του Δημήτρη Οικονόμου
Ας ξεκαθαρίσω
από την αρχή ότι, ως κάτοικος του κέντρου της Αθήνας, είμαι προνομιούχος:
χρειάζομαι ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο λιγότερο από τους περισσότερους
συμπολίτες για τις μετακινήσεις μου. Μπορώ και πηγαίνω στο γραφείο και σε
συναντήσεις με τα πόδια ή με μέσα μαζικής μεταφοράς με σοβαρή οικονομία
χρόνου, κόπου και κόστους, όπως όμως και διαφύλαξη της ψυχικής μου
υγείας. Αισθάνομαι πια λίγο άσχημα και στο ίδιο μου το σπίτι, με την
γυναίκα μου να είναι υποχρεωμένη να χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό της για να
πάει στην δουλειά. Θυμίζοντας μου έτσι ότι ελάχιστοι συμπολίτες μου
μπορούν να μετακινούνται εξίσου γρήγορα, οικονομικά και άκοπα όσο η
αφεντιά μου.
Έτσι, την
περασμένη Πέμπτη, το πρόγραμμα μου «έγραφε» μετακίνηση στο «Ελευθέριος
Βενιζέλος» για την αναχώρηση της μητέρας μου προς Μυτιλήνη και άρχισα να
αναλογίζομαι την αναπόφευκτη ταλαιπωρία. Με την κρυφή ελπίδα ότι η
επαναφορά του δακτυλίου θα μετρίαζε το κυκλοφοριακό πρόβλημα. Δυστυχώς, η
ελπίδα διαψεύστηκε. Ίδρωσα μέχρι να βγω από το κέντρο της πόλης, με ένα
κεφάλι καζάνι από την μάστιγα του «προληπτικού κορναρίσματος», της
ακατανόητης συνήθειας πολλών οδηγών, ενώ έχουμε κόκκινο, να «ειδοποιούν»
ότι… θα επακολουθήσει πράσινο και μην διανοηθούν οι πριν από αυτούς
οδηγοί να καθυστερήσουν!
Αλλά δεν είναι
μόνον η κυκλοφορία αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης η οποία δυσκολεύει την
ζωή πεζών και οδηγών στην Αθήνα, στο κέντρο και τις συνοικίες της. Είναι
και οι καθημερινές, κάθε είδους καταλήψεις δημόσιων χώρων από
«σταθμευμένα» αυτοκίνητα, για να μην επισημάνω τα παρκαρισμένα σε ράμπες.
Είναι τα χαλασμένα πεζοδρόμια . Είναι οι κόρνες, σχεδόν πάντα
αδικαιολόγητες στην πόλη. Είναι, τέλος, τα, αδιανόητα πολυάριθμα, όσο και
ασυνάρτητα, οδικά σήματα που τα περισσότερα μάλλον «μουσειακά εκθέματα»
της εποχής τοποθέτησης τους είναι, παρά βοηθήματα για οδηγούς ή και
πεζούς.
Αναρωτιέμαι
συχνά, για ποιο λόγο η ρύθμιση της τροχαίας κίνησης στην πόλη δεν
αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Δημοτικής Αστυνομίας: για ποιο λόγο
έχουμε δυο «Τροχαίες», αυτήν της Ελληνικής Αστυνομίας και αυτήν του Δήμου
Αθηναίων. Για ποιο λόγο δεν αποκαθίσταται η οδική σήμανση ώστε να
ανταποκρίνεται στις σημερινές κυκλοφοριακές ανάγκες της πόλης. Γιατί δεν
αναβαθμίζονται οι δημόσιες συγκοινωνίες σε όλες τις συνοικίες στο επίπεδο
αυτών στο κέντρο της πόλης. Για ποιο λόγο να μαθαίνουμε στα παιδιά μας να
κοιτάζουν και από τις δυο πλευρές σε μονόδρομους ή πριν περάσουν τον
δρόμο, ακόμα και με πράσινο, ή από διάβαση… επειδή «ποτέ δεν είσαι
σίγουρος». Γιατί να περπατάμε με τα μάτια κάτω χαμηλά μπας και πέσουμε σε
κανένα κενό στο πεζοδρόμιο, ενώ έχουμε θέα την Ακρόπολη.
Αλλά αν όλα
αυτά με κάνουν να απορώ, υπάρχει και κάτι που με αγανακτεί: η υποτίμηση
της σημασίας αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων. «Μα είναι αρκετά μεγάλα
και σοβαρά αυτά τα προβλήματα;» η απορία πολλών δυστυχώς. Είναι όμως
τέτοια «μικρά και ασήμαντα» που κάνουν αβίωτη την καθημερινότητα μας. Ένα
από αυτά, η απροθυμία μας να αποδεχτούμε ότι οι συνθήκες της καθημερινής
ζωής στην πόλη μας επηρεάζονται καθοριστικά από τη σχέση μας με τα
αυτοκίνητα.
Όχι, δεν
χρωστάμε σε κανέναν δυο ώρες στο αυτοκίνητο κάθε ημέρα, κολλημένοι στην
κίνηση. Οι ώρες αυτές ανήκουν στα παιδιά μας, στους δικούς μας, στον
εαυτό μας. Αν φυσικά θέλουμε μια υγιή και ευχάριστη σχέση με την Αθήνα,
τα αυτοκίνητα και τον εαυτό μας. Μια καθημερινότητα χωρίς πολλά τέτοια
«μικρά και ασήμαντα» να μας ταλαιπωρούν και να περιορίζουν τις όποιες και
όσες φωτεινές στιγμές χαιρόμαστε.
|
Ενας είναι ο εχθρός του αυτοκινήτου, το ταπεινό ποδήλατο, το οποίο είναι καταδικαστέο, απορριπτέο και επικίδυνο στο συνειδητό και υποσυνείδητο των ελλήνων ΙΧήδων, στους οποίους ανήκουν βεβαίως και οι διοικούντες.....
ΑπάντησηΔιαγραφή