Συνομιλία με τον Θόδωρο Σούμα με αφορμή τη νουβέλα του «Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή» (εκδόσεις Βακχικόν).
Της Σώτης Τριανταφύλλου
Θοδωρή, γνωριζόμαστε τριάντα πέντε χρόνια. Στην αρχή μάς ένωνε ο κινηματογράφος και η κριτική. Μου θύμιζες τον Φαμπρίς Λουκινί…Και τώρα τον Λουκινί μού θυμίζεις. Στη νουβέλα σου Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή ο κινηματογράφος δεν λείπει: «Η Πωλίν στην πλαζ», «Το γόνατο της Κλαίρης». Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεις τη σεξουαλική επιθυμία μοιάζει με του Ερίκ Ρομέρ: εμμονή σε ένα σημείο του σώματος, μεγάλες προσδοκίες, απογοήτευση…
Αληθεύει πως η προβληματική μου είναι επηρεασμένη από τον Ρομέρ, αγαπώ τον τρόπο που βλέπει και προσεγγίζει τον έρωτα και τις κοπέλες, πολύ πιο διακριτικός, πράος και ευγενής από εμένα – δυστυχώς για μένα.
Μου αρέσει πολύ ο Λουκινί, το πώς παίζει και μιλάει, πώς χειρίζεται τη γαλλική γλώσσα, το ότι είναι ταυτόχρονα ευφυής, ευφραδής και αστείος και ο χαρακτήρας του περιέχει ένα ελκυστικό μείγμα ναρκισσισμού, χιούμορ και αυτογνωσίας· είναι τυπικός ρομερικός ηθοποιός. Αληθεύει πως η προβληματική μου είναι επηρεασμένη από τον Ρομέρ, αγαπώ τον τρόπο που βλέπει και προσεγγίζει τον έρωτα και τις κοπέλες, πολύ πιο διακριτικός, πράος και ευγενής από εμένα – δυστυχώς για μένα. Μου αρέσει ο τρόπος που ενδιαφέρεται για τους νέους, κορίτσια και αγόρια. Ο λεπτός και διακριτικός τρόπος που προσεγγίζει τα συναισθήματα και εμβαθύνει σ' αυτά, χωρίς μεγαλοστομίες και δράματα, που προσεγγίζει τις μεγάλες ερωτικές προσδοκίες και τις απογοητεύσεις τους, όπως λες κι εσύ. Κοντολογίς, ο Ρομέρ είναι ένας από τους πολύ αγαπημένους μου σκηνοθέτες, όπως και ο Μπουνιουέλ, ο Φριτς Λανγκ και ο Χίτσκοκ.
Όλοι τους περιπαικτικοί σκηνοθέτες/σεναριογράφοι, κάτι που προσπαθώ να κάνω κι εγώ, με τις λιγοστές δυνάμεις μου. Μα δεν με έχουν επηρεάσει μόνο ο Ρομέρ κι ο Μπουνιουέλ…
Στις ταινίες σου μου φαινόταν πως έκανες αναφορές στον Αλέν Ρομπ-Γκριγιέ…
Λάτρεψα τον Ρομπ-Γκριγιέ όταν είδα τα φιλμ του στην Ταινιοθήκη των Βρυξελλών, τότε που σπούδαζα εκεί σινεμά στη Σχολή IAD, όπου φοίτησαν αργότερα οι αδελφοί Νταρντέν, όταν η Σχολή ξανάνοιξε. Προηγουμένως, μαζί με μερικά ακόμα εξεγερμένα παλικαράκια φροντίσαμε να... κλείσουμε τη Σχολή με πολυήμερες καταλήψεις και παρατραβηγμένα αιτήματα... Έχω ακόμη τη φωτογραφία μου με τις μπότες πάνω στο γραφείο του... πρύτανη και μια ταμπέλα: «Δεν υπάρχει πια πρύτανης». Ο Ρομπ-Γκριγιέ, λοιπόν, με μαγνήτισε λόγω των παράξενων εναλλακτικών που προσέφερε στη μυθοπλασία με την παρεμβολή του τυχαίου, το οποίο έσπρωχνε προς διάφορες κατευθύνσεις τη μυθοπλασία του, καθώς και με την υπνωτιστική ερωτική ατμόσφαιρα, βασισμένη στα ωραία γυμνά σώματα.
H Delphine Seyrig και ο Giorgio Albertazzi από την ταινία του Αλέν Ρενέ, Πέρυσι στο Μάριενμπαντ (1961), σε σενάριο του Αλέν Ρομπ-Γκριγιέ. |
Έχω, γενικώς, επηρεαστεί, σε βάθος χρόνου, ως προς τις μεσαίου μήκους ταινίες μου, τη νουβέλα, τα διηγήματα και τα κινηματογραφικά δοκίμιά μου, από συγγραφείς όπως ο Ζορζ Μπατάιγ και o Πιερ Λουίς με τη νουβέλα του Η γυναίκα και το νευρόσπαστο. Όπως ξέρεις τη μετέφερε στον κινηματογράφο ο Μπουνιουέλ με τίτλο «Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου». Επίσης, ένα από τα βιβλία που με έχουν σημαδέψει είναι Η συναισθηματική αγωγή του Φλομπέρ, μια ψυχογραφική, ρομαντική και συναισθηματική εκδοχή της ερωτικής αποστέρησης, αλλά και το έργο του φον Ζάχερ Μαζόχ, μια σκληρή εκδοχή της αποστέρησης (εγώ πραγματεύομαι τον ηθικό και ψυχικό μαζοχισμό). Αυτά τα έργα δεν είναι επιρροές που επέδρασαν άμεσα στο γράψιμο του βιβλίου.
Το βιβλίο φαίνεται ωστόσο σαν να γράφτηκε με αυθόρμητη αυτοβιογραφική διάθεση.
Ναι, γράφτηκε σαν να βγήκε από μέσα μου, από σκόρπια πράγματα που άκουσα για διάφορες ιστορίες, από τα ίδια τα θέματα της νουβέλας και τους ήρωές της, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της γραφής παίρνουν ζωή και αυτονομούνται κατά κάποιον τρόπο.
Διαβάζοντας τις περιπέτειες του Φάνη στο βιβλίο σου, αναρωτιόμουν τι θα σκέφτονταν οι πουριτανές φεμινίστριες· κι αν, όπως λέει ο Γιώργος στον Φάνη, θα ερμήνευαν στην κυριολεξία τη λέξη «φαλλοκράτης».
Οι φεμινίστριες έχουν ακόμη να κάνουν δουλειά στον δυτικό κόσμο και ακόμη περισσότερη και πιο απαραίτητη δουλειά στον αναπτυσσόμενο κόσμο και δη τον μουσουλμανικό. Όμως ο Γιώργος και λιγότερο ο Φάνης, οι δύο αρσενικοί ήρωές μου, είναι σεξιστές.
Ο Γιώργος αποκαλεί τον φίλο του, τον Φάνη, κυριολεκτικά φαλλοκράτη, εννοώντας πως φλερτάρει για καιρό, επίμονα, την Ηλέκτρα την οποία έχει ερωτευτεί, αλλά τελικά μένει με το... πουλί στο χέρι. Με τις φεμινίστριες δεν έχω να χωρίσω τίποτα, με ενδιαφέρει η προβληματική τους – όπως και όλων των καταπιεσμένων κοινωνικών στρωμάτων και ομάδων που για να διασφαλίσουν τα εύλογα δικαιώματά τους, υιοθετούν την αντίστοιχη, την κατάλληλη προβληματική και ιδεολογία. Οι φεμινίστριες έχουν ακόμη να κάνουν δουλειά στον δυτικό κόσμο και ακόμη περισσότερη και πιο απαραίτητη δουλειά στον αναπτυσσόμενο κόσμο και δη στον μουσουλμανικό. Όμως ο Γιώργος και λιγότερο ο Φάνης, οι δύο αρσενικοί ήρωές μου, είναι σεξιστές. Σεξιστές, «σεξίστριες», μπορούν να είναι και διάφορες γυναίκες. Το τι θα σκέφτονταν οι φεμινίστριες, πουριτανές ή μη, για τον Φάνη δεν το ξέρω ακριβώς, μπορώ ίσως να το προβλέψω, προτιμώ να μην το πω, μα να το ακούσω. Πάντως δεν θα είναι πολύ κολακευτικό. Ούτε η άποψη των αντρών για τον Φάνη θα περίμενα να είναι ενθαρρυντική· άλλωστε τη διατυπώνει με ειρωνεία ο φίλος του Γιώργος.
Πέρα από «εραστής» ο Φάνης είναι voyeur… Δεν μου αρέσει η λέξη «ηδονοβλεψίας». Ο Φάνης απολαμβάνει το ίδιο του το βλέμμα.
Κι αυτή η διάσταση έχει σχέση με τον κινηματογράφο, όπως όλο το βιβλίο, αλλά και με την ερωτική λογοτεχνία, μα προπάντων με την ιδιοσυγκρασία του Φάνη. Κάθε κινηματογραφόφιλος και θεατής, ειδικά του σινεμά, είναι ηδονοβλεψίας, πρόκειται, πιστεύω, για τη βασικότερη ιδιότητα της κινηματογραφικής θέασης/διαδικασίας. Ο Φάνης όμως είναι και θεατής της ζωής, του αρέσει να κοιτάζει τη ζωή που αφήνει να περνά δίπλα του, όπως τις γυναίκες που δεν καταφέρνει να αδράξει, του αρέσει να κοιτά από τα παράθυρα των σπιτιών στο εσωτερικό τους, και να φαντάζεται πολλά και διάφορα.
Επίσης είναι επιστολογράφος. Απευθύνει στις γυναίκες που ερωτεύεται ή που επιθυμεί παθιασμένα γράμματα. Νομίζω ότι, από το ίδιο του το περιεχόμενο και την προσωπικότητα του ήρωά σου, φαίνεται μια επαναστατικότητα που ίσως σήμερα είναι αναχρονιστική. Η σεξουαλική απελευθέρωση· το να ορμάς με πάθος στις ερωτικές εμπειρίες, αλλά και με αίσθημα, με πόνο, με μέθη. Έχω την εντύπωση, αλλά ίσως κάνω λάθος, ότι αυτή η στάση στον έρωτα και το σεξ δεν αντιστοιχεί στο σήμερα.
Η ιστορία δεν διαδραματίζεται στη σημερινή εποχή, μα σε προηγούμενες δεκαετίες, στο τέλος της χιλιετίας, η αφήγησή μου αλλάζει συχνά χρονολογία και περίοδο. Τότε δεν επικοινωνούσαμε με mail και sms. Νομίζω όμως πως ο Φάνης θα τα κατάφερνε και σήμερα, θα μπορούσε να επικοινωνεί με τις γυναίκες με τα σύγχρονα μέσα, γιατί η ορμή και η εφευρετικότητά του είναι ισχυρές. Τώρα, το αν η επαναστατικότητα και η σεξουαλική απελευθέρωση του κεντρικού ήρωα, που είναι όντως αναχρονιστικές, εκτός σημερινής εποχής όπως προαναφέραμε, είναι θετικές και δημιουργικές, αφήνω τους άλλους να απαντήσουν... Και παραπέμπω σε έναν άλλο που ασχολήθηκε με τη θεματική της σεξουαλικής απελευθέρωσης και εκτιμώ, τον Μισέλ Ουελμπέκ.
Ο Ουελμπέκ δεν αφήνει τους ήρωές του να χαρούν, τους παρουσιάζει να πάσχουν από ennui…
Πρόκειται, ελληνιστί, για υπαρξιακή ανία και κενό, αναμειγμένα με κατάθλιψη (βλέπε το τελευταίο του μυθιστόρημα Σεροτονίνη), ανηδονία και αδυναμία για ευτυχία (εδώ συναντά τη γνώμη του Μπρυκνέρ), υπαρξιακή και κοινωνική δυστυχία. Πώς να χαρούν έτσι οι ήρωές του; Ο ίδιος, πιστεύω, πως χαίρεται γράφοντας, δημιουργώντας (και όχι κάνοντας σεξ).
Παλιότερα, όσο μπορώ να θυμηθώ, υπήρχε πρωταθλητισμός στον κόσμο του σεξ· δονζουανισμός. Αυτή η ρομαντική και μαζί «βιομηχανική» διάθεση δεν ταιριάζει στην ψηφιακή εποχή. Ούτε η διάκριση μεταξύ κάνω σεξ ως ερωτευμένος και κάνω σεξ «για το σεξ». Αυτός ο διχασμός αποκαρδιώνει τον Φάνη.
Η γνώμη μου είναι πως όλοι είμαστε λίγο πολύ προβληματικοί, κουβαλάμε συμπλέγματα ή και τραύματα. Άρα οι περισσότεροι μάλλον είμαστε για ψυχολόγο, ιδιαίτερα στις συνθήκες της κρίσης...
Ο πρωταθλητισμός ή/και ο δονζουανισμός είναι το στυλ του Γιώργου, όχι του κεντρικού ήρωα Φάνη. Οι δυο φίλοι είναι ο ένας alter ego, σωσίας κι αντικατοπτρισμός του άλλου. Η συνολική στάση του Φάνη είναι μεν ερωτική, ευαίσθητη στα ερωτικά κεντρίσματα, που τα αναζητά, αλλά και προβληματική, όπως και του φίλου του Γιώργου. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τους περισσότερους γυναικείους χαρακτήρες μου. Η γνώμη μου είναι πως όλοι είμαστε λίγο πολύ προβληματικοί, κουβαλάμε συμπλέγματα ή και τραύματα. Άρα οι περισσότεροι μάλλον είμαστε για ψυχολόγο, ιδιαίτερα στις συνθήκες της κρίσης...
Τον συμπόνεσα τον Φάνη: ο καημένος μπερδεύεται σε διασταυρούμενες επιθυμίες, σε τρίγωνα… Μπερδεύεται και με την ίδια του την εικόνα: ποιος είναι; Τι θέλει επιτέλους από τις γυναίκες; Μέχρι πού θα φτάσει για να κατακτήσει κάθε φορά το αντικείμενο της επιθυμίας του;
Πράγματι, λόγω της φύσης του, της ψυχικής δομής και του χαρακτήρα του, επιδίδεται σε ένα σισύφειο έργο, που δεν μπορεί να έχει τελειωμό, καλό τέλος... Είναι λίγο φουκαράς, λίγο ερωτύλος, λίγο μαζοχιστής, απογοητευμένος και συγχυσμένος ως προς τους σκοπούς, τις επιθυμίες και τους πόθους του. Ίσως όμως μπορεί να γίνει και κάπως επικίνδυνος κι επιθετικός. Αλλά κι οι άλλοι χαρακτήρες, αντρικοί ή γυναικείοι, ακόμη και οι πολύ ενεργοί σεξουαλικά, είναι ταυτοχρόνως ταλαιπωρημένοι. Ο μαζοχισμός των προσώπων μπορεί να μετατραπεί σε σαδισμό. Σ' αυτόν τον χορό, στο ερωτικό γαϊτανάκι, κανείς δεν έχει ψυχική γαλήνη.
Πριν από λίγα χρόνια μετέφρασα ένα βιβλίο του Πασκάλ Μπρυκνέρ Ο γάμος από έρωτα έχει αποτύχει… Ο Μπρυκνέρ κάνει μια αποτίμηση της κατάργησης των κανόνων και των περιορισμών, καταλήγοντας ότι οι άνθρωποι δεν έγιναν ευτυχέστεροι. Δεν συμφωνώ καθόλου… Τι θα πει «ευτυχέστεροι»; Η ελευθερία δυσκολεύει μερικά πράγματα και διευκολύνει μερικά άλλα. Δεν είναι λύση να αναζητεί κανείς την ασφάλεια των συμβάσεων για να μην εκτίθεται στους κινδύνους της ελευθερίας.
Δεν θέλω να δώσω τελεσίδικη απάντηση, αφήνω να προκύψει η όποια άποψη, έτσι όπως θα την διαβάσει κι ερμηνεύσει ο καθένας από τη σχέση του με το βιβλίο.
Κατ' αρχήν έχεις δίκιο, μα στο πλαίσιο της ερωτικής ελευθερίας τα πράγματα γίνονται δύσκολα. Δεν θέλω να δώσω τελεσίδικη απάντηση, αφήνω να προκύψει η όποια άποψη, έτσι όπως θα την διαβάσει κι ερμηνεύσει ο καθένας από τη σχέση του με το βιβλίο. Υπάρχουν γενικά πολλές σχετικές απόψεις στην τέχνη. Υπάρχει ο Βοκάκιος, ο Μαριβώ, ο Γκαίτε, ο Ρουσώ, ο Λακλό, η Έμιλι Μπροντέ, ο Χένρι Μίλερ, η Αναΐς Νιν, ο Μπουκόφσκι, ο Ζενέ, ο Προυστ, η Ντυράς, ο Μπαρτ, ο Π. Κλοσόφσκι, ο Βισκόντι, ο φον Στέρνμπεργκ με την Ντίτριχ, ο Λιούμπιτς, ο Χ. Χοκς, ο Τρυφό, ο Φερέρι, ο Φρίαρς, ο Κισλόφσκι, ο Όσιμα, ο πρώιμος Παζολίνι και ο ύστερος Παζολίνι...
Ένα μέρος της ελευθερίας του Φάνη βρίσκεται μέσα στο μυαλό του. Στις φαντασιώσεις του. Που είναι, υποθέτω, φαντασιώσεις όλων των ανθρώπων.
Ναι. Ας το ελπίσουμε. Ίσως η σεξουαλική ελευθερία βρίσκεται κυρίως στο κεφάλι των ανθρώπων, στις φαντασιώσεις του Σαντ, του Μπατάιγ, του Κλοσόφσκι και άλλων. Η πραγματικότητα προσαρμόζει αναπόφευκτα τις ορμές του έρωτα, την αρχή της ηδονής, στην αρχή της πραγματικότητας. Ξεχάσαμε τον Φρόιντ... Υπάρχει μπόλικη ψυχανάλυση στο πεζογράφημα κι η έμμεση αυτοανάλυση του ήρωα μέσω της αυτεπίγνωσης και των εσωτερικών σκέψεων. Άλλωστε, στη νουβέλα κάνει ψυχοθεραπεία ο ίδιος.
Διαβάζοντας τη νουβέλα σου, θυμήθηκα εκείνο το παλιό τραγουδάκι “Love Will Tear Us Apart'', κυρίως διότι ο στίχος συνεχίζεται με ένα ''again''. Με την υπενθύμιση και την προειδοποίηση ότι κάτι συμβαίνει ξανά και ξανά.
Νομίζω πως στον έρωτα, όπως και σε κάθε άλλη συναισθηματική και λιβιδινική έκφραση του ψυχισμού μας, του ψυχικού κόσμου και ιδιαίτερα του υποσυνείδητου κόσμου μας, επαναλαμβάνονται κάποιες δομές, κάποια patterns που έχουν ήδη εγγραφεί, και είναι δύσκολο να ξεφορτωθούμε δια παντός αυτές τις εγγραφές, αυτές τις σφραγίδες, που οδηγούν στην επανάληψη των συμπεριφορών μας, των συναισθηματικών τάσεων και τακτικών μας...
Σκεφτόμουν επίσης τον Αντουάν Ντουανέλ και τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τις γυναίκες. Ναι, ανέφερες τον Τρυφό, αλλά ο Τρυφό έφτιαχνε πολλά είδη γυναικών (από τις φονικές στη «Σειρήνα του Μισσισσιπή» και στο «Η νύφη φορούσε μαύρα» μέχρι τη Ναταλί Μπάιγ-Ζοέλ, μια δύναμη της φύσης, στην «Αμερικανική νύχτα») και πολλά είδη βλέμματος. Ο Αντουάν όμως είναι μαγεμένος από τις γυναίκες.
Αγαπώ πολύ τον Αντουάν Ντουανέλ του Τρυφό, όπως τον ενσάρκωσε ο Ζαν-Πιερ Λεό, χαίρομαι και διασκεδάζω να βλέπω τις ταινίες τους. Ο Αντουάν είναι μαγεμένος με τις γυναίκες, έχει όμως μια φυσική χάρη και κομψότητα, μια έμφυτη, αποτελεσματική γοητεία, αρέσει στις γυναίκες, αλλά και αν δεν τα καταφέρει με κάποια από αυτές που επιθυμεί, δεν τον πειράζει ιδιαίτερα, είναι ακομπλεξάριστος, πολύ διαφορετικός χαρακτήρας από τον αδέξιο και μάλλον loser Φάνη, ας μη ξεχνάμε πως ο Αντουάν είναι το alter ego του Τρυφό...
Επίσης, υπάρχει κάτι κωμικό: ενώ γενικά ο Φάνης ζει σε ένα ερωτικό rollercoaster, έχει στιγμές που μου θυμίζει τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο όταν συμβουλεύει τον Λάμπρο Κωνσταντάρα να χουφτώσει τη Νόρα Βαλσάμη. Οι γυναίκες τού παρουσιάζονται φευγαλέες, ολισθηρές… Οπότε, ό,τι κερδίζει κανείς καλό είναι. Χούφτωσ' τη τώρα γιατί δεν ξέρεις τι θα γίνει αργότερα.
Επεδίωξα να φτιάξω τη νουβέλα, σε μερικά μέρη της, αστεία, π.χ. σε τρία κεφάλαια, στην αρχή, στη μέση και στο τέλος· για να μην κλείνει πολύ απαισιόδοξα· να αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση. Ήθελα να φτιάξω κάτι σαν ντραμεντί, που λέμε στο σινεμά. Αν τα δεις από μια ορισμένη σκοπιά όλα αυτά που συμβαίνουν στον Φάνη ή την Ηλέκτρα, μοιάζουν με ιλαροτραγωδία. Οι γυναίκες στο πεζογράφημα είναι λίγο πολύ φευγαλέες, άπιαστες, τουλάχιστον γι' αυτόν τον τύπο άνδρα. Ίσως φταίει το ότι τις τοποθετεί σε ένα ψηλό βάθρο και, αρχικά, τις εξιδανικεύει, γι' αυτό αισθάνεται δέος γι' αυτές, όπως λέει στο παράθεμα του Σταντάλ από το «Περί έρωτος», που έβαλα στην αρχή της νουβέλας. Είναι ο τίτλος της ταινίας που κάναμε το 1982 με τη σύζυγό μου τη Μαρία Γαβαλά. Μετά, ο Φάνης οφείλει, προσπαθεί να τις αποκαθηλώσει, καμιά φορά άγαρμπα, για να τις πλησιάσει εγγύτερα, σωματικά.
Ο έρωτας και το σεξ παίρνουν διαστάσεις και σπουδαιότητα ζωής και θανάτου. Κάνεις αναφορές στον «Γαλάζιο άγγελο»… Ο Φάνης παίζει τον ρόλο του καθηγητή Ούνρατ, ή του Ματιέ Φαμπέρ που κυνηγάει ανελέητα την Κοντσίτα, πλην όμως ανελέητη είναι η Κοντσίτα.
Κυρίαρχος σε αυτόν τον μύθο του Πυγμαλίωνα είναι η γυναίκα, ο συγκροτημένος και καταρτισμένος διανοητικά άντρας προσπαθεί να την πλάσει και να τη φέρει στα μέτρα του, εις μάτην, γιατί ο ισχυρός, κυρίαρχος πόλος, βιολογικά και ψυχικά, είναι η γυναίκα, η οποία, όταν χρειαστεί, αναπαράγει το ανθρώπινο είδος και είναι δυνατή. Αυτό δεν με χαλάει, γιατί έχω κόρη και όχι γιο!
Ο Φάνης σου είναι θύτης και θύμα στη ζούγκλα του έρωτα. Και βλέπει τις γυναίκες τρομακτικά μεγεθυμένες. Kαθώς τις κυνηγάει γίνεται όλο και πιο μικρούλης.
Σωστή διάγνωση! Θύμα και θύτης σε μια απέλπιδα, αέναη κι άγονη προσπάθεια. Γι' αυτό ο υπότιτλος της νουβέλας είναι «Άγονοι έρωτες». Εδώ να σημειώσω πως η νουβέλα αποτελεί μέρος μιας πεζογραφικής τριλογίας: Το πρώτο, χρονολογικά, έχει τίτλο Τα αγόρια που πάντα έφευγαν και θέμα την παιδική κι εφηβική ηλικία του νεαρού Τόλη, το δεύτερο, που γράφω τώρα, έχει τίτλο Ο Πολυχρόνης στην αριστερά και θέμα τη συμμετοχή στην πολιτική·και το τρίτο είναι η εκδοθείσα νουβέλα, με θέμα την ερωτική ζωή του Φάνη, που εκδόθηκε όμως πρώτη μάλλον γιατί είναι πιο γαργαλιστική. Έτσι λέω, μπορεί όμως να ήταν και τυχαίο. Πάντως τα πεζογραφήματά μου δεν θα βγουν σύμφωνα με τη χρονολογική και ηλικιακή σειρά της ζωής των κεντρικών ηρώων, που θα την προτιμούσα.
Αναφέρεις τον «Καζανόβα» του Φελίνι. Ίσως περίμενα κινηματογραφικές αναφορές όπως το «Les valseuses» και το «Préparez vos mouchoirs» του Μπερτράν Μπλιέ – σε ταινίες της δεκαετίας του 1970 που παρουσιάζουν το σεξουαλικό κομφούζιο… Δηλαδή, εν ολίγοις, από τι επιζήσαμε. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι εκείνο το τραγουδάκι του Κηλαηδόνη «Πού βαδίζουμε κύριοι» που τελειώνει κάπως έτσι «Έφαγε η Μαρούλα τον Μανώλη από τη Ρούλα/ που του άρεσε και η Μίνα που του γνώρισε η Γωγώ/ που τα είχε με τον Άρη πριν τα φτιάξει με τη Μάρη/ και που ίσως να την πήδηξα κι εγώ», τα λέει όλα.
Το σινεμά, τα γράμματα, ο έρωτας, η τέχνη, το ταξίδι, εξωτερικό και εσωτερικό, ο αθλητισμός, ο διαλογισμός, η πολιτική δραστηριοποίηση, η δημιουργία, η φιλοσοφία, οι επιστήμες, η έρευνα αποτελούν μέσα διαφυγής από τη μέτρια πραγματικότητα...
Καταπληκτικοί οι στίχοι του Κηλαηδόνη. Μα η μεγάλη μου αγάπη είναι οι μπαλάντες του Ζορζ Μπρασένς με το αναρχικό κι ελευθεριάζον ερωτικό πνεύμα τους· τις τραγουδούσα στον εαυτό μου, συνέχεια, στο Παρίσι... Αγαπώ πολύ και τον Ίγκι Ποπ, όπως η Ρένα της νουβέλας... Ο Μπερτράν Μπλιέ είναι ενδιαφέρων, ειδικά τα τρίο που περιγράφει σε αρκετά φιλμ του. Σημείωσα πιο πριν αρκετές κινηματογραφικές επιρροές μου, ταινίες που με κάνουν να ονειρεύομαι, όπως η τρομερή σκηνή του Φελίνι την οποία περιγράφω στο τελευταίο κεφάλαιο, όπου ο Καζανόβα επιχειρεί να κάνει σεξ με την ανθρωπόμορφη κούκλα γνωρίζοντας πως είναι κούκλα· πρόκειται για το απόγειο της απεγνωσμένης, τραγικής προσπάθειας για επικοινωνία με το άλλο φύλο, η οποία στην πραγματικότητα είναι επικοινωνία με έναν αντικατοπτρισμό του, με τον εαυτό του... Θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς πως πρόκειται για απεριόριστο εγωκεντρισμό, αυτοερωτισμό ή ναρκισσισμό... Είναι όμως απελπιστικά πανέμορφο, βοηθούσης και της υπέροχης, θλιμμένης κι ονειρικής μουσικής του Νίνο Ρότα. Το σινεμά, τα γράμματα, ο έρωτας, η τέχνη, το ταξίδι, εξωτερικό και εσωτερικό, ο αθλητισμός, ο διαλογισμός, η πολιτική δραστηριοποίηση, η δημιουργία, η φιλοσοφία, οι επιστήμες, η έρευνα αποτελούν μέσα διαφυγής από τη μέτρια πραγματικότητα, αλλά και, από άλλη οδό, μέσα εντρύφησης στην ουσία και αλήθεια των πραγμάτων ή και προσπάθεια να τα βελτιώσεις, να τα αλλάξεις.
Πιστεύεις ότι η ερωτική αποτυχία μπορεί να συρρικνωθεί σε ένα απλό βιολογικό φαινόμενο; Στο ότι τα θηλαστικά επιλέγουν τα ζώα εκείνα που έχουν την καλύτερη πρόσβαση στους πόρους της φύσης, της ζούγκλας;
Όχι, γενικά δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα... Στην αποτυχημένη ή μη, έκβαση του ερωτικού πλησιάσματος και την επιλογή των θηλυκών παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες, ψυχολογικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, βιολογικοί-σωματικοί, οι παράμετροι του κύρους, της ομορφιάς, της εξουσίας, του χρήματος, της ευρωστίας, της γοητείας, της ευφυΐας και της μόρφωσης.
Μερικοί από τους οποίους λείπουν από τον Φάνη και τον Γιώργο.
Μερικοί λείπουν κι άλλοι μοιάζουν σαν να περισσεύουν από παντού.
* Η ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ είναι ιστορικός, συγγραφέας και μεταφράστρια.
Τελευταίο βιβλίο της, το μυθιστόρημα «Το λούνα παρκ στο ιερό βουνό» (εκδ. Πατάκη).
Τελευταίο βιβλίο της, το μυθιστόρημα «Το λούνα παρκ στο ιερό βουνό» (εκδ. Πατάκη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου