Ἰωάννα Φλεριανοῦ
Ἔξοδος
ΧΩ
ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ἀπόψε. Μὲ τὸ ποὺ βγαίνω ἀπὸ τὸ μπάνιο
ξυρισμένος καὶ μπανιαρισμένος βάζω ἕνα cd τοῦ Ζαμπέτα στὴν
διαπασὼν καὶ χτενίζομαι προσεκτικά.
Ὕστερα ξαναγυρίζω στὸ μπάνιο καὶ βάζω καὶ aftershave ποὺ
ξέχασα. Σήμερα ξυρίστηκα κόντρα εἰδικὰ γιὰ τὸ πρόσωπο, ποὺ
μὲ περιμένει καὶ καθὼς ντύνομαι σιγοτραγουδάω μαζὶ μὲ τὸν
Ζαμπέτα τὸν «Πενηντάρη». Ἄ! ρὲ Γιωργάρα ὅπως τὰ λὲς εἶναι. Ἔτσι
ἀκριβῶς.
«Κύριε Μίμη, ἐνοχλεῖτε καὶ τοὺς ἄλλους ἐνοίκους, πιὸ σιγὰ
παρακαλῶ τὴν μουσική». Φωνάζει ἡ Ἐβελίνα πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα
καὶ διακόπτει τὸ ντουέτο μας.
«Ὅ,τι πεῖς ἐσὺ κορίτσι μου» τῆς ἀπαντῶ καὶ τὸ χαμηλώνω
λίγο. Τίποτα δὲν θὰ μοῦ χαλάσει ἀπόψε τὸ κέφι σκέφτομαι καὶ
συνεχίζω μὲ τὸ ἑπόμενο τραγούδι. «Κοντὰ στὰ ξημερώματα,
κοντὰ στὰ ξημερώματα καὶ πρὶν βγεῖ ὁ ἥλιος...»
Βάζω ἕνα ἄσπρο πουκάμισο, διαλέγω μιὰ ὡραία, σατὲν
γραβάτα, τὸ γκρὶ μερινὸς κουστούμι, τὰ καλογυαλισμένα
παπούτσια μου κι ἕτοιμος γιὰ τσάρκα μὲ τὸ κορίτσι μου. Φεύγω ἀπὸ
τὸ δωμάτιο καί ... Ἄ! τί ξεχασιάρης πού ‘μαι. Τελευταία στιγμὴ
ξαναγυρίζω καὶ παίρνω τὰ κλειδιὰ τῆς Ford ἀπὸ τὸ συρτάρι.
Κατεβαίνω
κάτω. Ἡ Λίλιαν κάθεται ἤδη στὸ σαλόνι, ἕτοιμη, πανέμορφη, μ’
ἕνα ὡραῖο πράσινο φόρεμα, ποὺ ταιριάζει μὲ τὰ μάτια της.
Τὴν πλησιάζω. «Εἶστε ἕτοιμη κυρία μου;» τὴν ρωτάω χαμογελῶντας.
«Πανέτοιμη» μοῦ ἀπαντᾶ».
«Φύγαμε γιὰ Ζαμπέτα. Θὰ τὸ κάψουμε ἀπόψε μέχρι τὰ ξημερώματα».
Ἔρχεται ὅμως ἡ Ἐβελίνα καὶ στέκεται μὲ ἀγένεια ἀνάμεσα
σὲ μένα καὶ στὴν Λίλιαν. Αὐτὸ τὸ κορίτσι πιὰ μὲ ἀκολουθεῖ
παντοῦ.
«Ποῦ πᾶτε κύριε Μίμη;»
«Στὸν Ζαμπέτα μὲ τὴν Λίλιαν, ἔχω κλείσει τραπέζι στά ‘Δειλινά’, τραγουδάει μὲ τὴν Μοσχολιοῦ».
«Μὰ ξεχάσατε κύριε Μίμη, εἶναι Δευτέρα σήμερα, ὅλα τὰ
νυχτερινὰ κέντρα εἶναι κλειστά, αὔριο νὰ πᾶτε, ἂν θέλετε.
Καθίστε ἐδῶ τώρα μιὰ στιγμὴ νὰ φέρω τὰ φάρμακα σας».
«Μὰ ἐκεῖ» τῆς λέω ἀπορημένος «κάθεται ἡ Λίλιαν».
Ἔ, καθίστε στὴν καρέκλα τότε», καὶ μοῦ δείχνει μιὰ καρέκλα στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ σαλονιοῦ.
Ἡ κοπέλα δὲν ἔχει ἰδέα ἀπὸ καλοὺς τρόπους, σκέφτομαι καὶ κάθομαι φυσικὰ δίπλα στὴν Λίλιαν.
«Θὰ βγοῦμε αὔριο λοιπὸν Λίλιαν, ἂν δὲν ἔχεις ἀντίρρηση».
«Αὔριο Μίμη μου».
Πηγή: Πρώτη δημσίευση.
Ἰωάννα Φλεριανοῦ (Ἀθήνα). Σπούδασε γερμανικὴ
φιλολογία στὴ Γερμανία καὶ στὴν Ἀθήνα καὶ στὴν συνέχεια ἔκανε
μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὴν διδακτικὴ τῆς γερμανικῆς γλώσσας
στὴν Ἀθήνα. Ἐργάζεται ὡς καθηγήτρια γερμανικῆς φιλολογίας
στὴν δημόσια ἐκπαίδευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου