Μένει ώρα να το πιπιλίζει, να ρουφά όλη του την γλύκα, το κατακάθι του ζωντανό στα χείλη. Ύστερα έρχεται η φράση που τον ξύπνησε∙ την προφέρει ψιθυριστά στο σκοτάδι: Σταφύλια τα φιλιά σου. Μια ποιητική φράση και ποιητής δεν είναι. Ορκωτός λογιστής είναι. Δεν του αρέσει καν η ποίηση. Δεν την καταλαβαίνει. Την φοβάται.
Η γυναίκα του αλλάζει πλευρό και νιώθει ένοχα –πώς να της πει ότι φιλιόταν έστω και στον ύπνο του. Ούτε καν θυμάται πότε την φίλησε τελευταία φορά. Σίγουρα πριν μείνει έγκυος. ‘Δεν φιλάς σωστά’, του λέει πάντα. Αλλά δεν του δείχνει πως.
Γιατί όμως σταφύλια, αναρωτιέται, με τον μούστο ακόμα έντονα υγρό στα χείλη. Του έρχεται αμυδρά μια απόμακρη πληροφορία από το σχολείο: Σταφυλίτης είναι μια από τις προσωνυμίες του Διονύσου ενώ σταφυλή η σαρκώδης απόφυση στο πίσω μέρος του ουρανίσκου, στην υπερώα. Τα σταφύλια πάντως τα τρώει, είναι άλλωστε η εποχή τους και πάντα φροντίζει να τρώει φρούτα εποχής. Φέρνει νοητά μπροστά του την κενή σελίδα ενός παλιού λογιστικού βιβλίου. Ξεκινά τις λεπτομερείς νύκτιες νοητές ταξινομήσεις ανόμοιων πραγμάτων που πάντα τον ηρεμούν∙ τις συμπληρώνει με περισσότερα ζευγάρια ομόηχων λέξεων, με παρόμοιες συσχετίσεις με άλλα φρούτα. Η προσπάθειά του ωστόσο δεν βγάζει κέρδος, μονάχα ζημία. Αν χρεώσει, σκέφτεται, το ‘σου’ με ‘μου’ –σταφύλια τα φιλιά μου- θα τελειώσει το πράγμα εδώ, θα κλείσει τα βιβλία με μηδενικό πρόσημο, εκείνος και τα φιλιά του, κανείς άλλος. Γρήγορα όμως καταγγέλλει τον εαυτό του ως επίορκο, αυτό θα ‘ναι απάτη, μια απαγορευμένη μεταβολή στοιχείων. Ή, μήπως, σκέφτεται μετά, να σβήσει τελείως την κτητική αντωνυμία μετατρέποντας τον προβληματικό του ισολογισμό σε μια απρόσωπη, ουδέτερη, αόριστη και παγκόσμια κατάσταση πραγμάτων: σταφύλια τα φιλιά. Αλλά όχι, ορκοσφάλτης δεν θα γίνει, και ‘σου’ υπήρχε και ‘μου’, μ’ εκείνον αποδέχτη – ναι, φιλιόταν, η υγρή απόδειξη νωπό επίχειλο στοιχείο.
Κι είναι αυτή η μελιχρή επίγευση που του φέρνει μια εύχυμη μνήμη: θυμάται να κάνεις πρόβα με φρούτα για το πρώτο του φιλί -σύκα, γιαρμάδες, νεράντζια, βανίλιες, καρπουζόφλουδες. Ποτέ με σταφύλια. Αναπολεί αυτά τα φιλιά -δροσερά, σαρκώδη, μεστά- πολύ καλλίτερα από αυτά που ‘χε επιχειρήσει σύντομα μετά έμπρακτα με την πρώτη του ‘φιλινάδα’ -έτσι την αποκαλούσαν με τον κολλητό του. ‘Δεν φιλάς σωστά’, του ‘χε πει κι εκείνος όταν η ‘φιλινάδα’ δεν θέλησε να τα φτιάξει μαζί του. Ο κολλητός του, έμπειρος και περπατημένος, του ‘χε πει μια χρηστική πληροφορία που γνώριζε θεωρητικά μονάχα: οι εκδιδόμενες γυναίκες, παρόλο που είναι έτοιμες να κάνουν τα πάντα, ποτέ δεν φιλούν στο στόμα. Στο βιβλίο της Αγωγής του Πολίτη, είχε βρει ότι το φιλί δεν είναι τίποτα άλλο από την ένωση δύο πεπτικών σωλήνων και βασικός φορέας πληροφοριών που μεταδίδονται ανάμεσα σε ένα ζευγάρι μέσω της γεύσης και της όσφρησης, συντελώντας έτσι νευροχημικές διεργασίες στον εγκέφαλο. Αναρωτιέται πόσο έχει επηρεαστεί από κάτι που ο διαιτολόγος του στο γυμναστήριο τού ‘πε τελευταία: ενός λεπτού φιλί καίει είκοσι έξι θερμίδες∙ κι αυτό, λέει, επειδή ο σφικτήρας του στόματος –ναι, σφικτήρας λέγεται κι αυτός- επιστρατεύει για την επίτευξη ενός φιλιού τριάντα τέσσερεις μύες του προσώπου και εκατό δώδεκα του σώματος, αν, κι εφόσον, ο φιλών είναι όρθιος. Μόλις προχθές η γυναίκα του τού ‘χε διαβάσει από ένα βιβλίο για τους πρώτους μήνες του μωρού ότι το φιλί, φαίνεται, προέκυψε εξελικτικά από την μασημένη τροφή που δίνει η μητέρα στο παιδί. Ένα φιλί στο στόμα ενός μωρού λειτουργεί αγχολυτικά και παρηγορητικά, όσο ένα νανούρισμα.
Ο ίδιος νιώθει άγχος∙ καμιά παρηγοριά, κανένα νανούρισμα δεν μπορεί να απαλύνει αυτό που τον κατακλύζει. Στύβει το μυαλό του για παροιμίες, να τις σημειώσεις στο νοερό λογιστικό βιβλίο. Τα ‘περσινά ξινά σταφύλια’ τον χτυπούν έξαφνα με την αμεσότητά τους. Το περασμένο καλοκαίρι είχε σταλεί σε ένα θερινό θέρετρο, στα Κύθηρα, για έλεγχο βιβλίων. Φρεσκοπαντρεμένος κι έχοντας νιώσει πρόωρα μια επτά συν επτά μήνες φαγούρα, είχε ξυστεί με μια νεαρή τουρίστρια. ‘Τα κλεμμένα φιλιά’, προσθέτει τώρα στο δικό του βιβλίο, ‘αξίζουν περισσότερο από τα νόμιμα’. Ήταν κάτι που ‘λεγε η μητέρα του για τον πατέρα του. Αλλά η απόπειρά του στην μοιχεία είχε κινηθεί στην απειλή μονάχα μιας πτώχευσης. Δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί –είχε, θυμάται, μόλις μάθει ότι στον οικογενειακό προϋπολογισμό θα προστίθετο ένα ακόμα στόμα. Η τουρίστρια, αντιδρώντας αρχικά στην άτσαλη βιασύνη του, τού ‘χε μεταφράσει από την γλώσσα της την φράση ‘το βιαστικό φιλί ποτέ μη το ζηλέψεις’. Αντιλαμβανόμενη μετά ότι η συνεύρεσή τους θα περιοριζόταν σε μια ήδη χαμένη ναυμαχία γλωσσών, έφυγε αστράφτοντάς του ένα χαστούκι. ‘Δεν φιλάς σωστά’, του ‘χε πει, απορρίπτοντας τον ανεπίστροφα. Έτσι δεν του ‘χε πει κι ο κολλητός του; Κι είναι αυτά τα περσινά ξινά σταφύλια που τα σημειώνει τώρα ως κρεμαστάρια: τα φιλιά της κοπέλας δεν είχαν την γλύκα ενός σταφυλιού αλλά την όξινη πίκρα του αίματος από το δαχτυλίδι που είχε περασμένο στην γλώσσα. Τα βιβλία του θέρετρου τα ‘χε βρει πειραγμένα.
Σταφύλια τα φιλιά σου’, επαναλαμβάνει ξανά. Νιώθει πλέον ένα σφίξιμο στο στομάχι, ένα άλγος∙ μαζί με μια έντονη αίσθηση νόστου σχηματίζουν μια νοσταλγία, έναν πόνο για μια επιστροφή στον φιλικό τόπο που έχει αναγνωρίσει. Φιλικό στο τετράγωνο -φιλικός και φιλικός. Έχει θυμηθεί πλέον. Τον κατακλύζει η αποφορά ιδρωτίλας και βαρβατίλας∙ στο σχολείο την λέγανε άρωμα των αποδυτηρίων. Είναι η επομένη μέρα από την αποτυχημένη απόπειρα με την ‘φιλινάδα’. Ο Αυτοκράτορας Τιβέριος, λέει, είχε απαγορεύσει τα γλωσσόφιλα ως πηγή επιδημιών. Η αποτυχημένη απόπειρα με την ‘φιλινάδα’ τον έχει πιστώσει με το παγκόσμιο και διαχρονικό γυναικείο παράπονο: όταν οι γυναίκες θυμούνται ακόμα το πρώτο τους φιλί οι άντρες έχουν ήδη ξεχάσει το τελευταίο. Να όμως που εκείνος τελικά ποτέ δεν το ξέχασε. ‘Δεν φιλάς σωστά’, του ‘χε πει ο κολλητός του. Νιώθει ξανά το βελόνιασμα στα χείλη. Εφηβική αξυρισιά. Στη γλώσσα του γεύεται ξανά νέκταρ και νικοτίνη. Τα πρώτα τσιγάρα και ξεθυμασμένη μαυροδάφνη. Το φιλί συνδυάζει το μητρικό, το ερωτικό, το αδελφικό, το νόμιμο και το κλεμμένο. Φιλί ζωής, αγάπης και προδοσίας. Φιλί φιλίας. Σταφύλι το φιλί του. ‘Δεν φιλάς σωστά’ του ‘χε πει ο Σταφυλίτης-Διονύσης, έτσι έλεγαν τον κολλητό του. ‘Φίλοι-φίλοι το σταφύλι’, τους αποκαλούσαν οι άλλοι. ‘Δεν φιλάς σωστά’ του ‘χε πει. Και του ‘χε δείξει πως.
* Ο πίνακας που συνοδεύει το διήγημα είναι του Σέργιου Αλεξόπουλου