
Σοφία Βασιλειάδου
Οἱ γυναῖκες ποὺ μᾶς ἔσωσαν
ΑΝΕΙΣ
ΔΕΝ ΘΥΜΑΤΑΙ πότε ξεκίνησε. Στὴν ἀρχή, οἱ δρόμοι σὰν νὰ
μίκρυναν. Τὰ φῶτα τρεμόπαιζαν, μετὰ ἔσβησαν. Τὰ σπίτια
ἔκλεισαν τὰ παράθυρά τους. Οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νὰ ξεχνοῦν τὸ
ὄνομά τους. Μόνο ἕνα παιδὶ ἔκλαιγε. Ἀδύναμο. Ὁ ἦχος του χαμένος,
ὅπως ἕνα καράβι ποὺ ξεμακραίνει.
Μετὰ ἐμφανίστηκαν ἐκεῖνες. Δὲν ἦρθαν μὲ θόρυβο. Δὲν
φόρεσαν στολές, δὲν σήκωσαν πανό. Δὲν τὶς πρόσεξε κανεὶς στὴν
ἀρχή.
Μιὰ γυναῖκα στάθηκε στὴ γωνία ἑνὸς δρόμου καὶ ψιθύριζε
λόγια ἀκατάληπτα. Ὅσοι περνοῦσαν, σταματοῦσαν γιὰ λίγο. Μετὰ
ἔφευγαν, λὲς καὶ ξαφνικὰ θυμήθηκαν ποιοί ἦταν.
Μιὰ ἄλλη ἔσκυψε σὲ μιὰ σπασμένη γλάστρα. Ἄγγιξε τὸ χῶμα,
φύτεψε σπόρους. Κάποιος ποὺ εἶχε πάψει νὰ ἐλπίζει, εἶδε τὰ
λουλούδια καὶ κοίταξε γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ ἀπὸ καιρὸ τὸν
οὐρανό.
Μιὰ γυναῖκα γέρασε μέσα σὲ μιὰ νύχτα. Κρατοῦσε τὸ χέρι
ἑνὸς ἀγνώστου ποὺ δὲν ἤθελε νὰ πεθάνει μόνος. Μιὰ ἄλλη στάθηκε
στὴ μέση τῆς πλατείας. Δὲν μίλησε. Δὲν ἔκανε τίποτα. Ἕνας
ἄντρας ἔσφιξε τὶς γροθιές του, ἕτοιμος γιὰ κακό. Μετὰ χαλάρωσε.
Μιὰ γυναῖκα ἔσκυψε τὸ κεφάλι, βρῆκε τὴ δύναμη νὰ
χαμογελάσει.
Δὲν ἄφησαν ὀνόματα. Δὲν ζήτησαν τίποτα. Κι ὅμως, ἐκείνη ἡ
νύχτα πέρασε. Ὅταν ξημέρωσε, ἡ πόλη ξαναβρῆκε τὸν ἦχο της. Οἱ
ἄνθρωποι θυμήθηκαν τὶς φωνές τους. Τὰ παράθυρα ἄνοιξαν. Κι
ἐκεῖνες χάθηκαν.
Ἔγιναν τὰ χέρια ποὺ στρώνουν τραπέζια, ποὺ σηκώνουν βάρη,
ποὺ γιατρεύουν πληγές. Ἔγιναν τὰ χνάρια ποὺ χάνονται στὸ πλῆθος,
οἱ σκιὲς ποὺ κανεὶς δὲν προσέχει, τὰ σώματα ποὺ στηρίζουν τὸν
κόσμο χωρὶς νὰ φαίνονται.
Κάποιος ἴσως τὶς θυμᾶται. Μιὰ στιγμή, ἕνα βλέμμα, μιὰ φωνὴ
ποὺ ἀκούστηκε μέσα στὴ νύχτα. Ἀλλὰ πότε ξεκίνησε; Πότε
τελείωσε; Κανεὶς δὲν ξέρει. Ξέρουμε μόνο πὼς κάποτε, ὅταν ὅλα
ἔμοιαζαν χαμένα, οἱ γυναῖκες μᾶς ἔσωσαν.
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.
Σοφία Βασιλειάδου.
Γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1970 καὶ εἶναι φιλόλογος στὴ Μέση
Ἐκπαίδευση. Ἀσχολεῖται μὲ τὴν ποίηση, ἐνῷ δείγματα γραφῆς της
φιλοξενοῦνται στὰ λογοτεχνικὰ περιοδικὰ Περὶ οὗ, Χάρτης, Fractal. Ἔχει ἐκδώσει μιὰ ποιητικὴ συλλογὴ μὲ τίτλο «Ἔκθεση ψυχης» ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Ὀσελότος (2023).
Εἰκόνα: Χαρακτικὸ τῆς Βάσως Κατράκη (1914-1988).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου