Ἔρχεται μέσα ἀπ' τὸ πάρκο
ἡ φωνὴ σπαραγμένη καὶ χάνεται.
«Ἔλα κορίτσι μου...»
Καταλαβαίνω πὼς ὁ ἄνθρωπος ποὺ ψάχνει τὴν Ἑλένη προχωράει στὰ χαμένα.
Ὁ ἦχος τῆς φωνῆς φανερώνει ἐπίγνωση τεράστιας ἀπόστασης, ποὺ δὲν ἀντέχει.
Γίνομαι σίγουρη πὼς φωνάζει νεκρή, τὴν καλεῖ γιὰ νὰ ὑπάρξει ἔστω γιὰ
λίγο στὸ κάλεσμά του.
Στὴν ἀρχὴ νόμισα πὼς ἦταν φωνὴ ἄντρα, ὕστερα μοῦ φάνηκε γυναίκας φωνή...
Δὲν ἔχει φύλο ὁ πόνος.
Τρεῖς μέρες τώρα βγαίνει ἀξημέρωτα καὶ τὴ φωνάζει στὸ ἔρημο πάρκο, ὅταν
οἱ μόνοι ἦχοι εἶναι ἀπὸ δεκοχτοῦρες καὶ σποραδικὰ σπουργίτια.
Δέκα ὀχτώ, δέκα ὀχτώ... μονότονο κρώξιμο· Ἑλένη, Ἑλένη... ἀλλοπαρμένη
φωνή· σπουργίτι, σπουργίτι...
Ποιός διευθύνει αὐτὴ τὴ μουντὴ πρωινὴ συναυλία;
Σιγὰ σιγὰ πυκνώνει ἡ κίνηση δίπλα στὸ πάρκο.
Ἡ καθημερινότητα, ποὺ λίγο ἀργότερα θριαμβεύει, χωνεύει κάθε ξεχωριστὴ
φωνὴ σ' ἕναν ἑνιαῖο συμπαγῆ ἦχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου