Του Γιάννη Σχίζα
Αυγή 26.11.22
Ήταν κοντά
στο σούρουπο, χειμώνας καιρός , όλα ήταν θαμπά, κι εγώ γύριζα με το αυτοκίνητό
μου από τα Βασιλικά της Βόρειας Εύβοιας,
έπειτα από μια επίσκεψη που είχα κάνει στον σκηνοθέτη Αλέξη Δαμιανό. Ήταν εκεί,
όπου το δάσος είχε ανακάμψει ύστερα από ένα μεγάλο τραυματισμό στα τέλη της
δεκαετίας του 70, που έκαψε 100.000
τουλάχιστον στρέμματα : Τραυματισμό που
όμως επρόκειτο να επανέλθει δριμύτερος, κατακαίγοντας αυτή τη φορά 550.000
στρέμματα…
Ο καιρός
ήταν στην αρχή λίγο ομιχλώδης
αλλά στην πορεία, ιδιαίτερα όταν ανέβηκα σε ένα ύψωμα που δέσποζε στη
περιοχή, έγινε πολύ ομιχλώδης- με το ζόρι έβλεπες στα σαράντα μέτρα. Πήγαινα
τότε σιγά, ακολουθούσα με θρησκευτική ευλάβεια την κεντρική γραμμή του
δρόμου, και κάθε άλλο παρά πρόσεχα την βλάστηση που ξεπηδούσε στις άκρες της διαδρομής . Αισθανόμουν λίγο άγχος έως αγωνία, παρακαλούσα να τελειώσει αυτή η ομίχλη.
Τότε λοιπόν παρατήρησα στο βάθος του οπτικού μου πεδίου
μια κινούμενη φυλλωσιά – ήταν στη μέση σχεδόν του δρόμου και πήγαινε αργά με
μια κίνηση περίεργη, λικνίζονταν μια δεξιά, μια αριστερά.
Πλησίασα
ακόμη τις κινούμενες φυλλωσιές, πολύ επιφυλακτικά, σχεδόν στα δέκα μέτρα, και τότε είδα πιο καθαρά : Ήταν ένα μουλάρι, φορτωμένο ολόγυρα με κλιματσίδες και φυλλωσιές
από θάμνους, από εκείνα που δίνονταν
στις κατσίκες για φαγητό !
Στη στιγμή
αισθάνθηκα ανακούφιση, οπότε με ένα γρήγορο ελιγμό βγήκα στο αντίθετο ρεύμα
κυκλοφορίας για λίγο και προσπέρασα το
μουλάρι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου