ώριμη αφήγηση-εξομολόγηση, για να επιστρέψει και πάλι στο αγαπημένο του Παρίσι και στις πολύτιμες, για τον ίδιο, πόρνες του, φτάνοντας μέχρι την αναγκαιότητα του σεξ για την εποχή του και για το πώς η (τότε) σύγχρονη εποχή αλλοτρίωσε και μηχανοποίησε αυτή την απόλυτα φυσική ανάγκη του ανθρώπου, από την οποία αντλεί ουσία και ζωή. Μια αφήγηση-ποταμός από έναν αυτοβιογραφικό συγγραφέα, που πατώντας γερά στα προσωπικά του βιώματα και βλέποντας πάντα τα πράγματα από την αντρική σκοπιά (πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει;) προσπαθεί αυτό το βίωμα και την εμπειρία του αναφορικά με τον έρωτα και το σεξ να τα μοιραστεί με τους αναγνώστες του.
Η αφηγηματική κλιμάκωση του βιβλίου 
Και η φιλοσοφική απόληξη του κειμένου: όλα τα σαρώνει ο χρόνος, όμως, όπως τα νερά των θαλασσών κυματίζουν αέναα, έτσι και ο έρωτας είναι παντοτινός, δίνοντας νόημα και ουσία στην ανθρώπινη ζωή.
Η αφηγηματική κλιμάκωση του Ο κόσμος του σεξ έχει ως εξής: Στην αρχή περιγράφεται η όλη διαδρομή του άντρα, από τη γέννησή του, αναφορικά με το πώς βλέπει το άλλο φύλο. Οι παρατηρήσεις του αιδοίου από τα περίεργα παιδικά μάτια των αγοριών, οι τερατολογίες για τη γυναικεία «σχισμή», οι άγγελοι και οι δαίμονες που συγκρούονται στην ερωτική επιθυμία, έπονται τα πάρτι, οι χοντράδες των γονιών όταν αναφέρονται στο «ανήθικο» θέμα του σεξ παρουσιάζοντας στρεβλή εικόνα στα παιδιά τους, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα και η πρώτη ερωτική θλίψη, ύστερα εμφανίζεται «αυτός που ξέρει από γυναίκες» –που στην πραγματικότητα δεν γνωρίζει παρά την τύφλα του– και κατόπιν ο μύθος του τύπου που «έχει τον τρόπο του με τις γυναίκες» Όλα αυτά μέχρι τη σελίδα 40. Στη συνέχεια η γραφή του Μίλερ αλλάζει. Ο αποστασιοποιημένος, δοκιμιακός λόγος δίνει τη θέση του στο άμεσο, προσωπικό βίωμα και στην εξομολόγηση. Έτσι έχουμε αναφορές σε ερωτικές περιπέτειες του συγγραφέα που τον χάραξαν κάνοντάς τον να κατασταλάξει στις απόψεις του για το σεξ και τις γυναίκες. Και από ένα σημείο και μετά, πάλι αποστασιοποίηση, απομάκρυνση από το άμεσο βίωμα και εκ νέου γενίκευση σε έννοιες και ιδέες. Εδώ, γίνεται αναφορά και στον «πόλεμο των φύλων». Και ακολουθεί η πικρή διαπίστωση πως ο άντρας αυταπατάται όταν νομίζει πως φεύγει μακριά από το άλλο φύλο και γλιτώνει από την επιρροή του και την επικυριαρχία του.
Στα μισά περίπου του βιβλίου ο Μίλερ επιστρέφει ξανά στο Παρίσι του Μεσοπολέμου, έτσι όπως το γνώρισε και το αγάπησε. Πάλι σκέψεις για Γαλλίδες και Αμερικανίδες γυναίκες (τι τις ενώνει, σε τι διαφέρουν), ώριμες σκέψεις για τον άντρα και τη γυναίκα, κι εντέλει σκέψεις, με όχημα πάντα το σεξ, για τη συγγραφή. Σεξ, έρωτας και ερωτισμός υπάρχουν, κατά αυτόν, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, αλλά, ιδίως, σε σκοτεινά σημεία των πόλεων, σε φτωχικές γειτονιές, εκεί όπου συνυπάρχουν η φτώχεια, η ανέχεια, ο πόνος, η θλίψη. Και η φιλοσοφική απόληξη του κειμένου: όλα τα σαρώνει ο χρόνος, όμως, όπως τα νερά των θαλασσών κυματίζουν αέναα, έτσι και ο έρωτας είναι παντοτινός, δίνοντας νόημα και ουσία στην ανθρώπινη ζωή.
alt
Ο Henry Miller με την 5η σύζυγό του Hoki Tokuda. Ο γάμος τους κράτησε δέκα χρόνια (1967-1977).
Σκέψεις και αφορισμοί του Χένρι Μίλερ 
Απομονώνω και σταχυολογώ σκέψεις και κατασταλαγμένες απόψεις του συγγραφέα αναφορικά με το Παρίσι, τα δύο φύλα, το σεξ, τη συγγραφική περιπέτεια, αλλά και αναφορές για τη συνολική (έως τότε) διαδρομή του, όχι μόνο ως συγγραφέα αλλά και ως ανθρώπου:
Σελ. 16: «Στο Παρίσι, όπως πια ξέρει ο καθένας, βρήκα τον εαυτό μου».
Σελ. 20: «Το σεξ, λοιπόν, όπως και καθετί άλλο, είναι σε μεγάλο βαθμό ένα μυστήριο».
Σελ. 38: «Μια πόρνη άμα της φερθείς σωστά μπορεί να είναι η πιο γενναιόδωρη ψυχή. Μοναδική της λαχτάρα είναι να μπορεί να δοθεί, όλο της τον εαυτό να σου προσφέρει κι όχι μονάχα το κορμί της».
Σελ. 39: «Κανένας άντρας ή καμία γυναίκα δεν μπορεί να επαίρεται ότι πρόσφερε ένα καλό γαμήσι αν δεν γαμήθηκε καλά ο ίδιος ή η ίδια».
Σελ. 44 (αναγνωστικές επιρροές Χένρι Μίλερ): «Για παρέα είχα ζωτικά πνεύματα όπως τους Νίτσε, Έμερσον, Θορό, Γουίτμαν, Φαμπρ, Χάβλοκ Έλις, Μέτερλινγκ, Στρίντμπεργκ, Ντοστογιέφσκι, Γκόρκι, Τολστόι, Φέρχερεν, Μπερξόν, Χέρμπερτ Σπένσερ. Καταλάβαινα τη γλώσσα τους. Ήμουν σαν στο σπίτι μου μαζί τους».
Σελ. 61: «Το πρώτο που προσέχεις στο Παρίσι είναι ότι το σεξ βρίσκεται παντού στην ατμόσφαιρα».
Σελ. 62: «Τι παράξενο ν’ ακούς Αμερικάνους να μιλάνε για Γαλλίδες! Λες κι είναι όλες εκκολαπτόμενες πόρνες».
Σελ. 64: «Μισή ευκαιρία να της δώσεις και μια γυναίκα σου προσφέρει όλο της το είναι. Το έχει μέσα της, από ένστικτο. Ο άντρας, όχι!... Ένας άντρας είναι συνήθως πολύ πιο ανακατωμένος από μια γυναίκα… Οι άντρες έχουν μια μανία να παίρνουν τα πράγματα στα σοβαρά, να βλέπουν τη σοβαρή όψη των πραγμάτων, παρά την τραγική».
Σελ. 65: «Ελάχιστοι άντρες μοιάζουν ικανοί ν’ αντιληφθούν τη σχέση με το άλλο φύλο σαν έναν δημιουργικό αγώνα».
Σελ. 66: «Το σεξ μπορεί να δυναμώσει και να βαθύνει την αγάπη ή μπορεί και να την οδηγήσει σε όλεθρο».
Σελ. 69: «Η ζωή είναι τώρα, η ζωή είναι κάθε στιγμή, όσο κι αν ο κόσμος είναι γεμάτος θάνατο. Ο θάνατος θριαμβεύει μονάχα στην υπηρεσία της ζωής».
Σελ. 69: «Ξαναδιαβάζοντας κάποιος τα βιβλία μου, τα οποία είναι απολύτως αυτοβιογραφικά, θα πρέπει να έχει κατά νου ότι γράφω με το ένα πόδι στο παρελθόν».
Σελ. 64: «Το να ζεις μια ζωή μακριά από τα βιβλία και τη συγγραφή βιβλίων, το να ζεις δίχως το σεξ, δίχως ανθρώπινη συντροφιά, είναι άραγε τόσο τρομερό; Ακόμα κι ένας συγγραφέας μπορεί να το κάνει, αν ξέρει πώς να ζει με τον εαυτό του. Ιδού τι εννοώ: έχω μάθει να ζω με τον εαυτό μου. Και μ’ αρέσει».
Σελ. 71: «Σε χρονικό διάστημα λίγων λεπτών μερικοί άνθρωποι ζούνε τη διάρκεια σύνολης της ύπαρξης και των εμπειριών της ζωής ενός κοινού θνητού».
Σελ. 77: «Έρωτας και θάνατος: παρατηρώ πόσο πολύ τους συνταιριάζω».
Σελ. 97: «Άλλωστε, ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν είναι παρά η αντανάκλαση του μύχιου χάους μας».
Σελ. 102: «Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι περπατούν, μιλούν, ντύνονται, τρώνε, κοιτάζονται, κάθε λεπτομέρεια, κάθε χειρονομία τους, αποκαλύπτει την παρουσία ή την απουσία του σεξ».
Το βιβλίο Ο κόσμος του σεξ, παρά την όποια αυταρέσκεια και τον ναρκισσισμό με τα οποία είναι γραμμένο, είναι ένα βιβλίο με πολύ «ψαχνό». Πέρα από την πλούσια και μεστή γραφή του, τις αφηγηματικές μεταμορφώσεις του συγγραφέα, την αντιπαράθεση του ερωτισμού και της ανέχειας του Παρισιού με τη σοβαρότητα και τον συντηρητισμό της Αμερικής, πέρα από την ταύτιση (και μετάθεση) της σεξουαλικής πράξης με την (ή στην) συγγραφή, εκπλήσσει ευχάριστα η προωθημένη, για την εποχή του, άποψη του Μίλερ πως η πρόοδος και η εφευρετικότητα λειτουργούν ως ανάχωμα στον έρωτα και στην αληθινή ζωή. Κάτι, φυσικά, που ισχύει μέχρι τις μέρες μας.
* Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή με νουβέλες «Μποέμ και Ρικάρντο» (εκδ. Κέδρος).


altΉσυχες μέρες στο Κλισί
Χένρι Μίλερ
Μτφρ.-επίμετρο: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Μεταίχμιο 2005
Σελ. 152
alt



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου