Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τρίτη 15 Ιουλίου 2025

Φίλιππος Δρκοντοειδής : Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

 Ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, πεζογράφος και μεταφραστής, γεννήθηκε το 1940 και είδε το πρώτο του βιβλίο να κυκλοφορεί το 1962. Ωστόσο, το 1995 αποκήρυξε ένα μεγάλο μέρος του συγγραφικού του έργου και ξανάγραψε τα μυθιστορήματα Σχόλια σχετικά με την περίπτωση, Στα ίχνη της παράστασης, Προς Οφρύνιο, Το άγαλμα, Το μήνυμα  και Η πρόσοψη. Επίσης, έχει γράψει τα δοκίμια Φεβρουάριος αιών, Παραμύθι της λογοτεχνίας και Μνήμη και μνήμη. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, στα ολλανδικά και στα σλοβενικά. Έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας (1981), είναι Ιππότης της Τάξης Τεχνών και Γραμμάτων της Γαλλίας και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Το τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων Προ πολλού και προ ολίγου, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Πώς γίνεται η προετοιμασία συγγραφής ενός βιβλίου;

Η άποψή μου είναι πως το βιβλίο προϋπάρχει και αναζητεί τον συγγραφέα του. Σε αυτήν την προϋπόθεση, η προετοιμασία της συγγραφής περνάει από λογιών φάσεις, διαφορετικές κάθε φορά, διαφορετικές δηλαδή για κάθε βιβλίο και για κάθε είδος βιβλίου (διηγήματα, μυθιστόρημα, ποίηση) με σημείο εκκίνησης την πεποίθηση ότι γράφουμε πάντα αυτά που μπορούμε και όχι αυτά που ξέρουμε. Έτσι μας βρίσκει το βιβλίο. Το βιβλίο είναι ο δημιουργός και κριτής.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου Προ πολλού και προ ολίγου;

Δεν με καθοδήγησε μια ιδέα, αλλά εκείνη η πιεστική και επείγουσα αυταπάτη ότι έχει φτάσει η ώρα να πεις αυτά που έχουν συσσωρευτεί κατά τρόπο μοιραίο και απαιτούν να μπουν σε τάξη, ώστε να μπορέσεις να τα τιθασεύσεις και να λάβουν μορφή. Αυτό απαιτεί χρόνο, έξι χρόνια στην προκειμένη περίπτωση, διαρκείς διορθώσεις, ώστε να ισχύει στο τέλος η περίφημη διάγνωση του Σάμιουελ Μπέκετ: «απέτυχες, την επόμενη φορά να αποτύχεις καλύτερα». Το βιβλίο σε έχει βρει, αλλά εύλογο είναι να αμφιβάλλεις αν έκανε τη σωστή επιλογή. Η συγγραφή δεν παύει να είναι ερωτηματικό.

Ο τίτλος Προ πολλού και προ ολίγου είναι συμβολικός ή δηλώνει κάτι κυριολεκτικά;

Το περιεχόμενο προσδιόρισε τον τίτλο. Αν δεν κάνω λάθος, η διάκριση σε δύο ίσα μέρη με 14 διηγήματα σε κάθε μέρος (πάντα με ενδιαφέρει η ισορροπία!) ακολουθεί μια διαδρομή πολιτισμού με ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα από τα χρόνια του Λεονάρντο ντα Βίντσι («προ πολλού») ως τις μέρες μας («προ ολίγου»). Ουσιαστικά, υποθέτω πως συνάντησα τον Λεονάρντο, τον Μπαχ, τον Μότσαρτ, καθώς και ταπεινούς και αξιόλογους ανθρώπους, όλους με την ίδια βαρύτητα και τον ίδιο σεβασμό. Ας πούμε πως πρόκειται για κυριολεξία του τίτλου.

Γιατί προτιμήσατε να γράψετε διηγήματα;

Με το πέρασμα του χρόνου, γίνομαι όλο και πιο καχύποπτος ως προς τις δημιουργικές μου δυνάμεις. Δοκιμάζομαι στα μικρά ως άσκηση και αξιολόγηση, μήπως διακρίνω ότι υπάρχει ακόμα δυνατότητα για κάτι φιλόδοξο. Η μικρή φόρμα είναι επικίνδυνη, αλλά και βατή, καθορίζει τα μέτρα της και σε αυτά υπακούεις. Ετούτο το βιβλίο είναι το δεύτερο και τελευταίο μέρος μιας ομάδας διηγημάτων. Υπενθυμίζω ότι το πρώτο μέρος, με τίτλο Τέσσερις γωνίες και επτά θανάσιμα αμαρτήματα, κυκλοφόρησε το 2022 (Κέδρος).

Λεονάρντο Ντα Βίντσι, Τζοκόντα, Μπαχ, Μότσαρτ. Πώς γίνεται ζωγραφική και μουσική να μας ταξιδεύουν σε άγνωστα ταξίδια της γραφής;

Θα απαντήσω αφελώς πως η ζωγραφική και η μουσική είναι γραφές, πως τέτοιες γραφές σχημάτων και ήχων εμπεριέχουν λέξεις εκτός λεξιλογίου, εξ ου και το άφατο, το υπερβατικό. Μου φαίνεται εξωπραγματικό ότι κάποιος ζωγραφίζει, ότι κάποιος γράφει ήχους: πρόκειται για το δέος της πολυσημίας, της αέναης αναζήτησης των αποχρώσεων, άγνωστα ταξίδια προς άγνωστες διαδρομές, γνωστές αποτυχίες.

Η γραφή είναι ύπουλη: δεν τιμάει πάντα το θέμα που την απασχολεί.

Και ο Φραντς Κάφκα ξεχωρίζει ανάμεσα σε σπουδαία ονόματα. Γιατί είναι διαχρονικός ο Κάφκα και το έργο του αγαπημένο;

Μελετώ αυτήν την περίοδο το έργο του Κάφκα ως έργο ενός τεχνοκράτη, έχοντας υπόψη μου την επιτελική διοικητική θέση του στην «Εταιρεία Ασφαλειών κατά των Εργατικών Ατυχημάτων για το Βασίλειο της Βοημίας» και την αναφορά του προς τη Διοίκηση της Εταιρείας για την αύξηση των αποδοχών του με αναντίρρητα επιχειρήματα που στηρίζονται σε στατιστικούς πίνακες και ακλόνητα συμπεράσματα. Αυτή η παράμετρος έχει διαφύγει και αλλάζει την ουσία του καφκικού κόσμου. Νομίζω πως έφτασε η ώρα να δούμε τον Κάφκα αλλιώς. Κατανοώ δηλαδή ότι γελούσε όταν διάβαζε, όπως λέγεται, στους φίλους του τη Μεταμόρφωση. Διαχρονικός ώσπου να διαψευστεί από μια ελαύνουσα πραγματικότητα, που χαράζει το τέλος του ανθρώπου ως οντότητα και ως είδος.

Ανθρώπινες ζωές φανερώνονται και ξεδιπλώνονται μέσα από τη γραφή. Είναι στιγμές από τις ζωές των άλλων;

Είναι στιγμές δικές μου σαν να είναι στιγμές των άλλων και των άλλων σαν να είναι δικές μου στιγμές, που δεν πρόλαβαν να διαφύγουν από το δίχτυ του βίου, είτε λόγω ασημαντότητας και αδυναμίας, είτε λόγω αυταπάτης περί της αξίας τους. Η γραφή είναι ύπουλη: δεν τιμάει πάντα το θέμα που την απασχολεί. Υπάρχει οιδιπόδειο σύμπλεγμα μεταξύ ζωής και γραφής. Στο τέλος, η γραφή βγάζει τα μάτια της ως άλλος Οιδίπους και η ζωή αδιαφορεί, έχει το πάνω χέρι.

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου υπάρχει η φράση: «όταν πλέκεις μια ιστορία πρέπει να έχεις μαλλί για πλέξιμο». Τι σημαίνει αυτό;

Είθισται να λέμε πως το λογοτέχνημα «έχει πλοκή». Κατανοώ αυτήν την έκφραση ως αποδοχή του γεγονότος πως η λογοτεχνία είναι χειρωναξία. Και το σπουδαιότερο παράδειγμα χειρωναξίας είναι το πλέξιμο, το οποίο απαιτεί γνέσιμο μαλλιού, κουβάριασμα, βελόνες (δύο οπωσδήποτε, αλλά και τρεις ή τέσσερις), μέτρημα σε πλάτος, σφιχτό ή χαλαρό πλέξιμο, μονόχρωμο, δίχρωμο, πολύχρωμο, πειθαρχικό πλέξιμο, αρκετό μαλλί ώστε να εξασφαλιστεί επιτυχές αποτέλεσμα. Έχω παρατηρήσει ότι πολλοί γράφουν δίχως να έχουν βελόνες, δίχως να έχουν μαλλί, πλέκουν κατά δήλωση, εκθέτουν το πλεκτό τους παρόλο που είναι τσίτικο. Και το τσίτικο εντυπωσιάζει. Και πουλάει. Προς Θεού, δεν πρόκειται για μομφή. Ο κόσμος έχει τους σαλτιμπάγκους του, οι οποίοι έχουν την πλειοψηφία των θεατών.

Γιατί η Ελλάδα είχε και έχει σπουδαίους διηγηματογράφους;

Υπάρχει η παράδοση των ανώνυμων αφηγήσεων, των «φυλλάδων» της μεταβυζαντινής και νεότερης Ελλάδας, της αρθρογραφίας, των περιοδικών, της προφορικότητας που αναπαράγει και βελτιώνει το παρελθόν του λόγου. Εξάλλου, η γραφή και η γραπτή λογοτεχνία είναι ευρωπαϊκή αστική υπόθεση, είναι η συνέπεια της εγγραμματοσύνης. Η νεότερη Ελλάδα δεν έχει αστικό παρελθόν, ούτε θριάμβους εγγραμματοσύνης, αλλά περιέργως παγκόσμιας εμβέλειας μοναχικές μορφές: Σολωμός, Κάλβος, Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός, Ροΐδης, Καβάφης… Περιορίζομαι να πω πως καλή η επιστημονική και κριτική προσέγγιση τέτοιων μορφών, κακή η απουσία τους στο πολιτιστικό παρόν. Το αν έχουμε σήμερα σπουδαίους διηγηματογράφους, δεν το ξέρω. Η βουή και η αντάρα δεν είναι καλό σημάδι.

Τι πρέπει να αλλάξει για να γίνει η ελληνική πεζογραφία καλύτερη;

Αυτή η ερώτηση ταιριάζει στους ειδήμονες. Ας πω πως βλέπουμε τα τρένα να περνούν από στάσεις ενός ασαφώς αργοπορημένου δρομολογίου. Πού θα φτάσει;

Ποιο βιβλίο διαβάσατε τελευταία και σας άρεσε;

Τζον Άλεκ Μπέικερ, Ο πετρίτης (μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Δώμα, 2025). Ύμνος του μεγαλείου της φύσης, δέος μπροστά στο ήθος του πετρίτη, δηλαδή του γερακιού, καταισχύνη του ανθρώπου. Καμία ελπίδα αποφυγής του προσεχούς τέλους.

Μια φράση που θυμάστε καλά από τα βιβλία που έχετε διαβάσει και τη χρησιμοποιείτε συχνά στη ζωή σας;

Προτιμώ τη συμβουλή της γιαγιάς μου Μαίρης, να μην παίρνω την πορδή μου για άγιο μύρο. Και τη συμβουλή της τυφλής στα γεράματά της θείας Ασπασίας, να σκέφτομαι με το μέσα μυαλό.

 

Προ πολλού και προ ολίγου
Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής
Κέδρος
224 σελ.
ISBN 978-960-04-5501-4
Τιμή 12,50
0 ianos vivliopolio 21062025


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου