Ο Λουκάς Αξελός έχει βάλει τη δική του σφραγίδα για την Κύπρο, το Κυπριακό, με το οποίο ασχολείται από μαθητής και στη συνέχεια ως μελετητής, αναλυτής, ιστορικός. «Το Κυπριακό με βοήθησε να πραγματοποιήσω το πιο ουσιαστικό ταξίδι μου στον Ελληνισμό και τον πολιτισμό του» θα σημειώσει και θα θυμίσει τον χαμό του Κύπριου φίλου του Ιάκωβου Κουμή, που δολοφονήθηκε άνανδρα από τα κρατικά όργανα την ημέρα της εβδόμης επετείου του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1980, αλλά και την τραυματική στην συνέχεια απώλεια, του, επίσης, δολοφονημένου από την ΜΙΤ, Θεόφιλου Γεωργιάδη το 1994.

Ο Λουκάς Αξελός, συγγραφέας- διευθυντής των  εκδόσεων «Στοχαστής» και του Περιοδικού «Τετράδια», διδάκτορας Ιστορίας, έχει γράψει βιβλία και άρθρα για την Κύπρο, συμμετείχε σε συνέδρια και συζητήσεις ενώ εξηγεί πώς «το Κυπριακό κατέληξε, με έναν ιδιότυπο  τρόπο να εσωτερικευθεί μέσα μου και να μετατραπεί σε μιαν έμμονη ιδέα». Με τον Λουκά Αξελό,  είχαμε μια κουβέντα με αφορμή την επετειακή έκδοση των «Τετραδίων» για τα 50 χρόνια από την εισβολή. Μια συλλογική έκδοση με 30 κείμενα, δίνοντας συνέχεια στα επετειακά τεύχη για το 1821 και το 1922.

-Μετά τα μεγάλα αφιερώματα των «Τετραδίων» για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 και τα 100 χρόνια από την  Μικρασιατική Καταστροφή, έχετε κυκλοφορήσει και ένα νέο τριπλό αφιερωματικό τεύχος για τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή στην Κύπρο.

Προκύπτει ένα συνολικό μήνυμα από τη συλλογική αυτή δουλειά για την Κύπρο;

-

Τα «Τετράδια» όπως εμφανώς προκύπτει από την ύλη τους επικεντρώνουν συστηματικά το ενδιαφέρον τους σε αυτό που θα μπορούσε να συνοψιστεί ως διαρκής αγωνία και σπουδή γύρω από το παρελθόν, παρόν και μέλλον της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ελληνισμού, του Ελληνικού Κόσμου.

Είναι φυσικό, λοιπόν, ότι μετά το τριπλό αφιέρωμα συμβολής προς κατανόηση του 1821, να σταθούμε εξίσου αποφασιστικά στο 1922 και το 1974, δύο έτη που σημάδεψαν την μοίρα και την πορεία του νεότερου Ελληνισμού και του Ελληνικού Κόσμου, με έναν κατεξοχήν αρνητικό τρόπο. Με την εξολόθρευση μεγάλων τμημάτων του συνολικού πληθυσμού των περιοχών που καταλήφθηκαν και την απώλεια ιστορικών εδαφών που κατοικούνταν από συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς από τα προομηρικά ακόμη χρόνια.

Θεωρώντας την Κυπριακή Δημοκρατία ως το δεύτερο ελληνικό κράτος, ως αδιάσπαστο κομμάτι του Ελληνικού Κόσμου, είναι φυσικό, φρονώ, για ένα περιοδικό σαν τα «Τετράδια», να εστιάσει στην τραγωδία των 50 χρόνων εισβολής και κατοχής, επιδιώκοντας ύστερα από μια τριετία συστηματικής δουλειάς και έρευνας να αναδείξει, όλα όσα σφραγίζουν το παρελθόν άρα και το παρόν μας να αναδείξουν, με δυο λόγια, το όλον πρόβλημα στις πραγματικές του και μόνον διαστάσεις.

Διότι για τον Ελληνισμό και τον Ελληνικό Κόσμο, η Κύπρος δεν αντιπροσωπεύει ένα κάποιο «κομμάτι γης», κάποιο «Χρυσοπράσινο  φύλλο ρηγμένο στο πέλαγο», ούτε το Αιγαίο και η Θράκη κάποια περιορισμένα τετραγωνικά χιλιόμετρα θαλάσσιου βυθού ή εδάφους.

Το Αιγαίο και η Θράκη, αντιπροσωπεύουν αυτή την στιγμή τους όρους ύπαρξής μας ως ανεξάρτητου κράτους και η Κύπρος, νοούμενη ως ενιαία Κυπριακή Δημοκρατία, την βούλησή μας ως έθνους να μην εγκαταλείψουμε την έσχατη αυτή Αλεξάνδρεια, συγκατανεύοντας στον οριστικό ενταφιασμό του Ανατολικού Ελληνισμού.

-Πότε ξεκινά αυτή η συστηματική και θα μου επιτρέψετε να αναφέρω επίμονη ενασχόλησή σας με την Κύπρο;

-Σε αυτό το κρίσιμο, προσωπικό ερώτημα, δεν έχω κάτι καινούργιο να σας πω, παρά αυτό που εδώ και δεκαετίες επαναλαμβάνω. Ότι δηλαδή  η Κύπρος και το Κυπριακό όπως για πολλούς νέους της γενιάς μου, αποτέλεσε και για μένα τον πολιτικό και πολιτισμικό καταλύτη.

Το Κυπριακό με έκανε, έφηβο ακόμη όντα, να υπερβώ την φορμαλιστική ρητορική «περί ασκόπου κυπριακού αγώνος», κατεβαίνοντας στο πεζοδρόμιο μαζί με χιλιάδες άλλους νέους που εμπνεόμενοι από τα ολοκαυτώματα των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, διαδήλωσαν υπέρ της αυτοδιάθεσης της Κύπρου.

Το Κυπριακό με έφερε, μαθητή ακόμη, κοντά στα σχήματα της ελλαδικής ιστορικής Αριστεράς, που πρωτοστατούσε – τότε – στους αγώνες για την αυτοδιάθεση της Μεγαλονήσου, και το Κυπριακό είναι που με απομάκρυνε, φοιτητή πλέον, από τα συγκεκριμένα αυτά σχήματα, όταν η ιστορική Αριστερά απεμπόλησε τις προηγούμενες θέσεις και διακηρύξεις της.

Το Κυπριακό με βοήθησε να πραγματοποιήσω το πιο ουσιαστικό ταξίδι μου στον Ελληνισμό και τον πολιτισμό του και είναι αυτό που με την τραγική του απόληξη το 1974 και τον χαμό του φίλου Ιάκωβου Κουμή, που δολοφονήθηκε άνανδρα από τα κρατικά όργανα την ημέρα της εβδόμης επετείου του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1980, αλλά και την τραυματική στην συνέχεια απώλεια, του, επίσης, δολοφονημένου από την ΜΙΤ, Θεόφιλου Γεωργιάδη το 1994, με έκανε οριστικά να συνειδητοποιήσω, ότι ο Καρλ Γιάσπερς είχε δίκιο όταν έλεγε ότι: «Μπορεί τα πράγματα να καταστρέφονται, αλλά οι νεκροί είναι πάντα παρόντες».

Έτσι το Κυπριακό κατέληξε, με έναν ιδιότυπο  τρόπο να εσωτερικευθεί μέσα μου και να μετατραπεί σε μιαν έμμονη ιδέα, έναν εξάντα, σαν εκείνο του αμετακίνητου στον στόχο του, κυνηγού του Μόμπι Ντικ,  Αχαάβ, που μπορεί να μη μου δείχνει πού θα πάω, αλλά που μπορεί – έγκαιρα – να μου υποδεικνύει το πού βρίσκομαι, αποτελώντας – ταυτόχρονα – την λυδία λίθο που μου επιτρέπει, σε ικανοποιητικό, ελπίζω, βαθμό να διακρίνω την ποιότητα των πολιτικών προθέσεων, λόγων και πρακτικών, φίλων  και πολεμίων.

Γιατί, πιστέψτε με, στο Κυπριακό κρίθηκαν και κρίνονται όλες οι μεταπολεμικές πολιτικές ηγεσίες, όλοι οι μεταπολεμικοί πολιτικοί σχηματισμοί σε Ελλάδα και Κύπρο, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά πόσο στάθηκαν και στέκονται κατώτερες των περιστάσεων, πόσο ανεπαρκείς υπήρξαν  και είναι στο να μπορούν με αξιοπρέπεια και συνέπεια να υπερασπιστούν τα θεμελιώδη συμφέροντα του Ελληνισμού.

Έχετε γράψει πολλά άρθρα και βιβλία για την Κύπρο και πρόσφατα έχετε επανεκδώσει το «Κύπρος. Η ανοιχτή πληγή του Ελληνισμού». Αυτή η συνεχής ενασχόλησή σας με την Κύπρο, το Κυπριακό, έχουν κτυπήσει καμπανάκι αφύπνισης στο αθηναϊκό κράτος;

-Είναι αλήθεια αυτό που λέτε όσον αφορά το πρώτο σκέλος, ότι δηλαδή έχω γράψει και διατυπώσει αρκετά γύρω από το Κυπριακό και ότι ένα μεγάλο μέρος από αυτά εμπεριέχεται στο βιβλίο μου Κύπρος. Η ανοιχτή πληγή του Ελληνισμού.

Όσον αφορά όμως το δεύτερο σκέλος θα σας έλεγα ότι δεν έχω καμιάν αυταπάτη. Διότι όπως λέει ο λαός μας οι τοίχοι μπορεί να έχουν αφτιά, αλλά αυτοί, ως «τοίχοι», μπορούν να προσποιηθούν ότι δεν είδαν, ούτε άκουσαν τίποτα. Στην περίπτωσή μας πρόκειται ακριβώς περί αυτού.

Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο μου για την Κύπρο, ο αγαπητός μου δάσκαλος, σύντροφος και  φίλος Κώστας Κύρρης, έγραψε ότι:

«Το βιβλίο του Αξελού συνολικά αποτελεί, έντιμη, αυστηρή και τεκμηριωμένη ανάλυση και κριτική των αδιακόπων, διαιωνιζομένων καταστροφικών χειρισμών του Κυπριακού αλλά και των άλλων αναποφεύκτως συναρτημένων με αυτό εθνικών θεμάτων από τις ηγεσίες της Κύπρου και της μητρός Πατρίδος. Είναι ένα βιβλίο με μελετημένους προβληματισμούς και προτάσεις. Ας ελπίσουμε ότι έστω και τώρα πολύ αργά θα έχει απήχηση στις πολιτικές μας ηγεσίες και στο λαό».

Δεν γνωρίζω «για την απήχησή του στον λαό». Για τις πολιτικές μας όμως ηγεσίες μπορώ χωρίς καμιά τύψη να σας παραπέμψω στα προλεχθέντα περί τοίχων. Σε τελευταία ανάλυση ίσως και με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνουν έμμεσα την συνέπειά τους στο ότι κωφεύουν στα όσα αφορούν την Μεγαλόνησο.

-Έχετε γράψει ότι «το γεγονός ότι βρισκόμαστε στη δυσμενή θέση της de facto διχοτόμησης δεν δικαιολογεί το να αποδεχθείς τον πλήρη ενταφιασμό σου. Δεν είναι ανάγκη να έχεις όλους τους συσχετισμούς υπέρ σου για να κινηθείς στη σωστή κατεύθυνση». Όταν λέτε σωστή κατεύθυνση τι εννοείτε;

-Θα ήταν χειρότερο από έγκλημα η μη αναγνώριση της δεινής θέσης στην οποία έχουμε περιέλθει. Ανήκω σε αυτούς  που δεν ξεχνούν ότι είμαστε οι ηττημένοι της εισβολής του 1974.

Όμως, η απάντηση που δίνω εδώ και ως ιστορικός αν θέλετε, είναι η ίδια μας η ιστορία που μας έχει καταδείξει ότι καμία ήττα δεν είναι οριστική.

Τα ορλωφικά  και οι πολλές προεπαναστατικές ήττες δεν απέτρεψαν το 1821. Η ήττα του 1897 δεν απέτρεψε  την νικηφόρα δράση μας στους Βαλκανικούς Πολέμους και το σκοτάδι που έπεσε μετά τα Οκτωβριανά το 1931 δεν απέτρεψε την τελευταία αλυτρωτική μας επανάσταση το 1955-59.

Όλα αυτά δεν είναι ρητορικές τοποθετήσεις ή λόγοι παρηγορίας, αλλά διδάγματα που προκύπτουν από την ίδια την πραγματικότητα.

Όλοι γνωρίζουμε ότι διόλου καλύτερος δεν ήταν ο συσχετισμός το 2004, όταν οι πάντες βυσσοδομούσαν κατά της Κύπρου. Κι όμως ήταν αυτοί οι ολίγοι, όπως θα έλεγε ο στρατηγός Μακρυγιάννης, που με επικεφαλής τον αλησμόνητο Τάσσο Παπαδόπουλο, δοκίμασαν την τύχη τους απέναντι στους ισχυρούς και απευθύνθηκαν χωρίς διαμεσολαβητές στον λαό. Και αυτός με την σειρά του, ενεργοποιώντας τον ρόλο του ως ιστορικό υποκείμενο απέτρεψε την προαποφασισμένη ταφή της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Τι μας δείχνει το κορυφαίο αυτό παράδειγμα;

Ότι ακόμα και αν οι συνθήκες είναι σε βάρος σου υπάρχει το περιθώριο να τις ανατρέψεις. Προϋπόθεση φυσικά είναι να είσαι αποφασισμένος ως λαός και έθνος να παλέψεις για την υπεράσπιση των δικαίων σου, μέχρι τέλους.

Και οι δυο εκδοχές είναι ιστορικά υπαρκτές. Το «Che fece… il gran rifiuto», βρίσκεται πάντα στο τραπέζι, ως και οι συνέπειές του.

Η πατριωτική Αριστερά απέναντι στην κοσμοπολίτικη!

-Ανήκετε στο χώρο της πατριωτικής Αριστεράς. Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει την πατριωτική Αριστερά από την … κοσμοπολίτικη;

-Με την ερώτηση αυτή με βάζετε σε ένα δίλημμα. Πώς να συμπεριλάβω σε μιαν απάντηση ένα ζήτημα που ταλανίζει όχι μόνον εμένα, αλλά και όλον τον ιστορικό χώρο από τον οποίο προέρχομαι και στον οποίο έχουν έρθει τα πάνω κάτω υπό την απειλή του επελαύνοντος, νεοταξισμού, του ιστορικού αναθεωρητισμού, της  woke κουλτούρας και του ενεδρεύοντος καθημερινού μεταμορφισμού της φερόμενης ως Αριστεράς.

Με δεδομένο ότι οι απόψεις για την πατριωτική Αριστερά είναι αποκλίνουσες, θα σας δώσω αξιωματικά την δική μου εκδοχή.

Αναζητώντας ένα αφετηριακό σημείο στην δημιουργία αυτού του αξιακού χώρου, οδηγούμαστε στα ίχνη του Ρήγα Βελεστινλή, πατέρα, κατ’ εμέ, της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, του Δημοκρατικού Πατριωτισμού, της σύζευξης εθνικού με το κοινωνικό, αλλά και επίσης πρωτεργάτη του νεοελληνικού ριζοσπαστισμού.

Όλα όσα και σήμερα ακόμα μας εμπνέουν μπορεί κανείς να τα βρει στον Θούριο και την Νέα Πολιτική Διοίκηση. Η συνέχεια των αντιλήψεων αυτών ξεκάθαρα βρίσκεται στα κείμενα των Ανωνύμων (μαθητών του Ρήγα), σε πλευρές του προγράμματος της Μεγάλης Φιλικής αλλά και στον λόγο και έργο της ριζοσπαστικής πτέρυγας της Επανάστασης το ’21. Η βαυβαροκρατία και τα όσα ακολούθησαν την ανάπηρη ανεξαρτησία, ανέκοψαν αλλά δεν εξαφάνισαν την ύπαρξη του πατριωτικού, δημοκρατικού και κοινωνικού αυτού ρεύματος, που βρήκε την έκφρασή του στους μεγάλους αγώνες των Επτανήσιων ριζοσπαστών, αλλά και τους εθνικοκοινωνικούς  αγώνες των Γεώργιου Φιλάρετου Ρόκκου Χοϊδά, Κλεάνθη Τριαντάφυλλου και Σταύρου Καλλέργη στον 19ο αιώνα, για να βρει την συνέχεια και συγκροτημένη αποτύπωσή του στο εμπνευσμένο εαμικό έργο του Δημήτρη Γληνού, το οποίο, δίκην νέου Θουρίου, ενέπνευσε τους Έλληνες, συγκροτώντας μια διαυγή εικόνα της πατριωτικής Αριστεράς, όχι μόνον ως μαχητικής εμπροσθοφυλακής της ανεπανάληπτης εποποιΐας της Εθνικής μας Αντίστασης, αλλά και ως παράγοντα σύνθεσης των εθνικών με τα κοινωνικά ζητήματα. Ο εμφύλιος εκτροχίασε το τρένο αλλά δεν εξάλειψε το αντιστασιακό πνεύμα και τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό από τις καρδιές των Ελλήνων, που βρήκαν τον τρόπο στην συνέχεια να τον αποτυπώσουν στους κοινωνικούς και εθνικούς (Κυπριακό) αγώνες της ΕΔΑ υπό τον αείμνηστο Γιάννη Πασσαλίδη, αλλά και σε κάποιο βαθμό με την εισβολή του ΠΑΣΟΚ στο ιστορικό προσκήνιο.

Σε αυτό το πλαίσιο οι πατριωτικές αριστερές δυνάμεις αν και πληττόμενες διαρκώς από το κυρίαρχο συγκρότημα εξουσίας, όσο και από την σταδιακά αναδυόμενη και ενσωματωμένη στο σύστημα α-εθνική-κοσμοπολιτική Αριστερά, εξακολούθησαν να αντιστέκονται. Ιδιαίτερα στον χώρο του πολιτισμού χάρη στην δραστική παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και στον χώρο της πολιτικής, όπου η παρουσία του Μανώλη Γλέζου αλλά και του Βάσου Λυσσαρίδη έβαλαν βαθιά την σφραγίδα τους εμπνέοντάς μας.

Θέλω να επιμείνω στο πραγματικό στοιχείο των διαρκών, ανελέητων επιθέσεων, υπονομεύσεων και εμποδίων που αντιμετωπίζει η πατριωτική Αριστερά, διεξάγοντας ασταμάτητα έναν διμέτωπο αγώνα, τόσο κατά του νοσηρού πατριδοκάπηλου ελληνοκεντρισμού (δεξιάς κοπής), όσο και κατά του νοσηρού α-εθνικού και συστηματικά αναθεωρητικού αντι-ελληνοκεντρισμού   (αριστερής κοπής), για να χρησιμοποιήσω ένα σχήμα και κάποιους όρους που ανέδειξε ο Λαοκράτης Βάσσης.

Αναφορικά τώρα με το συγκεκριμένο θέμα που θέτετε, αυτό δηλαδή της διαφοράς ανάμεσα στην πατριωτική και την κοσμοπολίτικη Αριστερά, εκείνο που έχω κατ’ αρχήν να παρατηρήσω, είναι ότι ένα μεγάλο, όντως, τμήμα της, κοσμοπολίτικης Αριστεράς, κινείται από μιαν ίσως και ιδεαλιστική οπτική, για έναν κόσμο χωρίς έθνη, λαούς, σύνορα, στρατούς, μεταναστευτικούς περιορισμούς, κ.λπ., όπου το άτομο αυτεξούσιο, διαφεντεύει το πεπρωμένο του ως πολίτης του κόσμου.

Επ’ αυτού έχω εξαντλητικά τοποθετηθεί, επισημαίνοντας την αντιεπιστημονική, κατασκευασμένη και επί της ουσίας αντιαριστερή λογική του όλου σχήματος. Τούτων δοθέντων η απάντησή μου αναφορικά με τον διεθνισμό  αναγκαστικά θα σταθεί στο ιστορικό πεδίο εντοπίζοντας την βαθύτατη διαφορά ανάμεσα στον ετεροκίνητο, μεταπρατικό και κρατικοδίαιτο διεθνισμό και τον διεθνισμό τον ίδιο, που ιστορικά μπορεί να προσληφθεί μόνον ως πατριωτικός διεθνισμός, όπως αυτός λ.χ. που αναδεικνύει ο χωρίς ιδιοτέλεια φιλελληνισμός των Ευρωπαίων Επαναστατών (Αν πρέπει να πεθάνουμε για την Ελλάδα, θεία είναι η δάφνη! Μια φορά κανείς πεθαίνει!). Τις ίδιες αρετές μπορούμε να αναζητήσουμε στην έξοχη πατριωτική διεθνιστική δράση του Ιωσήφ Γκαριμπάλντι αλλά και όλων των εμπνευσμένων μαθητών του, όπως ο τελευταίος και ίσως ο μεγαλύτερος γαριβαλδηνός, ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. (Patria o Muerte!).

O έτερος διεθνισμός, αφετηριακά υπονομευμένος, είναι αυτός που πρεσβεύει η επί της ουσίας κοσμοπολιτική, αναθεωρητική, δικαιωματιστική-woke Αριστερά. Είναι αυτή που τμήμα της σε παλαιότερες εποχές εκινείτο μεταπρατικά και σε ετεροκίνητη τροχιά από κέντρα της διεθνούς Αριστεράς. Η σημερινή διεθνιστική – τάχα μου – Αριστερή εκδοχή της, σαφώς κοσμοπολιτικού – παγκοσμιοποιητικού χαρακτήρα, βαθύτατα παρακμιακή, αφελληνισμένη και κινούμενη μεταξύ ΜΚΟ και Γιουροβίζιον, εξακολουθεί να παραμένει σταθερά μεταπρακτική, πλην όμως αισθητά μεταλλαγμένη και πάντα ετεροκίνητη και υπό ξένην σημαία.

Παρουσίαση του επετειακού τεύχους στη Λευκωσία

Οι εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, τα «ΤΕΤΡΑΔΙΑ» και το βιβλιοπωλείο ΕΡΜΑ,

διοργανώνουν παρουσίαση του αφιερώματος των «Τετραδίων» για τα 50 χρόνια από την εισβολή στην Κύπρο, την Τετάρτη 19 Ιουνίου, στις 7.30 μ.μ., στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ιδρύματος Μακαρίου Γ’, στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου.

Θα μιλήσουν, Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου κ. κΓεώργιος, Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπλ. καθηγητής, Κοσμήτορας Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κύπρου και

Λουκάς Αξελός, Συγγραφέας- διευθυντής των  εκδόσεων «Στοχαστής» και του περιοδικού «Τετράδια». Συντονιστής Κώστας Βενιζέλος, δημοσιογράφος.