Το δωμάτιο σχεδόν άδειο. Καρέκλες μόνο, γύρω στους τοίχους, που ακολουθούν το τετράγωνο περίγραμμά του. Ημίφως. Η μουσική καλεί για χορό. Μπλουζ, και το κέλευσμα της ανταπόκρισης αγωνιά. Κατάσταση τρελής αναμονής στα κορίτσια. Κρυφό καρτέρι για τον εκλεκτό. Η λαχτάρα προσπαθεί να κρυφτεί. Ο δισταγμός παλεύει με τ’ αγόρια. Με συστολή το θάρρος τούς τραβά στο κουράγιο, που καθοδηγεί το βήμα στο κάλεσμα της έλξης. Ένωση, κι ο παλμός της ανατριχίλας ελεύθερος περνοδιαβαίνει στην απόσταση των σωμάτων. Τα πόδια συγχρονίζονται. Στα δεμένα χέρια η αλήθεια. Μια σκέψη στέλνει παρακάλια στο χρόνο να μην τρέχει, να κρατήσει τη στιγμή σε άχρονη διάρκεια. Ο χορός λύνει τα εγκλωβισμένα συναισθήματα.
Βρεθήκαμε επιτέλους. Να ’ξερες πώς το περίμενα. Δεν ήρθαν όλοι, αλλά εκείνος ήρθε. Είχα να τον δω πολλά χρόνια. Τελευταία, δεν ερχόταν στις συναντήσεις μας. Ρε, φοβούνται τις γυναίκες τους. Εμείς πάντα πηγαίνουμε μόνες, εκείνοι τις κουβαλάνε. Ε! κι εγώ αυτή τη φορά έβαλα όρο, μόνο συμμαθητές. Μόνοι μας. Εμείς θα παιδιαρίζουμε, θα θυμόμαστε τις καζούρες των καθηγητών, τα πάρτι, τις εκδρομές, τις τρέλες μας, οι σύζυγοι τι θα κάνουν, θα βαριούνται. Αυτά για μας είναι ο αψεγάδιαστος κόσμος μας, η ιδανική μας πολιτεία. Πολλές φορές βάζω τους Σαντάνα και χορεύω μόνη μου, κι έρχονται όλα. Περίμενε, θα σου βάλω ν’ ακούσεις. Πες, δεν σου ’ρχεται αμέσως η αίσθηση; Έχασες που δεν ήρθες. Μπαίνει, λοιπόν, το «Samba pati» κι όπως μιλούσα με τη Μπουμπού, νιώθω ένα χέρι να μ’ αρπάζει. Με γύρισε απότομα και πέφτω στην αγκαλιά του. Έπαιζε το τραγούδι μας και του άναψε κόκκινο, πέρασε τη γραμμή. Μιλήσαμε για όλα τ’ άσχετα. Δεν χορέψαμε άλλο. Φορτίο απαγόρευσης και αδιέξοδου όλ’ αυτά τα κρυμμένα, που ξεπηδούν απρόσκλητα. Βαριά η πεποίθηση: οι δρόμοι μας είναι παράλληλοι, δεν τέμνονται πια
Βρεθήκαμε επιτέλους. Να ’ξερες πώς το περίμενα. Δεν ήρθαν όλοι, αλλά εκείνος ήρθε. Είχα να τον δω πολλά χρόνια. Τελευταία, δεν ερχόταν στις συναντήσεις μας. Ρε, φοβούνται τις γυναίκες τους. Εμείς πάντα πηγαίνουμε μόνες, εκείνοι τις κουβαλάνε. Ε! κι εγώ αυτή τη φορά έβαλα όρο, μόνο συμμαθητές. Μόνοι μας. Εμείς θα παιδιαρίζουμε, θα θυμόμαστε τις καζούρες των καθηγητών, τα πάρτι, τις εκδρομές, τις τρέλες μας, οι σύζυγοι τι θα κάνουν, θα βαριούνται. Αυτά για μας είναι ο αψεγάδιαστος κόσμος μας, η ιδανική μας πολιτεία. Πολλές φορές βάζω τους Σαντάνα και χορεύω μόνη μου, κι έρχονται όλα. Περίμενε, θα σου βάλω ν’ ακούσεις. Πες, δεν σου ’ρχεται αμέσως η αίσθηση; Έχασες που δεν ήρθες. Μπαίνει, λοιπόν, το «Samba pati» κι όπως μιλούσα με τη Μπουμπού, νιώθω ένα χέρι να μ’ αρπάζει. Με γύρισε απότομα και πέφτω στην αγκαλιά του. Έπαιζε το τραγούδι μας και του άναψε κόκκινο, πέρασε τη γραμμή. Μιλήσαμε για όλα τ’ άσχετα. Δεν χορέψαμε άλλο. Φορτίο απαγόρευσης και αδιέξοδου όλ’ αυτά τα κρυμμένα, που ξεπηδούν απρόσκλητα. Βαριά η πεποίθηση: οι δρόμοι μας είναι παράλληλοι, δεν τέμνονται πια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου