του Ιωάννη Κοντού
Πρώην αστυνομικός, σύμβουλος social media και δημοσιογράφος, η Βρετανίδα Clare Mackintosh είναι ένα από τα ανερχόμενα «αστέρια» της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας.
Πρόσφατα επισκέφτηκε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, προκειμένου να παρουσιάσει τη δουλειά της και να συνομιλήσει με το κοινό. Συναντηθήκαμε στην Αθήνα.
Αστυνομικός, δημοσιογράφος, σύμβουλος social media, συγγραφέας: η επαγγελματική σας διαδρομή υπήρξε ασυνήθιστη. Τι σας ώθησε στη συγγραφή;
Πάντα ήθελα να γράφω, αλλά ποτέ δε θεώρησα τη συγγραφή καριέρα. Όταν έφυγα από την Αστυνομία, κυρίως για να περάσω χρόνο με τα παιδιά μου, χρειαζόταν να βγάζω λεφτά και το γράψιμο ήταν κάτι που μπορούσα να κάνω από το σπίτι.
Άρχισα, λοιπόν, να προωθώ γραπτά μου σε εφημερίδες και περιοδικά, χωρίς να έχω εμπειρία ως δημοσιογράφος ή επαφές. Ήμουν, όμως, αποφασισμένη, κι έτσι ξεκίνησα να γράφω για εκδόσεις. Το κοινό νήμα είναι η αφήγηση ιστοριών- πραγματικών ιστοριών κι όχι επινοημένων.
Όπως στην Αστυνομία έλεγα τις ιστορίες θυμάτων και δραστών αδικημάτων, έτσι και ως δημοσιογράφος αφηγούμουν τις ιστορίες των ανθρώπων από τους οποίους έπαιρνα συνέντευξη.
Ταυτόχρονα άρχισα να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα Σ’ άφησα. Έκτοτε υπήρξα πολύ τυχερή που κατάφερα να εργαστώ ως μυθιστοριογράφος πλήρους απασχόλησης.
Θεωρείτε, λοιπόν, τον εαυτό σας αυτοδίδακτο, κατά κάποιο τρόπο;
Ποτέ δεν παρακολούθησα μαθήματα δημιουργικής γραφής, οπότε υποθέτω ότι είμαι αυτοδίδακτη. Μόνο που ως συγγραφέας μαθαίνεις κυρίως μέσω της ανάγνωσης, νομίζω. Διαβάζω εμμονικά, πάντα έχω ένα βιβλίο μαζί μου.
Όσο περισσότερο διαβάζω, τόσο περισσότερα μαθαίνω για τη συγγραφή.
Ποια λογοτεχνικά είδη ή συγγραφείς εκτιμάτε περισσότερο;
Οι αγαπημένοι μου συγγραφείς αλλάζουν συνέχεια, και δεν περιορίζομαι σε ένα είδος. Νομίζω πως μια καλή ιστορία είναι μια καλή ιστορία είτε πρόκειται για αστυνομικό είτε για αισθηματικό μυθιστόρημα.
Με ελκύουν βιβλία που έχουν πολύ δυνατούς χαρακτήρες. Δε χρειάζεται να μου αρέσουν, αλλά θέλω να παρακολουθήσω την ιστορία τους. Λατρεύω την Κέιτ Άτκινσον, για παράδειγμα.
Η επιλογή σας να γράφετε αστυνομικά μυθιστορήματα συνδέεται με την προηγούμενη επαγγελματική σας εμπειρία ή με την προτίμησή σας να διαβάζετε και τέτοιου είδους βιβλία;
Δεν ισχύει κανένα από τα δύο, στην πραγματικότητα. Είναι επειδή με τραβάει αυτό που συμβαίνει στους ανθρώπους μετά από μια αγχωτική κατάσταση, που συχνά περιλαμβάνει τη διάπραξη ενός εγκλήματος.
Το βρίσκω επίσης ενδιαφέρον να εξερευνώ τους φόβους των ανθρώπων και να τους βλέπω να ωριμάζουν ως αποτέλεσμα της διαχείρισης των φόβων τους.
Τα τρία πρώτα βιβλία μου επικεντρώνονται στο έγκλημα, αλλά το επόμενο, που βγαίνει στη Μεγάλη Βρετανία τον Ιούνιο, δεν περιλαμβάνει καθόλου έγκλημα. Το πέμπτο μου μυθιστόρημα θα εκδοθεί το 2020. Και τα δύο έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε κρίσεις.
Αντλείτε, ωστόσο, έμπνευση και υλικό από την εμπειρία σας ως αστυνομικός.
Κάθε συγγραφέας χρησιμοποιεί την εμπειρία του. Το πρώτο μου μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από πραγματικό γεγονός.
Προσωπικά θεωρώ ότι είναι το πιο δυνατό από όσα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά μέχρι στιγμής.
Πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια εξερεύνηση της θλίψης και της συμφιλίωσης με το παρελθόν. Ο καταλύτης ήταν ένα πραγματικό περιστατικό, αλλά αυτό ήταν μόνο η αφετηρία.
Το δεύτερο μυθιστόρημά σας, Σε είδα, είναι πραγματικά ευρηματικό και σύγχρονο ως προς τις ανησυχίες του. Σας απασχολεί το ζήτημα της λανθασμένης χρήσης ή της κατάχρησης των social media και των νέων τεχνολογιών;
Δημιουργούμε αυτές τις απίστευτες τεχνολογίες κι είναι σαν παριστάνομαι λιγάκι τον Θεό. Όταν πια τις δημιουργήσουμε, δεν μπορούμε να τις «ξεδημιουργήσουμε».
Η τεχνολογία, όμως, δίνει στους εγκληματίες δυνατότητες να διαπράξουν εγκλήματα που δεν υπήρχαν καν είκοσι χρόνια πριν, και η Αστυνομία με τη σειρά της πρέπει να δημιουργήσει τεχνολογίες για να πολεμήσει αυτό το φαινόμενο. Πρόκειται για ένα διαρκές παιχνίδι ανάμεσα στη γάτα και το ποντίκι.
Έτσι νιώθεις συγγράφοντας ένα μυθιστόρημα, παίζεις το ίδιο παιχνίδι με τον αναγνώστη. Θέλεις να του δώσεις ένα κομματάκι, να τον οδηγήσεις σε ένα μονοπάτι, και μετά να του το πάρεις και να τον στρέψεις προς μια διαφορετική κατεύθυνση.
Και το κάνετε δεξιοτεχνικά, συντηρώντας την αίσθηση της έκπληξης, ιδίως στο πρώτο μυθιστόρημα.
Ήθελα να «παίξω» με τις προκαθορισμένες αντιλήψεις του αναγνώστη. Σε κανένα σημείο του βιβλίου δεν ψεύδομαι ως προς την ταυτότητα του κεντρικού χαρακτήρα. Αυτό, όμως, απαίτησε πολλή δουλειά σε εγκληματολογικό επίπεδο.
Επιστρέφοντας στο δεύτερο μυθιστόρημά σας, και σε σχέση με τη χρήση των social media, νομίζετε ότι ο λεγόμενος «δυτικός» κόσμος είναι ένα μοναχικό μέρος;
Είναι ενδιαφέρον πως είμαστε μόνοι περιτριγυριζόμενοι από ανθρώπους. Κάποιες φορές λέμε στον εαυτό μας ότι δεν είμαστε επειδή κάνουμε chatting, αλλά δεν πρόκειται για αυθεντικές σχέσεις. Στη σημερινή κοινωνία δε συνδεόμαστε με τους ανθρώπους όπως συνέβαινε πριν από χρόνια, τα πάντα έχουν γίνει επιφανειακά.
Και εικονικά.
Απολύτως! Οι διαδικτυακές φιλίες μπορεί να γίνουν πολύ βαθιές και σημαντικές.
Αλλά και επικίνδυνες, κάποιες από αυτές.
Πράγματι χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί.
Ως μητέρα ανησυχείτε ακόμα περισσότερο.
Είμαι εντελώς παρανοϊκή. Είμαι πολύ αδιάκριτη, γιατί τα παιδιά μου είναι πολύ νεαρής ηλικίας, και θέλω να είμαι εκεί, σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα: να τα βοηθήσω να χρησιμοποιούν τα social media με ασφάλεια.
Πώς ερμηνεύετε τη δημοφιλία των αστυνομικών μυθιστορημάτων παγκοσμίως;
Αξιοποιούν τους φόβους μας. Μας αρέσει η αίσθηση τού να τρομάζουμε τον εαυτό μας και έπειτα, έχοντας διαβάσει μια σελίδα, να επιστρέφουμε στην κανονική ζωή μας.
Μας παρέχουν ένα ασφαλές μέρος να εξερευνήσουμε όσα μας τρομάζουν και να αναρωτηθούμε τι θα κάναμε σε μια αντίστοιχη κατάσταση.
Είναι επίσης ένα είδος που αντικατοπτρίζει την κοινωνία αντικρίζοντας με προσιτό τρόπο ορισμένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα: τη μεταχείριση των γυναικών, την έλλειψη στέγης, τη μετανάστευση.
Χωρίς την αστυνομική λογοτεχνία θα απομέναμε με μη προσιτά λόγια μυθιστορήματα.
Οι γυναικείοι χαρακτήρες κυριαρχούν στα μυθιστορήματά σας- ως θύματα, δράστες, ή και τα δύο.
Μου αρέσει να συνθέτω γυναικείους χαρακτήρες, να γράφω για καθημερινές γυναίκες. Όχι για γυναίκες με ξεχωριστές ικανότητες, γιατί ξέρω ότι θα νικήσουν.
Οι καθημερινές γυναίκες, από την άλλη, πρέπει να «σκάψουν» βαθιά μέσα τους για να βρουν τη δύναμη να ξεπεράσουν τις δυσκολίες.
Θα μπαίνατε στον πειρασμό να καταπιαστείτε με περισσότερο πολιτικής φύσης θέματα στις επόμενες δουλειές σας;
Το επόμενο βιβλίο μου αφορά σε ένα ζευγάρι που διαφωνεί σχετικά με τη θεραπευτική αγωγή την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο γιος τους, ενώ το πέμπτο σε έναν λευκό αστυνομικό που σκοτώνει έναν μαύρο άντρα και δικάζεται για ανθρωποκτονία.
Θα σας ενδιέφερε να γράψετε μια σειρά βιβλίων όπου συγκεκριμένοι χαρακτήρες επανεμφανίζονται κι εξελίσσονται; Βρίσκω πιο απαιτητικό αυτό που κάνετε, να ξεκινάτε από το μηδέν κάθε φορά.
Είναι κάπως εξαντλητικό. Πρέπει να έχεις συγκροτήσει έναν ισχυρό σύμπαν για να συγγράψεις μια σειρά και δε νομίζω ότι το έχω βρει ακόμα.
Πώς σχετίζεστε με τους αναγνώστες;
Λατρεύω να συναντώ τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες! Είναι το αγαπημένο μου κομμάτι της δουλειάς. Λατρεύω να συζητώ μαζί τους στο Facebook και το Instagram και συχνά τους κάνω ερωτήσεις.
Τους θεωρείτε ενεργούς συμμέτοχους, λοιπόν.
Δε θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά μου, αν δεν είχα αναγνώστες. Αν μπουν στον κόπο να μου στείλουν ένα e-mail, πάντα θα απαντήσω. Είναι πολύ σημαντικοί για μένα.
Αποδέχεστε την κριτική;
Βεβαίως! Δε διαβάζω όλες τις κριτικές, δεν έχω το χρόνο. Αν οι αναγνώστες μου μού πουν την άποψή τους, δικαιούνται να την έχουν. Τη σέβομαι, αλλά δε θα αλλάξει αναγκαστικά κάτι, γιατί οι απόψεις είναι υποκειμενικές.
Πολύ γρήγορα τα βιβλία σας έγιναν εξαιρετικά ευπώλητα. Σας αγχώνει ή σας εμπνέει αυτό;
Υπάρχει ένας βαθμός πίεσης να συνεχίσω να είμαι best selling, αλλά νιώθω λιγότερη ανήσυχη τώρα. Δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα ξανασυμβεί με τα επόμενα δύο, αλλά ξέρω πως το έχω κάνει. Δε βλέπω γιατί να μη συνεχίσω να γράφω καλά βιβλία. Το αν θα βρεθούν στα charts δεν έχει και τόση σημασία.
Το να είμαι μια συγγραφέας που πουλάει πολύ δεν κάνει, άλλωστε, κάποια διαφορά στην καθημερινότητά μου. Κάνω ό,τι ο καθένας- τα βγάζω πέρα με τη δουλειά, τη ζωή κι ίσως την ενασχόληση με παιδιά.
Τα μυθιστορήματά σας αφήνουν μια αίσθηση απειλής. Από πρόθεση;
Ναι, αλλά όχι χάριν του σοκ, αλλά κυρίως γιατί η ζωή δεν είναι τακτοποιημένη. Όταν υπάρχει ένα σοβαρό τραύμα, δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτό. Με απογοητεύουν τα βιβλία που κλείνουν ομαλά. Δεν είναι ρεαλιστικό αυτό.
Το κλείσιμο των βιβλίων μου είναι σχεδιασμένο να είναι ικανοποιητικό, αλλά και να σου αφήνει μια ορισμένη αίσθηση αβεβαιότητας σχετικά με το τι θα συμβεί μετά.
Photo credit (Clare Mackintosh-κεντρική): Astrid di Crollalanza.
Περισσότερες πληροφορίες για την συγγραφέα και τη δουλειά της μπορείτε να αναζητήσετε στο προσωπικό της site.
Ευχαριστώ θερμά την Ντόρα Τσακνάκη, υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου των Εκδόσεων Μεταίχμιο, για την πολύτιμη συνδρομή της στη διοργάνωση της συνομιλίας με την συγγραφέα.
ΠΗΓΗ ΠΟΛΗ Κ ΝΕΤ
Πρόσφατα επισκέφτηκε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, προκειμένου να παρουσιάσει τη δουλειά της και να συνομιλήσει με το κοινό. Συναντηθήκαμε στην Αθήνα.
Αστυνομικός, δημοσιογράφος, σύμβουλος social media, συγγραφέας: η επαγγελματική σας διαδρομή υπήρξε ασυνήθιστη. Τι σας ώθησε στη συγγραφή;
Πάντα ήθελα να γράφω, αλλά ποτέ δε θεώρησα τη συγγραφή καριέρα. Όταν έφυγα από την Αστυνομία, κυρίως για να περάσω χρόνο με τα παιδιά μου, χρειαζόταν να βγάζω λεφτά και το γράψιμο ήταν κάτι που μπορούσα να κάνω από το σπίτι.
Άρχισα, λοιπόν, να προωθώ γραπτά μου σε εφημερίδες και περιοδικά, χωρίς να έχω εμπειρία ως δημοσιογράφος ή επαφές. Ήμουν, όμως, αποφασισμένη, κι έτσι ξεκίνησα να γράφω για εκδόσεις. Το κοινό νήμα είναι η αφήγηση ιστοριών- πραγματικών ιστοριών κι όχι επινοημένων.
Όπως στην Αστυνομία έλεγα τις ιστορίες θυμάτων και δραστών αδικημάτων, έτσι και ως δημοσιογράφος αφηγούμουν τις ιστορίες των ανθρώπων από τους οποίους έπαιρνα συνέντευξη.
Ταυτόχρονα άρχισα να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα Σ’ άφησα. Έκτοτε υπήρξα πολύ τυχερή που κατάφερα να εργαστώ ως μυθιστοριογράφος πλήρους απασχόλησης.
Θεωρείτε, λοιπόν, τον εαυτό σας αυτοδίδακτο, κατά κάποιο τρόπο;
Ποτέ δεν παρακολούθησα μαθήματα δημιουργικής γραφής, οπότε υποθέτω ότι είμαι αυτοδίδακτη. Μόνο που ως συγγραφέας μαθαίνεις κυρίως μέσω της ανάγνωσης, νομίζω. Διαβάζω εμμονικά, πάντα έχω ένα βιβλίο μαζί μου.
Όσο περισσότερο διαβάζω, τόσο περισσότερα μαθαίνω για τη συγγραφή.
Ποια λογοτεχνικά είδη ή συγγραφείς εκτιμάτε περισσότερο;
Οι αγαπημένοι μου συγγραφείς αλλάζουν συνέχεια, και δεν περιορίζομαι σε ένα είδος. Νομίζω πως μια καλή ιστορία είναι μια καλή ιστορία είτε πρόκειται για αστυνομικό είτε για αισθηματικό μυθιστόρημα.
Με ελκύουν βιβλία που έχουν πολύ δυνατούς χαρακτήρες. Δε χρειάζεται να μου αρέσουν, αλλά θέλω να παρακολουθήσω την ιστορία τους. Λατρεύω την Κέιτ Άτκινσον, για παράδειγμα.
Η επιλογή σας να γράφετε αστυνομικά μυθιστορήματα συνδέεται με την προηγούμενη επαγγελματική σας εμπειρία ή με την προτίμησή σας να διαβάζετε και τέτοιου είδους βιβλία;
Δεν ισχύει κανένα από τα δύο, στην πραγματικότητα. Είναι επειδή με τραβάει αυτό που συμβαίνει στους ανθρώπους μετά από μια αγχωτική κατάσταση, που συχνά περιλαμβάνει τη διάπραξη ενός εγκλήματος.
Το βρίσκω επίσης ενδιαφέρον να εξερευνώ τους φόβους των ανθρώπων και να τους βλέπω να ωριμάζουν ως αποτέλεσμα της διαχείρισης των φόβων τους.
Τα τρία πρώτα βιβλία μου επικεντρώνονται στο έγκλημα, αλλά το επόμενο, που βγαίνει στη Μεγάλη Βρετανία τον Ιούνιο, δεν περιλαμβάνει καθόλου έγκλημα. Το πέμπτο μου μυθιστόρημα θα εκδοθεί το 2020. Και τα δύο έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε κρίσεις.
Αντλείτε, ωστόσο, έμπνευση και υλικό από την εμπειρία σας ως αστυνομικός.
Κάθε συγγραφέας χρησιμοποιεί την εμπειρία του. Το πρώτο μου μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από πραγματικό γεγονός.
Προσωπικά θεωρώ ότι είναι το πιο δυνατό από όσα έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά μέχρι στιγμής.
Πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια εξερεύνηση της θλίψης και της συμφιλίωσης με το παρελθόν. Ο καταλύτης ήταν ένα πραγματικό περιστατικό, αλλά αυτό ήταν μόνο η αφετηρία.
Το δεύτερο μυθιστόρημά σας, Σε είδα, είναι πραγματικά ευρηματικό και σύγχρονο ως προς τις ανησυχίες του. Σας απασχολεί το ζήτημα της λανθασμένης χρήσης ή της κατάχρησης των social media και των νέων τεχνολογιών;
Δημιουργούμε αυτές τις απίστευτες τεχνολογίες κι είναι σαν παριστάνομαι λιγάκι τον Θεό. Όταν πια τις δημιουργήσουμε, δεν μπορούμε να τις «ξεδημιουργήσουμε».
Η τεχνολογία, όμως, δίνει στους εγκληματίες δυνατότητες να διαπράξουν εγκλήματα που δεν υπήρχαν καν είκοσι χρόνια πριν, και η Αστυνομία με τη σειρά της πρέπει να δημιουργήσει τεχνολογίες για να πολεμήσει αυτό το φαινόμενο. Πρόκειται για ένα διαρκές παιχνίδι ανάμεσα στη γάτα και το ποντίκι.
Έτσι νιώθεις συγγράφοντας ένα μυθιστόρημα, παίζεις το ίδιο παιχνίδι με τον αναγνώστη. Θέλεις να του δώσεις ένα κομματάκι, να τον οδηγήσεις σε ένα μονοπάτι, και μετά να του το πάρεις και να τον στρέψεις προς μια διαφορετική κατεύθυνση.
Και το κάνετε δεξιοτεχνικά, συντηρώντας την αίσθηση της έκπληξης, ιδίως στο πρώτο μυθιστόρημα.
Ήθελα να «παίξω» με τις προκαθορισμένες αντιλήψεις του αναγνώστη. Σε κανένα σημείο του βιβλίου δεν ψεύδομαι ως προς την ταυτότητα του κεντρικού χαρακτήρα. Αυτό, όμως, απαίτησε πολλή δουλειά σε εγκληματολογικό επίπεδο.
Επιστρέφοντας στο δεύτερο μυθιστόρημά σας, και σε σχέση με τη χρήση των social media, νομίζετε ότι ο λεγόμενος «δυτικός» κόσμος είναι ένα μοναχικό μέρος;
Είναι ενδιαφέρον πως είμαστε μόνοι περιτριγυριζόμενοι από ανθρώπους. Κάποιες φορές λέμε στον εαυτό μας ότι δεν είμαστε επειδή κάνουμε chatting, αλλά δεν πρόκειται για αυθεντικές σχέσεις. Στη σημερινή κοινωνία δε συνδεόμαστε με τους ανθρώπους όπως συνέβαινε πριν από χρόνια, τα πάντα έχουν γίνει επιφανειακά.
Και εικονικά.
Απολύτως! Οι διαδικτυακές φιλίες μπορεί να γίνουν πολύ βαθιές και σημαντικές.
Αλλά και επικίνδυνες, κάποιες από αυτές.
Πράγματι χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί.
Ως μητέρα ανησυχείτε ακόμα περισσότερο.
Είμαι εντελώς παρανοϊκή. Είμαι πολύ αδιάκριτη, γιατί τα παιδιά μου είναι πολύ νεαρής ηλικίας, και θέλω να είμαι εκεί, σε περίπτωση που υπάρξουν προβλήματα: να τα βοηθήσω να χρησιμοποιούν τα social media με ασφάλεια.
Πώς ερμηνεύετε τη δημοφιλία των αστυνομικών μυθιστορημάτων παγκοσμίως;
Αξιοποιούν τους φόβους μας. Μας αρέσει η αίσθηση τού να τρομάζουμε τον εαυτό μας και έπειτα, έχοντας διαβάσει μια σελίδα, να επιστρέφουμε στην κανονική ζωή μας.
Μας παρέχουν ένα ασφαλές μέρος να εξερευνήσουμε όσα μας τρομάζουν και να αναρωτηθούμε τι θα κάναμε σε μια αντίστοιχη κατάσταση.
Είναι επίσης ένα είδος που αντικατοπτρίζει την κοινωνία αντικρίζοντας με προσιτό τρόπο ορισμένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα: τη μεταχείριση των γυναικών, την έλλειψη στέγης, τη μετανάστευση.
Χωρίς την αστυνομική λογοτεχνία θα απομέναμε με μη προσιτά λόγια μυθιστορήματα.
Οι γυναικείοι χαρακτήρες κυριαρχούν στα μυθιστορήματά σας- ως θύματα, δράστες, ή και τα δύο.
Μου αρέσει να συνθέτω γυναικείους χαρακτήρες, να γράφω για καθημερινές γυναίκες. Όχι για γυναίκες με ξεχωριστές ικανότητες, γιατί ξέρω ότι θα νικήσουν.
Οι καθημερινές γυναίκες, από την άλλη, πρέπει να «σκάψουν» βαθιά μέσα τους για να βρουν τη δύναμη να ξεπεράσουν τις δυσκολίες.
Θα μπαίνατε στον πειρασμό να καταπιαστείτε με περισσότερο πολιτικής φύσης θέματα στις επόμενες δουλειές σας;
Το επόμενο βιβλίο μου αφορά σε ένα ζευγάρι που διαφωνεί σχετικά με τη θεραπευτική αγωγή την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο γιος τους, ενώ το πέμπτο σε έναν λευκό αστυνομικό που σκοτώνει έναν μαύρο άντρα και δικάζεται για ανθρωποκτονία.
Θα σας ενδιέφερε να γράψετε μια σειρά βιβλίων όπου συγκεκριμένοι χαρακτήρες επανεμφανίζονται κι εξελίσσονται; Βρίσκω πιο απαιτητικό αυτό που κάνετε, να ξεκινάτε από το μηδέν κάθε φορά.
Είναι κάπως εξαντλητικό. Πρέπει να έχεις συγκροτήσει έναν ισχυρό σύμπαν για να συγγράψεις μια σειρά και δε νομίζω ότι το έχω βρει ακόμα.
Πώς σχετίζεστε με τους αναγνώστες;
Λατρεύω να συναντώ τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες! Είναι το αγαπημένο μου κομμάτι της δουλειάς. Λατρεύω να συζητώ μαζί τους στο Facebook και το Instagram και συχνά τους κάνω ερωτήσεις.
Τους θεωρείτε ενεργούς συμμέτοχους, λοιπόν.
Δε θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά μου, αν δεν είχα αναγνώστες. Αν μπουν στον κόπο να μου στείλουν ένα e-mail, πάντα θα απαντήσω. Είναι πολύ σημαντικοί για μένα.
Αποδέχεστε την κριτική;
Βεβαίως! Δε διαβάζω όλες τις κριτικές, δεν έχω το χρόνο. Αν οι αναγνώστες μου μού πουν την άποψή τους, δικαιούνται να την έχουν. Τη σέβομαι, αλλά δε θα αλλάξει αναγκαστικά κάτι, γιατί οι απόψεις είναι υποκειμενικές.
Πολύ γρήγορα τα βιβλία σας έγιναν εξαιρετικά ευπώλητα. Σας αγχώνει ή σας εμπνέει αυτό;
Υπάρχει ένας βαθμός πίεσης να συνεχίσω να είμαι best selling, αλλά νιώθω λιγότερη ανήσυχη τώρα. Δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα ξανασυμβεί με τα επόμενα δύο, αλλά ξέρω πως το έχω κάνει. Δε βλέπω γιατί να μη συνεχίσω να γράφω καλά βιβλία. Το αν θα βρεθούν στα charts δεν έχει και τόση σημασία.
Το να είμαι μια συγγραφέας που πουλάει πολύ δεν κάνει, άλλωστε, κάποια διαφορά στην καθημερινότητά μου. Κάνω ό,τι ο καθένας- τα βγάζω πέρα με τη δουλειά, τη ζωή κι ίσως την ενασχόληση με παιδιά.
Τα μυθιστορήματά σας αφήνουν μια αίσθηση απειλής. Από πρόθεση;
Ναι, αλλά όχι χάριν του σοκ, αλλά κυρίως γιατί η ζωή δεν είναι τακτοποιημένη. Όταν υπάρχει ένα σοβαρό τραύμα, δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτό. Με απογοητεύουν τα βιβλία που κλείνουν ομαλά. Δεν είναι ρεαλιστικό αυτό.
Το κλείσιμο των βιβλίων μου είναι σχεδιασμένο να είναι ικανοποιητικό, αλλά και να σου αφήνει μια ορισμένη αίσθηση αβεβαιότητας σχετικά με το τι θα συμβεί μετά.
Photo credit (Clare Mackintosh-κεντρική): Astrid di Crollalanza.
Περισσότερες πληροφορίες για την συγγραφέα και τη δουλειά της μπορείτε να αναζητήσετε στο προσωπικό της site.
Ευχαριστώ θερμά την Ντόρα Τσακνάκη, υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου των Εκδόσεων Μεταίχμιο, για την πολύτιμη συνδρομή της στη διοργάνωση της συνομιλίας με την συγγραφέα.
ΠΗΓΗ ΠΟΛΗ Κ ΝΕΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου