ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ
ΒΑΛΤΙΝΟΣ
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
«Μια μετάφραση για να είναι ωραία
πρέπει να είναι πιστή. Η ποίηση είναι λόγος αυθαίρετος αλλά οργανωμένος με
αυστηρότητα. Η αυστηρότητα αυτή θέτει αδυσώπητους όρους. Ο αγώνας βέβαια έχει
το μεγαλείο του. Μέσα από ένα άκαμπτο, δάνειο σχήμα, και με περιορισμένες στο
ελάχιστο τις δυνατότητες κινήσεων, ο μεταφραστής διεκδικεί την απόλυτη
ελευθερία που εκλύει η πράξη της δημιουργίας.
Ειδικά με την
αρχαία ελληνική τραγωδία τα πράγματα παρουσιάζονται ακόμα πιο δυσχερή. Οι
ποικίλες παγίδες, έτσι κι αλλιώς δεδομένες, πολλαπλασιάζονται από το γεγονός
ότι έχουν χαθεί, οριστικώς, βασικά στοιχεία που θα βόηθαγαν, ώστε, πέρα από την
κατανόηση των λεκτικών μονάδων, να αναγνωρίσουμε και το αυθεντικό βιωματικό,
συναισθηματικό αλλά και αρμονικό τους φορτίο. Να τις εντάξουμε δηλαδή στο
ακριβές γλωσσικό κλίμα μέσα στο οποίο λειτούργησαν. Ένα από τα στοιχεία αυτά
είναι η προσωδία π.χ. Ποτέ δεν θα μάθουμε τον τρόπο προφοράς των λέξεων από
τους αρχαίους. Και βέβαια η απώλεια αυτή βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη γνώση
του ρυθμού των αρχαίων κειμένων. Αναγκαστικά για την υπερκέραση τέτοιων
δυσκολιών απομένει το ένστικτο και η διαίσθηση, πράγματα σπουδαία,
αμφιλεγόμενης ωστόσο αξιοπιστίας. Το ζητούμενο φυσικά είναι, πάντα, όχι να «συμπληρωθεί», να «αντικρουστεί» ή να
«διορθωθεί» το πρωτότυπο, κάτι στο οποίο άνετα μπορεί να μας οδηγήσει η
διανοητική μας υπεροψία, ούτε βέβαια να γίνει λυρικότερος ο λυρισμός τον οποίον
εμπεριέχει, μια ευκολία τελικά που την εκτρέφει επικίνδυνα ο συρμός των ημερών
μας. Το ζητούμενο είναι οι ποικίλες αξίες που κουβαλάει ένα κείμενο να
μεταφερθούν ισοδύναμα και μέσα από τρόπους και όρους σημερινής ευαισθησίας σε
μια καινούργια, λειτουργική και δραστική γλωσσική εκδοχή. Για να γίνει
κατορθωτό αυτό απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πίστη. Παρ’ όλ’αυτά: η γλώσσα της
ποίησης είναι γλώσσα αυθαίρετη. Κατ’ανάγκην κάθε μεταφραστική απόπειρα δεν
μπορεί παρά να είναι μια καινούργια αυθαιρεσία.
Σχετικά με τις
Τρωάδες του Ευριπίδη, η μεταφορά
ορισμένων σημείων τους στην τωρινή μορφή της γλώσσας μας έγινε μέσα από
αντιστοιχίες του
νεώτερου ελληνικού ποιητικού λόγου, ανώνυμου είτε επώνυμου. Ελάχιστα
άλλα σημεία τους –όπου αυτό δεν δυσκόλευε τη νοηματική προσέγγιση– έμειναν,
εσκεμμένα, αμετάφραστα. Εσκεμμένα επίσης, ορισμένες λέξεις που η σημασία τους
σήμερα είναι διαφοροποιημένη, διατηρήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν με το αρχικό
εννοιολογικό τους φορτίο.»
Θ. Β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου