ΤΟΝ ΦΑΡΔΥ καὶ φωτεινὸ χῶρο ἀναμονῆς τοῦ φημισμένου ἰνστιτούτου καλλονῆς «Κοσμέτικουμ Ἄμουλετ – κέντρο γυναικείας χειρουργικῆς», κάθονταν πέντε κυρίες – κομψὰ ντυμένες, φροντισμένα βαμμένες, ἀλλὰ καὶ πάλι τόσο ἄσχημες, ποὺ κάποιος πραγματικὰ θὰ βρισκόταν σὲ δύσκολη θέση, ἂν ἔσκυβε πάνω τους μὲ τὸ δυσάρεστο καθῆκον νὰ ξεχωρίσει ποιά ἀπὸ αὐτὲς ἀξίζει νὰ φέρει μὲ μεγαλύτερη ἀξιοπρέπεια τὸν τίτλο τῆς «βασίλισσας τῆς ἀσχήμιας». Ἐνῶ προσπερνᾶμε μὲ ἁβρὴ ἀδιαφορία τὶς φυσικὲς ἀτέλειες τῶν πέντε αὐτῶν κυριῶν, θὰ ἀναφέρουμε μόνο μιὰ μικρὴ λεπτομέρεια, ὡς ἕνα καθαρὰ διακοσμητικὸ στοιχεῖο στὸ διήγημά μας: οἱ σεβάσμιες ἐπισκέπτριες κάθονταν σὲ βαθιὰ μεταλλικὰ καθίσματα καὶ ξεφύλλιζαν ἀφηρημένα ἀπὸ ἕνα εἰκονογραφημένο περιοδικό, ἀνάμεσα στὶς σελίδες τοῦ ὁποίου, μαζὶ μὲ τὶς πανηγυρικὲς ἀνακοινώσεις γιὰ τοὺς ἐπικείμενους σκακιστικοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς καινούργιες ἐξερευνήσεις στοὺς πόλους, κρύβονταν ἀκόμα καὶ εἰδήσεις, ὅπως ὅτι ὁ Οὐαλλὸς πρίγκηψ διέσχισε προσφάτως τοὺς λονδρέζικους δρόμους μὲ κόκκινο φράκο ἢ ὅτι ὁ Ἰνδὸς μαχαραγιὰς Χαρία Τριμπχουμπάνα Γιοὺν Μπαχαντοὺρ Σουμσαρὲ κατέφθασε αἰσίως στὴ Ριβιέρα. Ποὺ καὶ ποὺ οἱ σιωπηλὲς ἐπισκέπτριες σήκωναν τὰ μάτια ἀπὸ τὰ περιοδικὰ καὶ ἔριχναν ἕνα ἀνυπόμονο βλέμμα πρὸς τὴ γαλάζια πόρτα στὸ βάθος τοῦ χώρου ἀναμονῆς, ἐκεῖ ὅπου ἔπρεπε νὰ ἐμφανιστεῖ ὁ ἀγαπημένος ὅλων τῶν γυναικῶν – ὁ ἰδιοφυὴς μαέστρο Τσεζάριο Γκαλφόνε, ὁ ὁποῖος κατεῖχε τὸ ἀσυνήθιστο χάρισμα νὰ παλεύει μὲ τὰ καπρίτσια τῆς φύσης καὶ νὰ μεταμορφώνει καὶ τὸ πιὸ ἀποκρουστικὸ τέρας σὲ θαυμάσιο ἄγγελο.
Ἐδῶ καὶ κάμποσα χρόνια τὸ ἰνστιτοῦτο καλλονῆς «Κοσμέτικουμ Ἄμουλετ –
κέντρο γυναικείας χειρουργικῆς» εἶχε κερδίσει τὴν ἐπάξια δόξα ἑνὸς ἀληθινοῦ μαγικοῦ ἐργαστηρίου, στὸ ὁποῖο κάθε γυναίκα μποροῦσε ἁπλὰ νὰ γίνει ἀγνώριστη. Ἐδῶ ἔρχονταν κυρίες ἑκατὸ κιλῶν, οἱ ὁποῖες ἄφηναν τὰ λίπη τους καὶ ἔβγαιναν ὠχρὲς καὶ λεπτὲς σὰν μανεκέν. Ἔρχονταν γυναῖκες μὲ μακριὲς μύτες, μὲ χοντρὰ καὶ στραβὰ πόδια, μὲ στόματα σκιστὰ μέχρι τ’ ἀφτιά, μὲ μαραμένα στήθη ἢ μὲ κορμιὰ γεμάτα τρίχες – καὶ ὅλες αὐτές, μετὰ ἀπὸ ἡμίωρη ἐπέμβαση, ἐγκατέλειπαν τὸ ἰνστιτοῦτο σὰν πεντάμορφες τοῦ παραμυθιοῦ. Ὅμως ὁ μαέστρο Γκαλφόνε ἦταν φημισμένος ὄχι μόνο γιὰ τὴν τέχνη του νὰ ὑπερνικᾶ τὴ φυσικὴ ἀσχήμια τῆς πελατείας του. Ὄχι, αὐτὸς ἐπινοοῦσε καὶ τὶς πιὸ ἀναπάντεχες καλλωπιστικὲς ἐκπλήξεις καὶ ἔδινε ἀδιάκοπα νέες κατευθύνσεις στὴν τεχνικὴ τοῦ μακιγιάζ. Γιὰ παράδειγμα, δικό του εὔρημα ἦταν τὸ φίλτρο γιὰ τὸν ἐμποτισμὸ τοῦ δέρματος ἐνάντια στὰ σημάδια τῶν παθιασμένων φιλιῶν, καθὼς καὶ τὰ τριγωνικὰ φρύδια, τὰ ὁποῖα ἔβρισκαν εὐρεία διάδοση ἀνάμεσα στὶς σεμνὲς κυρίες τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας. Ἐν τέλει, ὁ μαέστρο Γκαλφόνε ἔφθασε στὸ συμπέρασμα, ὅτι ὅπως ὁ ὀρρὸς ἐνάντια στὸν τύφο παρασκευάζεται ἀπὸ βακίλους τοῦ τύφου, στὴν ἴδια βάση μπορεῖ νὰ παρασκευαστεῖ καὶ ὀρρὸς ἀπὸ ἐγκέφαλο πάπιας γιὰ τὸ φρεσκάρισμα τῶν νοητικῶν ἱκανοτήτων ἐκείνων τῶν γυναικῶν, ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ φιλανθρωπικὰ τέϊα, φιλανθρωπικὰ κοκτέιλς, φιλανθρωπικὰ παζάρια καὶ γενικῶς κάθε εἴδους φιλανθρωπικὴ δραστηριότητα. Ἑτοίμασε τὸν μαγικό του ὀρρὸ καὶ ἀπέδειξε ἅπαξ διὰ παντὸς ὅτι εἶναι πράγματι θαυματουργός. Μὲ τὴ βοήθεια αὐτοῦ τοῦ ὀρροῦ μιὰ γνωστὴ κυρία κατάφερε νὰ πείσει μὲ ἰλλιγγιώδη λογικὴ τὸν ζηλιάρη σύζυγό της, ὅτι ἡ ἀπιστία τῆς σύγχρονης γυναίκας δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἔκφραση τῆς πιὸ συνηθισμένης φιλανθρωπικῆς κοκεταρίας. Κοντολογίς, ὁ μαέστρο Γκαλφόνε ἦταν μιὰ ὑπερφυσικὴ προσωπικότητα, ἡ ζωὴ τῆς ὁποίας ἦταν πλήρως ἀφιερωμένη στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀσθενοῦς φύλου τῆς χάϊ λάϊφ κοινωνίας.
Τώρα, θὰ ἀσχοληθοῦμε μόνο μὲ μιὰ ἀπὸ τὶς πέντε κυρίες ποὺ κάθονταν
στὸν χῶρο ἀναμονῆς τοῦ Κοσμέτικουμ, χωρίς, ἐννοεῖται, νὰ ἔχουμε κάποια
ἐσκεμμένη προτίμηση στὴν ἐπιλογή μας. Στεκόμαστε σ’ ἐκείνη τὴν κυρία
ὄχι γιατί ὑπερτερεῖ τῶν ἄλλων ἢ ἔχει συγγενικοὺς δεσμοὺς μὲ τὸν συγγραφέα,
ἀλλὰ ἁπλὰ καὶ ξάστερα διότι αὐτὴν ἀκριβῶς ὅρισε ἡ θεία πρόνοια γιὰ
νὰ παίξει τὸν ρόλο τῆς ἡρωΐδας στὴν παρακάτω ἐξιστόρηση.
Καὶ ἡ κυρία ποὺ ἀξιώθηκε τὴν προσοχή μας ἔφερε τὸ εὔηχο ὄνομα Μίμη
Τρομπέεβα, δυστυχῶς ὅμως ἦταν προικισμένη ἀπὸ τὴ μοίρα μὲ ἀλλήθωρα
μάτια, τὰ ὁποῖα ἦταν ὁ φοβερὸς ἐφιάλτης, στήν, κατὰ τ’ ἄλλα, αἰθέρια
νιότη της. Προτιμοῦσε νὰ ἦταν τυφλή, παρὰ νὰ συλλογίζεται ἄδικα
τοὺς θαυμάσιους πειρασμοὺς τῆς ζωῆς τριγύρω της, τοὺς ὁποίους δὲν μποροῦσε
νὰ ἀγγίξει. Οἱ γυναῖκες τὴν κοιτοῦσαν μὲ περιφρόνηση, οἱ ἄντρες τὴν
προσπερνοῦσαν μὲ ἀδιαφορία. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὸ κορμί της ἦταν
μιὰ χαρὰ ἀνεπτυγμένο, ὅμως τὰ γουρλωτὰ καὶ ἀλλήθωρα μάτια της ἀπωθοῦσαν
τοὺς πάντες καὶ τὴν ἔκαναν ἀφόρητη στὸν κύκλο ἐκείνων, ποὺ ἔπαιζαν
τένις καὶ μιλοῦσαν γιὰ τὶς καινούργιες μάρκες αὐτοκινήτων. Ὅμως,
ἡ Μίμη Τρομπέεβα ὀνειρευόταν νὰ παντρευτεῖ μὲ ἑκατομμυριοῦχο, ἐπειδὴ
ἡ ἴδια ἦταν κόρη πλούσιου ἐργοστασιάρχη καὶ δὲν ἤθελε νὰ διακόψει τὶς
σχέσεις της μὲ τὴν παρφουμαρισμένη νεολαία τῶν ἀριστοκρατικῶν κύκλων.
Ὅλη μέρα καθόταν μπροστὰ στὸν καθρέφτη καὶ βασανιζόταν νὰ καλύψει
μὲ κάθε τρόπο τὸ σκληρὸ ἀστεῖο τῆς φύσης, ἀλλὰ μάταια. Οὔτε οἱ βαθιὲς
σκιὲς στὰ μάτια της, οὔτε οἱ ἐκτεταμένες βλεφαρίδες της, οὔτε τὰ γυαλισμένα
μὲ βαζελίνη βλέφαρά της μποροῦσαν νὰ τὴ βοηθήσουν. Στὸ τέλος, ὅταν
κατάλαβε ὅτι εἶναι ἀνίσχυρη ν’ ἀντιμετωπίσει τὴ μοίρα της, ἡ Μίμη
Τρομπέεβα ἔπεσε σὲ φοβερὴ ἀπόγνωση, ἡ ὁποία τὴν ὁδήγησε σταδιακὰ
στὴ σκέψη νὰ κλειστεῖ σὲ μοναστήρι. Ὅμως τότε ἀκριβῶς, στὴ σκοτεινιασμένη
μνήμη της, ἔλαμψε ἀναπάντεχα ὡς φάρος σωτηρίας τὸ ὄνομα «Κοσμέτικουμ
Ἄμουλετ – κέντρο γυναικείας χειρουργικῆς». Χοροπήδησε ἀπὸ χαρὰ
καὶ ἀπέρριψε τὸ μικρὸ καὶ στριφνὸ εὐαγγέλιο, τὸ ὁποῖο θὰ φαρμάκωνε
τὶς μέρες της μὲ τὴν ἁγία βαρεμάρα του. Μὰ πῶς καὶ δὲν τὸ σκέφτηκε νωρίτερα
ν’ ἀναζητήσει βοήθεια ἀπὸ ἐτοῦτο τὸ ἰνστιτοῦτο καλλονῆς, ἀπ’ τὸ ὁποῖο
εἶχαν περάσει, σὰν μέσα ἀπὸ κάποια μαγικὴ φάμπρικα τῶν εὐτυχῶν μεταμορφώσεων,
τόσες πολλὲς γυναῖκες! Ἡ Μίμη Τρομπέεβα ἔσυρε βιαστικὰ δυὸ κατακόκκινες
γραμμὲς πάνω στὰ χείλη της, πούδραρε τὸ πρόσωπο καὶ τράβηξε λεπτὲς ἀγκύλες
στὰ φρύδια της μὲ μαῦρο μολυβάκι, ἔπειτα ἅρπαξε τὴν τσάντα της καὶ κατευθύνθηκε
μὲ συγκρατημένη ἀναπνοὴ πρὸς τὸ κέντρο τῆς γυναικείας χειρουργικῆς,
στὸν χωρὸ ἀναμονῆς τοῦ ὁποίου, λίγο ἀργότερα, εἴχαμε τὴν εὐκαιρία
νὰ τὴ δοῦμε, καθισμένη στὸ βαθὺ μεταλλικὸ κάθισμα.
Μετὰ ἀπὸ μακρὰ καὶ βασανιστικὴ ἀναμονή, ὁ μαέστρο Τσεζάριο Γκαλφόνε
ὑποδέχθηκε ἐπιτέλους τὴ δυστυχισμένη πελάτισσά του, μὲ ὅλη ἐκείνη
τὴ συμπόνια τὴν ὁποία ἐπέβαλε τὸ ἐπάγγελμά του.
Καθησύχασε τὴν κοπέλα ποὺ βρισκόταν σὲ ἔξαψη, μὲ τὴν πανηγυρικὴ ὑπόσχεση
ὅτι θὰ τὴν κάνει μιὰ ἀνεπανάληπτη θεὰ τῆς ὀμορφιᾶς – μιὰ Ἀφροδίτη,
φαινόμενο τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, μὲ στήθη παραφίνης καὶ ἀκτινοβόλα
μάτια.
— Μὰ τί λέτε! – ἀπόρησε μὲ εὐχάριστη ἔκπληξη ἡ Μίμη Τρομπέεβα, ἐνῶ
τίναξε τὴ στάχτη τοῦ τσιγάρου της στὸ ἐμαγιὲ σταχτοδοχειάκι τοῦ τραπεζιοῦ
γιὰ τὸ κάπνισμα.
— Πολύ ἁπλό, τζεντιλίσιμα σινιορίνα! – ἀναφώνησε θεατρικὰ ὁ μαέστρο
Γκαλφόνε, ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὴν ἀμηχανία τῆς συνομιλήτριάς του. — Ἀκόμα
δὲν εἶχα τὴ μέγιστη εὐχαρίστηση νὰ δῶ τὸ σουτιέν σας, ὅμως ὑποθέτω
ὅτι τὸ κόψιμό του εἶναι ἄψογο. Καὶ πάλι, γκρατσιοζίσιμα σινιορίνα,
ἂν κρίνω ἀπὸ τὸ περίγραμμα τοῦ μπούστου σας κάτω ἀπὸ τὸ φόρεμα, τολμῶ
νὰ δηλώσω, ἐντελῶς κατηγορηματικά, ἀκόμα καὶ ἐνώπιον τῆς αὐτῆς Αὐθεντικῆς
Ἐξοχότητος τοῦ σινιὸρ Μορὶς ντὲ Βαλέφ, ἐμπνευσμένου εἰδήμονος σὲ ὅλους
τοὺς παρισινοὺς διαγωνισμοὺς παγκόσμιας ὀμορφιᾶς, ὅτι τὰ θεϊκά
σας στήθη ξεφεύγουν κάπως ἀπὸ τὴν κανονικὴ ἀνατομία καὶ συνεπῶς
χρειάζονται μιὰ ἔγχυση παραφίνης, ἡ ὁποία θὰ τὰ μορφοποιήσει θαυμάσια
καὶ θὰ τοὺς ἐπαναφέρει τὴ χαμένη κλασικὴ φόρμα.
— Θεέ μου! Μὰ τί λέτε! – ἀναστέναξε ἐρεθισμένη ἀπὸ χαρὰ ἡ Μίμη
Τρομπέεβα, ἐνῶ ἔβγαλε κοκέτικα τὸ κίτρινο καστόρινο καπελάκι
της καὶ τὸ φόρεσε πάνω στὸ γυμνό της γόνατο.
— Ὅμως τί θὰ γίνει μὲ τὰ μάτια μου; Πεῖτε, γιὰ τὸ Θεό, θὰ μπορέσετε νὰ
διορθώσετε τὰ μάτια μου; – πρόσθεσε, τὴν ἴδια στιγμή, καὶ τὸ πρόσωπό
της σκοτείνιασε σὲ μιὰ θλιβερὴ γκριμάτσα.
Ὁ μαέστρο Γκαλφόνε ἔβαλε τὸ ἀριστερό του χέρι στὴν καρδιά, σήκωσε
τὸ δεξὶ μὲ νόημα πρὸς τὰ πάνω καὶ γονατίζοντας ἀπρόσμενα μπροστὰ στὴν
ἔκπληκτη κοπέλα, φώναξε μὲ τὴν ἁπαλή, ὅλο γλυκερίνη, φωνή του:
— Ὤ, τζεντιλίσιμα, μπελίσιμα καὶ καρίσιμα σινιορίνα! Εἶναι ἀλήθεια,
ὅτι ἡ ὀπτικὴ ἑστίαση τῶν μαγευτικῶν ὀφθαλμῶν σας εἶναι μετατοπισμένη
σὲ κάποια ἀφηρημένη ἔκταση, εὐτυχῶς ὅμως ἡ σημερινὴ χειρουργικὴ
στέκεται σὲ τέτοιο ὕψος, ὅπου μιὰ τέτοια ἐντελῶς ἀθώα ἀτέλεια μπορεῖ
νὰ ἀφαιρεθεῖ μόνο μέσα σὲ δέκα λεπτά. Κατὰ τὴ διάρκεια αὐτὴ θὰ ἐνσταλάξω
στὶς ἀγγελικές σας κόρες ἀρκετὲς σταγόνες ἀπὸ τὴν τελευταία μου ἐφεύρεση,
τὸ «Ρεντγκενόλ», τὸ ὁποῖο θὰ τὶς λούσει μὲ γοητευτικὴ λάμψη καὶ θὰ τὶς
μεταμορφώσει σὲ λαμπερὰ ἀστέρια, γιὰ τὴν πεταλουδένια ἔμπνευση τῶν
ποιητῶν. Εἶμαι ἕτοιμος, χωρὶς καμμία ἀμφιβολία, νὰ σᾶς δώσω γραπτὴ
ἐγγύηση τριῶν χρόνων γιὰ τὴν ἐκπληκτικὴ δράση τῶν θαυματουργῶν μου
σταγόνων, μαζὶ μὲ τὸν λόγο τῆς τιμῆς μου, ὅτι ἐσεῖς ἔρχεστε στὸ κέντρο
μου, ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ποὺ ἐγὼ σκοπεύω νὰ θέσω σὲ κυκλοφορία τὴν πρώτη
δοκιμαστικὴ παρτίδα κυριῶν μὲ ἀκτινοβόλα μάτια. Ἐμπιστευθεῖτε
τὶς φροντίδες μου, ἰλουστρίσιμα σινιορίνα, καὶ τὸ ἀργότερο σὲ μισὴ
ὥρα θὰ βαδίζετε στοὺς δρόμους σὰν ἀναστημένη, ἐκ τοῦ τάφου, Σεμίραμις!
Ναρκωμένη ἀπ’ τὴν περιπαθὴ καλλιλογία αὐτοῦ τοῦ ἀσυνήθιστου δημιουργοῦ
τῆς γυναικείας ὀμορφιᾶς, ἡ Μίμη Τρομπέεβα πέρασε σὰν ὑπνωτισμένη
καὶ κρύφτηκε πίσω ἀπὸ τὰ μαῦρα λουστραρισμένα φύλλα τοῦ ἐλαφροῦ κινέζικου
παραπετάσματος.
Ὣς ἐδῶ, ἀγαπητὲ ἀναγνώστη, ὅλα κυλοῦσαν, μποροῦμε νὰ ποῦμε, ὁμαλά.
Ὅμως, νὰ ποὺ ἡ ἱστορία μας παίρνει ἐντελῶς ἀναπάντεχη κατάληξη,
καὶ πρὸς ἔκπληξη ὅλων λαμβάνει τὴ μορφὴ ἡμερολογίου, στὸ ὁποῖο ἡ
μεταμορφωμένη μας ἡρωΐδα ἔχει γράψει μὲ τὸ ἴδιο της τὸ χέρι τὶς παράξενες
ἐμπειρίες της, μετὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸ κέντρο γυναικείας χειρουργικῆς.
Ἀλλά, ἄς πάψουμε πλέον νὰ μιλᾶμε ἐξ ὀνόματος τοῦ συγγραφέα, ὁ ὁποῖος,
τὸ δίχως ἄλλο, ἀπεχθάνεται τὴν κουτσομπολίστικη φλυαρία γιὰ τὴ μιὰ
ἢ γιὰ τὴν ἄλλη περίσταση. Οἱ ἑπόμενες σελιδοῦλες ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο
τῆς Μίμη Τρομπέεβα ἐξηγοῦν τί συνέβη παρακάτω.
8 Σεπτεμβρίου
Μόλις ἐπέστρεψα ἀπὸ τὸ
κέντρο τοῦ μαέστρο Γκαλφόνε. Καθὼς περπατοῦσα στοὺς δρόμους, ὅλοι γύριζαν
νὰ μὲ κοιτάξουν. Ἀρκετοὶ μάλιστα σταματοῦσαν καὶ ἀναφωνοῦσαν: «Ἄχ,
τί ἐκπληκτικὰ μάτια!» Μόλις τώρα αἰσθάνομαι ὅτι ζῶ. Θεέ μου, πόσο εἶμαι
εὐτυχισμένη! Μακάρι μόνο νὰ παντρευτῶ πιὸ γρήγορα.
9 Σεπτεμβρίου
Γιούπι, γιούπι! Βλέπω
πράγματα ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν βλέπουν. Τὰ ἀκτινοβόλα μάτια μου τρυπώνουν
παντοῦ. Αὐτὸ τὸ πρωΐ, ὅταν ξύπνησα, παρατήρησα στὴν κρεβατοκάμαρά
μου ἕναν σκελετὸ μὲ ἀσημένιο δίσκο σερβιρίσματος στὰ χέρια. Στὴν ἀρχὴ
τρόμαξα καὶ νόμισα ὅτι ἀκόμα ὀνειρεύομαι. Ὅμως ἀργότερα κατάλαβα,
ὅτι ὁ σκελετὸς δὲν ἦταν κανένας ἄλλος, παρὰ ἡ μαγείρισσά μας, ἡ ὁποία
μπῆκε γιὰ νὰ μοῦ φέρει τὸ πρωϊνό. Οἱ μαγικὲς σταγόνες τοῦ μαέστρο
Γκαλφόνε ἔδωσαν στὰ μάτια μου τὴν ἰδιότητα νὰ βλέπουν μέσα ἀπὸ τὴν ὕλη.
10 Σεπτεμβρίου
Στὸν δρόμο, στὸ τρόλλεϋ,
στὸν κῆπο — παντοῦ βλέπω μόνο σκελετούς. Καὶ αὐτὸ τρομερὰ μὲ διασκεδάζει.
Στὸν θώρακα μερικῶν χτυπᾶνε καρδιές, μεγάλες σὰν γροθιές, σὲ ἄλλων,
πάλι, οἱ καρδιὲς εἶναι ἐντελῶς μικροῦλες, σὰν τῶν σπουργιτιῶν.
11 Σεπτεμβρίου
Κυκλοφορῶ θαρρεῖς καὶ εἶμαι
σὲ κάποιο ζωντανὸ νεκροταφεῖο. Καὶ τὸ ἐνδιαφέρον εἶναι, ὅτι δὲν
νιώθω τίποτε τὸ δυσάρεστο μὲ αὐτό. Ἀντιθέτως, ἡ μεγαλύτερη διασκέδασή
μου εἶναι νὰ κοιτάζω ἐπίμονα τὸν κάθε περαστικὸ καὶ νὰ ἐξετάζω τὴν
ἀνατομία του.
14 Σεπτεμβρίου
Ἐδῶ καὶ κάποιον καιρὸ
παρατηρῶ ἕνα ἀσυνήθιστο φαινόμενο. Κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους,
τοὺς ὁποίους συναντῶ, καὶ κυρίως ἀπ’ τὸ χάϊ λάϊφ, δὲν ἔχουν καθόλου
ἐγκέφαλο στὰ κεφάλια τους. Σήμερα, γιὰ παράδειγμα, εἶδα τὸν ἐξάδελφο
τῆς Βάλιας, ὁ ὁποῖος εἶναι μέλος τοῦ διοικητικοῦ συμβουλίου τῆς ἀθλητικῆς
ὁμοσπονδίας καὶ ἔχει ἰδανικὰ ἀνεπτυγμένο σῶμα. Μὲ σταμάτησε καὶ
μοῦ ἔπιασε τὴν κουβέντα. Μοῦ φίλησε τὸ χέρι, ἄρχισε νὰ μὲ στολίζει μὲ
κομπλιμέντα, καὶ ἐγὼ τὸν κοιτάζω καὶ σκέφτομαι: «Θεέ μου, τί γεροδεμένος
σκελετός!» Ὅταν ὅμως σήκωσα τὰ μάτια πρὸς τὸ κεφάλι του, ἀνακάλυψα
ὅτι σὲ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει ἴχνος ἐγκεφάλου. Ἤμουν ἕτοιμη νὰ τοῦ τὸ πῶ, ὅμως
κρατήθηκα, γιὰ νὰ μὴν τὸν προσβάλλω. Ἴσως αὐτὸς νὰ ἑρμήνευε τὰ λόγια
μου μὲ μεταφορικὴ σημασία. Καὶ πάλι, ἐγὼ προτιμῶ νὰ παντρευτῶ μ’ ἕναν
ἄνθρωπο σὰν κι αὐτόν, ἀντὶ νὰ ἔχω γιὰ σύζυγο κάποιον ποὺ τὸ κρανίο
του εἶναι γεμάτο μὲ μυαλό, ἀλλὰ στηρίζεται πάνω σε ἀδύναμο σῶμα.
16 Σεπτεμβρίου
Ἐχθὲς τὸ βράδυ ἤμουνα σὲ
σουαρὲ στῆς Νταίζης. Εἶχε πολὺ ἐνδιαφέροντα κόσμο. Ὅλο κυρίες καὶ
κυρίους τῆς καλῆς κοινωνίας, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους καὶ ἕναν ξένο
διπλωμάτη. Ὅλοι διαγωνίζονταν στὸ νὰ φλερτάρουνε μαζί μου, ὅμως
στὸ τέλος ἐγὼ προτίμησα τὸν Ζάν. Αὐτὸς εἶναι καὶ πλούσιος, καὶ τρυφερός.
Λένε ὅτι εἶναι ὁ μοναδικὸς κληρονόμος τοῦ θείου του – κάποιου πολυεκατομμυριούχου,
ὁ ὁποῖος στὸν καιρὸ τοῦ πολέμου ἀπέκτησε τεράστιο πλοῦτο καὶ τώρα
γιατρεύει τὸ συκώτι του στὸ Βισύ. Ἀνάμεσα σὲ μιὰ δεκαπενταριὰ καβαλιέρους,
οὔτε ἕνας δὲν εἶχε ἐγκέφαλο. Τὰ κεφάλια ὅλων ἦταν ἄδεια, μὰ καὶ γιὰ
τὸν λόγο αὐτό, θεσπέσια ὄμορφα. Καὶ οἱ σκελετοί τους – ἄχ, τί σωματικὴ
διάπλαση! Ἐννοεῖται, ὅτι ὁ Ζὰν κρατοῦσε τὰ πρωτεῖα. Αὐτὸς ἔχει παράστημα
ἀθλητὴ καὶ ὅταν γελάει, μουγκρίζει σὰν ἀρκούδα. Νομίζω, ὅτι ἂν μὲ ἀγκαλιάσει,
θὰ λιώσω στὰ χέρια του. Εἶμαι περίεργη νὰ μάθω ἀπὸ ποῦ ἀπέκτησε αὐτὴ
τὴν πνευματικότητα ποὺ ἔχει, ὥστε νὰ μὲ διασκεδάζει ὅλο το βράδυ μὲ
τὰ πιὸ πικάντικα ἀνέκδοτα. Μιλᾶμε, παραλίγο νὰ σκάσω ἀπὸ τὰ γέλια.
Δῆθεν οἱ σκέψεις τοῦ ἀνθρώπου ἔρχονται ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλό του. Ποιός
ξέρει, ἴσως οἱ ἄνθρωποι τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας συλλογίζονται καὶ σκέφτονται
μὲ κάποια ἄλλα μέρη τοῦ σώματός τους... Γιὰ τὶς κυρίες – τί νὰ πῶ. Οὔτε
μιὰ δὲν μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση. Τὰ κεφάλια τους ἐπίσης δὲν εἶχαν
ἐγκέφαλο καὶ οἱ σκελετοὶ τους ἦταν φοβερὰ ἀνοιχτοὶ στοὺς γοφοὺς ἂν
καὶ ὅλες φοροῦσαν κορσέδες. Ἡ Νταίζη ἦταν ντυμένη μὲ ἕνα καινούργιο
φόρεμα ἀπὸ βιολετὶ λαμέ, ἀλλὰ ἔμοιαζε κάπως ντεμοντέ. Ἡ Πέπη καὶ ἡ
Γκρετούλα εἴχανε βάψει μπρούτζινα τὰ νύχια τους, ὅμως παρόλα αὐτὰ ἔμειναν
στὴ σκιά. Ἐγὼ παρατηροῦσα πὼς τὰ πνευμόνια τους φουσκώνουν ἀπὸ φθόνο
μπροστὰ στὴ λαμπερή μου ἐπιτυχία ἀνάμεσα στοὺς καβαλιέρους. Αὐτὲς
ταράχτηκαν ἀπὸ ὀργή, ἐπειδὴ εἶχα γίνει τὸ ἐπίκεντρο τῆς προσοχῆς,
καὶ συνεχῶς ἔψαχναν εὐκαιρία νὰ μὲ γλωσσοφᾶνε. Πρόστυχες! Καὶ κατὰ
τὴν ἀναχώρηση, τόλμησαν νὰ μὲ ἀσπαστοῦν λὲς καὶ δὲν συνέβη τίποτα,
καὶ μάλιστα ἐκδήλωσαν τὴν ἐπιθυμία νὰ μοῦ ἔρθουν ἐπίσκεψη. Τί ξεδιαντροπιά!
18 Σεπτεμβρίου
Ἄχ, ὁ Ζὰν εἶναι ὁ πιὸ σαγηνευτικὸς
ἄνδρας ποὺ ἔχω γνωρίσει σ’ ὁλόκληρη τὴ ζωή μου! Σήμερα πήγαμε βόλτα
μὲ τ’ αὐτοκίνητό του ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Εἴμασταν μόνο οἱ δυό μας. Αὐτὸς
εἶναι στ’ ἀλήθεια ἀξεπέραστος στ’ ἀστεῖα του. Ξέρει ὅλα τὰ περιθωριακὰ
τραγούδια τοῦ λαουτζίκου καὶ τὰ τραγουδοῦσε σὲ ὅλο τὸν δρόμο. Ἀπ’ τὴν
ἄλλη πόσο εἶναι εὐφυὴς καὶ εὐγενικός! Μοῦ μιλάει γιὰ τὴ σημασία καὶ
τὸ ἀποτέλεσμα τῶν διαφορετικῶν ἀρωμάτων καὶ γιὰ τὸν καθαρισμὸ τῶν
δοντιῶν μὲ ὀδοντογλυφίδα στὰ ἐπίσημα γεύματα. Τέτοιους ἐκλεπτυσμένους
τρόπους σὰν καὶ τοὺς δικούς του δὲν εἶδα σὲ κανέναν! Ναί, θὰ μπορούσαμε
νὰ εἴμαστε ἕνα ἰδεῶδες ζευγάρι!
23 Σεπτέμβριου
Φυσικὰ καὶ οἱ ἀριστοκράτες
πρέπει νὰ διαφέρουν σὲ κάτι ἀπὸ τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ
κεφάλια τους φαίνονται κενά. Στὴν πραγματικότητα, οἱ ἐγκέφαλοί
τους βρίσκονται στὴ θέση τους, μόνο ποὺ εἶναι φτιαγμένοι ἀπὸ κάποια
πολὺ λεπτὴ ὕλη, πιὸ λεπτὴ πιθανῶς κι ἀπὸ ἱστὸ ἀράχνης, καὶ γι’ αὐτὸ
δὲν μποροῦν νὰ γίνουν ὁρατοί. Ἄχ, μακάρι καὶ ὁ δικός μου ἐγκέφαλος νὰ
εἶναι ἔτσι φίνος σὰν τοῦ Ζάν!
27 Σεπτεμβρίου
Νιώθω ὅτι εἶμαι στὸν ἕβδομο
οὐρανὸ ἀπ’ τὴ χαρά! Ὁ Ζὰν μοῦ ἔκανε ἐρωτικὴ ἐξομολόγηση. Εἴμασταν
πάλι στὸ αὐτοκίνητό του γιὰ βόλτα. Σὲ μιὰ στροφή, αὐτὸς χαμήλωσε ταχύτητα,
μὲ ἀγκάλιασε καὶ μὲ φίλησε. Εἶπε, ὅτι αὔριο θὰ μὲ ζητήσει ἐπίσημα ἀπὸ
τὸν μπαμπά.
28 Σεπτεμβρίου
Στὴν ἀρχὴ ὁ μπαμπὰς ἀντιδροῦσε,
ἐπειδὴ τὸ ποσὸ τοῦ φάνηκε μεγάλο. Ὅμως ἀργότερα, ὅταν κατάλαβε ὅτι
ὁ Ζὰν εἶναι ἄνθρωπος μὲ τσαγανό, ὑποχώρησε. Ἕνα ἑκατομμύριο γιὰ
προκαταβολὴ καὶ δυὸ ἑκατομμύρια μετὰ τὸν γάμο.
5 Ὀκτωβρίου
Νομίζω ὅτι θὰ τρελαθῶ ἀπὸ
εὐτυχία! Ὁ Ζὰν τρέμει ἀπὸ πάνω μου καὶ μὲ διαβεβαιώνει συνεχῶς γιὰ
τὴν ἀτελείωτη ἀγάπη του. Σήμερα τὸ ἀπόγευμα φτερνίστηκα κι αὐτὸς
ἔτρεξε ἀμέσως γιὰ γιατρό. Ποτέ μου δὲν πίστευα ὅτι θὰ ἔχω τέτοιον
προσεκτικὸ καὶ τρυφερὸ σύζυγο.
20 Νοεμβρίου
Ζήτω! Φεύγουμε μὲ τὸ ἐξπρὲς
γιὰ Vоуаgе dе nосе! Γιὰ ἀρχὴ στὴ Νίτσα, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ – γιὰ παλτὸ ἐρμίνας
καὶ τουαλέτα χοροῦ στὸ Παρίσι.
(1934)
Πηγή: Ἰστότοπος Българска виртуална библиотека
«Словото» (Βουλγάρικη
εἰκονικὴ βιβλιοθήκη «Σλόβοτο»).
https://www.slovo.bg/showwork.php3?AuID=5&WorkID=21&Level=1
*
* *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου