του Γιάννη Σχίζα
Αυγή 18.12.21
Tα Χριστούγεννα
στο Βόρειο ημισφαίριο βρίσκονται στην
καρδιά του χειμώνα, και αυτός –ίσως - είναι ο λόγος που τα κάνουν σαν γιορτή να ταιριάζουν με τους ναυτικούς. Εννοώ τους ναυτικούς που είναι απομονωμένοι σε
διάφορα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, που
νοσταλγούν την κατάσταση της οικογενειακής γιορτής με τα δώρα, με τα φαγητά, με
τις οσμές, που στέλνουν μηνύματα στους απανταχού
συγγενείς και φίλους και που εύχονται «και
του χρόνου» - δηλαδή να είναι μαζί τους.
Οι ναυτικοί που δοκιμάζονται
από τη κακοκαιρία βλέποντας όμως τόσα πράγματα , είναι μια μοναδική περίπτωση εργαζομένων. Στο
παρελθόν έτυχε να γνωρίσω τον ναυτικό πατέρα μιας συναδέλφου, που μου διηγήθηκε δυο
ιστορίες – που δυστυχώς δεν φρόντισα να
της περάσω στο χαρτί. Η μια από αυτές
αφορούσε ένα μικρό πιθηκάκι, τον Μάγκυ – που τα μέλη του πληρώματος τον
είχαν σαν ζώο pet και έπαιζαν διαρκώς μαζί του. Το
πιθηκάκι απήχθη αλλά με ενέργειες του Έλληνα προξένου επέστρεψε !
Η άλλη ιστορία αφορά τον καπετάνιο Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο, που συνταξιούχος δημοσίευσε μέχρι στιγμής τρια βιβλία με τις ναυτικές αναμνήσεις του στα διάφορα λιμάνια .
Το βιβλίο περιλαμβάνει διάφορες αφηγήσεις για περιστατικά που ξεκινούν από τη Παταγονία και την έρημο Ατακάμα, φτάνουν στην Νέα Ορλεάνη και την Αβάνα, περνάνε από ταξίδια στον Αμαζόνιο και διατρέχουν την Αραβική θάλασσα και την Καλκούτα. Το «Αμαζονία mon amour» του «Καπ’τα» (σύντμηση που έχει επιβληθεί στο χώρο …) Μοσχόπουλου είναι έμπλεο ναυτικών όρων, περιέχει πολιτικές κρίσεις κι ακόμη θυμίζει δόξες παλιές που έζησαν οι τροπικοί χάρις στην επεξεργασία του καουτσούκ : «Σε μία άφιξη στο Μανάους ο υποπλοίαρχος επισκέφθηκε την Όπερα, που εκείνη την εποχή επισκευαζόταν. Είχε χτιστεί στα τέλη του 19ου αιώνα, σε μία εποχή που στο Μανάους υπήρχαν 16 χιλιόμετρα λεωφόρων και ηλεκτρικά τραμ, ενώ την ίδια εποχή στη Βοστόνη τα τραμ τα έσερναν ακόμη άλογα. Ο μοναδικός Καρούζο είχε τραγουδήσει το "Pagliacci", και η θεϊκιά Άννα Πάβλοβα είχε χορέψει τη "Λίμνη των Κύκνων". Όλος αυτός ο πλούτος παραγόταν από τη συλλογή του καουτσούκ. Οι εργάτες που μάζευαν το καουτσούκ, οι seringueros, ζούσαν μέσα στη φτώχεια».Να ένα βιβλίο που θα διάβαζε κανείς στο
τζάκι, βιώνοντας εκ του ασφαλούς περιπέτειες όχι εγγυημένης ασφάλειας ….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου