
Ἔρνεστ Χέμινγουεϊ (Ernest Hemingway)
Ὁ Ἐπαναστάτης
(The Revolusionist)
Ο
1919 (1) ταξίδευε μέ τό τραῖνο στήν Ἰταλία, κουβαλώντας ἕνα
τετράγωνο κομμάτι ἐλαιόπανο ἀπό τά κεντρικά τοῦ κόμματος
γραμμένο μέ ἀνεξίτηλο μολύβι ποὺ ἔλεγε πώς ἐδῶ ἦταν ἕνας
σύντροφος, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑποφέρει πολύ ἀπό τούς Λευκούς στή
Βουδαπέστη καί ζητοῦσε ἀπό τούς συντρόφους νά τόν βοηθήσουν μέ
κάθε τρόπο. Αὐτό τό χρησιμοποιοῦσε ἀντί γιά εἰσιτήριο. Ἦταν
πολύ ντροπαλός κι ἀρκετά νέος καί τά πληρώματα τῶν
σιδηροδρομικῶν τόν βοηθοῦσαν. Δέν εἶχε καθόλου χρήματα, καί
τόν τάϊζαν πίσω ἀπό τόν πάγκο στά ἑστιατόρια τῶν σταθμῶν.
Ἦταν κατενθουσιασμένος μέ τήν Ἰταλία. Ἦταν, ὅπως ἔλεγε, μιά
ὄμορφη χώρα. Οἱ ἄνθρωποι ἦσαν ὅλοι καλοί. Εἶχε πάει σέ πολλές
πόλεις, εἶχε περπατήσει πολύ, κι εἶχε δεῖ πολλούς πίνακες.
Εἶχε ἀγοράσει ἀντίγραφα ἔργων τοῦ Τζιόττο, τοῦ Μαζάτσο, καί
τοῦ Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα, τά ὁποῖα καί μετέφερε τυλιγμένα
σ’ ἕνα φύλλο τῆς Ἀβάντι. Δέν συμπαθοῦσε τόν Μαντένια.
Δηλώθηκε στήν Μπολόνια, κι ἐγώ τόν πῆρα μαζί μου στή
Ρομάνια, ὅπου ἔπρεπε νά πάω νά δῶ κάποιον. Ταξιδέψαμε καλά
μαζί. Ἦταν ἀρχές Σεπτεμβρίου κι ἡ ὕπαιθρος ἀπολαυστική. Ἦταν
Μαγυάρος, ἕνα πολύ καλό και συνάμα πολύ ντροπαλό παιδί. Οἱ
ἄνθρωποι τοῦ Χόρτυ (2) τοῦ εἶχαν φερθεῖ ἄσχημα. Μίλησε λίγο γι’
αὐτά. Πάρ’ ὅλα ὅσα συνέβησαν στήν Οὐγγαρία, πίστευε ἀκλόνητα
στήν παγκόσμια ἐπανάσταση.
«Ἀλλά πῶς πάει τό κίνημα στήν Ἰταλία;» ρώτησε.
«Πολύ ἄσχημα», εἶπα.
«Ὅμως θά πάει καλλίτερα», εἶπε. «Ἔχετε τά πάντα ἐδῶ. Εἶναι
ἡ μόνη χώρα πού ὅλοι εἶναι σίγουροι γι’ αὐτήν. Θά εἶναι τό
σημεῖο ἀπ’ ὅπου θά ξεκινήσουν ὅλα.» Δέν εἶπα τίποτα.
Στήν Μπολόνια μᾶς ἀποχαιρέτησε γιά νά πάει μέ τό τραῖνο
στό Μιλάνο καί μετά στήν Ἀόστα κι ἀπ’ ἐκεῖ νά περάσει μέ τά πόδια
στήν Ἑλβετία. Τοῦ μίλησα γιά τά ἔργα τοῦ Μαντένια στό Μιλάνο.
«Ὄχι», εἶπε, πολύ ντροπαλά, δέν τοῦ ἄρεσε ὁ Μαντένια.
Τοῦ ἔγραψα ποῦ νά φάει στό Μιλάνο καί τίς διευθύνσεις
συντρόφων. Μ’ εὐχαρίστησε θερμά, ἀλλά τό μυαλό του ἦταν ἤδη
φευγᾶτο μέ τή σκέψη νά διαβεῖ τό πέρασμα. Ἀνυπομονοῦσε νά τό
διασχίσει ὅσο κρατοῦσε ἀκόμη ὁ καλός καιρός. Ἀγαποῦσε τά βουνά
τό φθινόπωρο.
Τό τελευταῖο πού ἄκουσα γι’ αὐτόν ἦταν πώς οἱ Ἑλβετοί τόν εἶχαν φυλακίσει κοντά στή Σιόν(3).
Σημ.τ.μ.:
(1) Τὸ 1919, μετὰ τὴ λήξη τοῦ Α’
Πὰγκοσμίου Πολέμου στὴν Οὐγγαρία συστάθηκε ἡ Οὐγγρικὴ
Σοβιετικὴ Δημοκρατία ὑπὸ τὸν κομμουνιστὴ Μπέλα Κούν. Ὅμως τὸ
πολίτευμα καταλύθηκε γρήγορα ἀπὸ ἀντεπαναστατικὲς
δυνάμεις, τοὺς ἀποκαλούμενους Λευκούς, μὲ ἀρχηγὸ τὸν Μίκλος
Χόρτυ, ποὺ ἐγκαθίδρυσε αὐταρχικὸ καθεστώς. Οἱ Λευκοὶ
διέπραξαν σφαγὲς καὶ διώξεις ἐναντίον κομμουνιστῶν, Ἐβραίων,
σοσιαλιστῶν.
(2) Ὁ Μίκλος Χὸρτυ ἦταν Οὖγγρος
ναύαρχος καὶ πολιτικός, ὁ ὁποῖος διε-τέλεσε ἀντιβασιλέας
τῆς Οὐγγαρίας ἀπὸ τὸ 1920 ἕως τὸ 1944. Ἀνῆλθε στὴν ἐξουσία μετὰ
τὴν κατάπνιξη τοῦ σοβιετικοῦ καθεστῶτος ὑπὸ τὸν Μέλα Κούν, τὸ
ὁποῖο εἶχε ἐπικρατήσει στὴ χώρα τὸ 1919 καὶ ἡγήθηκε ἑνὸς
αὐταρχικοῦ ἐθνικιστικοῦ καθεσῶτος.
(3) Τὸ Σιὸν (γαλλικά: Sion,
γερμανικά: Sitten, λατινικά: Sedunum) εἶναι πόλη στὴν δυτικὴ
Ἐλβετία, πρωτεύουσα τοῦ καντονιοῦ Βαλαί. Βρίσκεται στὶς ὄχθες
τοῦ ποταμοῦ Ροδανοῦ. Στὰ βορειοανατολικὰ ἀπὸ τὴν πόλη
βρίσκεται τὸ χιονοδρομικὸ κέντρο Κρὰν-Μοντανά.

Πηγή: Standard ebooks.com
Τό
διήγημα «The Revolusionist γράφηκε περίπου τό 1923, καί
δημοσιεύθηκε σέ μορφή «βινιέτας» στό παριζιάνικο ἔντυπο In our time τό 1924. Τό 1925 συμπεριλήφθηκε στήν Ἀμερικανική ἔκδοση τῆς συλλογῆς In Our Time (5 Ὀκτωβρίου 1925) τοῦ Ἐκδοτικοῦ Οἴκου Boni & Liveright (Νέα Ὑόρκη).
Ἔρνεστ Χέμινγουέϊ (Ernest Hemingway, 1899-1961):
Ὁ Ἔρνεστ Χέμινγουέϊ ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους
πεζογράφους τοῦ 20οῦ αἰώνα, βραβευμένος μέ τό βραβεῖο Νόμπελ
(1954). Τό ἔργο του ἐπηρέασε καί συνεχίζει νά ἐπηρεάζει
ἀναρίθμητους συγγραφεῖς τόσο στή γενέτειρά του, τίς ΗΠΑ, ὅσο
καί στόν ὑπόλοιπο κόσμο. Ὁρισμένα ἀπό τά γνωστότερα
μυθιστορήματά του εἶναι Ὁ Γέρος καί ἡ θάλασσα (The old man and the sea, 1951), Ἀποχαιρετισμός στά ὅπλα (A farewell to arms, 1929), Γιά ποιόν χτυπᾶ ἡ καμπάνα (For whom the bell tolls, 1940), Ὁ ἥλιος ἀνατέλλει ξανά (The sun also rises, 1926) κ.ἄ. Μεγάλο μέρος τοῦ ἔργου του ἔχει μεταφραστεῖ στά ἑλληνικά. Δεῖτε καί τό ἀφιέρωμα τοῦ ἱστολογίου μας στόν συγγραφέα πού ἐπιμελήθηκε ἡ Νατάσα Κεσμέτη.
Μετάφραση ἀπό τά ἀγγλικά:
Νατάσα Ζαχαροπούλου (1961): Σπούδασε Δημοσιογραφία. Πρωτοεμφανίστηκε μέ τή συλλογή ποιημάτων Νά σ’ ἔχω (1995) καί τή συλλογή διηγημάτων Κι ἄς μέ ταξιδεύεις ὅπου (1995). Τελευταῖα της βιβλία: Πρόσωπα στό Νερό (Μυθιστόρημα, 2013) & Πετώντας μ’ ἕνα drone
(Διηγήματα, 2019). Ποιήματα, διηγήματα καί μεταφράσεις
της δημοσιεύονται σέ ἔντυπα καί ἠλεκτρονικά περιοδικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου