Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

«Η τεράστια κοινωνική σημασία των μαλακών εν τω συγχρόνω βίω»


Του Γιάννη Σχίζα
Καθόμουνα που λέτε σε ένα πεζούλι της Πανεπιστημίου, όταν αισθάνθηκα ένα βαρύ χέρι στο σβέρκο  μου. Δηλαδή, τι αισθάνθηκα  : επρόκειτο περί κανονικής σφαλιάρας, ηχηρής και επώδυνης !  Γύρισα  το κεφάλι  μου σαστισμένος ,  και βλέπω – τι να δω ; - ήταν ο  Μπαράκ. «Ρε μαλάκα Σχίζα», μου λέει, «τι έγινες;». Τον κοιτάζω και με κοιτάζει ,  αλληλοκοιταζόμαστε με μια ελαφρά δόση έκπληξης.  «Δεν τ’ αφήνεις αυτά ρε Ομπάμα», του λέω, «δε φτάνει που εξαφανίστηκες, βγαίνεις κι από πάνω»….
Τότε από τα βάθη ακούω τη φωνή της κόρης  μου. «Αμάν ρε Μπαμπά, πότε θα πας σ’ εκείνη τη κολοδουλειά ;  Όλο το ρίχνεις στον ύπνο…»

Σηκώνομαι επάνω , συνέρχομαι, πρέπει να πάω στην εφορεία το ταχύτερο . Αλλά εκεί που ντύνομαι  σκέπτομαι και το επεισόδιο με το Μπαράκ…. Δηλαδή σκέπτομαι τη  βαθύτατη  παλαιόθεν  επιθυμία μου να έρθει ένας μεγάλος, κατά προτίμηση σε δημόσιο χώρο και παρουσία πολλών να μου πει  : «Γειάσου ρε μαλάκα Σχίζα. Πάμε  για κανά τάβλι;»…

Εν τάξει, ας μη μου πει για τάβλι. Κι ας μην είναι ο Μπαράκ. Ούτε καν ο Τουσκ. Ούτε ο Τσίπρας ή ο Δραγασάκης. Ας είναι ρε γαμώτο ένας υφυπουργός, ας πούμε ο Πελεγρίνης. Γιατί, λίγος είναι ; Σάμπως δε ξέρει τη λέξη και δε τη μοιράζει στον καλλιτεχνικό κόσμο;

Βάζω μπρος για την εφορεία, αλλά οι σκέψεις μου πετάνε. Θυμάμαι την εποχή που η λέξη «μαλάκας» ήταν εκτοπισμένη από το δημόσιο λόγο. Θυμάμαι τον Χάρυ Κλυν που την έφερε στο προσκήνιο με εκείνο το καταπληκτικό σκετσάκι,  όπου ο αείμνηστος Εμμανουήλ Κριαράς άκουγε  μπινελίκια και προεχόντως  το ασύγκριτο «Μα μαλάκας είσαι ρε μαλάκα;», για να καταλήξει τελικά και αυτός  στο ίδιο εκφραστικό μέσο…. Θυμάμαι και τον Αλέξη  το Δαμιανό,  σκηνοθέτη της «Ευδοκίας», που κάναμε παρέα εκεί στη δεκαετία του 80, που τον είχα περί πολλού, ώσπου σε ένα καφενείο στα Βασιλικά   της Εύβοιας ένας γνωστός του  τον  προσφώνησε «ρε μαλάκα», κάνοντάς με να σαστίσω. Αλλά  όχι για πολύ : Το «μαλάκας» του βλαχόμαγκα εκ Βασιλικών ,δεν ήταν όπως στο στρατό, δηλαδή δε σήμαινε κύριος, αλλά ήταν δηλωτικό οικειότητας και  φιλίας.  Κάπως έτσι κι εγώ άρχισα  να καταλαβαίνω  τη χρήση του, δηλαδή μεταφορική,  αλλά η απειλή της κυριολεξίας πάντοτε εκκρεμούσε…

Για την πλήρη εννοιολογική και ιστορικοπολιτιστικοκοινωνιολογική   ανάλυση του ζητήματος θα  χρειαζόταν κάτι αντίστοιχο με το περισπούδαστο πόνημα του Ευάγγελου Λεμπέση , «Η τεράστια  κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω». Το οποίο – τι σύμπτωση ! – είχεν εκδοθεί και αυτό επί κατοχής, δηλαδή Γερμανικής, το 1941…

Εν όψει, "Τρόϊκα", του Θεόδωρου Παπαγιάννη





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου