ΕΙΝΑΙ ΔΥΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ, φίλοι. Ὁ ἕνας
κάνει τὰ πάντα γιὰ τὴν τέχνη του. Ὁ ἄλλος σχεδὸν τίποτα, κι ὅμως τοῦ ἔρχονται
ὅλα εὔκολα. Πολὺ ταλέντο. Στὰ πάντα. Ἐκδίδεται. Διαβάζεται. Ἀρέσει
στὸν κόσμο. Ἀρέσει στοὺς κριτικούς. Ἀρέσει στοὺς ὁμότεχνους. Τὸν θέλουν
ὅλοι στὴν παρέα. Ὅλες θέλουν νὰ τὸν πηδήξουν. Ὅλοι θέλουν νὰ τὸν πηδήξουν.
Ὁ ἄλλος τίποτα· κάτι ἀραιὲς δημοσιεύσεις σὲ μικρὰ περιοδικὰ καὶ
μιὰ αὐτοέκδοση ποὺ πῆγε ἄπατη. Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ λογοτεχνικὰ πάρτυ ποὺ
πᾶνε καὶ διαβάζει ὁ ταλαντοῦχος ἀποσπάσματα, βγάζουν τὰ φιλαράκια
μιὰ κοινὴ φωτογραφία. Γίνεται ἡ πιὸ διάσημη φωτογραφία τοῦ ταλαντούχου.
Εἶναι τὸ μόνο ντοκουμέντο ὅτι ὑπῆρξε κι ὁ ἄλλος λογοτέχνης, γιατὶ
κανεὶς δὲν τὸν ξέρει καὶ κανεὶς δὲν ἀσχολεῖται. Καὶ τί κάνουν; Πᾶνε καὶ
τὸν κόβουν ἀπὸ τὴ φωτογραφία. Ἡ φωτογραφία νὰ τὸν στοιχειώνει. Νὰ
βλέπει τὸν φίλο του παντοῦ καὶ νὰ λέει «Μὰ ἤμουν ἐκεῖ». Ὁ ταλαντοῦχος
λογοτέχνης παθαίνει καρκίνο τοῦ προστάτη. Πεθαίνει. Οὔτε γυναίκα.
Οὔτε παιδιά. Κανεὶς δὲν τὸν κλαίει. Τοῦ κάνουν ἀφιερώματα. Ἀλλὰ κανεὶς
δὲν τὸν κλαίει. Καὶ κανεὶς δὲν κατάλαβε ποτὲ τί ἔγραψε — ἁπλῶς τοὺς ἄρεσε
τὸ πρωτοποριακὸ στὺλ τῆς γραφῆς. Ὁ ἄλλος κλαίει γιὰ τὰ ὄνειρα ποὺ δὲν
πραγματοποιήθηκαν καὶ γιὰ τὴ γαμημένη φωτογραφία ποὺ συνεχίζουν
νὰ χρησιμοποιοῦν ὅλοι, χωρὶς ἐκεῖνον. Τὴν ἱστορία μοῦ τὴ διηγήθηκε
ἕνας μεταφραστής. Ὅσο τὴν σκεφτόμουν πρὶν τὴ γράψω, στὸν ὄροφό μου, ἀκουγόντουσαν
τρομερά, φρικτὰ κλάματα. Κάποιος ἔσκουζε. Δὲν εἶχα ξανακούσει κάτι
τέτοιο. Τελικά, ἦταν ἡ γάτα μιᾶς γιαγιᾶς ἀπὸ πάνω. Βγῆκε ἀπὸ τὸ σπίτι,
χάθηκε μέσα στὴν πολυκατοικία καὶ ἔκλαιγε γοερὰ γιὰ τὴν γιαγιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου