Του Γιάννη
Σχίζα
ΑΥΓΗ 23.12.2017
Για τους
Αγγλοσάξονες είναι μια μεγάλη γιορτή, για την οποία ξεκινάνε τον Νοέμβρη και καταλήγουν στην
καρδιά του χειμώνα! Για μας τα Χριστούγεννα ξεκινούν αργότερα: Εξ
άλλου, έχουμε πολλές γιορτές μπροστά μας, για να τιμήσουμε. Ο χειμώνας
ολόκληρος βρίθει από τέτοιες, άσε που
την άνοιξη μας περιμένει η μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Λέω να «τιμήσουμε»
εννοώντας ότι ένα εορταστικό γεγονός εναπόκειται σε μας τους ίδιους πως θα το
προσλάβουμε – σαν θρησκευτικό, σαν πολιτιστικό, σαν κοινωνικό γεγονός.
Το πνεύμα
των γιορτών παραμένει πάντα ζητούμενο –
ο Σκρούτζη και ο μικρός Τιμ των «Χριστουγεννιάτικων Ιστοριών» του Ντίκενς
μένουν πάντα στο προσκήνιο, αξιώνοντας τη προσοχή μας. Τελικά είναι σίγουρο ότι
διαλέγουμε τη θέση του μικρού Τιμ, γιατί η άλλη θέση δεν μας πάει.
Κάποτε δεν
υπήρχε χριστουγεννιάτικο δένδρο, το δένδρο εφευρέθηκε αργότερα , εξήχθη
από τις κεντροευρωπαϊκες στις άλλες
χώρες του κόσμου, κυριάρχησε. Στον κόσμο πρωτοήρθε από τον Άγιο Βονιφάτιο τον 8ο αιώνα - που ήθελε
να συμψηφίσει την παγανιστική επίδραση της βελανιδιάς - στην Ελλάδα ήρθε από τον Όθωνα.
Επρόκειτο για ένα μεγάλο θαύμα, που συνδέει τους λαούς.
Επρόκειτο για ένα μεγάλο θαύμα, που συνδέει τους λαούς.
Γύρω απ’ αυτό
το δένδρο πλάσθηκαν αφηγήσεις,
δημιουργήθηκαν μύθοι και δοξασίες , παίχθηκαν κόντρες. Θυμάμαι μια περίοδο που
τόσα και τόσα λέγονταν για τη διαμάχη μεταξύ δενδροστολισμού και χρησιμοποίησης
πλαστικών υποκατάστατων. Τελικά, επικράτησαν τα πρώτα: Τα οποία ήταν προϊόντα
ειδικών φυτεύσεων σε ειδικούς χώρους.
Στην Ήπειρο
τα πράγματα δεν ήταν διαφορετικά. Μέχρι
που η Σχολή Καλών Τεχνών αποφάσισε να
πρωτοτυπήσει : Να πρωτοτυπήσει
βγαίνοντας από το παραδοσιακό πνεύμα της κλασικής «δενδροποιϊας» και να δημιουργήσει νέες
μορφές. Ο «Πύργος του Τάτλιν» ήταν ένα μέρος της παραγωγής της, που την έφερνε
σε ρήξη με το παρελθόν. Κατά πως είπε ο Κοσμήτορας της Σχολής Ξενοφών Μπίτσιος
: «Πρόθεση της σχολής ήταν να επικαιροποιηθεί το εγκώμιο στο
ανθρώπινο πνεύμα, παράγοντας αυτή τη φόρμα με υλικά καθημερινά και
επαναχρησιμοποιήσιμα, στη λογική των παιχνιδιών meccano, που με λίγους τύπους
τεμαχίων μπορεί κανείς να κατασκευάσει διαφορετικές φόρμες».
Οπωσδήποτε,
να ένα παιχνίδι που μεταστοιχειώνεται σε κάτι
άλλο, και μάλιστα ακολουθώντας μια φόρμα ευέλικτη. Αλλά πού είναι η φόρμα των Χριστουγέννων; Αν αυτή
λείπει, αν δεν υπάρχει η καλλιτεχνική μορφή γύρω από την οποία περιστρέφονται
τα γεγονότα και οι σκέψεις μας, τι απομένει;
Απομένουν οι
ιδέες μας για το περιεχόμενο της γιορτής . Απομένουν οι ανάγκες μας να
ανταλλάσσουμε δώρα, να γινόμαστε για λίγο ή περισσότερο αλληλέγγυοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου