Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τρίτη 18 Απριλίου 2023

Ἡ ὑπὲρ λόγον Ἀνάσταση καὶ ἡ θεολογοῦσα Χημεία

 

 

Καταστολῇ δέ, Σῶτερ, τῇ ἐν σινδόνι καὶ μνήματι

                                                     πεπεδημένους ἔλυσας...

                                                                                     (Κανὼν Μ. Σαββάτου, γ΄ ᾠδή)

 

Τοῦ κ. Κων. Ἰ. Δάλκου, Φιλολόγου,

ἐπιτ. Δ/ντοῦ τοῦ 3ου Λυκ. Αἰγάλεω

 

   Φίλε ἀναγνώστη, τὶς ἡμέρες αὐτὲς ποὺ προοιμιάζουν τὴν μεγάλην ἑορτὴ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἦρθε στὴν μνήμη μου ἕνα βιβλίο, τὸ ὁποῖο πέρυσι εἶχε συμπεριλάβει στὶς ἐκδόσεις του τὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Πρόκειται γιὰ μιὰ μελέτη 250 σελίδων, τὴν ὁποίαν ὑπογράφουν δύο πανεπιστημιακοί, ὁ καθηγητὴς τοῦ Τμήματος Χημείας κ. Θ. Μαυρομούστακος καὶ ὁ κ. Σ. Δεσπότης, καθηγητὴς τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας. Ἡ ἐπιστημονικὴ αὐτὴ μελέτη φέρει τὸν τοὐλάχιστον ἀπροσδόκητο, ἂν ὄχι παράδοξο, τίτλο «Θεολογικὴ καὶ Χημικὴ ἐπισκόπηση τῆς Ἀνάστασης τοῦ Λαζάρου καὶ τοῦ Χριστοῦ σύμφωνα μὲ τὸ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο»!

   Ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ἀσφαλῶς ὅτι ἡ ἔκπληξη ποὺ προκαλεῖ ὁ τίτλος αὐτὸς δὲν ἀφορᾷ τὴν «θεολογικὴ ἐπισκόπηση», ἀλλὰ τὴν ἀνάμειξη ἑνὸς κλάδου τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, μιᾶς πειραματικῆς δηλαδὴ ἐπιστήμης, ὅπως ἡ Χημεία, σὲ μιὰ πρὸ δύο περίπου χιλιάδων ἐτῶν ἀφήγηση θαυμαστῶν γεγονότων, τὰ ὁποῖα θεωροῦνται κυρίως ἀντικείμενα πίστεως, ἀλλ’ἐρευνῶνται, ὡς ἐν τόπῳ καὶ χρόνῳ συμβάντα,καὶἀπὸ τὴν ἐπιστήμη τῆς Ἱστορίας. Εἶναι ὅμως ἐπίσης ἐντυπωσιακό, ἀλλ’ ὄχι ἀνεξήγητο, τὸ γεγονὸς ὅτι διαχρονικῶς ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων ζητοῦν νὰ ἐρευνήσουν τὴν ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἐπαληθεύοντας καὶ τὴν πρόρρηση τοῦ Συμεῶνος, ὅτι «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον».

Διότι οἱ τόννοι τῆς μελάνης ποὺ ἔχουν ἀναλωθῆ γιὰ τὴν ἀποδοχὴ ἢ τὴν ἄρνηση τῆς ἱστορικότητας τοῦ θαύματος αὐτοῦ ἀποδεικνύουν τὴν κομβικὴ σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὴν ζωή μας.

Εἶναι δηλαδὴ προφανὲς ὅτι ἡ ἄρνησή του ἔχει ὡς συνέπεια τὴν ἀπόγνωση γιὰ τὸν θρίαμβο τοῦ χώματος ἔναντι τῆς ποθούμενης ἀειζωίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ ἀποδοχὴ τοῦ λογικῶς παραδόξου «θανάτῳ θάνατον πατήσας» καταφάσκει καὶ νοηματοδοτεῖ τὴν ζωή μας, ὑπαγορεύοντας ὅμως συνάμα καὶ μιὰ συγκεκριμένη κατεύθυνση βίου. Τὸ τελευταῖο αὐτὸἴσως ἑρμηνεύει καὶ τὴν ἐντόνως ἀρνητικὴ στάση πολλῶν, ἀφοῦ, νομίζω κατὰ τὸν Leibnitz, οἱ ἄνθρωποιθὰ ἀμφισβητοῦσαν ἀκόμη καὶ τὴν Γεωμετρία, ἂν τυχὸν ἐπιχειροῦσε νὰ καθορίσῃ τρόπο ζωῆς!

   Ἀσφαλῶς ὅμως ὁ βασικὸς λόγος ἀρνήσεως τῆς ἱστορικότητας ὄχι μόνον τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄλλου θαύματος ποὺ ἀφηγοῦνται τὰ Εὐαγγέλια, εἶναι ὁ οἱονεὶσκανδαλισμός, ἡ ἀμηχανία, ὁ κατὰ Παπαδιαμάντην «ἀντίκτυπος τοῦ νοῦ», τὸν ὁποῖονπροκαλεῖὅ,τι εἶναι «ὑπὲρ φύσιν καὶ λόγον». Συγχρόνως ὅμως εἶναι λογικῶς ἀδιέξοδη ἡ προσπάθεια μὲ μοναδικὸ ὄργανο τὴν τυπικὴ Λογικὴ νὰ ἀποκλεισθοῦνὡς ἀναληθεῖςἀφηγήσεις γεγονότων, τὰ ὁποῖακαὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς αὐτόπτες ἀφηγητές των ὁμολογοῦνται ὡς «ὑπὲρ λόγον» συμβάντα.Ὁ συλλογισμὸς δηλαδὴ ὅτι «αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι θαύματα, διότι θαύματα δὲν γίνονται», περιέχειἕνα βασικὸ λογικὸ σφάλμα, αὐτὸ ποὺ ὁ Ἀριστοτέλης ὠνόμασε «λῆψιν τοῦ ζητουμένου», ὅταν δηλαδὴ κατ’ οὐσίαν ταυτίζονται ἐπιχείρημα καὶ συμπέρασμα.

   Ὁ τρόπος λοιπὸν ποὺ ἀντιμετωπίστηκε συχνὰ κατὰ τὸ παρελθόν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πολλοὺς σχολιάζεται σήμερα, δηλαδὴ μὲ ὅρους τῆς κοινῆς λογικῆς, τὸ «ὑπὲρ φύσιν καὶ λόγον» γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως, μοῦ θύμισε ἕνα Παπαδιαμαντικὸ σύντομοἀφήγημα ποὺἔχει τὸν τίτλο «Ἡ κάλτσα τῆς Νώενας». Ἐκεῖ δύο παρέες «ἔξωθεν ἐξοχικοῦ καφενείου» σχολιάζουν εἰρωνικῶς κάποιες ἀφηγήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἕνας νεαρὸς κύριος ἀπὸ τὴν πρώτη παρέα, πίσω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίουμᾶλλον κρύπτεται ὁ Παπαδιαμάντης, ἐγέλασε μὲ τὶς ἐλαφρὲς εὐφυολογίες δύο γυναικῶν γιὰ τὸν χῶρο ποὺ πιθανὸν κατέλαβαν ἐντὸς τῆς Κιβωτοῦ τοῦ Νῶε ὁ ψύλλος καὶ ἡ ψεῖρα. Ἀντιθέτως ὅμως ἐνωχλήθηἀπὸ τὸν βάναυσον τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖον «ἐν ἐξάψει» νεαρὸς Ριζαρίτης ἀπὸ τὴν πλησίον παρέα ἐσχολίασε κάποιαν ἄλλην ἐπίσης παλαιοδιαθηκικὴν ἀφήγηση θαύματος, ἀπευθυνόμενος διὰ τοῦ κλητικοῦ «βρέ» (!)«εἰς τὸν ἀόρατον καὶ ἀπρόσωπον, τὸν διευθυντὴν συντάκτην τῆς ἱερᾶς Γραφῆς...ἴσως εἰς τὸν προφήτην Μωυσέα»:

-  Καὶ τίνος τὰ πουλᾷς αὐτὰ βρέ; Τίνος τὰ πουλᾷς αὐτά;

Στὴν αὐθάδη αὐτὴ ρητορικὴ ἐρώτηση ἀπαντᾷ ὁ Παπαδιαμάντης:

- Τίνος τὰ πουλᾷ; ... Μὰ αὐτὰ τὰ πράγματα, εἶναι εἴκοσιν αἰῶνες τώρα, ἐξακολουθοῦν νὰ πουλοῦνται εἰς ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, καὶ μάλιστα αἱ Βιβλικαὶ Ἑταιρεῖαι τὰ πουλοῦν μεταφρασμένα εἰς τριακόσιες τόσες γλῶσσες. Κι ἔπειτα, ἐκεῖνος ποὺ τὸ πουλᾷ, ὡς θαῦμα ζητεῖ νὰ τὸ πουλήσῃ καὶ ὅχι ὡς κοινόν τι καὶ σύνηθες. Οὐδὲ βιάζει κανέναν νὰ τὸ πιστεύσῃ».

   Νομίζω λοιπὸν ὅτι τὸ σύντομο αὐτὸ κείμενο σχολιάζει παραστατικὰ αὐτὴτὴν στάση τῆς ἀρνήσεως τοῦ ὑπερφυσικοῦ, ὡς ἀφύσικου, καὶ τοῦ «ὑπὲρ λόγον», ὡς παραλόγου, δεδομένου μάλιστα ὅτι καὶ ἡ ἄρνηση αὐτὴ εἶναι ἐπίσης σαφῶς ἀναπόδεικτη.Δὲν εἶναι ὅμως παράδοξο τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἀναπόδεικτες αὐτὲς ἐνστάσεις κυκλοφοροῦν εὐρύτατα καὶ συνήθως ἀναμασῶνται ἐπετειακῶς τὶς ἡμέρες αὐτὲς στὴν χώρα μας, προσλαμβάνοντας κάποτε καὶ τήν, ὑποτίθεται, ἐπιθετική, πράγματι δὲ κωμική, μορφὴ τῆς ἐν Μεγάλῃ Παρασκευῇ κρεοφαγίας!

    Ἐπίσης δὲν εἶναι παράδοξο τὸ ὅτι οἱ ἀπόψεις αὐτὲς διετυπώθησαν σὲ χιλιάδες σελίδες τὸν ΙΗ΄ καὶ ΙΘ΄ αἰῶνα κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Διαφωτισμοῦ, ὅταν δηλαδὴ στὴν Δύση ὁ «νεωτερικὸς» ἄνθρωπος εἶχε τοποθετήσει ἀλαζονικῶς, ὡς θεότητα, τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ στὸν θρόνο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὸ ὄντως ὅμως περίεργο εἶναι πῶς τόσοι «λογικευόμενοι» ἄνθρωποι δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὅτι προφανῶς παραλογίζονται, ὅταν ἀποφαίνονται, καὶ μάλιστα κατηγορηματικῶς μὲ ὅρουςμόνον τῆς κοινῆς λογικῆς γιὰ μὴ προσιτὰ στὴν ἐμπειρία τουςσυμβάντα,ἀλλὰ καὶ φυσικὰ ἢ κοινωνικὰ περιβάλλοντα, θεσμούς,πρόσωπα καὶ πράγματα, χωρὶς νὰ συνειδητοποιοῦν ὅτι ἐν τέλειὑποτιμοῦνὑπεροπτικὰ τοὺς πρὸ 1800 ἐτῶν ἀνθρώπους ὡς ἀπατεῶνες ἢἠλιθίους!

   Διότιοἱ σχετικὲς μελέτες καὶ οἱ μυθιστορηματικὲς βιογραφίες τοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἐκυκλοφορήθησαν τότε δὲν διατυπώνουν ἁπλῶς καποιον εὔλογο σκεπτικισμό, ἀλλ’ ἐπιχειροῦν νὰ δώσουν μιὰ φυσιοκρατικὴ ἑρμηνεία στὶς ὑπὲρ λόγον εὐαγγελικὲςἀφηγήσεις καὶ ν’ ἀποδείξουν τὰ πάντα ὡς συμβάντα φυσικά, ὡς παρερμηνεῖες πραγματικῶν περιστατικῶν ἢ ἁπλῶς ὡς μύθους. Ἐλάχιστα παραδείγματα ἀπὸ τὶς «ἑρμηνεῖες» αὐτὲς νομίζω πὼς ἀρκοῦν νὰ πείσουν τὸν ἀναγνώστη γιὰ τὸν ἐπιχειρούμενο προφανῆ βιασμὸν ὄχι μόνον τῶν γεγονότων, ἀλλὰ καὶ τῆς κοινῆς λογικῆς.Παραθέτω κάποιες ἀπὸ τὶς «ἑρμηνεῖες» αὐτές:

 Ὑποστηρίζουνπ.χ. ὅτι  στὸν γάμο τῆς Κανᾶ δὲν συνέβη πράγματι μετατροπὴ τοῦ νεροῦ σὲ κρασί. Ἀντιθέτως ὁ Ἰησοῦς εἶχε φέρει μαζί του ὡς γαμήλιο δῶρο μερικὲς κανάτες καί, ὅταν προέκυψεν ἡ ἔλλειψη, ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ κεράσουν ἀπὸ τὸ δικό του. Ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος  ἀφηγεῖται ὡς θαῦμα τὸ γεγονός, ἴσως νὰ εὑρισκόταν σὲ κατάσταση μέθης, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι, καὶ δὲν ἐπρόσεξε τἰ πράγματι εἶχε συμβῆ!!Ἰσχυρίζονται ἐπίσης ὅτι οἱ ποικίλεςθεραπεῖες τῶν ἀρρώστων, λεπρῶν, χωλῶν, τυφλῶν δαιμονιζομένων κλπ. ποὺ ἀφηγοῦνται τὰ Εὐαγγέλια ὀφείλονται στὸ ὅτι ὁ Ἰησοῦς διέθετε κάποιες ἰατρικὲς γνώσεις! Εἶχε, λέγουν, πάντοτε μαζί του ἕνα φορητὸ φαρμακεῖο μὲ καταπραϋντικὰ φάρμακα καὶ κολλύρια, ἐνῶ ἕνας μυστηριώδης Πέρσης στὴν ἀγορὰ τῆς Ναζαρὲτ τὸν εἶχε προμηθεύσει μὲ δύο μυστικὰ φάρμακα, ἕνα γιὰ τὸ κακὸ μάτι καὶ ἕνα γιὰ τὶς νευροπάθειες!! Οὔτε βέβαια, λέγουν,ἐπεριπάτησε ποτὲ πάνω στὰ κύματα τῆς Τιβεριάδος· ἀντιθέτως ἔπλεε ὄρθιος πάνω σ’ ἕνα μεγάλο δοκάρι. Οἱ μαθητὲς δὲν εἶδαν τὸ δοκάρι καὶ πίστεψαν πὼς ἦταν θαῦμα!!

    Ἕνα πλῆθος ἀπὸ παρόμοιες ἀστήρικτες ἢ ἀνόητες ἐξηγήσεις ἀναπτύσσονται ἀπὸ τὴν καλπάζουσα φαντασία τῶν, ὑποτίθεται, ὀρθολογιστῶν αὐτῶν γιὰ ὅλα γενικῶς τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως οἱ ἀναστάσεις τῶν νεκρῶν, ὁ χορτασμὸς τῶν πεντακισχιλίων, ὁ κατευνασμὸς τῆς θαλασσοταραχῆς, ἡ Μεταμόρφωση, ἡ Ἀνάληψη κλπ. Στὸ παρὸν ὅμως σημείωμα, ποὺ ἔλαβε ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω μνημονευθεῖσα μελέτη, θ’ ἀναφερθοῦμεσὲ ὅσα φανταστικὰ καὶ παράλογα ἔχουν διατυπωθῆἀπὸ συγχρόνους καὶ μεταγενεστέρους τῶν γεγονότων, μὲ τὰ ὁποῖα ἀμφισβήτησαντὴν ἀλήθειατῆς Ἀναστάσεως.

   Εὑρίσκεται λοιπὸν στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον καὶ ἀναγιγνώσκεται κατὰ τὴν Λειτουργία τοῦ Μ. Σαββάτου ἡ πρωτογενὴς καί, τρόπον τινά, «αὐθεντικὴ» ἀντίρρηση γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεως. Εἶναι ὁ πρόχειροςἰσχυρισμὸς πού,διὰ πολλῶν ἀργυρίων ἀγόρασαν καὶ  ὑπαγόρευσαν στοὺςφύλακες τοῦ τάφου οἱ ἀρχιερεῖς «μετὰ τῶν πρεσβυτέρων», ἀναγκασμένοι νὰ δικαιολογήσουνἐκ τῶν ἐνόντων τὸ ἀνερμήνευτο μυστήριο τοῦ κενοῦ τάφου. Ἐδήλωσαν λοιπὸν οἱ φύλακες ὅτι«οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτόν, ἡμῶν κοιμωμένων»!Ἡ ψευδομαρτυρίαβεβαίως αὐτὴ εἶναιφανερὸν ὅτι προσκόπτει σὲ πολλά, πλὴν τοῦ γεγονότος ὅτι οὔτε οἱ στρατιῶτες, γιὰ τὴν παραμέληση τοῦ καθήκοντος, οὔτε οἱ μαθητές, γιὰ τὴν ὑποτιθέμενη κλοπή, ἐκλήθησαν νὰ ἀπολογηθοῦν. Κυρίως ὅμως ἀνατρέπεται, ἐπειδὴ περιέχει ἕναν ὀφθαλμοφανῆ παραλογισμό, τὸν ὁποῖον ὑπέδειξε μὲ τὸν γνωστὸδιλημματικὸ συλλογισμό, νομίζω, ὁ ἱερόςΑὐγουστῖνος. Διότι ἀναντιρρήτως δύο μόνον ἐνδεχόμενα ὑπῆρχαν,εἴτε δηλαδὴ νὰ εἶχαν κοιμηθῆ οἱ στρατιῶτες εἴτε νὰ ἦσαν ξυπνητοί. Καὶ ἂν μὲν εἶχαν κοιμηθῆ, δὲν ἐξηγεῖται πῶς εἶδαν τὴν κλοπὴ τοῦ νεκροῦ. Ἂν πάλι ἀγρυπνοῦσαν, τίθεται ἀμείλικτοτὸ ἐρώτημα γιατί δὲν τὴν ἐμπόδισαν!

   Εἶναι λοιπὸν προφανὲς ὅτι αὐτὴ ἡ συντριβόμενη μὲ ἕναν ἁπλὸ συλλογισμὸ ἐξήγηση ἀποτελεῖ συγχρόνως καὶ ἀπόδειξη τῆς ἀμηχανίας τῶν ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι, μολονότι τότε εἶχαν ὑπ’ ὄψιν τους ὅλα τὰ δεδομένα τῆς ἀνακρίσεως, δὲν κατώρθωσαν νὰ εὕρουν ἢ νὰ ἐπινοήσουν μιὰ πειστικώτερη ἑρμηνεία γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ κενοῦ τάφου. Ἐκεῖ λοιπὸν ποὺ ἀπέτυχαν τότε οἱ αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι, οἱ γνωρίζοντες πρόσωπα καὶ πράγματα, οἱ ἔχοντες πέραν αὐτῶν καὶ ἄμεσο συμφέρον νὰ ἀποδείξουν τὸ ἀνυπόστατο τῆς Ἀναστάσεως, ἐπιχείρησε νὰ ἐπιτύχῃ,διανοούμενος μετὰ τὴν πάροδο δεκαοκτὼ καὶ πλέον αἰώνων,ἐκτὸς δηλαδὴ τόπου καὶ χρόνου, καὶπρὸς ἑαυτὸν ἀντιφάσκων, ὁ Ὀρθολογισμός.

Σύμφωνα ὅμως,φίλε ἀναγνώστη, μὲ τὴν καίρια Εὐριπίδεια γνώμη,

ἁπλοῦς ὁ μῦθος τῆς ἀληθείας ἔφυ,

κοὐ ποικίλων δεῖ τἄνδιχ’ ἑρμηνευμάτων·

ἔχει γὰρ αὐτὰ καιρόν· ὁ δ’ ἄδικος λόγος

νοσῶν ἐν ἑαυτῷ φαρμάκων δεῖται σοφῶν.

Δηλαδή, ὁ ἀληθινὸς λόγος εἶναι φύσει ἁπλὸς καὶ τὰ δίκαια δὲν χρειάζονται πολύπλοκες ἑρμηνεῖες, διότι εἶναι αφ’ ἑαυτῶν ἰσχυρά. Ἀντιθέτως ὁ ἄδικος λόγος, ὂντας ἐκ τῆς φύσεώς του ἀδύναμος, ζητεῖ νὰ στηριχθῇ σὲ σοφιστικὰ τεχνάσματα. Ἐν προκειμένῳ λοιπὸν εἶναι ἀρκετὴ μιὰ ἁπλῆ ἀνάγνωση, γιὰ νὰ διαπιστώσῃ κανεὶς ὅτι οἱ εὐαγγελικὲς ἀφηγήσεις φέρουνἀκριβῶςαὐτὸτὸ χαρακτηριστικὸτῆς ἁπλότητας τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας. Ἡ ἰδιότητα ὅμως αὐτὴ εἶναι πολὺ περισσότερον εὐδιάκριτη, ὅτανοἱ εὐαγγελιστὲς ἀναφέρονται στὰ κατ’ ἐξοχὴνδραματικὰ γεγονότα τῶν φρικτῶν παθῶν καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Διότι ἐκεῖ πλέον δὲν θὰ ἐπέκρινε κανεὶς ὡς ὑπερβολικές, ἂν ὑπῆρχαν, κάποιες ἐκτεταμένεςπεριγραφὲς φορτισμένες μὲἔντονα συναισθήματα ὀργῆς, θλίψεως καὶ ἀπελπισίας γιὰ τὴν σταύρωση ἢ ἀντιθέτως χαρᾶς καὶ ἐνθουσιασμοῦ γιὰ τὸν ἀδόκητο θρίαμβο τῆς Ἀναστάσεως.Ἀντιθέτως ὁ σημερινὸς ἀναγνώστης, ποὺ βεβαίως διψᾷγιὰ περισσότερες καὶ ἐντυπωσιακὲς λεπτομέρειες, εὑρίσκεται πρὸ λιτῶν, συντόμων, ἀνεπιτήδευτων, ἤρεμων καὶ εἰλικρινῶν περιγραφῶν ἀφοῦ οἱ συντάκτες των δὲν παραλείπουν σὲ μιὰ τόσο βραχεῖαν ἀφήγηση ν’ ἀναφερθοῦνκαὶ στήν, ὄχιτιμητικὴ βέβαια γιὰ τοὺς ἴδιους, δειλία καὶ ἔλλειψη πίστεως.

   Εἶναι ἐπίσης χαρακτηριστικὸν ὅτι ἀποφεύγουν νὰπεριγράψουν τὸ ἴδιο τὸ γεγονὸςτῆς Ἀναστάσεως, τῆς ὁποίας τὸν μυστηριώδη τρόπο δὲν εἶδε κανείς, ἀλλὰ μὲ λιτότητα ἱστοροῦν τὶς ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρες ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ, τῶν ὁποίων ὑπῆρξαν αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες.Ὁ ἀναγνώστηςποὺ ἔχει κατὰ νοῦν τὴν γνωστὴ δυτικῆς ἀφετηρίας καὶ ἐμπνεύσεως εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, ὅπου ὁ Χριστὸς πρὸ τῶν καταπλήκτων φυλάκων τοῦ μνήματος ἀνεβαίνει θεατρικῶς στὸν οὐρανὸ κρατῶντας μιὰ κυματίζουσα κόκκινη σημαία, μπορεῖ νὰ ἐκτιμήσῃ τὴν ἀξιοπιστία τῶν λιτῶν εὐαγγελικῶν ἀφηγήσεων, μὲ τὶς ὁποῖες συντάσσεται καὶὁ ὑμνῳδός:

Κύριε, ὥσπερ ἐξῆλθες ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου,

οὕτως εἰσῆλθες καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων

πρὸς τοὺς μαθητάς σου...

     Ὅσοι λοιπὸν ἀρνοῦνται, ὡς ἀντικείμενη στὴν λογική, τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι φανερὸν ὅτι προσκόπτουν στὰ κείμενα αὐτά, ὄχι μόνον διότι ἀναδίδουν τὸ ἄρωμα τῆς ἀλήθειας, ἀλλ’ ἐπειδή, ἂν θελήσουν νὰ τὰ ἀγνοήσουν ἐξ ὁλοκλήρου, θὰ καταλήξουν κατ’ ἀνάγκην στὸ ἐπίσης παράλογο προφανῶς συμπέρασμα ὅτι «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐγένετο οὐδέν»! Ἐπιχειρῶντας λοιπὸν νὰ πείσουν ἑαυτοὺς καὶ τοὺς ἄλλους, προσφεύγουν σὲ ὑποτίθεται λογικές, ἀλλὰ κατ’ οὐσίαν φανταστικές, ἐν πολλοῖς δὲἐξωφρενικές, ἑρμηνεῖες. Κάποιοιλοιπὸν υἱοθετοῦν τὸν ἀνωτέρω ἀναπόδεικτο καὶ ἀβάσιμον ἰσχυρισμὸ τῶν ἀρχιερέων περὶ τῆς δῆθεν κλοπῆς, ἐνῶ ἄλλοι ἔχουν ἐπινοήσει τὴν καινοφανῆ θεωρία τῆς νεκροφάνειας. Αὐτοὶ δηλαδή, σὲ γενικὲς γραμμές,ὑποθέτουν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἀλλ’ ἔδωσε τὴν ἐντύπωση πὼς ἦταν νεκρὸς καὶ ἐτάφη. Μέσα λοιπὸν στὸν δροσερὸ τάφο μὲ τὴν ἐπίδραση τῶν ἀρωμάτων ἀνέκτησε τὶς αἰσθήσεις του, πέταξε ἀπὸ πάνω του τὰ σάβανα, ἐκύλισε τὸν βαρύτατο λίθο ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖο, ἐφόρεσε μιὰ στολὴ κηπουροῦ, διέφυγε τὴν προσοχὴ τῶν φυλάκων, ἐμφανίστηκε στοὺς μαθητές του καὶ μετὰ ἀπὸ σαράντα ἡμέρες ἐξαφανίστηκε!!

   Ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι μόνον φανταστικὰ καὶ παράλογα, ἀλλὰ κυριολεκτικῶς ἀστεῖα, εἶναι νομίζω φανερό. Διότι μία μόνον  παραπομπὴ στὸν Ἑβραῖο ἱστορικὸ καὶ λόγιον Ἰώσηπο (Ἰωσήφ), ὁ ὁποῖος ἐγεννήθη πέντε περίπου χρόνια μετὰ τὴν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, νομίζω πὼς θὰ δικαιώσῃ τοὺς χαρακτηρισμοὺς αὐτούς. Ὁ Ἰώσηπος λοιπὸν ἦταν αὐτόπτης μάρτυρας τῆς ὁλοκληρωτικῆς καταστροφῆς τῆς Ἰερουσαλὴμ ἀπὸ τὶς λεγεῶνες τοῦ Τίτου τὸ 70 μ.Χ. Οἱ Ρωμαῖοι ἐσταύρωσαν τότε γύρω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως πολλοὺς Ἑβραίους. Μεταξὺ αὐτῶν ὁ Ἰώσηπος ἀνεγνώρισε τρεῖς φίλους του καὶ παρεκάλεσε τὸν Ρωμαῖο στρατηγό, τοῦ ὁποίου ἦταν γνωστός, νὰ τοὺς χαρισθῇ ἡ ζωή. Γράφειστὴν αὐτοβιογραφία του: «Προσελθὼν Τίτῳ εἶπον, ὁ δ’ εὐθὺς ἐκέλευσεν καθαιρεθέντας αὐτοὺς θεραπείας ἐπιμελεστάτης τυχεῖν, καὶ οἱ μὲν δύο τελευτῶσι θεραπευόμενοι, ὁ δὲτρίτος ἔζησεν». Δηλαδή, μολονότι ἀμέσως τοὺς κατέβασαν ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ τοὺς προσέφεραν «ἐπιμελεστάτην» ἰατρικὴ νοσηλεία, μόνον ὁ ἕνας ἐξ αὐτῶν ἐπέζησε! Φανταστῆτε λοιπὸν πόσες ἐλπίδες ἐπιβιώσεως μποροῦσε νὰ ἔχῃ ὁ οἱοσδήποτε ἄνθρωπος μετὰ ἀπὸ μιὰ φρικτὴ μαστίγωση, κρεμασμένος μὲ πόνους ἀφόρητους ἐπὶ δέκα τοὐλάχιστον ὧρες στὸν σταυρὸ, αἱμορραγῶντας ἀπὸ τὰ καρφιὰ τοῦ μαρτυρίου καὶ τὴν «χαριστικὴ βολὴ» τῆς λόγχης. Καὶ πόσες ἐπίσης  δυνατότητες εἶχε νὰ ἀναρρώσῃ ἄσιτος ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες στὸν τάφο, ὥστε νὰ βαδίζῃ ἐλευθέρως μὲ διαλυμένα καὶ τὰ πέλματα τῶν ποδιῶν, ἐμφανίζοντας μάλιστα τὴν εἰκόνα νικητὴ τοῦ θανάτου! Διότι ἡ σκαπάνη τῶν ἀρχαιολόγων ἀνεκάλυψε τὸ 1968 καρφωμένο στὰ πόδια κάποιου ποὺ εἶχε σταυρωθῆ ὅπως ὁ Χριστὸςἕνα καρφὶ 17-18 ἑκατοστῶν! Ἀφήνω λοιπὸν στὸν ἀναγνώστη νὰ προσθέσῃ στὶς παρατηρήσεις αὐτὲς καὶ ἄλλες προφανεῖς καὶ πολλὲς ποὺ ἀποδεικνύουν τὸ μέγεθος αὐτῶν τῶν ἐν ὀνόματι τῆς λογικῆς παραλογισμῶν.

Στὸ σημεῖο ὅμως αὐτὸ θὰ ἐπανέλθω στὴν ἐπιστημονικὴ μελέτη ποὺ ἀνέφερα στὴν ἀρχή καὶ θ’ ἀφήσω τὴν Χημεία νὰ ὑπομνηματίσῃμιὰ λεπτομέρεια τοῦ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου. Οἱ συγγραφεῖς λοιπὸν τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἐρευνοῦν σχολαστικὰ μεταξὺ ἄλλων τὸ χωρίο τοῦ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου, στὸ ὁποῖο περιγράφεται ὁ ἐνταφιασμὸς τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκεῖ οἱ δύο πλούσιοι «κεκρυμμένοι» μαθητές του, ὁ «ἀπὸ Ἀριμαθαίας» Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, ἐτύλιξαν τὸνεκρὸ σῶμα («ἔδησαν» λέγει τὸ κείμενο) μὲ νεκρικὰ σεντόνια, ἀφοῦ προηγουμένως, σύμφωνα μὲ τὰ ἰουδαϊκὰ ἔθιμα ταφῆς, τὸ ἄλειψαν μὲ ἀρώματα, ποὺ ἐν προκειμένῳ ἦσαν ἕνα μεῖγμα σμύρνης καὶ ἀλόης «ὡς λίτρας ἑκατόν», δηλαδὴ τριάντα περίπου κιλά!Δὲν εἶναι βεβαια δυνατὸν νὰ παραθέσω ἐδῶ λεπτομερῶς τοὺς χημικοὺς τύπους καὶ τὶς πολυσέλιδες ἀναλύσεις ποὺ ἀφοροῦν τὶς ἰδιότητες τοῦ λινοῦ ὑφάσματος καὶ τῶν ἀρωμάτων αὐτῶν. Θὰ ἀντιγράψω ὅμως αὐτολεξεὶ τὸ συμπέρασμα τῆς ἔρευνας: «Τὸ βασικὸ χαρακτηριστικὸ (τοῦ λιναριοῦ) εἶναι ὅτιπεριέχει πηκτίνες, ἑτεροπολυσακχαρίτες, οἱ ὁποῖοι συγκρατοῦν τὰ κυτταρικὰ τοιχώματα. Αὐτὲς μπορεῖ νὰ ἐξασκοῦν ἰσχυροὺς πολικοὺς δεσμοὺς μὲ τὰ συστατικὰ τῆς ἀλόης καὶ τοῦ μύρου, καὶ νὰ δημιουργοῦν τόσες ἰσχυρὲς συνεκτικὲςδυνάμεις, ὥστε τὸ σῶμα μὲ τὸ λινὸ ὕφασμα νὰ συγκολλῶνται μεταξύ τους, μὲ ἀποτέλεσμα μόνο σχίζοντας τὸ ὕφασμα νὰ μπορῇ νὰ ἀποκολληθῇ».

   Ἡ Χημεία λοιπὸν ἑρμηνεύει τὸν λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖον ὁΠέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης, ποὺ εἶχαν εἰσέλθει πρῶτοι στὸ μνημεῖο, ἐπίστευσαν στὴν Ἀνάσταση, πρὶν ἀπὸτοὺς ἄλλους μαθητές, ἀφοῦ εἶδαν ἀλώβητα ἐντὸς τοῦ μνημείουτὰ λινὰ«ὀθόνια κείμενα» καὶ χωριστὰ τὸ «σουδάριον», τὸ κάλυμμα δηλαδὴ τῆς κεφαλῆς, κάπου ἐκεῖ χωριστὰ τυλιγμένο. «Ἑπομένως (σύμφωνα μὲ τὴν μελέτη) ἦταν σαφὲς ὅτι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπέστη κλοπή, ἀφοῦ τὰ ὀθόνια καὶ τὸ σουδάριο δὲν σχίστηκαν. Οὔτε βέβαια θὰ μποροῦσε νὰ ξετυλιχθῇ τὸ σουδάριο γιὰ τὸν φυσικοχημικὸ λόγο ποὺ ἀναπτύξαμε πιὸ πάνω. Τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης βρίσκονταν μπροστὰ σὲ ἔνα θαῦμα». Προφανῶς μὲ τὸ ἴδιο ἐπίσηςσκεπτικὸ ἀνατρέπεται καὶ τὸ νεωτερικὸ φαντασιοκόπημα τῆς νεκροφάνειας, τὴν ὁποίαν βέβαια, πέραν αὐτοῦ, οἱἐκ πείρας τότε γνωρίζοντες ἔθιμα, πρόσωπα καὶ πράγματα δὲν θὰ εἶχαν κἂν διανοηθῆ νὰ ὑποστηρίξουν.

   Φίλε ἀναγνώστη, τὸ παρὸν σημείωμα ἀσφαλῶς δὲν ἐγράφη γιὰ ν’ ἀποδείξῃ μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὴν Χημεία κάτι ποὺ ἀνήκει στὸν χῶρο τῆς πίστεως, ἀλλ’ ἁπλῶς γιὰ νὰ δείξῃ, ἡμέρες ποὺ ἔρχονται, ὅτι μέσα σ’ ἕναν κόσμο κατάσπαρτον ἀπὸ ἀκατάληπτα θαύματα εἶναι τοὐλάχιστον παράδοξη ἡ ἀλαζονικὴ ἔπαρση ὅσων ἀρνοῦνται νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν ὕπαρξιν ὑπὲρ λόγον πραγμάτων, ἐκείνων δηλαδὴ τῶν πραγματικοτήτων ποὺ δὲν γίνεται νὰ συμπιεσθοῦν στὸ στενὸ πλαίσιο, στὸ καλούπι τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καὶ τῆς τρεχούσης ἐμπειρίας. Τὸ βέβαιον ὅμως εἶναι πὼς ἡ ἔπαρση αὐτὴ ἀποκλείει τὴν εἰρηνεύουσα τὴν ζωή μας χάρη τῆς πίστεως. Τελειώνοντας ὅμως θὰ προσθέσω ἕνα τελευταῖο σχόλιο σὲ μιάν, ὄχι ἀσήμαντη, λεπτομέρεια τοῦ εὐαγγελικοῦ ἱστορήματος.

   Γράφει λοιπόν, αὐτόπτης ὄντας, ὁ Ἰωάννης ὅτι, μετὰ τὴν «σκοτίας ἔτι οὔσης» πληροφορία Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς περὶ τοῦ κενοῦ τάφου, τρέχοντας «ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον καὶ παρακύψας βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια, οὐ μέντοι εἰσῆλθεν». Ἔχει λοιπὸν τεθῆ τὸ ἐρώτημα πῶς ἦταν δυνατόν, χωρὶς νὰ εἰσέλθῃ, νὰ ἐντοπίσῃ τὰ ἀντικείμενα αὐτὰ μέσα στὴν νύχτα καὶ τὸ βαθὺ σκοτάδι τοῦ σπηλαιώδους μνημείου. Στὴν εὔλογη αὐτὴ ἀπορία ἀπαντᾷ ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μ. Βασιλείου ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: «πλήρης γὰρ ἦν ὁ τάφος φωτός, ὥστε καὶ νυκτὸς οὔσης ἔτι, διπλῶς θεάσασθαι τὰ ἔνδον, καὶ αἰσθητῶς καὶ πνευματικῶς».   Ἦταν, λέγει, ὁ τάφος πλημμυρισμένος μὲ κάποιο φῶς διπλὰ φωτιστικό, γιὰ τὴν σωματικὴ δηλαδὴ καὶ τὴν μύχια ὅραση. Προφανῶςλοιπὸνἐκεῖνο τὸ παράδοξο ἄκτιστο φῶςεἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸ φῶς ποὺἀστράφτοντας καταυγάζει καὶ σήμερα, τὸ μεσημέρι τοῦ Μ. Σαββάτου, τοὺς θόλους τοῦ ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπως ἀφηγοῦνται ὅσοι ἔχουν ἀξιωθῆ νὰ τὸ ἀντικρύσουν.

Φῶς ποὺ πατεῖ χαρούμενο τὸν Ἅιδη καὶ τὸν Χάρο!

 

   Καλὴν Ἀνάσταση!

 

 

 

   Ἐδημοσιεύθη τὴν Μεγάλη Τετάρτη, 12/4/2023, στὴν ἑβδομαδιαία ἐφημερίδα «Αἰγάλεω, ἡ Πόλη μας».

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου