Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2022

ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ

 

του Γιάννη Σχίζα

Ποντίκι 17.3.22

 

            Η  δομή των «ευάριθμων»  και πολυάνθρωπων   πόλεων ,  με την μεγάλη οικονομική σημασία στο σύστημα της εθνικής παραγωγής, αναδύθηκε   κυρίως   από τις δράσεις της βιομηχανικής επανάστασης.  Στις απαρχές του 21ου αιώνα, παρά τις διαφωνίες όσον αφορά το   μέγεθος  που προσδίδει σε μία   οικιστική  συνάθροιση  την ταυτότητα της πόλης, θεωρείται  ότι οι  αστικοί σχηματισμοί   ξεπερνούν κατά πολύ  το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού.    Οι σύγχρονες μεγαπόλεις όπως  το Μέξικο Σίτι, η Βομβάη, το Κάϊρο, η Κωνσταντινούπολη, η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο κλπ. εκφράζουν σε κάποιο βαθμό την  αδυναμία των «πολιτικών περιφερειακής ανάπτυξης » στο  να  διαμορφώσουν  κατοικημένους χώρους  με  «άριστα» πληθυσμιακά μεγέθη .

 

      Οι  αστικοί σχηματισμοί  ακολούθησαν την αναπτυξιακή τους δυναμική , σε αντίθεση  με διάφορα  κατά καιρούς  μεταρρυθμιστικά σχέδια. Το 1902 ο H.G. Wells πρόβλεπε ότι «η πόλη θα εξαπλωθεί καταλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις που θα χάσουν πολλά από τα χαρακτηριστικά της υπαίθρου…Η ίδια η ύπαιθρος θα αποκτήσει πολλά από τα χαρακτηριστικά της πόλης». Σε αντίθεση με αυτό το  πνεύμα ο Λε Κορμπυζιέ υποστήριξε ότι «οι πόλεις είναι κατάσχεση της φύσης από τον άνθρωπο» και πρότεινε την  καθ’ύψος ανάπτυξη και γενικότερα την «τριδιάστατη πολεοδομία», την μικρότερη δυνατή κατάληψη  επιφανειακού χώρου από τα κτίρια, και επί πλέον  τις πυλωτές και τους ταρατσόκηπους ! Το κέρδος  της  άποψης του Λε Κορμπυζιέ  βρίσκονταν στην εξοικονόμηση χώρου για τη φύση και  στην ανάσχεση της αστικής επέκτασης , που ήδη αποκτούσε μεγάλη δυναμική. Είναι χαρακτηριστικό αυτής της επέκτασης ότι στην Αγγλία η ετήσια απώλεια γης προς όφελος των αστικών χρήσεων το  1961 ήταν 540.000 στρέμματα, ενώ στις ΗΠΑ η απώλεια παραγωγικής γης από το Β Παγκόσμιο ως τα τέλη της δεκαετίας του 70 έφθανε τα 30 εκατομμύρια στρέμματα.                              

 

 


Αντίθετα με  τη  λογική της χωρικής «Κορμπυζιανής»  υπερσυγκέντρωσης με  τις κατά το δυνατόν  μικρότερες  περιβαλλοντικές επιπτώσεις, οι «απολεοδομιστές» στην Σοβιετική Ένωση της δεκαετίας του 1920  πρότειναν την  διάσπαση των πόλεων σε μικρά οικιστικά σύνολα  χωροθετημένα κατά μήκος των μεγάλων κυκλοφοριακών αξόνων.  Από μιά άλλη, ενδιάμεση  άποψη, ο  Εμπενέζερ  Χάουαρντ  προώθησε την ιδέα των «κηπουπόλεων» επιχειρώντας την εκ βάθρων ανάπλαση του αστικού  χώρου  μέσα από την  ανα- σύνθεση    ανθρωπογενών και φυσικών στοιχείων, χωρίς να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την  εκτατική  μεγέθυνση  των αστικών σχηματισμών : Μεγέθυνση   η οποία ήδη από τον 19ο, «προαυτοκινητιστικό»  αιώνα , προξενούσε  αρκετές δυσλειτουργίες  και σημαντικά κυκλοφοριακά προβλήματα ,όπως αυτά στα οποία αναφέροταν η   «Σαινσιμονική» μεταρρυθμίστρια   Φλορα Τρίσταν ,  σε βιβλίο της που  εκδόθηκε το

 1840 :

 «Το Λονδίνο,κέντρο των κεφαλαίων και των επιχειρήσεων της Βρετανικής αυτοκρατορίας, προσελκύει διαρκώς καινούργιους κατοίκους . Όμως τα πλεονεκτήματα που, από την άποψη αυτή προσφέρει η πόλη στην   βιομηχανία, αντισταθμίζονται από τα προβλήματα  που προκύπτουν από τις τεράστιες αποστάσεις  :  Η πόλη είναι μιά συνένωση πολλών πόλεων. Η έκτασή της έχει αυξηθεί τόσο πολύ  ώστε οι κάτοικοι δεν έχουν δυνατότητες συναναστροφής και γνωριμίας μεταξύ τους… ένας άνθρωπος χάνει μισή μέρα στο πηγαινέλα στους δρόμους του Λονδίνου..»

 

            Στον αντίποδα της  λογικής  της εντατικής πολεοδομίας διαμορφώθηκαν   κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα διάφορες   «φουτουριστικές» προσεγγίσεις, που  κυρίως περιέγραφαν  την δυναμική των εξελίξεων   χωρίς να  επιχειρούν  την τροποποίηση ή ανάσχεσή  τους . Ο  Δοξιάδης υποστήριξε στην δεκαετία του 1960 τον ερχομό  της «Οικουμενούπολης»  - δηλαδή ενός παγκόσμιου αστικού «συνεχούς» -   υποστηρίζοντας ότι αυτή αποτελεί  αναπόδραστη  μορφή   στην πορεία της πολεοδομικής εξέλιξης.  Λίγο   αργότερα ο μελλοντολόγος   Χέρμαν Καν πρόβλεψε  τον  μέσω συγχώνευσης σχηματισμό τριών εκτεταμένων  μεγαλουπόλεων στην Αμερική(Boswash, Chi-Pitss , San San , Βοστώνη-Ουάσινγκτον, Σικάγο-Πίτσμπουργκ, Σαν Φρανσίσκο- Σαν Ντιέγκο)  ,  κατά τα πρότυπα του «δικού μας» Α θ η ν ο π ε ι ρ α ι ά ……

Από μιά παράλληλη και κάθε άλλο παρά οικολογική άποψη, διατυπώθηκαν  και «υπερφουτουριστικές »  απόψεις όπως αυτή του Μπουκμίνστερ Φούλερ   γιά την  «θολωτή πόλη» (Dome city), δηλαδή μια μελλοντική  πόλη που θα  προφυλάσσονταν  από τεχνητή οροφή , θα ήταν   απρόσβλητη από τα μετεωρολογικά φαινόμενα   και – κατά τα πρότυπα  ενός διαστημικού οικισμού – θα διήγε   σε   κατάσταση ελεγχόμενου εσωτερικού κλίματος !

 

Η ΣΧΕΣΗ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΥΣΗΣ  

     Υπό την επίδραση του οικολογικού κινήματος η πολεοδομία της εποχής μας  έθεσε το πρόβλημα της συνύπαρξής  φύσης και πόλης και της δοσολογίας  ανθρωποποίητων  και φυσικών  στοιχείων. Οι όμοροι αλλά και οι εσωτερικοί χώροι της πόλης  αποτέλεσαν ένα τεράστιο πεδίο αντιπαραθέσεων,  μέσα σε συνθήκες όπου  η   φυσικότητα του «αστικού τοπίου», η ποιότητα του μικροκλίματος, η απορρύπανση, η διατήρηση της άγριας ζωής κλπ.  αναδείχθηκαν σε κοινές  αξίες  ευρύτατων  κοινωνικών στρωμάτων. Ακόμη μέσα σ’ αυτή τη προβληματική  εμφιλοχωρούσε η ιδέα της αισθητικής της πόλης  όπως και η ιδέα των νυχτερινών φωτισμών, που στην Αθήνα εισήχθησαν από την τέχνη του Pierre Bideau.Όμως  το πρόβλημα  της  διαμόρφωσης  της  περιαστικής και «ενδοαστικής» φύσης   πήρε  νέα τροπή  μέσα στις συνθήκες της πληροφορικής εποχής  και της κρίσης των μεγαπόλεων.   Και συγκεκριμένα :    Το μοντέλο  της   «ελεύθερης»   ανάπτυξης της πόλης  προς την περιφέρεια,  προβλήθηκε  σαν ένα είδος  αυθόρμητης  αποκέντρωσης  που εξασφαλίζει καλύτερες σχέσεις με τη φύση! Κι ακόμη  σαν κάτι που  δεν προξενεί νέες κυκλοφοριακές  δραστηριότητες  και συμφορήσεις   λόγω των  εξελισσόμενων    «τηλεδυνατοτήτων»  της εποχής μας  -  όπως είναι η τηλεεργασία, οι τηλεαγορές  και  οι τηλεεξυπηρετήσεις κάθε μορφής !

       Από την άλλη πλευρά  οι υποστηρικτές της παραδοσιακής «κεντρομόλας» πόλης  - με την περιορισμένη εδαφική επέκταση και την εξέχουσα σημασία του κέντρου -  υπογράμμισαν τον αναντικατάστατο ρόλο των προσωπικών επαφών  στην ποιότητα ζωής και ζήτησαν την «ορθολογική  αξιοποίηση» του αστικού χώρου  με στόχο την εγγύτητα των χρήσεων, τον πλουραλισμό ,την δυνατότητα των «χρηστών» της  πόλης  να την  διανύουν  πεζοί και σε μικρούς χρόνους κλπ. Η δεύτερη  άποψη   ακολούθησε  την τελευταία  τριακονταετία  παράλληλη διαδρομή με το οικολογικό κίνημα :  Ένα κίνημα  το οποίο, εκτός από την περιστασιακή αναφορά σε διάφορα μοντέλα «οικόπολης» και  εκτός από την ανάδειξη των ζητημάτων της ενεργειακής εξοικονόμησης , της διαχείρισης των αποβλήτων, της ανακύκλωσης  και γενικότερα  του πολεοδομικού μοντέλου « μικρών εισροών και εκροών», συνηγόρησε  στις πιο ορθολογικές εκδοχές του υπέρ της   εξοικονόμησης  του (αστικού) χώρου  και υπέρ της προστασίας της  περιαστικής φύσης .. Αξιομνημόνευτο στην προκειμένη περίπτωση  είναι το έργο του Πιέρ Σαμουέλ ή της  Αμερικανίδας Μάρσια Λόου του Ινστιτούτου  Worldwatsch….

              Σήμερα  η σύγκρουση ανάμεσα  στην άμορφη αστική επέκταση    και  στην  «προγραμματισμένη»  πόλη με τα παραδοσιακά «δομικά» χαρακτηριστικά,  γίνεται όλο και περισσότερο  αισθητή  στο επίπεδο της πράξης και της θεωρίας. Οι Ευρωπαϊκοί αστικοί σχηματισμοί είναι γενικώς  φιλικοί με τη λογική της κεντρομόλας πόλης, παρά το γεγονός ότι η  «αστική περιφέρεια»  των Ευρωπαϊκών πόλεων  φιλοξενεί όλο και περισσότερες ασυνάρτητες οικιστικές δομές. Το «Πράσινο βιβλίο  γιά το  Αστικό περιβάλλον» της (πρώην) ΕΟΚ, προϊόν σειράς διεθνών συνδιασκέψεων και ζυμώσεων υπό τη καθοδήγηση του Επιτρόπου Κάρλο Ρίπα Ντι Μεάνα ,  διατύπωσε το 1990  την  αρχή  της έλλογης πολεοδομικής ανάπτυξης : « Να   αποφευχθεί η παράκαμψη των προβλημάτων της πόλης με τη συνεχή επέκταση της περιφέρειάς της : Να επιλυθούν τα προβλήματά της μέσα στα υπάρχοντα όριά της» . Αντίθετα  στην Β.Αμερική και στην Αυστραλία, η   «περίσσεια» χώρου  οδήγησε στη δημιουργία διάσπαρτων  οικιστικών δομών,   στην «αποστασιοποίηση» των χρήσεων  και στην αύξηση των μετακινήσεων, με αποτέλεσμα την ανορθολογική ενεργειακή κατανάλωση  και  την σπατάλη του χρόνου των πολιτών. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Λος Άντζελες , που αναπτύχθηκε τελικά σε ένα χώρο ισοδύναμο με την Αττικοβοιωτία  και υποτάχθηκε στον  κυκεώνα  των αποστάσεων και της αυτοκίνησης : Η περιγραφή αυτού του φαινομένου  πήρε το όνομα Losangelization , ενώ  άλλοτε εισέπραξε τον πιο «αστρονομικό χαρακτηρισμό» του «αστικού big bang»…

 

 

Η ΑΝΑΓΚΗ ΜΙΑΣ  ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ

     Η θεώρηση της πόλης  ως πεδίου εντατικής  υπερσυγκέντρωσης έρχεται σε ρήξη με τη λογική της εκτατικής ανάπτυξης, που είναι η λογική της κατάτμησης του εθνικού εδάφους προς όφελος της έγγειας ιδιοκτησίας και  των συνεταιρισμών… Η αξιοποίηση του υπέργειου και του υπόγειου χώρου είναι αυτή που μπορεί να αποδώσει ευμεγέθη πεζοδρόμια και άλλους χώρους αναψυχής, προς όφελος των κατοίκου της πόλης.

 

Η επισκόπηση των εξελίξεων του  αστικού χώρου   και των «μετώπων» που αφορούν   την μελλοντική διαμόρφωσή του,  συνδέεται  ιδιαίτερα με τον σχηματισμό  μιας δημοτικής κινηματικής λογικής, πέρα από τις πολιτικές γενικολογίες αλλά και πέρα από τον εμπειρικό ακτιβισμό . Η επισκόπηση αυτή  μπορεί να φωτίσει αρνητικά και θετικά παραδείγματα και να προμηθεύσει αναλυτικά εργαλεία για την αντιμετώπιση προβλημάτων  όχι μόνο στις μεγάλες αλλά και στις μικρές χωρικές κλίμακες,  δηλαδή στις μικροκοινωνίες των προαστίων και των συνοικιών.. Σ’αυτές τις μικροκοινωνίες  προβλήματα όπως  εκείνα που αφορούν την αναλογία του χτισμένου(ιδιωτικού) χώρου με το πράσινο, με τις υποδομές κοινωνικής πρόνοιας, με την παιδεία, τον πολιτισμό κλπ. μπορούν να τεθούν με μεγαλύτερη σαφήνεια και αίσθημα δημοκρατικής ευθύνης, στο βαθμό που προηγείται μια γενική ανάγνωση του πολεοδομικού τοπίου και της δυναμικής του.

             Η έννοια των «ελεύθερων χώρων» σε αντιπαράθεση  με τις στρεβλώσεις   που υφίσταται  υπό την επίδραση διαφόρων  ιδιοτελών  τοπικιστικών συμφερόντων – όταν λχ «ελευθερος χώρος» θεωρείται ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων -  ή  η αξίωση της «χωροταξικής δημοκρατίας» υπό την  έννοια της διεκδίκησης ίσων δυνατοτήτων σε όλες τις περιοχές της πόλης, προϋποθέτουν επίσης μια γενική σύλληψη των προβλημάτων του αστικού χώρου. Μια τέτοια  σύλληψη απαιτείται   για τη ρύθμιση της μορφής των μικροχώρων, γιά την ρύθμιση των συντελεστών δόμησης και των ποσοστών κάλυψης των οικοπέδων, για τον προσδιορισμό των «άριστων» κτιριακών αποστάσεων με στόχο την διευκόλυνση της απορρύπανσης και του αερισμού  των μικροχώρων κλπ.

       Τα κύτταρα των ποικίλων αστικών σχηματισμών- προάστια, συνοικίες, γειτονιές –εγγράφουν μέσα στα πλαίσιά τους  τις δυσλειτουργίες  και τους περιορισμούς  του μείζονος  χώρου. Και οι κινηματικές επεμβάσεις σ’ αυτά τα κύτταρα είναι υποχρεωμένες  να δηλώνουν αυτούς τους περιορισμούς , χωρίς να παράγουν λαϊκιστικές ψευδαισθήσεις  αλλά και χωρίς να παραπέμπουν σε αφηρημένες πολιτικές προτάσεις . Εξ άλλου η   οικο-λογική  προσέγγιση των  πολεοδομικών κυττάρων δεν μπορεί  να είναι μια απλοϊκή πρόταση «πρασινίσματος» του κατοικημένου χώρου αλλά μια σύνθετη, περιεκτική «συστημική» πρόταση :    Μιά πρόταση συμβιωτικών ανθρώπινων  σχέσεων , αντίπαλη με τις  υπάρχουσες «ροβινσονιάδες» των  αστικών χώρων….

Σημειώσεις

1.Από το βιβλίο του  Jean Luc Pinol  «Ο κόσμος των πόλεων τον 19ο αιώνα» ,Εκδ. «Πλέθρον», Αθήνα 2000.

2.Μarcia D.Lowe, “Shaping cities”,  από το συλλογικό έργο “State of the World 1992” του Ινστιτούτου  Worldwatsch,  Εκδόσεις  Norton, Νέα Υόρκη.

3. «Πράσινο βιβλίο για το Αστικό Περιβάλλον», έκδοση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1990

4. Πιέρ Σαμουέλ, «Οικολογία, χαλάρωση ή δαιμονικός κύκλος», εκδόσεις Βέργος, Αθήνα 1973

5. Λε Κορμπυζιέ, «Η Χάρτα των Αθηνών», μετάφραση Σταύρος Κουρεμένος, εκδόσεις Ύψιλον

6.Mιχάλη Κακογιάννη, «Σχεδιάζοντας το θαύμα», από το αφιέρωμα του λογοτεχνικού περιοδικού « η Λέξη» στην Αθήνα τον Νοέβρη-Δεκέμβρη 2001

7.Γιάννη Σχίζα, «Αττική – μια οικολογική περιήγηση στο παρελθόν και στο μέλλον», εκδόσεις Σαββάλα, 1996

8. Μάρραιη Μπούχτσιν, «Τα όρια της πόλης», εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, 1979

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου