Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τρίτη 18 Ιουνίου 2019

Anima ή όταν τα άλλα ζώα παίρνουν το λόγο

Tου Νίκου Ξένιου
Ο Λιβανέζος συγγραφέας Ουαζντί Μουαουάντ ζει στον Καναδά και έχει γίνει γνωστός στην Ευρώπη ως avant guard θεατρικός συγγραφέας και ένθερμος υπερασπιστής της ειρήνης και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Έχει γράψει δεκαέξι θεατρικά έργα και έχει παρουσιάσει πολιτικές αλληγορίες επί σκηνής με θέμα την πολιτική εξορία και τον ξεριζωμό, καθώς και διασκευές μεγάλων κλασικών έργων. Στο έργο του Τα δάκρυα του Οιδίποδα (Les Larmes d’Œdipe) ο Οιδίπους κλαίει στην αγκαλιά της Αντιγόνης λίγο πριν πεθάνει, ενώ η αστυνομία δολοφονεί ένα διαδηλωτή στη σύγχρονη Αθήνα. Στο ενεργητικό του ο συγγραφέας έχει δύο μυθιστορήματα: Visage Retrouvé και Anima. Από το 2016 είναι διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου La Colline του Παρισιού.
Μια φωνή πρωτάκουστη για τον αναγνώστη
Η εντύπωση που δημιουργείται είναι απολύτως εξωφρενική. Οι αφηγηματικές φωνές των ζώων παρακολουθούν τη δράση από διαφορετικές οπτικές γωνίες και τη βιώνουν στις διαστάσεις που αντιστοιχούν στον μικρόκοσμό τους και στη δική τους αντίληψη. Σαν να συνηγορεί το σύμπαν στη συγγραφή αυτής της ιστορίας, που έτσι «εμψυχώνεται» με μοναδικό και πρωτοφανή για τη λογοτεχνία τρόπο.
Έπειτα από δέκα χρόνια αναβολής της συγγραφής του μυθιστορήματός του, ο Μουαουάντ βρήκε την αφηγηματική φωνή που έψαχνε: ήταν η φωνή ενός ζώου. Ο ήρωας του βιβλίου, ο Γουαχς Ντεμπ, γυρνά μια μέρα από τη δουλειά και βρίσκει στο σαλόνι την έγκυο γυναίκα του βιασμένη και άγρια ξεκοιλιασμένη από έναν ινδιάνο Μοχώκ. Η δολοφονία της γυναίκας έχει γίνει με τελετουργικό τρόπο, ανάλογο με το ξέσκισμα της κοιλιάς του θηλυκού από τον αρσενικό τερμίτη κατά την αναπαραγωγή.
Το κατοικίδιο του Γουαχς, η γάτα του, αρχίζει να αφηγείται τη λιποθυμία του κυρίου τους. Στο επόμενο κεφάλαιο ο Γουαχς έχει μεταφερθεί στο νοσοκομείο, ενώ την αφήγηση την αναλαμβάνει τώρα ένα περιστέρι που πετά με το σμήνος του έξω από το παράθυρο της κλινικής. Προς μεγάλη έκπληξη του αναγνώστη, σε όλα τα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου παρελαύνει σε λατινική γλώσσα η πανίδα της αμερικανικής ηπείρου, με τις παραλλαγές της κάθε ράτσας: Felis sylvestris catus carthusianorum o γάτος, canis lupus familiaris είναι το κατοικίδιο λυκόσκυλο, columba το περιστέρι, κοκ., σε όλο το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος: «Αληθινά ζώα»=bestiae verae. Παρελαύνουν το κοράκι (corvus corax), το καναρίνι, ο σκίουρος, ο αρουραίος (ratus norwegicus), ο λαγός, ο ψύλλος, ο λύκος, ο βόας, ο ορνιθόρυγχος, η μύγα, η σφήκα. Η εντύπωση που δημιουργείται είναι απολύτως εξωφρενική. Οι αφηγηματικές φωνές των ζώων παρακολουθούν τη δράση από διαφορετικές οπτικές γωνίες και τη βιώνουν στις διαστάσεις που αντιστοιχούν στον μικρόκοσμό τους και στη δική τους αντίληψη. Σαν να συνηγορεί το σύμπαν στη συγγραφή αυτής της ιστορίας, που έτσι «εμψυχώνεται» με μοναδικό και πρωτοφανή για τη λογοτεχνία τρόπο.
Γουέστερν; Δράμα ανιμισμού; Ή ναυτία των ανθρωπίνων;
O ήρωας πρέπει οπωσδήποτε να βρει ποιος είναι ο εγκληματίας, γι’ αυτό ρίχνεται σε ένα μανιασμένο κυνηγητό, ακολουθώντας την «ιερή» ζωώδη μυρωδιά του χυμένου αίματος. Μόνος και απελπισμένος περνά μια πραγματική οδύσσεια διασχίζοντας το βίαιο σκηνικό της αμερικανικής ηπείρου, ενώ εφιαλτικές αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας ξυπνούν όταν έρχεται σε επαφή με διάφορες εκφάνσεις ανθρωπιάς ή κτηνωδίας: όταν ήταν παιδί πετάχτηκε σε μια κοινή τάφρο.
Τα ζωικά υποκείμενα παρακολουθούν τις λεπτομέρειες που κανονικά θα διέφευγαν ακόμη και από τον απόλυτα παντεπόπτη αφηγητή, αίροντας τη διάκριση ακούσιας και εκούσιας «φύσης» όπου το κάθε είδος ενοικεί.
Ο Γουαχς ζει το δράμα της ανακάλυψης των ριζών του. Η anima είναι η μυθική «ψυχή» της φύσης: αυτή είναι η λέξη-κλειδί του βιβλίου και ταυτόχρονα ο τίτλος του. Στο δεύτερο μέρος («Ζώα φανταστικά»=bestiae fabulosae) η δράση εκτυλίσσεται και πάλι μέσα από την αντίληψη των ζώων, που παρατηρούν την ανθρώπινη φύση και την καταγράφουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Τα ζώα εδώ είναι εν μέρει φανταστικά, εν μέρει υπαρκτά: και το καθένα γαβγίζει, νιαουρίζει, πεταρίζει, τιτιβίζει, τερετίζει ή χλιμιντρίζει, κρύβεται στα ρούχα, στα μαλλιά, στις γωνίες των δωματίων, στα πόδια και στους ώμους των ανθρώπων. Τα ζωικά υποκείμενα παρακολουθούν τις λεπτομέρειες που κανονικά θα διέφευγαν ακόμη και από τον απόλυτα παντεπόπτη αφηγητή, αίροντας τη διάκριση ακούσιας και εκούσιας «φύσης» όπου το κάθε είδος ενοικεί. Καθώς έλκονται από την αύρα του ανθρώπου και προσπαθούν να τον κατανοήσουν, αναγνωρίζουν στο ανθρώπινο είδος ομοιότητες προς το δικό τους. Ακόμη, το περιβάλλον των κατοικίδιων ζώων και το αστικό τοπίο εκφαίνονται στο βιβλίο ως ένας βιότοπος (habitat) που τα ίδια τα ζώα έχουν επιλέξει. Έτσι, ενώ τα ζώα αποδεικνύονται σοφά σε αυτό το βιβλίο, μόνο στο τέταρτο (το τελευταίο) μέρος του βιβλίου η αφήγηση γίνεται από έναν κανονικό homo sapiens sapiens.
Κάποιες απ’ αυτές τις υπάρξεις προέρχονται από κρύφιους, ανύποπτους κόσμους και ασύνειδους χρόνους, ανάγουν την καταγωγή τους σε περιοχές κατεστραμμένες, αναδύονται μέσα από βαθύτατες τεκτονικές πλάκες οδύνης, επιστρέφουν από τη μακρόχρονη εξορία της σιωπής και ξαφνικά αρχίζουν να μιλούν. Ο Μουαουάντ εγγράφει την εκατόμβη που διενεργείται εις βάρος των ζώων στο πλαίσιο των γενοκτονιών που έχουν καταγραφεί στην ανθρώπινη ιστορία. Εννοείται ότι αυτή η πολυφωνική τοιχογραφία καταγγέλλει τη βία σε όλες της τις εκφάνσεις: ο Μουαουάντ είναι ο συγγραφέας που δεν διστάζει να αντλήσει τη φωνή της αφήγησής του από άλλες εποχές, από άγνωστες γαίες, από μνήμες αχνά καταγεγραμμένες του ομαδικού ασυνειδήτου, παράγοντας ένα ιδιότυπο σασπένς και εισάγοντας ένα νέο είδος «οικουμενικότητας των ειδών» στη θέση του ανθρωποκεντρισμού, τη ζωικότητα στη θέση της αποκτηνωμένης ανθρωπότητας.
alt
Ο Ουαζντί Μουαουάντ
Μια συγκεκριμένη προθετικότητα, ο ανθρωπισμός
Η πόλη που φέρει την ονομασία «Λίβανος» βρίσκεται στη μεθοριακή γραμμή ανάμεσα στο Ιλινόις και στο Μισούρι. Δηλαδή ανάμεσα σε μια περιοχή που στον αμερικανικό εμφύλιο τάσσεται υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων και σε μια περιοχή που ξεκάθαρα υποστηρίζει το δουλεμπόριο.
Το «μαύρο» μυθιστόρημα Anima εκτείνεται μέχρι τα σύνορα Ηνωμένων Πολιτειών και Καναδά: στις περιοχές των ινδιάνων που ζουν εκτός νόμου, αφημένοι στα χέρια των μαφιόζων και των τράφικερς κάθε είδους. Η πόλη που φέρει την ονομασία «Λίβανος» βρίσκεται στη μεθοριακή γραμμή ανάμεσα στο Ιλινόις και στο Μισούρι. Δηλαδή ανάμεσα σε μια περιοχή που στον αμερικανικό εμφύλιο τάσσεται υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων και σε μια περιοχή που ξεκάθαρα υποστηρίζει το δουλεμπόριο. Το τερατώδες λυκόσκυλο που ακολουθεί τον ήρωα φέρει το όνομα Mason-Dixon Line, που απηχεί τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε αυτές τις δυο περιοχές. Λόγω αυτής της ιδιοτυπίας χώρου και χρόνου, πολλοί διάλογοι παραμένουν στα αγγλικά, όπως είναι και στο γαλλικό πρωτότυπο. Ο Μουαουάντ δανείζεται τη φράση του Αλμπέρ Καμύ: «Όλοι δολοφόνοι είμαστε, με τη διαφορά πως κάποιοι το επιλέγουν κιόλας!». Και τέτοιοι είναι οι άντρες που έχουν κυριολεκτικά «σβήσει» το φως της ψυχής τους για να πάρουν μια πρόγευση του Απόλυτου Κακού. Του Κακού που δεν είναι παρά το απόσταγμα της οδυνηρής μνήμης της γενοκτονίας των Αμερικανών ινδιάνων από τη μια, και της σφαγής στον δικό μας Λίβανο, αυτόν της Μέσης Ανατολής, από την άλλη: τον Σεπτέμβριο του 1982, στα οχυρά Σάμπρα και Σατίλα.
Ο Μουαουάντ τείνει στον αναγνώστη του έναν καθρέφτη όπου τα είδωλα της πραγματικότητας είναι τερατώδη, επειδή προέρχονται από την τερατώδη φύση του ανθρώπου. Το ίδιο το όνομα του πρωταγωνιστή, που θα αποκαλύψει την ιδιοτυπία του στο τέλος του βιβλίου, αποτελεί χειροπιαστή απόδειξη αυτού του «παραξενίσματος» που προκαλεί η ανάγνωση αυτού του μυθιστορήματος στον μη αραβόφωνο αναγνώστη. Το μυθιστόρημα αυτό δεν μιμείται την πραγματικότητα, αντιθέτως εκθέτει τα τεχνητά στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα μας της πραγματικότητας. Το ζήτημα της μνήμης και των καταβολών του ανθρώπινου γένους είναι το υλικό του Μουαουάντ. Επίσης, η γενεαλογία της βίας, η γενεσιουργός της αιτία. Τα ζητήματα της ατομικής και της συλλογικής ευθύνης. Τέλος, η ανάγκη της ιστορικής μνήμης. Σε ένα συνέδριο στο Περπινιάν τον Μάρτιο του 2015 όπου παρουσίαζε το θεατρικό του έργο Αδελφές, ο Μουαουάντ είχε δηλώσει πως η αναζήτηση νοήματος στη γραφή του προέρχεται από την πεποίθηση ότι κάθε δραματική κατάσταση προκύπτει από την απομάκρυνση των ανθρώπων. Αν σε ένα ορθογώνιο τρίγωνο ο ένας άνθρωπος βρίσκεται στη μία κορυφή και ο άλλος στην άλλη, ο σκοπός της γραφής του, είπε, είναι να βρει την «υποτείνουσα» που θα ενώσει τις δύο κορυφές.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η νουβέλα «Το κυνήγι του βασιλιά Ματθία» (εκδ. Κριτική).

altAnima
Ουαζντί Μουαουάντ  
Μτφρ. Νίκος Κούρκουλος
Eκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 2019
Σελ. 438, τιμή εκδότη €18,02

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου