Δήμητρα Ἰ. Χριστοδούλου
ΤΟ 2014 ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ καὶ παρουσιάστηκε
στὸ 8ο Διεθνές Συνέδριο Μικρομυθοπλασίας
στὸ Kentucky ἡ ἀνθολογία Short, σὲ ἐπιμέλεια τοῦ Ἀμερικανοῦ
καθηγητῆ στὸ Columbia Alan Ziegler. Ὁ τελευταῖος ἐπιχείρησε
νὰ καλύψει πέντε αἰῶνες τῆς (πολὺ) σύντομης πεζογραφικῆς φόρμας, μὲ
κείμενα ἕως 1.250 λέξεις σὲ χρονολογικὴ σειρά, ἀπὸ 24 χῶρες τοῦ δυτικοῦ
κόσμου. Στὴν ἀνθολογία περιλαμβάνονται 193 κυρίως ἀγγλόφωνοι λογοτέχνες,
ἕπονται οἱ γαλλόφωνοι καὶ ἀκολουθοῦν λιγότεροι ἱσπανόφωνοι, ἰταλόφωνοι
καὶ ἄλλοι ποὺ τὴν καλλιέργησαν, συστηματικὰ ἢ παρεμπιπτόντως, παλαιότεροι
(π.χ. Bierce, Chopin, Woolf, Borges, Renard, Queneau, Beckett, Cortazar,
Barthes, Calvino, O'Hara, Lispector) καὶ σύγχρονοι (π.χ. Atwood, Valenzuela,
Hempel, Keret, Bender, Eggers, Alomar). Μύθοι, μικρομυθοπλασίες, πεζογραφήματα,
πεζοποιήματα, ἀφορισμοί, ἀνέκδοτα, λίστες, στοχασμοί, ψευδο-δοκίμια,
ψευδο-λεξικο-λήμματα, ψευδο-ἀγγελίες καὶ πολλὰ ἄλλα σύντομα κείμενα
ἀνθολογοῦνται στὸν τόμο.
Εὑρηματικὴ εἶναι ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Ziegler, ἀντὶ εἰσαγωγικοῦ σημειώματος
νὰ παρουσιάσει μιὰ φανταστικὴ δημόσια συνομιλία τὴν ὁποία συντονίζει
στὸ κατάμεστο Théâtre de Splendide Hotel. Μὲ σειρὰ ἐμφάνισης στὴ ζωγραφισμένη
ἀπὸ τὸν Manet σκηνή, ἀλλὰ καὶ διάσπαρτους ἀνάμεσα στοὺς θεατές, οἱ ὁποῖοι
εἶναι ἐπίτιμα μέλη μιᾶς ἐπινοημένης διεθνοῦς Ἑταιρείας Σύντομης
Πεζογραφίας, ὁμιλητὲς εἶναι οἱ Luis «Aloysius» Bertrand, Poe, Baudelaire,
Mallarmé, Rimbaud, Patti Smith, Paul Simon, Montaigne, Jean-Jacques Rousseau,
Breton, Juan Ramón Jiménez, Altenberg, Kafka, Edson, Lydia Davis, Deb Olin Unferth,
Paz, Gustave Kahn, Stuart Merril, Max Jacob καὶ Maxine Chernoff. Στὸ κλείσιμο
αὐτῆς τῆς συναρπαστικῆς βραδιᾶς ὁ Ziegler τοὺς εὐχαριστεῖ ὅλους καὶ
τοὺς εὔχεται νὰ ἐπιστρέψουν ἀσφαλεῖς στοὺς τόπους τους καὶ κυρίως στὶς
χρονικὲς περιόδους στὶς ὁποῖες ἔζησαν καὶ μεγαλούργησαν.
Παρόλα αὐτά, τόσο στὴν ἀνθολογία, ὅσο καὶ σὲ αὐτὸ τὸ φανταστικὸ
συμπόσιο εἶναι αἰσθητὴ ἡ ἀπουσία κάποιων κύριων ἐκπροσώπων τῆς
μικρομυθοπλασίας, ὅπως οἱ Chekhov, Torri, Kawabata, Hemingway, Aub,
Brautigan, Carver, Jaeggy, Oxtoa, κ.λπ.
Ὡς
ἀντιπροσωπευτικὸ δεῖγμα ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ περίπτωση στὴν ἀνθολογία
περιλαμβάνεται ἡ «Συμπλήρωσις Φορτηγοῦ Ἀτμόπλοιου» τοῦ Ἀνδρέα Ἐμπειρίκου
ἀπὸ τὴν Ὑψικάμινο,
τὴν πρώτη του συλλογὴ ἑξήντα-τριῶν πεζόμορφων ποιημάτων (Ἐκδόσεις
Κασταλία, Ἀθήνα, 1935), ὅπου περιέχεται καὶ τὸ «Τριαντάφυλλα στὸ
παράθυρο», στὸ ὁποῖο ὁ Ἐμπειρίκος γράφει: «[…] Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι
ἡ ἀγάπη. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἀτελεύτητη μάζα μας. Σκοπὸς τῆς
ζωῆς μας εἶναι ἡ λυσιτελὴς παραδοχὴ τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς κάθε μας εὐχῆς
ἐν παντὶ τόπῳ εἰς πᾶσαν στιγμὴν εἰς κάθε ἔνθερμον ἀναμόχλευσιν τῶν ὑπαρχόντων.
Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι τὸ σεσημασμένον δέρας τῆς ὑπάρξεώς μας».
Πρόσφατα κυκλοφόρησε
στὰ ἑλληνικὰ ἡ συλλογὴ διηγημάτων τοῦ 1960 Οἰκογενειακοί δεσμοί (Ἀντίποδες,
2019) τῆς Βραζιλιάνας Clarice Lispector, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται
στὴν ἀνθολογία τοῦ Ziegler. Ἡ ἐμβριθής, ἀφαιρετικὴ ματιά της, ἡ ἐκφραστικὴ
ἁπλότητα καὶ ἡ φαντασία χαρακτηρίζουν τὸ ὕφος της. Στὸ σύντομο διήγημα
τῆς συλλογῆς μὲ τίτλο Ἡ
μικρότερη γυναίκα στὸν κόσμο ὁ Γάλλος ἐξερευνητὴς Marcel
Pretre ἀνακαλύπτει στὰ βάθη τῆς Ἀφρικῆς μία φυλὴ Πυγμαίων. Πληροφορεῖται,
ὅμως, ὅτι βαθύτερα στὴ ζούγκλα ὑπάρχουν ἀκόμα πιὸ μικρόσωμα πλάσματα,
τὰ ὁποῖα ἐντοπίζει στὸ ἀνατολικὸ Κονγκὸ καὶ σπεύδει νὰ τὰ μελετήσει
μὲ ἀδηφάγο ἐνδιαφέρον. Ἀνάμεσά τους ὑπάρχει μία ἔγκυος νεαρὴ
γυναίκα ποὺ ζεῖ στὴν κορυφὴ ἑνὸς δέντρου μαζὶ μὲ τὸν σύντροφό της, τὴν
ὁποία ὁ ἐξερευνητὴς ἀποκαλεῖ Μικρὸ Λουλούδι, κι ἔκπληκτος διαπιστώνει
ὅτι εἶναι ἡ ἐπιτομὴ τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τῆς κατάφασης ἑαυτοῦ
καὶ τῆς χαρᾶς τῆς ζωῆς. Ἡ γλωσσικὴ ἐπικοινωνία τους εἶναι σχεδὸν ἀδύνατη,
ὅμως τὸ μυστήριο, πηγαῖο καὶ ζεστὸ γέλιο της, διορθώνει ὄχι μόνο αὐτὴ
τὴν ἐπικοινωνιακὴ δυσλειτουργία, ἀλλά, μὲ μπερξονικοὺς ὅρους[1],
ἀντιστρέφει τὸ δίπολο τοῦ πολιτισμένου-ἀπολίτιστου καὶ διασφαλίζει
τὴν ἁρμονικὴ συμβίωση, συμπάθεια καὶ συνεννόηση ἀνάμεσα σὲ δύο ἄγνωστα
καὶ ἀνόμοια πλάσματα τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἐντελῶς
διαφορετικοὺς κόσμους[2].
Στὸ μεταξύ, ἡ φωτογραφία της γίνεται πρωτοσέλιδο σὲ κυριακάτικες
ἐφημερίδες. Οἱ ἀντιδράσεις ποὺ προκαλεῖ ἡ θέαση αὐτῆς τῆς μαυριδερῆς
—σὰν πίθηκος— καὶ μικροσκοπικῆς ἐγκυμονούσας, εἶναι ποικίλες κι ἐγείρουν
διαχρονικὰ κοινωνιολογικὰ καὶ φιλοσοφικὰ ζητήματα γιὰ τὴ διαφορετικότητα,
τὶς ὁποῖες ἡ Lispector ἐπινοεῖ καὶ μεταφέρει μὲ ἐντυπωσιακὴ εὐστοχία.
Ἄλλοι θαυμάζουν, χλευάζουν, ἀπεχθάνονται ἢ λυποῦνται τὴ μικροσκοπικὴ
γυναίκα, ἄλλοι ταυτίζονται μαζί της. Μιὰ γυναίκα θυμᾶται μιὰ ἱστορία
ποὺ εἶχε ἀκούσει γιὰ κάποια κορίτσια ποὺ μεγάλωναν σὲ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο
χωρὶς παιχνίδια καὶ κοῦκλες καὶ ὅταν πέθανε ἕνα κοριτσάκι ἀπέκρυψαν
τὸ γεγονὸς ἀπὸ τὶς ὑπεύθυνες του ἱδρύματος καὶ νεκρὸ τὸ ἐπλεναν, τὸ
τάϊζαν καὶ τὸ τιμωροῦσαν γιὰ νὰ τὸ παρηγορήσουν μετὰ φιλώντας το
στοργικά.
Ἡ
Lispector ἐγκιβωτίζοντας διάφορες ἱστορίες στὸ σύντομο διήγημά
της φωτίζει καὶ τὴν παθολογικὴ πλευρὰ τῆς ἀγάπης. Παράλληλα, ὅμως,
τονίζει καὶ τὴ γοητεία ποὺ μᾶς ἀσκεῖ τὸ μικρό, τὸ ὁποῖο εἶναι ὡραῖο, σύμφωνα καὶ μὲ τὴ θεωρία
τοῦ Claude Levi-Strauss γιὰ τὸ modèle
rèduit.
«Τὰ παιδιὰ διαθέτουν τὴ φαντασία τους. Εἶναι ἐλεύθερα», ἀναφέρει
ἡ Lispector στὴ μοναδικὴ τηλεοπτικὴ συνέντευξή
της τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1977, ἐννιὰ μῆνες πρὶν ἀποβιώσει.
«Στὰ δεκατρία μου διάβασα τὸν Λύκο
τῆς στέππας τοῦ Hesse. Ἦταν σόκ. Τότε ἄρχισα νὰ γράφω μιὰ ἱστορία
ποὺ δὲν θὰ εἶχε τέλος. Τὴν ἔσκισα καὶ τὴν πέταξα τελικά - μετὰ ἀπὸ
χρόνια», λέει σὲ κάποιο σημεῖο, ἐνῶ δύο φορὲς τονίζει: «Γράφω ἁπλά,
ξέρετε. Δὲν ἐπενδύω ὅ,τι γράφω.» Στὴν ἐρώτηση τοῦ δημοσιογράφου
«Ποιός θεωρεῖτε ὅτι εἶναι ὁ ρόλος τοῦ Βραζιλιάνου συγγραφέα σήμερα;»
ἀπαντάει: «Νὰ μιλάει ὅσο λιγότερο γίνεται». Ἐνῶ σὲ
κάποιο ἄλλο σημεῖο ὅπου ὁ δημοσιογράφος θίγει τὸ θέμα τῆς ἑρμητικότητας
ποὺ ἔχουν κάποια κείμενά της ἀποδέχεται τὴν κριτικὴ αὐτή, λέγοντας
ὅτι ἡ ἴδια τὰ καταλαβαίνει, ὅπως καὶ μερικοὶ ἀναγνῶστες της ποὺ ἔμαθαν
νὰ τὴν κατανοοῦν μὲ τὸν καιρὸ καὶ αὐτὸ τῆς εἶναι ἀρκετό. Παρόλα αὐτά,
παραδέχεται ὅτι τὸ μόνο διήγημά της ποὺ παραμένει μυστήριο ἀκόμα
καὶ γιὰ τὴν ἴδια[3]
εἶναι τὸ «O ovo e a galinha» («Τὸ αὐγὸ καὶ ἡ κότα» - «The egg and the chicken»). Πράγματι, σὲ
αὐτὸ ἀντανακλᾶται ἡ ἄποψή της ὅτι ἡ λογοτεχνία δὲν ἀλλάζει τὴν πραγματικότητα, ὅτι ἡ
ζωὴ προηγεῖται καὶ ὅτι ἀληθινὴ ἀγάπη σημαίνει ἀνιδιοτέλεια. Στὴν
ἐρώτηση τοῦ δημοσιογράφου, «Πολεμᾶτε μὲ τὴ συγγραφέα Clarice
Lispector;» ἀπαντάει: «Ὄχι. Ἀφήνω τὸν ἑαυτό μου νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι.»
«Λοιπόν, αὐτὸς ποὺ γύρευα
εἶμαι» εἶναι
ὁ πέμπτος ἀπὸ τοὺς δέκα συνολικὰ στίχους τοῦ ποιήματος «Λακωνικόν»
του Ὀδυσσέα Ἐλύτη ἀπὸ τὴ συλλογὴ του Ἕξι
καὶ μία τύψεις γιὰ τὸν οὐρανό ποὺ πρωτοεκδόθηκε τὴν ἴδια
χρονιὰ μὲ τοὺς Οἰκογενειακοὺς
δεσμούς τῆς Lispector. Σὲ αὐτὸν τὸν στίχο, σύμφωνα μὲ τὸν Μ.
Ζ. Κοπιδάκη[4],
ἐντοπίζεται τὸ πυκνὸ πλέγμα διάφορων φιλοσοφικῶν καταβολῶν ἀπὸ
τὸν Ἠράκλειτο, τὸν Πίνδαρο, τὸν Καρτέσιο καὶ τὴ φιλοσοφία τοῦ ὑπαρξισμοῦ.
Ὁ Σύριος ποιητὴς καὶ πεζογράφος
Osama Alomar, Ἀμερικανὸς ὑπήκοος
πλέον, ὅταν τὸ 2008 μετανάστευσε στὶς Η.Π.Α. βιοποριζόταν ὡς ὁδηγὸς
ταξὶ στὸ Σικάγο. Τὸ 2010 δημοσιεύθηκαν ἑπτὰ μικρομυθοπλασίες του
στὸ ἴδιο τεῦχος μὲ τὴν Lydia Davis στὸ Noon,
τὸ περιοδικὸ τῆς Diane Williams. Τὸ 2014 συμπεριλήφθηκε στὴν ἀνθολογία
τοῦ Ziegler, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐπισημάνει τὴν ἰδιαιτερότητά
του. Τὸ 2017 κυκλοφόρησε ἡ πρώτη συλλογὴ μικρομυθοπλασιῶν τοῦ The teeth of the comb & other stories
(Τὰ δόντια τῆς χτένας
καὶ ἄλλες ἱστορίες). Σὲ μιὰ συνέντευξή του ἀφηγεῖται τὰ
χρόνια της ἐκρίζωσής του ἀπὸ τὴ χώρα τοῦ πρὶν ξεσπάσει ὁ πόλεμος καὶ
τὴν περιπέτειά του νὰ ξαναβρεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἐνσωματωθεῖ στὴν
ἀμερικανικὴ κουλτούρα. Σχετικὰ μὲ τὴ μικρομυθοπλασία (al-qisa al-qasira jiddan
ἢ al-uqsusa al-qasira
στὰ ἀραβικὰ) ἀναφέρει ὅτι τὸν ἐκφράζει ἐπειδὴ εὐνοεῖ καὶ τὸ στοχασμό.
Στὴ συνέντευξη διαβάζει μία ἀπὸ τὶς γνωστότερες μικρομυθοπλασίες
του, «The stake» («Τὸ παλούκι»): ἕνας σπουδαῖος συγγραφέας ἐξαναγκάζεται
νὰ καθίσει ἐπάνω στὴν ἴδια τοῦ τὴν πένα μέχρι τὸ αἷμα του νὰ γίνει
μπλέ, ὡς ποινὴ γιὰ τὴν πνευματική του ὀξυδέρκεια καὶ τὴν ἀντίδρασή
του στὴν καθεστωτικὴ λογοκρισία. Ἔτσι μεταμορφώνεται σὲ ἕναν ἀπὸ
τοὺς ἐκλεκτοὺς διανοούμενους τῆς χώρας του καὶ βάζει μυαλὸ διὰ παντός.
Ἴσως
ὑπόρρητα αὐτὴ ἡ μικρομυθοπλασία τοῦ Alomar νὰ συνδιαλέγεται μὲ τὴν
ὑποδειγματικὴ μικρομυθοπλασία «Barnes»
τοῦ Βολιβιανοῦ Edmundo Paz Soldán, στὴν ὁποία ἕνας ἄντρας
καταδικάζεται σὲ θάνατο γιὰ τὴ δολοφονία τοῦ προέδρου τῆς χώρας
του κι ἑκατοντάδων στρατιωτῶν καὶ λόγῳ του ὅτι εἰσπράττει ἀναγνώριση
καὶ ἀποκτᾶ νόημα ἡ ὕπαρξή του δηλώνει ἔνοχος γιὰ ὅλα τα φριχτὰ ἐγκλήματα
ποὺ τοῦ καταλογίζουν, ἐνῶ εἶναι ἀθῶος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἄποψη τοῦ T.S. Eliot
ὅτι σκοπὸς τῆς λογοτεχνίας εἶναι νὰ μετατρέψει τὸ αἷμα σὲ μελάνι.
«Τὸ ὀξείδιο τοῦ σιδήρου
προερχόταν ἀπὸ τὶς κόκκινες φλέβες ἑνὸς πετρώματος στὸν γκρεμὸ γύρω
ἀπὸ ἕνα κλειστὸ φαράγγι τῆς ἐρήμου.» Ἔτσι ξεκινάει ἡ μικρομυθοπλασία
μὲ τίτλο «For Those of You Who Don’t Understand, That’s What You Call Real
Love» στὴ συλλογὴ μικρομυθοπλασιῶν τῶν John Brantingham καὶ Grant Hier
ποὺ κυκλοφόρησε πρόσφατα μὲ τίτλο California Continuum (Pelekinesis,
2019). Τὸ τοῦβλο ποὺ εἶχε κατασκευαστεῖ ἀπὸ τo συγκεκριμένο πέτρωμα
ἔσπασε στὸ κεφάλι τοῦ ἥρωα, Denny Reginald, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ταραχῶν τοῦ 1992 στὸ Λὸς Ἄντζελες μὲ τοὺς
63 νεκροὺς καὶ τοὺς χιλιάδες τραυματίες καὶ συλληφθέντες. Οἱ κατασταλτικὲς
ἐπιθέσεις τῶν ἀστυνομικῶν, ἡ διάσωση τοῦ Denny, ὁ ἐγκλεισμός του στὸ
ἀναμορφωτήριο καὶ ἡ ἀθώωσή του στὴ δίκη ἐξιστοροῦνται μὲ ρεαλισμὸ
καὶ οἰκονομία λόγου. Ἡ ἱστορία ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν αἰσιόδοξη
ματιὰ τοῦ ἥρωα ἀπέναντι σὲ αὐτὴ τὴν παράνοια: παρατηρεῖ ὅτι κατὰ
τὴ διάρκεια τῶν πολλῶν μεταγγίσεών του γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ζωή του κανένας
δὲν ἔδωσε σημασία στὸ χρῶμα τοῦ αἵματος, «ἀλλὰ ἦταν πιθανὸν κόκκινο»,
ἴδιο γιὰ ὅλους.
Ἡ
συλλογὴ ἀπαρτίζεται ἀπὸ 70 μικρομυθοπλασίες, μὲ θέμα τὴ μετανάστευση,
τὸ ρατσισμό, τὸν πόλεμο καὶ τὶς κλονισμένες διαπολιτισμικὲς σχέσεις
στὸ διαχρονικὸ ἄξονα, καθὼς τὸ ἐγχείρημα τῶν δύο συγγραφέων στόχευε
ἐξαρχῆς νὰ καλύψει 13.000 χρόνια συνδέσεων καὶ μετατοπίσεων στὴν ἱστορία
τῆς Καλιφόρνιας.
θεωρητικὲς διακλαδώσεις
Σύμφωνα μὲ τὴν Violeta
Rojo, καθηγήτρια στὸ Universidad Simon Bolivar (Καράκας,
Βενεζουέλα), μετὰ ἀπὸ 30 ἔτη ἐνδελεχοῦς ἔρευνας τῆς (ἱσπανόφωνης)
μικρομυθοπλασίας τὸ νεοφανὲς τοῦ εἴδους ἔγκειται στὴ συντομία. Ἀπὸ αὐτὴ ἐκκινοῦν οἱ θεωρητικὲς
ἀπόπειρες ταξινόμησης καὶ οἱ ἑρμηνευτικὲς προσεγγίσεις καὶ σὲ αὐτὴ
ὀφείλονται ἡ συγγραφικὴ δυσκολία καὶ τὰ θεωρητικὰ ἀδιέξοδα. Στὴ
συντομία κυρίως ἀποδίδεται ὁ ἀνανεωτικὸς ρόλος καὶ ἡ παραδοξότητα
τοῦ εἴδους, νὰ πετυχαίνει ἀφηγηματικὴ ἀρτιότητα κι αἰσθητικὴ
τέρψη σὲ (πολὺ) μικρὸ κειμενικὸ χῶρο.
Ἡ
συντομία εἶναι τὸ βασικὸ κριτήριο σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο τοποθετεῖται
πλησιέστερα εἴτε στὴν πρωτεϊκὴ φύση τοῦ μύθου (L. Rourke, C. Johnson,
S. Dybeck), ἢ στὴν ποίηση (M. Gomes, G. Samperio, F. Noguerol, J. C.
Oates) ἢ στὸ διήγημα (D. Roas, J. Guimaraes), ἢ στὴν ὑβριδικὴ[5]
μορφὴ (Brixvold καὶ Jorgensen, L. Zavala, R. Brasca, I. Taha, G. Siles)
ἢ σὲ ἕνα νέο εἶδος (D. Koch, W. Nelles, B. M. Blanco, G. Amihud[6]).
Χάρη στὴ συντομία της ρέει σὲ ἔντυπη καὶ ἠλεκτρονικὴ μορφὴ καὶ
συσπειρώνει τὰ δύο μέσα. Οἱ ἐρευνήτριες Graciela Tomassini καὶ
Stella Maris Colombo[7]
τὴν ἔχουν χαρακτηρίσει εὔστοχα ὄχι ὡς τὴ δυτικότροπη, ἀγγλοσαξονικὴ
«τροφὴ γιὰ σκέψη» («food for thought»), ποὺ ἔχει συχνὰ ἀτομικιστικὸ κι
ἐλιτιστικὸ πρόσημο, ἀλλὰ «μηχανὴ τοῦ σκέπτεσθαι[8]» («maquina
de pensar»). Ἰσχυρίζονται ὅτι φέρνει τὴ λογοτεχνία στὴν καθημερινότητα
καθὼς διαπνέεται ἀπὸ συλλογικὸ πνεῦμα, διαθέτει πολιτικὴ διάσταση
καὶ σύγχρονη, πολυπολιτισμικὴ μορφή, ποὺ ταιριάζει στὴν ψηφιακὴ ἐποχή
μας παραμένοντας, παράλληλα, διακριτὴ ἀπὸ τὴν ἠλεκτρονικὴ λογοτεχνία
(e-literature).
Ἔτσι,
συνοψίζουν τὸ διεθνὲς φαινόμενο μὲ τὰ πολλὰ ὀνόματα, τὸ ὁποῖο θεωρῶ
ὅτι συνδέει σὰν ἁλυσίδα διαφορετικοὺς πολιτισμοὺς μεταξύ τους, ἀλλὰ
καὶ σὰν ἀδιάσπαστος κρίκος τὴν παγκόσμια λογοτεχνικὴ παράδοση μὲ
τὸ μέλλον τῆς λογοτεχνίας. Αὐτὸς ὁ κρίκος περικλείει ἕνα πεδίο ὤσμωσης
εἰδῶν καὶ ἰδεῶν καὶ συμβίωσης διαφορετικῶν (πολιτισμικῶν συγ)κειμένων
κι ἐνδείκνυται γιὰ στάση[9]:
ἐμπέδωση τῆς συσσωρευμένης γνώσης καὶ τῆς πρακτικῆς αἰώνων στὴ συντομία
καὶ ἀλλαγὴ σκέψης καὶ λόγου.
Ὁ Ἀμερικανὸς συγγραφέας
David
Drury παρομοιάζει τὴ μικρομυθοπλασία μὲ ἀπύθμενη λιμνούλα,
ἡ καταβύθιση στὴν ὁποία δημιουργεῖ τὴν ἐκπληκτικὴ αἴσθηση ποὺ βιώνει
κανεὶς σὲ μιὰ αἰωρούμενη ἀνεμόσκαλα, ὅταν γλιστράει μέσα σὲ ἕνα
πηγάδι ἢ σὲ μιὰ ἀπότομη νεροτσουλήθρα. Στὴν προσπάθειά του νὰ ἑρμηνεύσει τὸ φαινόμενο, τὸ ὁποῖο
συμφωνεῖ ὅτι συνδέει τὴ λογοτεχνία μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ τεχνολογικὴ
ἐξέλιξη καὶ ἴσως χαρακτηρίσει τὸν 21ο αἰ. (ὅπως διατείνεται
καὶ ὁ Μεξικανὸς θεωρητικὸς Lauro Zavala), προσομοιάζει τὴ μικρομυθοπλασία
μὲ ἕνα ὑπερσύγχρονο, μικροσκοπικὸ δεντρόσπιτο μὲ περιφερειακὰ
παράθυρα καὶ φεγγίτη, ἀπ’ ὅπου μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει κανεὶς τὴν πανοραμικὴ
θέα καὶ νὰ ἐξερευνήσει τὸ σύμπαν.
Προτάσεις πλοήγησης
Ἡ συλλογὴ διηγημάτων
καὶ μικρομυθοπλασιῶν Ἱστορίες τοῦ Βαρθολομαίου
Ὀλίβιε τοῦ Δημήτρη Καρακίτσου.
Ἡ συλλογὴ If
I don’t make it, I love you 84 σύντομων μαρτυριῶν
μαθητριῶν καὶ μαθητῶν, ἐπιζώντων ἀπὸ μαζικὲς δολοφονικὲς ἐπιθέσεις
σὲ ἀμερικανικὰ ἐκπαιδευτικὰ ἱδρύματα ἀπὸ τὸ 1966 ἕως τὸ 2018. Ἐπιμέλεια:
Amye Archer καὶ Loren Kleinman.
Τὸ βιβλίο Microstyle,
The Art of Writing Little τοῦ Ἀμερικανοῦ γλωσσολόγου
Christopher Johnson.
Ἡ ἰστοσελίδα τοῦ StoryCorps
τοῦ Dave Isay, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε τὸ 2003 στὴ Ν. Ὑόρκη ἕνα ἀρχεῖο ἠχογραφήσεων
μὲ θέμα τὴν 11η Σεπτεμβρίου καὶ συνεχίζει ἕως σήμερα νὰ καταγράφει
προσωπικὲς ἱστορίες σὲ διάφορες πολιτεῖες των Η.Π.Α.
Τὸ ἄρθρο τῆς Micah Perks «7 Dark Stories About Miniature People»
στὸ ὁποῖο προτείνει ἑπτὰ ἱστορίες μὲ ἥρωες μικροσκοπικὰ πλάσματα,
ποὺ φωτίζουν σκοτεινὲς πτυχὲς τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης. Ἀνάμεσά
τους διηγήματα τῶν Aimee Bender, Manuel Gonzales καὶ Clarice
Lispector.
Τὸ ἀφιέρωμα στὴν ἀγάπη
τοῦ διαδικτυακοῦ λογοτεχνικοῦ περιοδικοῦ τῆς Ν. Ζηλανδίας Flash Frontier τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 2019 μὲ
57 μικρομυθοπλασίες ποὺ διακρίθηκαν διεθνῶς καὶ ἀνάμεσά τους καὶ
αὐτή τῆς Ἑλληνίδας Κωνσταντίνας Σώζου–Κύρκου.
Σεπτέμβριος 2019
[1]. Γιὰ τὸν Henri Bergson, στὸ δοκίμιό του γιὰ τὴ σημασία τοῦ κωμικοῦ, Tο γέλιο, «εἶναι μιὰ κοινωνικὴ χειρονομία ποὺ ὑπογραμμίζει καὶ καταστέλλει μιὰ εἰδικὴ ἀφηρημάδα τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν συμβάντων κι ἐκφράζει μιὰ ἀτομικὴ ἢ συλλογικὴ ἀτέλεια ἡ ὁποία ἀξιώνει διόρθωση. Τὸ γέλιο εἶναι αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ διόρθωση».
[2]. Ἡ ἔννοια τοῦ παράξενου, περιθωριακοῦ στοιχείου ὡς φλέβα ζωῆς διατέμνει καὶ τὸ μυθιστόρημά της Agua Viva (Ζωντανὸ νερὸ) στὸ ὁποῖο γράφει: «Καὶ ὅταν πιστεύω ὅτι μία λέξη εἶναι παράξενη τότε εἶναι ποὺ πετυχαίνει τὸ νόημά της. Καὶ ὅταν πιστεύω ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι παράξενη τότε εἶναι ποὺ ἀρχίζει ἡ ζωή.»
[3]. Σὲ αὐτὸ κορυφώνεται ἡ ἐσωτερικὴ σχέση ποὺ ἀνέπτυξε τὸ σύνολο τοῦ λογοτεχνικοῦ ἔργου της μὲ τὴ φιλοσοφία, ἐφόσον ἐμπλούτισε τὴ φιλοσοφικὴ προβληματική, ὅπως ὁ Kafka μὲ τὴ Μεταμόρφωση. Ὁ Δανὸς καλλιτέχνης καὶ στοχαστῆς Asger Jorn, μέντορας τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε ὁ Gaston Bachelard, στὸ κείμενό του «τί ἐστὶ ἀνθρώπινο ζῶο», ἀφοῦ μελέτησε τὸ ἔργο τοῦ Kafka καὶ διαπίστωσε ὅτι τὸ κλειδί στὸ ἔργο του εἶναι ἡ ἀγάπη, στὴ συνέχεια ἐντρύφησε στὸ ἔργο τοῦ Lautréamont, τὸν ὁποῖο πρῶτος μετέφρασε στὰ ἑλληνικὰ ὁ Ὄδ. Ἐλύτης.
[4]. Κοπιδάκης Μ. Ζ., «Λοιπὸν αὐτὸς ποὺ γύρευα, εἶμαι». Οἱ φιλοσοφικὲς καταβολὲς τοῦ ἐλυτικοῦ στίχου, Cogito 3, 2005, σ.σ. 22-25.
[5]. Ἂν καὶ ὁ Ἀργεντινὸς David Lagmanovich (1927-2010), ἕνας ἀπὸ τοὺς θεμελιωτὲς τῆς θεωρίας τῆς μικρομυθοπλασίας, δὲν ἀπέδιδε τὸ νεοφανὲς τοῦ εἴδους στὴν ὑβριδικότητά του, καθὼς πίστευε ὅτι ὅλα τα λογοτεχνικὰ εἴδη εἶναι ὑβριδικὰ (Lagmanovich, David, El microrrelato hispanoamericano, Bogota: Universidad Pedagogica Nacional, 2007).
[6]. Amihud Gilead, «How few words can the shortest story have», στὸ Philosophy and Literature, Vol. 32, No 1, 2008.
[7]. Colombo Stella Maris καὶ Tomassini Graciela, «La microficcion como maquina de pensar», στὸ El cuento en red 28, 2013, σ.σ. 30-42.
[8]. Χαρακτηρισμὸς ποὺ ἴσως παραπέμπει στὴν ἄποψη τοῦ U. Eco ὅτι ἕνα κείμενο εἶναι «μιὰ μηχανὴ ποὺ ἔχει ἐπινοηθεῖ μὲ στόχο νὰ ἐκμαιεύει ἑρμηνεῖες» καὶ ἀρχικὰ φαίνεται νὰ συσχετίζεται μὲ τὸ καρτεσιανὸ «σκέφτομαι, ἄρα ὑπάρχω». Ὅμως, βάσει τῆς ἀνάλυσης καὶ τεκμηρίωσής του ἀπὸ τὶς δύο ἐρευνήτριες, θεωρῶ ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς ὑπορρητα διασταυρώνεται καὶ μὲ τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ «σκέψαι» ποὺ κινητοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ προσθέτει τὴν ἰδιότητα τοῦ δρῶντος ὑποκειμένου, τοῦ πολιτικοῦ ὄντος. Τὸν προτρέπει νὰ βρίσκεται μέσα στὴ ζωή, νὰ συμμετέχει στὰ κοινά, νὰ ἔχει διανοητικὴ ἐγρήγορση, νὰ παρατηρεῖ, νὰ καταγράφει τὴν ἀνθρώπινη κατάσταση καὶ δραστηριότητα, νὰ ἐκφέρει λόγο καὶ νὰ (ἀνὰ)στοχάζεται.
[9]. Botha Marc, «Microfiction», στὸ (ἐπ.) Einhaus Ann-Marie, The Cambridge Companion to the English Short Story. Cambridge: Cambridge University Press (Cambridge Companions to Literature), 2016, σ.σ. 201–220.
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.
Προηγήθηκαν:
Δελτίο#8: μικρομυθοπλασία: στὰ ἄδυτα τῆς σύγχρονης ζωῆς (06-07-2019)
Δελτίο#7: μικρομυθοπλασία: ἕνας φανταστικὸς κῆπος (06-05-2019)
Δελτίο#6: Μικρομυθοπλασία: ἕνα ρεῦμα ζωῆς, ἐδῶ καὶ τώρα (Μάρτιος 2019).
Δελτίο#5: Συνέντευξη μὲ τὴν Tania Hershman (Ἰανουάριος 2019).
Δελτίο#4: Μικρομυθοπλασία: ἡ κορυφὴ ἑνὸς παγόβουνου (ἰριδισμοὶ τοῦ μικροῦ) (Νοέμβριος 2018).
Δελτίο#3: Ἡ μικρομυθοπλασία στὸ μικροσκόπιο: ἀνταπόκριση ἀπὸ τὴν Μπραγκάνζα, τὸ Σὲν Γκάλεν καὶ τὴ Λισαβόνα (Σεπτέμβριος 2018).
Δελτίο#2: Ἡ μικρομυθοπλασία παντοῦ: ἀπὸ τὸν Αἴσωπο, τὸν Ὅμηρο καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματεία ἕως σήμερα. (Ἰούλιος 2018).
Δελτίο#1: Γιὰ τὸ 8ο Διεθνὲς Συνέδριο Μικρομυθοπλασίας (2014)
καὶ τὰ Πρακτικά του (2017) (Μάϊος 2018).
καὶ
Νέα: 07-05-2018. Ἡ μικρομυθοπλασία παντοῦ! Μιὰ νέα στήλη!
Δήμητρα Ἰ. Χριστοδούλου (Γιοχάνεσμπουρκ, 1971). Διήγημα, Μετάφραση, Μελέτη. Μεταπτυχιακὴ εἰδίκευση στὴν Πολιτιστικὴ Διαχείριση στὸ Παντεῖο. Ἀπόφοιτη Εὐρωπαϊκοῦ Πολιτισμοῦ, Τμῆμα Ἀνθρωπιστικῶν Σπουδῶν, ΕΑΠ. Ἀπόφοιτη Ἰσπανικοῦ Πολιτισμοῦ, Πανεπιστήμιο Menendez Pelayo, Santander. Μεταφράστρια, Βρετανικὸ Συμβούλιο καὶ Ἰνστιτοῦτο Γλωσσολογίας, Λονδίνο. Ἐπιμελεῖται τὴ στήλη Μικρή κλίμακα στὸ μηνιαῖο διαδικτυακὸ περιοδικὸ Λόγου καὶ Τέχνης Χάρτης.
Φωτογραφία: ἐπεξεργασμένη κὰρτ-ποστὰλ τοῦ ΕΚΕΒΙ, γιὰ τὴν Παγκόσμια Ἡμέρα Ποίησης, 21 Μαρτίου 2003.
|
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου