Ο πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής σε μια συνέντευξη με αφορμή το μυθιστόρημά του «Η πρόσοψη» (εκδ. Κέδρος), τη συλλογή δοκιμίων του «Εκτός πλαισίου» (εκδ. Εκκρεμές), καθώς και την «ξανακοιταγμένη» μετάφρασή του, με επιπλέον σχόλια και σημειώσεις, στο εμβληματικό μυθιστόρημα του François Rabelais «Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ», το οποίο εντάσσεται και κυκλοφορεί στη «Λευκή σειρά» των εκδόσεων Εξάντας.
Της Λίνας Σόρογκα
Το μυθιστόρημα Η πρόσοψη καλύπτει την ιστορική περίοδο από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τα μέσα του 20ου και παρακολουθεί τις εξελίξεις της πολιτικής, της αποικιοκρατίας, των πολέμων και επαναστάσεων από τη Ρωσία ως τη Γαλλία, από την Ελλάδα ως τη Σενεγάλη και το Κονγκό, από τη δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάνδου στο Σαράγιεβο ως την μάχη της Φασοντά στο Νότιο Σουδάν. Πρόσωπα υπαρκτά, γεγονότα που αντλήθηκαν από αρχεία, προσωπικά ημερολόγια, έντυπα εποχής, είναι οι παράμετροι αυτού του βιβλίου, που ο συγγραφέας δεν έπαψε να αναθεωρεί και να συμπληρώνει ως την οριστική έκδοση του βιβλίου από τις εκδόσεις Κέδρος.
Στο τελευταίο σας μυθιστόρημα Η πρόσοψη, πίσω από τον μύθο και τις περιπέτειες τριών Κεφαλλήνων, του επιφανούς εμπόρου Κατσίγερα, και των τριών γιών του, Κωνσταντίνου, Αντώνη και Ιωάννη, των ηρώων από το Αϊβαλί Στάθη Καραστάθη, με εθελοντική αποστολή στην Αφρική και Σωκράτη Σαρηνικόλα, δάσκαλου στην Οδυσσό, παντρεμένοι με τις αδελφές Ζιλμπέρ και Οντέτ από την Γαλλία, τη δασκάλα του πιάνου Ραχήλ Νταβίντοβνα Σουλτς και τον Εβραίο έμπορο πατέρα της, από την Οδησσό, αναδύεται η ιστορία της Ευρώπης από τα τέλη του 19ου μέχρι και τα μισά του 20ου αιώνα. Εξιστορώντας πολλά από τα τραγικά γεγονότα στο διάστημα αυτό, επιδιώκετε να τα βλέπετε από την κωμική τους πλευρά. Σατιρίζετε την καθημερινότητα της εποχής αυτής, μέσα από μια λεπτή ειρωνεία. Η μαεστρία της γραφής αυτής, χαρακτηρίζει θα έλεγα, όλο το έργο σας. Θέλετε να σχολιάσετε;
Θα μου επιτρέψετε μια γενίκευση: η πλειοψηφία των συγγραφέων έχει απαντήσεις για τα κείμενα που παραδίδει στη δημοσιότητα. Απαντήσεις που υπερβαίνουν τον σχολιασμό και ερμηνεύουν το περιεχόμενο. Υποψιάζομαι πως γράφοντας, ξέρουν τι γράφουν, κατευθύνοντας τις λέξεις όπως ένας βοσκός το κοπάδι του. Με άλλα λόγια, έχουν την πεποίθηση πως εξουσιάζουν τις λέξεις. Συμπεραίνω πως πρόκειται για αυτοεξαπάτηση, για μοιραίο λάθος, επειδή λογαριάζω πως οι λέξεις οδηγούν τη γραφή, όπως ο εκπαιδευτής τους ορειβάτες. Σε ό,τι με αφορά, οι λέξεις «με» γράφουν. Ως εκ τούτου, προστρέχω στα ερωτήματα. Σατιρίζω; Γιατί άραγε; Και, με την απόσταση των χρόνων, λέω: «Εσύ έγραψες αυτό;». Το πέρασμα του χρόνου φέρνει στο φως την απορία: «Έγραψα;». Διατηρώ μιαν εκρεμμότητα που δεν μου επιτρέπει να προσδιορίσω τη μορφή και τα στοιχεία της γραφής μου. Και έτσι θα πάει ως το τέλος, υποθέτω.
Η πρόσοψη είναι ο τίτλος του βιβλίου σας. Γιατί διαλέξατε αυτόν τον τίτλο; Εμπεριέχει και αυτός μήπως το ειρωνικό στοιχείο;
Πιστεύω πως η Ιστορία του Δυτικού Κόσμου γκρέμισε κατά σύστημα το συνεχές του ελληνο-ρωμαϊκού-εβραϊκού Πολιτισμού μέσω ρήξεων, έντονων από την Βιομηχανική Επανάσταση του 18ου αιώνα, τις αμφίρροπες πολιτικές Επαναστάσεις, τους Παγκόσμιους Πολέμους, τις λογιών νεωτερικότητες. Δεν λέω πως δεν υπήρξαν θετικές εξελίξεις. Λέω πως δεν υπήρξε σταθερό σωρευτικό αποτέλεσμα, ενώ καθιερώθηκε μια διαρκώς αυξανόμενη αστάθεια άρρηκτα συνδεδεμένη με την Πρόοδο δια της Οικονομίας. Έτσι, μιλώντας για τον πολιτισμό σήμερα, μιλούμε για την εικόνα της «πρόσοψής» του. Αυτή βλέπουμε και θαυμάζουμε, πιστεύοντας επίμονα πως πίσω βρίσκεται το πλήρες οικοδόμημα της συνέχειας. Αν υπάρχει ειρωνεία εξαιτίας αυτής της αντίληψης, πρόκειται μάλλον για κλαυσίγελο.
Συχνά αναφέρεστε στο γνωστό παραμύθι «Η κοκκινοσκουφίτσα και ο λύκος», που είναι το μότο στο αφήγημά σας. Και ο γρίφος, ίσως, που ξεκλειδώνει το μυστήριο στην ιστορία σας;
Έχει συμβεί στην Ιστορία –σπανιότατα– να τρώει η κοκκινοσκουφίτσα τον λύκο, πράγμα που εξηγεί φαινόμενα των ευρωπαϊκών Μέσων και Νέων Χρόνων, όπως η δημιουργία κρατών, η αναγνώριση της θεωρητικής επιστήμης, η τυπογραφία, η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός, φαινόμενα μεγάλης σημασίας αλλά σύντομης αποτελεσματικότητας με πολλά απόνερα, επειδή πίστεψαν ότι επειδή είχαν φάει τον λύκο, άλλοι λύκοι δεν θα εμφανίζονταν. Η Ευρώπη και εξ αντανακλάσεως ο λεγόμενος Δυτικός Κόσμος έζησαν και εξακολουθούν να ζουν με το σύνδρομο της σωτηρίας από Κοκκινοσκουφίτσες που τρώνε λύκους. Δεν πρόκειται για γρίφο, αλλά για την ουτοπία ότι η σωτηρία, υπερβατική ή εκκοσμικευμένη, είναι προ των πυλών και όπου να ‘ναι φτάνει.
Τι είναι ο Φίλιππος Δρακονταειδής περισσότερο, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, στοχαστής, φιλόσοφος, ή ένας ρομαντικός παρατηρητής της ζωής;
Είναι ο άνθρωπος που μεγάλωσε και έζησε υπό συνθήκες τρόμου και σχετικής ανέχειας και βασανίζεται από την ανάγκη της επιβίωσης. Συνέβη να έχει επιβιώσει επεκτείνοντας τα πνευματικά του ενδιαφέροντα, που του επέτρεψαν μια κοστοβόρα ανεξαρτησία και τον σεβασμό της ζωής. Κατά πάσα πιθανότητα είναι ένας «πολυτεχνίτης», που προσπαθεί να μη γίνει «ερημοσπίτης». Άγνωστο για πόσο ακόμα.
Υπάρχει θέση στην ελληνική αγορά του βιβλίου για τον/τη συγγραφέα που μπαίνει αργά στη «περιπέτεια της γραφής»;
Είτε νωρίς είτε αργά, υπάρχει άραγε θέση για τον συγγραφέα στην ελληνική αγορά του βιβλίου; Η απάντηση είναι «ναι», όταν βρίσκεται στα θεωρεία του θεάτρου, θέση που κατέλαβε ή του δόθηκε, οπότε καλά έκανε και την κατέχει. Η απάντηση είναι «όχι», όταν βρίσκεται στη γαλαρία και κάνει θόρυβο. Δεν αξίζει να γίνεται κουβέντα για τέτοια παγιωμένη κατάσταση, φυσική βιολογικά και αρεστή κοινωνικά.
Σε παλαιότερες συνεντεύξεις αλλά και στο δοκίμιό σας, Μνήμη και μνήμη, μιλάτε για την παρακμή του γραπτού λόγου στη δύνη των τεχνολογικών εξελίξεων με τους υπολογιστές. Τα σύγχρονα επικοινωνιακά μέσα όπως τα social media, το facebook και η χρήση του διαδικτύου γενικότερα, δημιουργούν ένα περιβάλλον ρευστότητας, πολλαπλών επιλογών πληροφόρησης που αποτελεί πρόκληση αλλά και παγίδα για τους νέους ιδιαίτερα. Συγκριτικά με την ανάγνωση ενός καλού βιβλίου που απαιτεί πειθαρχία, διάθεση χρόνου, γνώσεις, καλλιέργεια και συγκέντρωση, τι θέση πιστεύετε ότι θα έχει στο μέλλον η δραστηριότητα αυτή; Θα αποτελεί είδος ποιοτικής ψυχαγωγίας για λίγους; Πώς μπορεί να στραφεί η νεολαία ώστε να αφιερώσει χρόνο και να βάλλει στην καθημερινότητα της την ανάγνωση ενός καλού βιβλίου;
Πολλά και αλληλοσχετιζόμενα ερωτήματα. Θα προσπαθήσω να συνοψίσω κάπως. Η ιστορική μνήμη δεν είναι «δεδομένα» (data), δεν υπακούει σε αλγόριθμους, συσσωρεύει τα αναπάντεχα, τα μακρόβια και εφήμερα, τα άσχετα, που προσφέρουν αφορμές για υποθέσεις, για αλήθειες, για λήθες. Η μνήμη του υπολογιστή επιβάλει τις παραμέτρους της, το δυαδικό «ναι/όχι», μιαν αλήθεια προγραμματισμένη. Προσδιορίζει έτσι τις παραμέτρους σκέψης. Τα λεγόμενα «επικοινωνιακά συστήματα» δημιουργούν απρόσωπες έμμεσες σχέσεις παράλληλων ή άσχετων μονολόγων, διαρκώς μεταβαλλόμενες, με έμφαση στο θυμικό, αχρηστευόμενες εν τη γενέσει τους από τη διαρκή υπόδειξη του «νέου», που δεν έχει χρόνο να αφομειωθεί και να εμπλουτίσει ή να απορριφθεί. Η μετάβαση στην κοινωνία της Τεχνητής Νοημοσύνης και του Ίντερνετ των Πραγμάτων πλάθει με αποφασιστικότητα ατομικότητες, υβρίδια ενός παρελθόντος Λόγου, ευκόλως εξουσιαζόμενα δια βίου από κάθε λογής κυρίαρχους. Τα σωματικά βασανιστήρια έχουν αντικατασταθεί από ψυχικά βασανιστήρια, εμφανιζόμενα ως ελευθερίες. Σε αυτό το περιβάλλον, το βιβλίο είναι προϊόν περιορισμένου βίου προς άμεση κατανάλωση, υποχρεωτικό «αριστούργημα» (πώς αλλιώς θα καταναλωθεί γρήγορα;). Τα συγγραφικά ταλέντα δεν λείπουν, είναι όμως μιας χρήσης (μερικών χρήσεων, σε λίγες περιπτώσεις). Και το προϊόν που ρίχνουν στην αγορά δεν είναι οπωσδήποτε το έργο τους, όσο το αποτέλεσμα της συνεργασίας του γράφοντος με τον ατζέντη του, τον επιμελητή του (editor), τον εκδότη. Στον στενότατο ελληνικό κύκλο, αυτή η διαδικασία δεν υπάρχει, τούτο όμως δεν σημαίνει ότι δεν καλλιεργούνται μιμήσεις και απομιμήσεις. Σπανιότατα θα διαβάσουμε δεύτερη φορά το βιβλίο ενός σύγχρονου συγγραφέα, κανένα σύγχρονο βιβλίο δεν θα αλλάξει τη ζωή μας, δεν θα είναι το «ευαγγέλιό» μας. Να διαβάσει η νεολαία; Γιατί; Ποιο είναι το ερέθισμα; Ποια η απολαυή; Ποια η συζήτηση; Ποια η αξία ενός συγγραφέα ανάμεσά μας; Υπάρχουν άξιοι πεζογράφοι και ποιητές που έχουν το ακροατήριό τους. Αποτελεί «κρίσιμη μάζα» αυτό το ακροατήριο, ώστε να επηρεάζει κάπως την κοινωνία;
Πρέπει να επεμβαίνει ο συγγραφέας στα κοινά και με ποιόν τρόπο;
Τι πάει να πει «να επεμβαίνει»; Σε ποια «κοινά»; Για να πει τι; Σε ποιόν; Ποια είναι η «αναγνωρησιμότητά» του για να έχει βαρύτητα; Σε ποια γλώσσα να μιλήσει; Η γλώσσα του είναι και γλώσσα των άλλων; Υπάρχει πιθανότητα να «συνεγείρει τα πλήθη;» Και αν υπάρχει τέτοια πιθανότητα, πόσο χρόνο θα διαρκέσει;
Τι πάει να πει «να επεμβαίνει»; Σε ποια «κοινά»; Για να πει τι; Σε ποιoν; Ποια είναι η «αναγνωρiσιμότητά» του για να έχει βαρύτητα; Σε ποια γλώσσα να μιλήσει; Η γλώσσα του είναι και γλώσσα των άλλων; Υπάρχει πιθανότητα να «συνεγείρει τα πλήθη;» Και αν υπάρχει τέτοια πιθανότητα, πόσο χρόνο θα διαρκέσει; Εξάλλου, τα «κοινά» είναι πλέον ιδιωτικά, οι ομάδες είναι μονάδες. Ο σύγχρονος κόσμος είναι το άθροισμα μονάδων, όχι ένα σύνολο. Ο συγγραφέας, λιγότερο ή περισσότερο, είναι εγωπαθής και υποκύπτει στη σαγήνη της επίδειξης.
Τι δεν συγχωρείτε στους φίλους σας;
Αυτά που μου συγχωρούν.
Το χειρότερο ελάττωμά σας;
Η περιέργεια.
Το καλύτερο προτέρημά σας;
Η περιέργεια.
Ο Φίλιππος Δρακονταειδής με τρεις λέξεις.
Μέχρι τελικής πτώσεως.
Το βιβλίο έχει την καμπύλη της ζωής: γεννιέται, μεγαλώνει, ωριμάζει, παρακμάζει. Αν το φροντίζουμε, έχουμε τη χαρά να το βλέπουμε υγιές και αρτιμελές. Κάθε βιβλίο ανεπίδεκτο τέτοιας «μαθήσεως» πρέπει να πηγαίνει στα αζήτητα, στα «αποκηρυγμένα».
Σας αρέσει να επεμβαίνετε στα παλιά σας έργα, να τα αποκηρύσσετε και να τα ξαναγράφετε, όπως τα μυθιστορήματα Σχόλια σχετικά με την περίπτωση, Στα ίχνη της παράστασης, Προς Οφρύνιο, Το άγαλμα, Το μήνυμα και Η πρόσοψη. Ποιος είναι ο λόγος; Πιστεύετε ότι «η επικαιροποίηση» είναι αναγκαία; Τι είδους επεμβάσεις κάνατε στα συγκεκριμένα βιβλία σας;
Κάθε βιβλίο είναι μια κατασκευή, που χάνει, με την πάροδο του χρόνου, τη στατικότητα, τα χρώματα, τον διάκοσμό της. Χρειάζεται συνεπώς συντήρηση. Χρειάζεται εκτίμηση αν η συντήρηση πέτυχε ή αν κάτι πρέπει να βελτιωθεί. Εξάλλου, με την πάροδο του χρόνου έχουν υπάρξει κάποια νέα στοιχεία που μπορούν να ενταχθούν στο κείμενο. Κατά τον ίδιο τρόπο, παρατηρούνται ανισότητες (σύντομη παράγραφος που αξίζει να επεκταθεί, μεγάλο κεφάλαιο δίχως λόγο, ανεπαρκής εμφάνιση γεγονότων ή προσώπων) που πρέπει να διορθωθούν. Το βιβλίο έχει την καμπύλη της ζωής: γεννιέται, μεγαλώνει, ωριμάζει, παρακμάζει. Αν το φροντίζουμε, έχουμε τη χαρά να το βλέπουμε υγιές και αρτιμελές. Κάθε βιβλίο ανεπίδεκτο τέτοιας «μαθήσεως» πρέπει να πηγαίνει στα αζήτητα, στα «αποκηρυγμένα». Παρατήρησα, εδώ και χρόνια, πως οι έξι τίτλοι που αναφέρατε, συνδέονται μεταξύ τους και αποτελούν ένα σύνολο που ονόμασα «Εξάμετρον». Οι πρώτοι τρεις τίτλοι είναι το «βραχύ» μιας ιστορικής περιόδου της Ελλάδας, από τις αρχές του 19ου αιώνα ως τα μέσα του 20ου. Οι τελευταίοι τρεις τίτλοι είναι το «μακρόν» της ευρωπαϊκής ιστορίας κατά την ίδια –λίγο, πολύ– περίοδο. Αν είχα την τύχη να υπάρξει έκδοση των πρώτων τριών τίτλων σε έναν τόμο και των άλλων τριών σε δεύτερο τόμο, θα ήταν σαφής η ενότητα της θεματικής και του λόγου. Με λίγα λόγια, κάθε βιβλίο μου είναι ένα «έργο εν προόδω». Σας παραπέμπω στο www.philipdracodaidis.gr.
Έχετε μετανιώσει για κάτι στη ζωή σας;
Όχι! Ελπίζω να μην έχει μετανιώσει η ζωή για εμένα.
Ταυτίζεστε συχνά με τους ήρωές σας;
Όχι! Τους εκτιμώ, κάνουμε παρέα, τα λέμε. Με το πέρασμα του χρόνου, απομακρύνονται και δεν βλεπόμαστε τόσο συχνά. Ελπίζω να είναι καλά και τους εύχομαι μακροημέρευση.
Μια σκέψη που σας έρχεται συχνά μέσα στην ημέρα;
Πρόσεχε.
Κάποιον πολιτικό που συμπαθείτε γενικά;
Μήπως κάποιος πολιτικός με συμπαθεί γενικά;
Κάποια βιβλία που διαβάσατε και σας επηρέασαν πολύ στη συγγραφική σας πορεία;
Τα βιβλία που μετέφρασα: Δοκίμια του Μονταίνι, Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ του Ραμπελαί, Χρησμολόγιο και Ήρωας του Γκρασιάν, ποιήματα του Πεσσόα, διηγήματα του Χουάν Ρούλφο. Και ο Καβάφης: «κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον, όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις... ώσπου να γίνει σα μια ξένη φορτική». Και ο Παπαδιαμάντης: «σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κ’ οι καημοί του κόσμου».
Τι σας αρέσει να κάνετε στον ελεύθερό σας χρόνο;
Να μην έχω διαθέσιμο χρόνο.
Έχετε δικαιωθεί όσο θα θέλατε για το έργο σας;
Θα ρωτήσω τα βιβλία μου αν έχουν δικαιωθεί και θα σας ενημερώσω σχετικώς.
Τι αντιπαθείτε περισσότερο στις γυναίκες;
Την ασέβεια σε αυτό που έχουν και δεν έχω.
Συμβουλή της γιαγιάς μου: «Παιδί μου, να μην παίρνεις την πορδή σου για άγιο μύρο».
Το αγαπημένο σας φαγητό;
Ποτέ δεν με ρώτησε το πιάτο τι φαγητό θα ήθελα να έχει μέσα.
Σε ποιον θέλατε να μοιάσετε;
Σε κανέναν. Στον Μονταίνι, ίσως.
Τι ρόλο παίζει για σας το χρήμα;
Τον ρόλο του διευθυντή τσίρκου: με υποχρεώνει να κάνω ακροβασίες δίχως δίχτυ ασφαλείας.
Τι θα αλλάζατε στον χαρακτήρα σας;
Τίποτα.
Ένα θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο που απολαύσατε;
Είδα προσεγμένες παραστάσεις, ενδιαφέροντα κινηματογραφικά έργα. Έχω κολλήσει όμως στον Τσέχωφ, στον Γκόγκολ, στον Ιονέσκο, στον Μπέκετ. Έχω κολλήσει στην «Εβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν, στο «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Αϊζενστάιν, στον ελληνικό κινηματογράφο, στο μεγαλείο του Βέγγου. Ίσως επειδή έλεγε δακρυσμένος πως κανείς δεν είχε τρέξει στη ζωή του όσο εκείνος.
Ποια είναι τα κριτήριά σας για ένα καλό βιβλίο;
Κάθε βιβλίο εμφανίζει κριτήρια (ιδέας, γραφής, ποιότητας, ευκολίας, και λοιπά – κατά περίπτωση). Εξ αυτών προκύπτουν επιλογές και αποτιμήσεις (καλό-μέτριο-κακό-απαράδεκτο βιβλίο). Δεν χρειάζεται να προϋπάρχουν σταθερά κριτήρια. Έχω διαβάσει πολύ καλά βιβλία που καθόρισαν κάπως τη σκέψη μου και είναι αδύνατο να τα διαβάσω τώρα, τόσο αδιάφορα μού φαίνονται.
Τι σημαίνει Ελλάδα για σας; Σύγχρονοι Έλληνες;
Προτιμώ να μην απαντήσω.
* Η ΛΙΝΑ ΣΟΡΟΓΚΑ είναι επικοινωνιολόγος και συγγραφέας.
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Χρυσά λούπινα» (εκδ. Καστανιώτη).
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Χρυσά λούπινα» (εκδ. Καστανιώτη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου